Στην αρχή και στα μέσα κάθε σχολικής χρονιάς οι μαθητές και οι γονείς, είναι πλέον καθεστώς να βρίσκονται αιχμάλωτοι της κυβερνητικής πολιτικής που αφορά τη μεταφορά των μαθητών. Μετά την εποχή των «παχιών αγελάδων» με τα τρελά πάρτι και τη διασπάθιση δημόσιου χρήματος μέσω σκανδαλωδών συμβάσεων Νομαρχιών και λεωφορειούχων, φτάσαμε στην περίοδο των «ισχνών αγελάδων» όπου αναγκαστικά επιβλήθηκε μνημονιακή «εξυγίανση».
Η «εξυγίανση» όμως, όπως στην Υγεία, στην Παιδεία και σε άλλες κοινωνικές υπηρεσίες, ισοδυναμεί με σχέδιο πλήρους διάλυσης και αφαίρεσης στοιχειωδών ανθρώπινων και κοινωνικών δικαιωμάτων. Είναι γνωστές οι υπερτιμολογήσεις δρομολογίων, τα πλασματικά δρομολόγια, οι «μαϊμού» μαθητές, οι αναθέσεις σε ημετέρους, έτσι που για τον μέσο πολίτη η «επιχείρηση» της μεταφοράς των μαθητών ταυτίστηκε με τη βεβαιότητα ότι πίσω της βρίσκεται τουλάχιστον ένα οικονομικό ατόπημα.
«Καυτή πατάτα»
Με τον «Καλλικράτη» η μεταφορά μαθητών ανατέθηκε στους δήμους. Οι δήμαρχοι αρχικά για αντικειμενικούς λόγους (έλλειψη τεχνογνωσίας, προβληματική γεωγραφική Καλλικρατική σύνθεση) και κατόπιν συνειδητοποιώντας την «καυτή πατάτα», αποποιήθηκαν πρακτικά την αρμοδιότητα. Η κυβέρνηση, με απανωτές ρυθμίσεις για ένα διάστημα, παρέτεινε την ανάθεση της αρμοδιότητας στις περιφέρειες, που ήταν άλλωστε πιο «έμπειρες», μέχρι που οριστικά αυτή επανήλθε στην περιφερειακή αυτοδιοίκηση.
Οι συγχωνεύσεις-καταργήσεις σχολείων αύξησαν τον αριθμό των μαθητών που είχαν ανάγκη μεταφοράς. Η κυβέρνηση μετά την καταγγελία σωρείας σκανδάλων αλλά και από τις επιταγές της μνημονιακής πολιτικής προχώρησε σε δραστική περικοπή των διαθέσιμων πόρων. Οι λεωφορειούχοι, μαθημένοι από το πάρτι των προηγούμενων χρόνων, αρνούνται συστηματικά να συμμετέχουν στους διαγωνισμούς επικαλούμενοι πως η δραστηριότητα είναι «ασύμφορη». Οι περιφερειακές Αρχές αποδέχθηκαν και αποδέχονται την κατάσταση και τα περιφερειακά συμβούλια με το «πιστόλι στον κρόταφο», «για να μην μείνουν τα παιδιά χωρίς λεωφορεία», ψηφίζουν την παράταση των παλαιών συμβάσεων, υπό τον εκβιασμό του «χειρόφρενου» των λεωφορειούχων.
Τα παλιά χρέη προς τους λεωφορειούχους συσσωρεύονται και το «χειρόφρενο» είναι πάντα στην επικαιρότητα. Το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν έχει εγκρίνει την πληρωμή ενταλμάτων για τα δρομολόγια των ετών 2012-13 στην Περιφέρεια Κ. Μακεδονίας. Οι λεωφορειούχοι, για να δεχθούν την παράταση των υπαρχουσών συμβάσεων και να κινηθούν τα λεωφορεία άμεσα, ζητούν αναδρομικότητα την οποία αρνήθηκε το υπουργείο Οικονομικών στις πρόσφατες παρεμβάσεις της διοίκησης της Περιφέρειας Κ. Μακεδονίας.
Ο μαθηματικός τύπος και το πλεόνασμα
Θα αναρωτηθεί κάποιος: γιατί όλο αυτό το «παράλογο» καθεστώς; Η μεταφορά των μαθητών διέπεται από τις ρυθμίσεις τις με αριθμ. 24001/13 (ΦΕΚ 1449Β/14/6/2013) ΚΥΑ των υπουργών Οικονομικών και Παιδείας. Το κόστος μεταφοράς ανά δρομολόγιο προκύπτει από έναν περίπλοκο μαθηματικό τύπο στον οποίο καθοριστικό μέγεθος είναι η κατανάλωση καυσίμων, η φθορά των ελαστικών και η εμπορική ταχύτητα(;) χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός των μεταφερόμενων μαθητών. Ουδέν σχόλιον.
Η απύθμενη εξαχρείωση είναι, άλλωστε, χαρακτηριστικό της μνημονιακής πολιτικής. Οι συμβάσεις γίνονται, δίκην δημοσίων έργων, με δημόσιους ή διεθνείς διαγωνισμούς (ανάλογα με το οικονομικό μέγεθος της σύμβασης – π.χ. Θεσσαλονίκη-Αττική με διεθνή διαγωνισμό). Η φιλοσοφία του μαθηματικού τύπου δημιουργεί «ασύμφορα», για τους λεωφορειούχους, δρομολόγια κυρίως σε Αττική και Θεσσαλονίκη με δεδομένο ότι οι χιλιομετρικές αποστάσεις είναι μικρές, σε αντίθεση με τον αριθμό των μεταφερόμενων μαθητών που είναι μεγάλος. Στην Π.Ε. Θεσσαλονίκης οι φετινοί διαγωνισμοί έχουν κριθεί άγονοι για το 80% του νομού. Στην υπόλοιπη χώρα τα προβλήματα είναι λιγότερα λόγω των μεγάλων χιλιομετρικών αποστάσεων που δημιουργούν δρομολόγια-«φιλέτα», αλλά και της λειτουργίας των ΚΤΕΛ.
Σημειωτέον ότι η βιωσιμότητα πολλών επαρχιακών ΚΤΕΛ κρίνεται από την επιχορήγηση για τη μεταφορά των μαθητών. Στη Θεσσαλονίκη ο ΟΑΣΘ, στον οποίο έχει εκχωρηθεί το μεγαλύτερο μέρος του συγκοινωνιακού έργου εκτός πολεοδομικού συγκροτήματος, αρνείται να υπογράψει σύμβαση, με αποτέλεσμα οι μετακινούμενοι μαθητές να πληρώνουν εισιτήριο (μισό) για το πήγαινε-έλα στο σχολείο τους, ενώ θα έπρεπε να μετακινούνται δωρεάν. Αν κάποιος μελετήσει την ΚΥΑ που προαναφέρθηκε, θα διαπιστώσει ότι οι ρυθμίσεις είναι πρακτικά (στοχευμένα και μεθοδευμένα) ανεφάρμοστες, ώστε προοπτικά να επιτευχθεί ο στόχος που περιγράφεται στα επόμενα άρθρα της ΚΥΑ. Σε περίπτωση λοιπόν που η μεταφορά «…είναι αδύνατη ή κρίνεται οικονομικά ασύμφορη» τότε οι μαθητές λαμβάνουν επίδομα που υπολογίζεται «βάσει της χιλιομετρικής (μονής) απόστασης της κατοικίας από το σχολείο, με κόστος 0,35 ευρώ/χλμ.». Το εν λόγω ποσό δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 1.500 ευρώ/μαθητή/έτος.
Στην ίδια ΚΥΑ επισημαίνεται: «Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Προϋπολογισμού ύψους 140.000.000 ευρώ περίπου, η οποία κατά το τρέχον έτος περιορίζεται στο ποσό των 55.000.000 ευρώ περίπου. Η ανώτερη δαπάνη από το 2014 και εξής θα καλύπτεται από την ΚΑΠ των οικείων Περιφερειών». Πρωτογενές πλεόνασμα 85.000.000 ευρώ!
Προοπτική της υπαίθρου
Παρενθετικά να αναφέρουμε ότι μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 ένας αριθμός λεωφορείων παραχωρήθηκε σε σχολεία ή σχολικές επιτροπές για κάλυψη των αναγκών μεταφοράς των μαθητών. Ουδέποτε όμως εγκρίθηκαν πιστώσεις για την πρόσληψη οδηγών με αποτέλεσμα τα λεωφορεία να απoτελούν βάρος για τα σχολεία ή τους Δήμους (τέλη κυκλοφορίας κ.λπ.) και να απαξιώνονται.
Η Παιδεία όπως και η Συγκοινωνία είναι αναφαίρετο δικαίωμα. Στην ύπαιθρο της χώρας η ανάγκη μεταφοράς μαθητών, συνήθως συνυπάρχει με την ανάγκη συγκοινωνιακής κάλυψης των οικισμών. Πολλά ορεινά χωριά της πατρίδας μας όταν κλείνουν τα σχολεία δεν έχουν συγκοινωνιακή κάλυψη. Επειδή έχει ανοίξει ο διάλογος για ζητήματα προγράμματος και παραγωγικής ανασυγκρότησης, η γείωση με την πραγματικότητα κάνει επιτακτική την ανάγκη να γίνουμε συγκεκριμένοι. Η μεταφορά των μαθητών έχει άμεση σύνδεση με την επιβίωση και προοπτική της υπαίθρου και την προσπάθεια παραγωγικής ανασυγκρότησης. Πώς μια αριστερή κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα που αρχικά φαίνεται επιμέρους αλλά είναι μείζον;
Ευθύνες, πολιτικές και άλλες
Η στόχευση της κυβερνητικής μνημονιακής πολιτικής μέσω της υφιστάμενης νομοθεσίας είναι η μετακύληση του κόστους μεταφοράς των μαθητών στους γονείς με ό,τι αυτό συνεπάγεται για όσους από αυτούς είτε εργάζονται είτε είναι άνεργοι. Οι δήμαρχοι και οι περιφερειάρχες έχουν βαρύτατες πολιτικές ευθύνες που αποδέχονται αυτό το καθεστώς και γίνονται σάκος του μποξ ανάμεσα σε υπουργείο-γονείς-μαθητές-λεωφορειούχους. Οι δήμαρχοι επέδειξαν και εξακολουθούν να επιδεικνύουν πολιτική και κοινωνική ανευθυνότητα. Η άρνηση από μέρους τους να αναλάβουν την αρμοδιότητα αλλά και ο τρόπος με τον οποίο την αποποιήθηκαν το αποδεικνύει. Οι περιφερειάρχες οδύρονται και τρέχουν κάθε τόσο στα αρμόδια(;) υπουργεία, αλλά ουδείς κατήγγειλε την μεθόδευση των υπουργείων Οικονομικών και Παιδείας. Ο τρόπος που κινούνται διαιωνίζει το πρόβλημα μέσω των προσωρινών παρατάσεων των συμβάσεων και του αιτήματος τροποποίησης του παράλογου μαθηματικού τύπου.
Ευθύνες έχουν και η ΟΛΜΕ, ΔΟΕ καθώς και το γονεϊκό κίνημα. Να σημειώσουμε ότι όταν σε κάποιες περιπτώσεις οι εκπαιδευτικοί κατήγγειλαν «στιγμιότυπα» του πάρτι, πήγαν στα δικαστήρια. Το θέμα αποκτά ευρύτερες διαστάσεις που έχουν σχέση με τον κοινωνικό αποκλεισμό μαθητών των ΣΜΕΑ, το δημογραφικό ζήτημα, την εξασφάλιση ή την παροχή κινήτρων για παραμονή ή μετακίνηση νέων οικογενειών στην ύπαιθρο, την ερημοποίηση της υπαίθρου, τη στοιχειώδη συγκοινωνιακή κάλυψη ορεινών χωριών κ.ά.
Ο λόγος σε Αυτοδιοίκηση, γονείς και εκπαιδευτικούς
Το θέμα της μεταφοράς των μαθητών στα σχολεία τους είναι πολύ σοβαρό για να αφήνεται στο μαθηματικό τύπο και τη μνημονιακή-αντικοινωνική-αντιπαιδαγωγική κυβερνητική πολιτική. Η μεταφορά των μαθητών είναι αναπόσπαστο κομμάτι της δωρεάν παιδείας και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζεται.
Πρέπει άμεσα να καταργηθεί το υφιστάμενο καθεστώς που αντιμετωπίζει την μεταφορά των μαθητών με λογικές μειοδοτικού διαγωνισμού.
Η εφαρμοζόμενη ΚΥΑ δεν επιδέχεται διορθώσεις όπως έχουν την αυταπάτη κάποιοι περιφερειάρχες. Βεβαίως και θα υπάρχουν «ασύμφορα» δρομολόγια και υποχρεώνεται το κράτος να τα επιχορηγεί.
Μόνο ένας δημόσιος φορέας με την εποπτεία των Περιφερειών και των Περιφερειακών Ενώσεων Δήμων (ΠΕΔ) και τον κοινωνικό έλεγχο του γονεϊκού κινήματος και των εκπαιδευτικών μπορεί να αναλάβει αυτό το έργο. Ένας ευέλικτος στόλος μικρών και μεγάλων λεωφορείων, ιδιόκτητων ή μισθωμένων από τους συνεργαζόμενους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης μπορεί να αναλάβει και να συνδυάσει την μεταφορά των μαθητών και την διαδημοτική συγκοινωνία των δημοτών.
Ο Γιώργος Θεοδωρόπουλος είναι Περιφερειακός Σύμβουλος Κ. Μακεδονίας με τη Ριζοσπαστική Αριστερή Ενότητα, και Μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ
Αναδημοσίευση από το “Δρόμο της Αριστεράς”