Οι εκλογές του 2012 έφεραν στην επιφάνεια τη βαθιά κρίση της ελληνικής δεξιάς (και ευρύτερα της κεντροδεξιάς), έκφραση της οποίας αποτέλεσε η πληθώρα των κομμάτων που εκτέθηκαν στις εκλογές (ΝΔ, ΑΝΕΛ, ΛΑΟΣ, ΔΡΑΣΗ, Δημοκρατική Συμμαχία, ΧΑ, Δημιουργία Ξανά). Η πρωτοφανής αυτή έκρηξη της κρίσης είχε ως αφορμή το Μνημόνιο και τις πολιτικές βαθύτατης αναδιάρθρωσης που υλοποιούσε, θεμελιωνόταν ωστόσο στις έντονες ιδεολογικές αποκλίσεις που ξεσπούσαν μέσα στο περιβάλλον της τεράστιας κοινωνικής κρίσης.
Μια σύντομη υπενθύμιση: Η μεταπολιτευτική ΝΔ υπήρξε ένα ισχυρό, ενιαίο κόμμα, που στην πραγματικότητα ισοδυναμούσε και εξέφραζε συνθετικά όλη την παράδοση της δεξιάς παράταξης στην Ελλάδα, από τα πιο (ακρο)δεξιά έως τα πιο φιλελελεύθερα και κεντρογενή στοιχεία. Η κομματική αυτή «πολυπολιτισμικότητα» συγκροτούνταν και λειτουργούσε πάντα υπό μια συγκεκριμένη κάθε φορά «ηγεμονία». Στην πρώτη περίοδο της ΝΔ θα δει κανείς την ηγεμονία του πολιτικού φιλελευθερισμού και της πολιτικής του «κράτους-ρυθμιστή» των ενδοαστικών αντιθέσεων. Η περίοδος εκείνη ονομάστηκε πετυχημένα «περίοδος του αστικού εκσυγχρονισμού».
Στη δεύτερη περίοδο (την «μητσοτακική») μπορεί κανείς να δει τη μετατόπιση του κέντρου βάρους στον οικονομικό νεοφιλελευθερισμό, με παράλληλη όμως διατήρηση των βασικών χαρακτηριστικών του πολιτικο-ιδεολογικού φιλελευθερισμού, που δεν αμφισβητήθηκαν. Στην τρίτη μεγάλη περίοδο του κόμματος, την περίοδο του «μεσαίου χώρου» του νεότερου Καραμανλή, μπορεί κανείς να δει κανείς να παρατηρήσει μια ισορροπία μεταξύ ενός μετριοπαθούς νεοφιλελευθερισμού και ενός εξίσου μετριοπαθούς πολιτικού φιλελευθερισμού. Και οι τρεις περίοδοι της ΝΔ έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: θεωρούν το «κόμμα» πολιτικό και ιδεολογικό εργαλείο διαμόρφωσης και επέκτασης της πολιτικής ηγεμονίας, γι’αυτό το λόγο λειτουργούν ως κόμματα»μαζικά» και «διευρυμένα».
Η μορφή αυτή κόμματος διακόπτεται από την σημερινή ηγεσία της ΝΔ, η οποία χαρακτηρίζεται από ιδεολογικό παραταξιακό δογματισμό, με έντονα εθνικιστικά και συντηρητικά χαρακτηριστικά. Το περιορισμένο ιδεολογικό εύρος της νέας ηγεσίας τέμνει την παράδοση των προηγούμενων φάσεων του κόμματος. Το «ηγεμονικό» κόμμα αποσυντίθεται. Η συγχώνευση που επιχειρεί, δηλαδή ένας ακραίος «μνημονιακός» νεοφιλελευθερισμός με σκληρή, ταυτόχρονα, αυταρχική πολιτική και θεσμική στροφή, ρευστοποιεί το παλαι-ποτέ ισχυρό κόμμα. Κοινωνικές δυνάμεις και ιδεολογικές τάσεις αυτονομούνται, τόσο προς τα «δεξιά» όσο και προς το «κέντρο», το δε εναπομείναν κόμμα συρρικνώνεται δραματικά.
Την ίδια στιγμή οι συμμαχικές πολιτικές εφεδρείες σχεδόν εξαφανίζονται. Η ΔΗΜΑΡ, αναλώσιμος οργανισμός, εξάντλησε τον ιστορικό της ρόλο ως κόμμα-στήριγμα του καταρρέοντος συγκροτήματος εξουσίας. Το ΠΑΣΟΚ, ο κρίσιμος «πυλώνας» της οικονομικο-πολιτικής διαπλοκής στην Ελλάδα, βιώνει τις τελευταίες ημέρες του, έχοντας και αυτός αναλώσει όλο το πολιτικό και ιστορικό του κεφάλαιο. Προσπάθειες δημιουργίας «κεντρογενών» κομμάτων ή κινήσεων αποδεικνύονται είτε θνησιγενείς (όπως οι «58»), είτε οριακής δυναμικής, την οποίαν άλλωστε ανακυκλώνουν από τους υφιστάμενους χώρους (ΔΗΜΑΡ, ΠΑΣΟΚ, Δράση, κλπ).
Το «κόμμα Σαμαρά» δεν έχει, επομένως, άλλο δρόμο από το να στραφεί σε μια συμμαχία με την άκρα δεξιά. Στην στρατηγική αυτή κατεύθυνση απαιτούνται δύο κινήσεις, τις οποίες και έχει θέσει ήδη σε εφαρμογή:
Η πρώτη κίνηση είναι η δημιουργία μιας καθεστωτικής Ελιάς, στην οποία θα συμμετάσχει η εναπομείνασα ΝΔ, το εναπομείναν νεοφιλελεύθερο ΠΑΣΟΚ (Βενιζέλος, Λοβέρδος, Χρυσοχοϊδης, κλπ) και συστημικές πρώην «αριστερές» προσωπικότητες, τύπου Μπίστη, Ψαριανού, κοκ.
Η δεύτερη και σημαντικότερη είναι να υποβοηθήσει τη δημιουργία μιας «σοβαρής Χρυσής Αυγής». Η δεύτερη αυτή κίνηση υπαγορεύεται από ένα προφανή «ρεαλισμό». Η ακροδεξιά εθνικιστική και νεο-φασιστική δυναμική έχει ήδη εκτυλιχτεί και είναι πλέον αδύνατον να επανενσωματωθεί σε μια «μεγάλη κεντροδεξιά ΝΔ», όπως στην προ-μνημονίου εποχή. Η ακροδεξιά έχει αυτονομηθεί, τόσο ως εκλογικό σώμα όσο και ως ιδεολογικό ρεύμα. Ωστόσο, η εκπροσώπησή της από τις συμμορίες της ΧΑ δημιουργεί εμφανές πρόβλημα σε μια συνεργασία μαζί της. Κυρίως μάλιστα σε διεθνές επίπεδο. Η στρατηγική της «σοβαρής ΧΑ» δίνει μια θετική διέξοδο στο πρόβλημα. Η αποκοπή του ρεύματος από την πολιτική ηγεσία του είναι αναγκαία. Υπό το πρίσμα αυτό, δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι η «δεξαμενή» πολιτικών και άλλων κοινωνικών στελεχών ακροδεξιάς αντίληψης που δεν βρίσκονται ενταγμένα ούτε στη σημερινή ΝΔ ούτε στην ΧΑ όλο και μεγαλώνει: Μπαλτάκος, Κρανιδιώτης, Μαντούβαλος, Ψωμιάδης, Τράγκας, Μαρινάκης, Καρατζαφέρης και πολλοί άλλοι. Είναι η «δεξαμενή» στελεχών της «σοβαρής ΧΑ», ενός πολιτικού μορφώματος δηλαδή που θα βρει ένα μεγάλο και έτοιμο εκλογικό-κοινωνικό ακροατήριο, το οποίο όμως θα επιχειρήσει να το εντάξει οργανικά στο άρχον συγκρότημα εξουσίας.
Είναι απολύτως προφανές ότι η αριστερά, αν δεν θέλει να βρεθεί μπροστά σε τρομακτικές εκπλήξεις, θα πρέπει να εντάξει στη στρατηγική της τον τρόπο που μπορεί να ακυρώσει τη διαφαινόμενη δεξιά πολιτική αναγεωγράφηση και, βεβαίως, να βρει τους δικούς της «συμμάχους» μέσα στη γενικευμένη αυτή κρίση πολιτικής εκπροσώπησης.
Πηγή: Red Notebook.