in

Θα μπορούσε να είχε τελειώσει διαφορετικά; Του Franco Berardi

Πηγή: francoberardi.substack.com, Μετάφραση: Καλλιόπη Ράπτη

Θα μπορούσε το Ισραήλ να μην γίνει ένα ρατσιστικό, αποικιοκρατικό και φασιστικό κράτος; Το «Τελευταίο μάθημα» του Amos Oz και ένα βιβλίο του Gad Lerner δεν απαντούν στην ερώτηση.

Ενώ η διεθνής κοινότητα προσπαθεί να σταματήσει τη γενοκτονία, και ενώ έχουν καταμετρηθεί σαράντα χιλιάδες θάνατοι, οι Ισραηλινοί συνεχίζουν την εξοντωτική τους δράση, χρησιμοποιώντας όλες τις τεχνικές με τις οποίες οι Εβραίοι καταδιώχθηκαν και εξοντώθηκαν ανά τους αιώνες – από τις απελάσεις μέχρι τα πογκρόμ και τα βασανιστήρια.

Ακόμα κι αν δεν μπορούμε να φανταστούμε πώς θα εξελιχθεί αυτή η τραγωδία, κάθε μέρα φαίνεται και πιο πιθανό ότι το σιωνιστικό κράτος είναι προορισμένο να αποσυντεθεί εξαιτίας των εσωτερικών συγκρούσεων, της εξωτερικής απομόνωσης και κυρίως του αυτο-τρόμου.

Είναι θεμιτό, λοιπόν, να τεθεί το ερώτημα: θα μπορούσε να είχε τελειώσει διαφορετικά;

Θα μπορούσε το κράτος που επιθυμούσαν οι σιωνιστές, που εξουσιοδοτήθηκε από τους Βρετανούς αποικιοκράτες, που προστατεύεται από τους Αμερικανούς ιμπεριαλιστές, που οπλίζεται και χρηματοδοτείται από τους Δυτικούς – για να κυριαρχήσουν στην περιοχή από την οποία προέρχεται το πετρέλαιο – θα μπορούσε ένα κράτος που γεννήθηκε από μια σφαγή και υποστηρίχθηκε από τη διαρκή ένοπλη απειλή να εξελιχθεί διαφορετικά;

Θα μπορούσε το κατοχικό κράτος, που το μισούν ένα δισεκατομμύριο μουσουλμάνοι οι οποίοι υπέστησαν δεινά από την παρουσία του, να μην εξελιχθεί προς την κατεύθυνση του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, του ρατσισμού και της ναζιστικής υπεροχής;

Δεν θα μπορούσε. Είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί, που ήταν κυρίως υπεύθυνοι (μαζί με τους Γερμανούς Ναζί, φυσικά) για εκείνη την απέλαση των Εβραίων η οποία φέρει το όνομα της «επιστροφής στη γη της επαγγελίας», δεν γνώριζαν ότι τους εξέθεταν σε μια πολύ σκληρή κατάσταση, προορισμένη με την πάροδο του χρόνου να εξελιχθεί σε ένα νέο Ολοκαύτωμα.

Τώρα το Ολοκαύτωμα είναι μια πραγματικότητα για τους Παλαιστίνιους, αλλά είναι επίσης η προοπτική για τους Εβραίους τους οποίους ο σιωνισμός εξέθεσε στο μίσος αναρίθμητων εχθρών.

Το Ισραήλ απολαμβάνει μια αδιαμφισβήτητη στρατιωτική υπεροχή, αλλά ο χρόνος δεν λειτουργεί υπέρ του.

Θα μπορούσε να είχε συμβεί διαφορετικά ή η εξέλιξη του Ισραήλ ήταν εγγεγραμμένη στη βίαιη γέννησή του; Θα μπορούσε ο σιωνισμός να εξελιχθεί προς μια ειρηνική κατεύθυνση ή η εχθρότητα με την οποία εξαρχής περικυκλώθηκαν οι κατακτητές θα ανάγκαζε το Ισραήλ να γίνει αυτό που έγινε;

Θα μπορούσε να είχε πάει αλλιώς;

Λίγο πριν από το θάνατό του, ο Amos Oz έδωσε μια διάλεξη η οποία δημοσιεύτηκε από τις εκδόσεις Feltrinelli με τίτλο: «Resta ancora tanto da dire» (Μένουν ακόμα πολλά να πούμε), και υπότιτλο: «Ultima lezione» (Τελευταίο μάθημα).

Είμαι αναγνώστης του Oz εδώ και πολύ καιρό και χάρη σε βιβλία όπως το  «Storia di amore e di tenebra» (Ιστορία αγάπης και σκότους) ή το «Ιούδας» πιστεύω ότι μπόρεσα να προβληματιστώ σχετικά με τα θεμελιώδη ζητήματα της εβραϊκής ταυτότητας και της ταυτότητας γενικότερα.

Η ταυτότητα ως πρόβλημα, ως ψευδής κατασκευή και ως παγίδα.

Καλώς ή κακώς, έμαθα να θεωρώ το έργο του Amos Oz ως έκφραση της διεθνιστικής κλίσης του ευρωπαϊκού εβραϊσμού.

«Ο θείος μου ήταν συνειδητοποιημένος Ευρωπαίος σε μια εποχή που κανείς στην Ευρώπη δεν ένιωθε Ευρωπαίος, εκτός από τα μέλη της οικογένειάς μου και άλλους Εβραίους όπως αυτοί. Όλοι οι άλλοι ήταν παν-Σλάβοι, παν-Γερμανοί ή απλά πατριώτες Λιθουανοί, Βούλγαροι, Ιρλανδοί, Σλοβάκοι.

Οι μόνοι Ευρωπαίοι σε όλη την Ευρώπη, στη δεκαετία του ’20 και του ’30, ήταν οι Εβραίοι. Ο πατέρας μου πάντα έλεγε: στην Τσεχοσλοβακία ζουν τρεις εθνικότητες, Τσέχοι, Σλοβάκοι και Τσεχοσλοβάκοι, δηλαδή Εβραίοι.

Στη Γιουγκοσλαβία υπάρχουν οι Σέρβοι, οι Κροάτες, οι Σλοβένοι και οι Μαυροβούνιοι, αλλά ακόμη και εκεί ζουν μια χούφτα Γιουγκοσλάβοι. Ακόμα και με τον Στάλιν, υπήρχαν Ρώσοι και Ουκρανοί και Ουζμπέκοι και Τσετσένοι και Τάταροι, αλλά μεταξύ όλων αυτών ζούσαν και τα αδέρφια μας, τα μέλη του σοβιετικού λαού… Σήμερα η Ευρώπη είναι εντελώς διαφορετική, σήμερα είναι γεμάτη Ευρωπαίους, από το ένα τείχος στο άλλο. Παρεμπιπτόντως, ακόμη και τα συνθήματα στους τοίχους έχουν αλλάξει εντελώς. Όταν ο πατέρας μου ήταν παιδί στη Βίλνα, σε κάθε τοίχο της Ευρώπης έγραφαν: Εβραίοι, να πάτε στα σπίτια σας, στην Παλαιστίνη. Πέρασαν πενήντα χρόνια και ο πατέρας μου επέστρεψε για ένα ταξίδι στην Ευρώπη όπου οι τοίχοι του φώναζαν: Εβραίοι, φύγετε από την Παλαιστίνη». (Una Storia di amore e di tenebra, 2004, 86-87).

Δεν είναι οι Εβραίοι που ήθελαν να επιστρέψουν στην Παλαιστίνη. Είναι οι Ευρωπαίοι Ναζί που τους ώθησαν να φύγουν, είναι οι σιωνιστές που μαζί με τους Άγγλους προετοίμασαν την παγίδα στην οποία έπεσαν οι Εβραίοι. Αυτή η παγίδα ονομάζεται Ισραήλ.

Όπως πολλοί άλλοι Ευρωπαίοι Εβραίοι, οι γονείς του συγγραφέα εγκατέλειψαν την Ευρώπη για να καταφύγουν στην Παλαιστίνη, στα χρόνια που το σιωνιστικό σχέδιο φαινόταν ότι μπορεί να υλοποιηθεί μέσα σε ειρηνικές συνθήκες.

«Προφανώς ξέραμε πόσο δύσκολη ήταν η ζωή στο Ισραήλ. Ξέραμε ότι έκανε πολύ ζέστη, ότι υπήρχε η έρημος και οι βάλτοι, η ανεργία και οι φτωχοί Άραβες στα χωριά, αλλά βλέπαμε στον μεγάλο χάρτη που κρέμονταν στην τάξη ότι οι Άραβες στην χώρα του Ισραήλ δεν ήταν πολλοί, ίσως μισό εκατομμύριο συνολικά εκείνη την εποχή, σίγουρα λιγότερο από ένα εκατομμύριο, και υπήρχε η βεβαιότητα ότι υπήρχε αρκετός χώρος για μερικά εκατομμύρια Εβραίους, ότι οι Άραβες πιθανότατα θα ξεσηκωνόταν εναντίον μας όπως ο λαουτζίκος στην Πολωνία, αλλά θα μπορούσαν να τους εξηγήσουν ότι από εμάς θα είχαν μόνο οφέλη, οικονομικά, υγειονομικά, πολιτισμικά και λοιπά. Πιστεύαμε ότι μέσα σε λίγα μόλις χρόνια οι Εβραίοι θα ήταν η πλειοψηφία στο Ισραήλ – και τότε θα δείχναμε σε όλο τον κόσμο πώς να συμπεριφέρονται υποδειγματικά σε μια μειονότητα.  Έτσι θα κάναμε με τους Άραβες. Εμείς, που ήμασταν πάντα μια καταπιεσμένη μειονότητα, θα αντιμετωπίζαμε την δική μας αραβική μειονότητα με ειλικρίνεια και δικαιοσύνη, με γενναιοδωρία, και θα χτίζαμε μαζί την πατρίδα, θα μοιραζόμασταν τα πάντα μαζί τους, δεν θα τους μετατρέπαμε ποτέ σε γάτες. Τι όμορφο όνειρο». (σελίδα 240)

Την εποχή για την οποία μιλάει ο Οζ, φαινόταν να υπάρχει χώρος για μια συνείδηση ​​αλληλεγγύης, ισότητας και διεθνισμού. Αλλά από τη στιγμή που ο εθνικισμός κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή πολιτική, έπρεπε και οι Εβραίοι να αυτοπροσδιοριστούν ως λαός, ως έθνος, αν ήθελαν να επιβιώσουν.

«… εκείνα τα χρόνια όλοι οι Πολωνοί είχαν δηλητηριαστεί από την πολωνικότητα, οι Ουκρανοί από την ουκρανικότητα, το ίδιο και οι Γερμανοί και οι Τσέχοι, ακόμη και οι Σλοβάκοι και οι Λιθουανοί και οι Λετονοί, ενώ εμείς δεν είχαμε θέση σε αυτό το καρναβάλι, ήμασταν οι αποκλεισμένοι, οι ανεπιθύμητοι. Είναι λοιπόν περίεργο που κι εμείς φιλοδοξούσαμε να γίνουμε λαός, όπως όλοι; Τι επιλογές είχαμε;» (σελίδα 241)

Τελικά, ξέρουμε πώς κατέληξε: αφού τους εξολόθρευσαν, οι Ευρωπαίοι ξέρασαν (η έκφραση προέρχεται από τον ίδιο τον Οζ) την εβραϊκή κοινότητα που ήταν και η πιο βαθιά ευρωπαϊκή, γιατί ενσάρκωνε πληρέστερα τις αξίες του ορθολογισμού και του δικαίου. Ακριβώς επειδή οι Εβραίοι δεν είχαν προγονική σχέση με την ευρωπαϊκή γη, ο δικός τους ευρωπαϊσμός βασιζόταν στη Λογική και στο Δίκαιο, όχι στην εθνική ταυτότητα.

Η  Shoah ανάγκασε τους Εβραίους να επιθυμούν το ανήκειν, να ξεκινήσουν μια πορεία που αρνούνταν την οικουμενικότητα στο όνομα του έθνους. Ο σιωνισμός ενσαρκώνει αυτή την μετάβαση, κατανοητή μεν αλλά καταστροφική.

Τη νύχτα κατά την οποία τα Ηνωμένα Έθνη ενέκριναν την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, ο πατέρας του αφηγητή στην «Ιστορία αγάπης και σκότους» λέει στον γιο του:

«…από τώρα και στο εξής, από τη στιγμή που θα έχουμε κράτος, κανείς δεν θα σε παρενοχλήσει ποτέ ξανά μόνο και μόνο επειδή είσαι Εβραίος και επειδή οι Εβραίοι είναι έτσι ή αλλιώς. Αυτό όχι, ποτέ ξανά. Από απόψε όλα τελείωσαν. Τελείωσαν για πάντα.” (Σελίδα 431).

Δυστυχώς, όπως γνωρίζουμε, ο πατέρας του Amos Oz έκανε λάθος. Η βίαιη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ έθεσε σε κίνηση μια ατελείωτη αλυσίδα δεινών και εκδικητικότητας. Αυτό το μέρος που υποτίθεται ότι θα γινόταν το ασφαλές καταφύγιο για τους Εβραίους όλου του κόσμου είναι σήμερα το πιο επικίνδυνο μέρος για αυτούς, το μέρος όπου η πιθανότητα επίθεσης είναι μεγαλύτερη, όπως απέδειξε η 7η Οκτωβρίου, και όπως φοβάμαι ότι θα δείξει η μελλοντική ιστορία.

Μετά το 1947, ο εθνικισμός κατέστησε αδύνατη την ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ Αράβων και Εβραίων: αφενός, οι αραβικές πολιτικές οντότητες που προέκυψαν από τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν επαναπροτείνει το μοντέλο του ευρωπαϊκού εθνικισμού και δεν υποδέχτηκαν ειρηνικά τους Εβραίους στο έδαφός τους. Αφετέρου, οι Εβραίοι απαιτούσαν να ιδρύσουν ένα εθνικό κράτος σε ένα έδαφος που δεν τους ανήκε και ήταν εχθρικό απέναντί τους.

Ιδού λοιπόν οι νέοι Ισραηλινοί που αναγκάζονται να πολεμούν έναν ατελείωτο πόλεμο και οι νέοι Παλαιστίνιοι που αναγκάζονται να ζουν σε στρατόπεδα προσφύγων όπου δεν μπορούν να κάνουν τίποτα άλλο από το να μισούν τους κατακτητές

Υπό αυτές τις συνθήκες, ήταν αναπόφευκτο ότι η ισραηλινή πολιτική ισορροπία θα μετατοπιζόταν προς τα δεξιά, προς τον σημερινό συνασπισμό φασιστών και ορθόδοξων, ο οποίος έχει μετατρέψει το Ισραήλ σε ένα επικίνδυνο τέρας πρωτίστως για τους Εβραίους.

Κατά τους αιώνες της διασποράς, η οικουμενικότητα ήταν η forma mentis της εβραϊκής διανόησης, αλλά όταν οι Εβραίοι ίδρυσαν το δικό τους κράτος και κλήθηκαν να αυτοπροσδιοριστούν εδαφικά, προέκυψε το πρόβλημα της αναγνώρισης του «άλλου», του Παλαιστίνιου. Πολλοί νέοι Ισραηλινοί αναγκάστηκαν να συμμετάσχουν σε έναν πόλεμο που μισούσαν, για ένα εθνικιστικό ιδεώδες στο οποίο δεν πίστευαν.

«Μια χειμωνιάτικη νύχτα ήμουν στη σκοπιά με τον Εφραίμ Αβνέρι… μέσα στη νύχτα δεν μπορούσα να δω το πρόσωπό του, αλλά έπιασα μια σκιά ανατρεπτικής ειρωνείας στη φωνή του όταν απάντησε: Δολοφόνοι; Μα τι περιμένεις από αυτούς; Από τη δική τους σκοπιά είμαστε εξωγήινοι που ήρθαμε από το διάστημα για να διασκορπιστούμε στη γη τους, που την κατακτήσαμε σιγά σιγά, και ενώ τους διαβεβαιώνουμε ότι στην πραγματικότητα ήρθαμε να τους γεμίσουμε με όλα τα καλά του θεού, αρπάζουμε πονηρά το ένα κομμάτι της γης τους μετά το άλλο. Τι περίμενες λοιπόν; Ότι θα μας ευχαριστούσαν για την καλοσύνη μας; Ότι θα μας υποδέχονταν  με τυμπανοκρουσίες; Ότι θα μας έδιναν με σεβασμό τα κλειδιά όλης της χώρας επειδή οι πρόγονοί μας έζησαν κάποτε εδώ; Είναι να απορεί κανείς που πήραν τα όπλα εναντίον μας; Και τώρα που τους προκαλέσαμε μια συντριπτική ήττα και εκατοντάδες χιλιάδες από αυτούς ζουν σε στρατόπεδα προσφύγων από εκείνη την ημέρα, περιμένεις να μοιραστούν τη χαρά μας και να μας ευχηθούν κάθε καλό;

…. αν είναι έτσι τα πράγματα, γιατί είσαι εδώ και κάνεις ένοπλη περιπολία; Γιατί δεν φεύγεις από τη χώρα; Ή να πάρεις το όπλο σου και να πας να πολεμήσεις στο πλευρό τους;

Μέσα στο σκοτάδι άκουσα το θλιμμένο χαμόγελό του:

Ή με το μέρος τους; Δεν με θέλουν στο πλευρό τους, πουθενά στον κόσμο δεν με θέλουν. Κανείς δεν με θέλει. Αυτό είναι το θέμα. Υπάρχουν ήδη πάρα πολλοί άνθρωποι σαν εμένα παντού. Αυτός είναι ο μόνος λόγος που βρίσκομαι εδώ. Αυτός είναι ο μόνος λόγος που κουβαλάω όπλο, για να μη με διώξουν από εδώ. Αλλά ποτέ δεν θα χρησιμοποιούσα τη λέξη «δολοφόνοι» για τους Άραβες που έχουν χάσει τα χωριά τους. Και δεν τη χρησιμοποιώ ελαφρά τη καρδία γι’ αυτούς ούτως ή άλλως. Για τους Ναζί τη λέω χωρίς δισταγμό. Για τον Στάλιν, επίσης. Και για όλους εκείνους που απαλλοτριώνουν τη γη άλλων ανθρώπων». (Ιστορία της Αγάπης και του Σκότους, 514)

Σελίδες όπως αυτή με έπεισαν ότι ο Amos Oz ερμηνεύει την αντίφαση του να είσαι Ισραηλινός, εκφράζοντας την επιθυμία για ειρήνη μεταξύ διαφορετικών λαών: το αντίθετο του σιωνισμού.

Ιούδας

Το βιβλίο Ιούδας, που δημοσιεύτηκε το 2014, αφηγείται την ιστορία ενός νεαρού ερευνητή που μελετά την ιστορική μορφή του Ιούδα Ισκαριώτη, τον οποίο η χριστιανική κουλτούρα αναγνωρίζει ως τον κατ’ εξοχήν προδότη και ως το σύμβολο της εβραϊκής μοχθηρίας.

Η προδοσία, που δεν μπορεί να αναχθεί στο ίδιο το έθνος, είναι το νόημα του σύγχρονου ορθολογισμού και της ιστορικής του μορφής: του διανοούμενου. Ο διανοούμενος, μια κατ’ εξοχήν εβραϊκή φιγούρα, είναι αυτός που προδίδει την εθνική ταυτότητα στο όνομα της καθολικότητας του Λόγου. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο φασισμός είναι εκ των πραγμάτων αντι-διανοούμενος.   Σχετικά με τη μορφή του προδότη ο Oz το 2002 έγραψε στo «Tubingen Lectures», που μεταφράστηκαν στην Ιταλία με τον τίτλο «Contro il fanatismo» (Ενάντια στον φανατισμό):

«Θεωρώ ότι στη σύγκρουση μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων Αράβων δεν υπάρχουν καλοί και κακοί. Υπάρχει μια τραγωδία: η αντίθεση μεταξύ του ενός δικαιώματος και του άλλου. Το έχω πει αυτό τόσες πολλές φορές που έχω κερδίσει τον τίτλο του πατενταρισμένου προδότη στα μάτια πολλών Ισραηλινών συμπολιτών μου». (Contro il fanatismo, Feltrinelli, 2004, 18-19).

Θα μπορούσε κανείς να μεταφράσει τη λέξη «προδοσία» με τη λέξη «διεθνισμός», διότι αυτή η πολιτική κουλτούρα, η οποία τον 20ό αιώνα φάνηκε ότι μπορεί να επιβληθεί, σημαίνει ριζική απόρριψη του έθνους, απόρριψη της λογικής του ανήκειν, και επομένως απόρριψη του πολέμου, λιποταξία.

Ο χαρακτήρας του Abrabanel, ενός μορφωμένου, πολύγλωσσου Εβραίου, ο οποίος εμφανίζεται στο μυθιστόρημα «Ιούδας», δεν τρέφει καμία συμπάθεια για το κράτος του Ισραήλ, επειδή θεωρεί την ίδια την ιδέα ενός εθνικού κράτους ως απόδειξη πολιτιστικής οπισθοδρόμησης. Πώς μπορεί ο σύγχρονος άνθρωπος να δεχτεί μια τέτοια άρνηση της ηθικής οικουμενικότητας που θα έπρεπε να αποτελεί το θεμέλιο της πολιτικής από τον Καντ και μετά;

«Ο Abrabanel δεν ήταν ενθουσιασμένος με την ιδέα του κράτους. Καθόλου. Δεν του άρεσε καθόλου ένας κόσμος χωρισμένος σε εκατοντάδες εθνικά κράτη. Σαν τις σειρές από ξεχωριστά κλουβιά στον ζωολογικό κήπο. Δεν μιλούσε γίντις, μιλούσε εβραϊκά και αραβικά, μιλούσε λαντίνο και αγγλικά, και γαλλικά, τουρκικά και ελληνικά, αλλά για όλα τα έθνη-κράτη του κόσμου έλεγε στα γίντις: Goyem naches, ικανοποίηση των λαών. Την ίδια την ιδέα του κράτους τη θεωρούσε παιδαριώδη, απαρχαιωμένη». (Giuda, Feltrinelli, 2014, σ. 201)

Ένας διεθνιστής δεν μπορεί να αποδεχθεί τη λύση που η διεθνής κοινότητα έχει θεωρήσει ως την καλύτερη δυνατή: «δύο λαοί δύο κράτη». Από τότε που άρχισα να σκέφτομαι το παλαιστινιακό ζήτημα ως εικοσάχρονος στρατευμένος, είμαι πεπεισμένος ότι αυτή η φόρμουλα κατοχυρώνει μια απαράδεκτη αρχή: η πολιτική κρατική οντότητα βασίζεται στην εθνοτική ταυτότητα ή στη θρησκευτική ένταξη.

Υπήρξε ένας ηγέτης της Potere operaio (Εργατική εξουσία), της πολιτικής οργάνωσης στην οποία ανήκα εκείνη την εποχή, που με έπεισε ότι το εθνικό κράτος δεν είναι η λύση σε τίποτα, είναι το πρόβλημα. Και ότι δύο κράτη δεν θα μπορούσαν να προσφέρουν λύση στο πρόβλημα της ειρηνικής συνύπαρξης στη γη της Παλαιστίνης ή του Ισραήλ, που είναι το ίδιο. Αυτός ο ηγέτης ονομάζεται Franco Piperno, εβραίος και κομμουνιστής.

Όταν οι Ευρωπαίοι ξεφορτώθηκαν τους Εβραίους στέλνοντάς τους στην έρημο της Παλαιστίνης, δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για μια ατελείωτη τραγωδία, τον δηλητηριασμένο καρπό της νίκης του εθνικισμού εναντίον του διεθνισμού. Το γνωρίζει καλά αυτό η Atalya, η οποία στον «Ιούδα» είναι η σύζυγος ενός νεαρού Ισραηλινού που σκοτώθηκε στη διάρκεια μιας συμπλοκής με Άραβες.

«Η Ατάλια τον στραβοκοίταξε, από την πολυθρόνα, και σαν να έφτυνε τις λέξεις ανάμεσα στα χείλη της είπε: Θέλατε κράτος; Θέλατε ανεξαρτησία; Σημαίες και στολές και χαρτονομίσματα και τύμπανα και σάλπιγγες. Χύσατε ποτάμια αθώου αίματος, θάψατε μια ολόκληρη γενιά. Διώξατε εκατοντάδες χιλιάδες Άραβες από τα σπίτια τους, στείλατε καραβιές μεταναστών που επέζησαν από τον Χίτλερ κατευθείαν από τις αποθήκες υποδοχής στα πεδία των μαχών. Όλα αυτά για να έχετε ένα κράτος Εβραίων εδώ. Και κοιτάξτε τι καταφέρατε». (200).

Συμμερίζομαι από τα βάθη της καρδιάς μου την περιφρόνηση που εκφράζει η Atalya για το εθνικό κράτος. Και μου φαίνεται ότι η καρδιά του Amos Oz αισθανόταν το ίδιο όταν έγραφε αυτές τις σελίδες.

Επομένως, διαβάζοντας το «L’ultima lezione» (Τελευταίο Μάθημα) ένιωσα άβολα, σαν να συναντούσα έναν φίλο και να μην μπορούσα να αναγνωρίσω τη φωνή του, και κυρίως να καταλάβω τα λόγια του. Σε αυτή τη διάλεξη, του 2019, φαίνεται ότι ο Οζ είναι διαφορετικός από αυτό που είχα διαβλέψει στα μυθιστορήματά του, αλλά ίσως το λάθος είναι δικό μου, ίσως δεν κατάλαβα.

Ή ίσως την τελευταία περίοδο της ζωής του ο Άμος Οζ έχασε κάθε ελπίδα για μια πολιτική κοινότητα στην οποία οι διαφορετικοί πολιτισμοί συνυπάρχουν και στην οποία το δίκαιο βασίζεται στη λογική και τον λόγο και όχι στο ανήκειν και την παράδοση. Στο «Τελευταίο μάθημα» ο Οζ λέει:

 «Μην σας ξεγελάει αυτό που λένε οι «ωραίες ψυχές» για το πολυεθνικό ή δι-εθνικό κράτος ως πατρίδα όλων των πολιτών του. Δεν υφίσταται κάτι τέτοιο». (16)

Μπορεί και εγώ να είμαι μια «ωραία ψυχή», ωστόσο είμαι πεπεισμένος ότι δεν υπάρχει πολιτισμός, ούτε ηθική αξιοπρέπεια, ούτε ειρήνη, αν κάποιος πιστεύει ότι το κράτος πρέπει να ανταποκρίνεται στην εθνότητα, τη θρησκεία, την ταυτότητα. Τα σκεφτόταν πράγματι ο Amos Oz πάντα αυτά που λέει στην τελευταία του διάλεξη; Αλήθεια, ταυτιζόταν πάντα με τις «άσχημες ψυχές»;

Στη συνέχεια, ο συγγραφέας αφηγείται τη συνάντησή του με έναν Παλαιστίνιο διανοούμενο που έχει μεταναστεύσει στο Παρίσι, ο οποίος του μιλάει για τη Lifta, το χωριό από το οποίο η οικογένειά του εκδιώχθηκε από τους Εβραίους εποίκους δεκαετίες νωρίτερα, και του λέει ότι δεν μπορεί ποτέ να εγκαταλείψει την επιθυμία του να επιστρέψει.

Στ’ αλήθεια  θέλεις να επιστρέψεις στη Lifta; τον ρωτάει ο Oz, επισημαίνοντας ότι το χωριό του δεν υπάρχει πια, όπως και τα παιδικά του χρόνια. Δεν υπάρχει επιστροφή, γιατί ο κόσμος του παρελθόντος έχει καταστραφεί όχι μόνο από την απέλαση και την κατοχή, αλλά και από τις μπουλντόζες, τις πολυκατοικίες, τους αυτοκινητόδρομους και, εν ολίγοις, από τον χρόνο.

Τότε ο Οζ κατηγορεί τον συνομιλητή του ότι πάσχει από «παλιννοστίτιδα».

«Είσαι άρρωστος και έχω τη διάγνωση. Για την ασθένειά σου. Πάσχεις από «παλιννοστίτιδα». Ψάχνεις στο χώρο κάτι που χάθηκε στο χρόνο….”(26)

Δεν είμαι φανατικός με την μνήμη, και αναγνωρίζω ότι δεν μπορεί κανείς να βασίσει μια πολιτική στη νοσταλγία για ό,τι ήταν δικό μας στο παρελθόν, αλλά κάτι ακούγεται ψεύτικο σε αυτή την πρόσκληση να χειραφετηθούμε από το παρελθόν, επειδή προέρχεται από έναν Εβραίο που επιστρέφει σε μια γη που κατοικούσαν οι πρόγονοί του πριν από δύο χιλιάδες χρόνια. Πώς μπορεί να γελάει με έναν άνθρωπο που νοσταλγεί το σπίτι στο οποίο ζούσαν οι γονείς του;

Λίγες σελίδες αργότερα, ο ίδιος ο Οζ αναρωτιέται αν ο ίδιος και η οικογένειά του, οι γονείς του που επέστρεψαν στο Ισραήλ δύο χιλιάδες χρόνια μετά την αναχώρησή τους, πάσχουν και αυτοί από «παλιννοστίτιδα».

«Μόλις αποχαιρετιστήκαμε, δεν μπόρεσα να μην αναρωτηθώ: συγγνώμη, Άμος, αλλά και ο σιωνισμός δεν είναι επίσης «παλιννοστίτιδα»;…»(28)

Όμως, στο τέλος, ο Άμος Οζ απαλλάσσει τον εαυτό του και τους σιωνιστές από τη διάγνωση της «παλιννοστίτιδας», γράφοντας:

 «Το μυρήκασα επί μακρόν και η τελική μου απάντηση είναι όχι, cum grano salis (με κάθε επιφύλαξη). Κατά βάση όχι. Αν θέλουμε να είμαστε συνετοί, απολύτως όχι. Δεν πρόκειται για «παλιννοστίτιδα». Διότι οι πρόγονοί μου επί δύο χιλιετίες έλεγαν την παραμονή του Πάσχα: του χρόνου στην Ιερουσαλήμ. Είναι αλήθεια. Αλλά αν δεν είχαν διωχθεί, ταπεινωθεί και σφαγιαστεί, θα συνέχιζαν να το λένε για άλλα δύο χιλιάδες χρόνια. Και όμως, δεν έρχονταν εδώ». (σελίδα 29)

Περίεργο όλο αυτό. Γιατί, στην πραγματικότητα, τα λόγια του ακούγονται διστακτικά, αλλοιωμένα: «Η απάντησή μου είναι όχι, cum grano salis (με κάθε επιφύλαξη). Κατά βάση όχι. Αν θέλουμε να είμαστε συνετοί, απολύτως όχι».

Cum grano salis (με κάθε επιφύλαξη).

Κατά βάση όχι.

Αν θέλουμε να είμαστε συνετοί, απολύτως όχι.

Ο Οζ φαίνεται σαν να περπατάει πάνω σε αυγά προσπαθώντας να μην τα σπάσει.

Ποια είναι η ιστορία;

Οι Εβραίοι επέστρεψαν μετά από δύο χιλιάδες χρόνια, αλλά δεν έπασχαν από «παλιννοστίτιδα», επειδή καταδιώχθηκαν και δεν είχαν άλλη επιλογή από το να επιστρέψουν στη γη των προγόνων τους, ακόμη και αν αυτό σήμαινε την εκδίωξη όσων ζούσαν εκεί για αρκετούς αιώνες. Και μας λέει ότι οι Παλαιστίνιοι υποφέρουν από «παλιννοστίτιδα», παρόλο που, αναμφισβήτητα, και αυτοί καταδιώχθηκαν και εκδιώχθηκαν όχι πριν από δύο χιλιάδες χρόνια, αλλά πριν από μια γενιά.

Θα έλεγα ότι σε αυτά τα λόγια του όψιμου Oz απαντά ο Mahmud Darwish:

«Εσείς (οι Ισραηλινοί) δημιουργήσατε τη δική μας εξορία, εμείς δεν δημιουργήσαμε τη δική σας». (Con la lingua dell’altro/Με τη γλώσσα του άλλου, συνέντευξη στη Francesca Gorgoni, 2023)

Διαβάζω, με κάποια αμηχανία, αυτό το «Tελευταία μάθημα» ενός από τους αγαπημένους μου συγγραφείς και έχω την αίσθηση ότι δεν τον αναγνωρίζω.

Πώς θα αντιδρούσε σήμερα μπροστά στη φρίκη που έχει γίνει το Ισραήλ μετά τον θάνατό του; Αν δεν είχα διαβάσει αυτό το ατυχές τελευταίο μάθημα, θα ήξερα τι να απαντήσω σε αυτό το ερώτημα, αλλά τώρα νιώθω ότι δεν ξέρω τίποτα πια.

Ο Gad Lerner εξέδωσε ένα βιβλίο στον εκδοτικό οίκο Feltrinelli με τίτλο: GAZA (Gad Lerner: Gaza, Feltrinelli, 2024). Πρόκειται για μια οδυνηρή μαρτυρία, και το βιβλίο ξεκινά ακριβώς από το σάστισμα με το οποίο βιώνει την καταστροφή του τελευταίου έτους το τμήμα εκείνο της εβραϊκής κοινότητας που δεν έχει διαρρήξει τους πνευματικούς δεσμούς με την ιστορία της διασποράς. Κοιτάζοντας πίσω, ο Λέρνερ γράφει:

«Ο Yeshayahu Leibowitz, ένας από τους πιο διακεκριμένους θρησκευτικούς στοχαστές του 20ου αιώνα: Η μονομερής απόσυρση από τα κατεχόμενα εδάφη είναι ο μόνος τρόπος για να αποφύγει το Ισραήλ την ηθική αυτοκτονία. Είχε δίκιο, αλλά η ιστορία εξελίχθηκε διαφορετικά». (118)

Κυριάρχησε η εθνικιστική και στρατιωτική συνιστώσα, και σιγά-σιγά έφυγαν εκείνοι οι Ισραηλινοί πολίτες που δεν δέχονται να ζουν μέσα σε τόση βία.

«Ο φανατισμός που εξαπλώθηκε σαν ζιζάνιο στην ισραηλινή κοινωνία δεν είναι μόνο καρπός της θρησκευτικής πίστης. Ενώνει λαϊκούς και πιστούς με την εμμονή του για την υπεράσπιση της ταυτότητας… Το δόγμα τους είναι η εβραϊκή πατρίδα. Το Ισραήλ δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο ως εβραϊκή πατρίδα. Αν άλλοι θέλουν να ζήσουν εδώ ως μειονότητες, ας προσαρμοστούν.

Από αυτό το αξίωμα προκύπτει αναγκαστικά ένα επακόλουθο: δεν μπορεί να υπάρξει άλλη πατρίδα για τους Εβραίους εκτός από το Ισραήλ …

Στον ιδρυτή του λεγόμενου αναθεωρητικού σιωνισμού, Vladimir Jabotinsky – ο οποίος σε διαμάχη με τον David Ben Gurion επεδίωκε τη γέννηση ενός αποκλειστικά εβραϊκού κράτους, γι’ αυτό και ήθελε να υψώσει ένα σιδερένιο τείχος ανάμεσα στον εαυτό του και τους γείτονές του – αποδίδεται μια σύσταση που έχει μείνει παροιμιώδης: εξαλείψτε τη διασπορά, αλλιώς η διασπορά θα εξαλείψει εσάς. (38)

Σήμερα, μετά τη Γάζα, αυτή η προειδοποίηση πρέπει να επανεξεταστεί. Ενώ οι Ισραηλινοί, αν και βαθιά διχασμένοι σε πολλά πράγματα, φαίνεται ότι στη μεγάλη τους πλειοψηφία συμμερίζονται την εξόντωση, η διασπορά εμφανίζεται πολύ πιο διχασμένη.

Αν σκεφτούμε τους Εβραίους που ζουν στην Αμερική, βλέπουμε ότι μια μερίδα από αυτούς (δεν μπορώ να πω αν είναι πλειοψηφία) έχει ανοιχτά γενοκτονικές θέσεις, σε σημείο που να ταυτίζεται πολιτικά με τους ρατσιστές ευαγγελικούς οπαδούς του MAGA (Make America Great Again).

Είδαμε όμως και ένα πλήθος Εβραίων της Νέας Υόρκης να αναρτούν το πανό «Not in our name» στο Άγαλμα της Ελευθερίας και είδαμε πολλούς νέους Εβραίους να συμμετέχουν στις φοιτητικές διαμαρτυρίες των κατειλημμένων πανεπιστημιουπόλεων ενάντια στην ισραηλινή γενοκτονία.

Ο  Gad Lerner μας θυμίζει ότι ο Νετανιάχου, σε συνέντευξή του στη La Repubblica πριν από μερικά χρόνια, είχε εκφράσει χωρίς προσχήματα και με απόλυτο κυνισμό την γραμμή της ηθικής και πολιτικής συμπεριφοράς που καθοδηγούσε το Ισραήλ τα τελευταία είκοσι χρόνια.

«Η ιστορία είναι αμερόληπτη και δεν συγχωρεί. Δεν ευνοεί τους ενάρετους, αυτούς που έχουν ηθική υπεροχή. Αν θέλουμε να προστατεύσουμε τις αξίες μας, τα δικαιώματά μας, τις ελευθερίες μας, πρέπει να είμαστε δυνατοί. Το μάθημα που παίρνουμε από το παρελθόν είναι ότι η ηθική ανωτερότητα δεν εγγυάται την επιβίωση του πολιτισμού μας» (68-9)

Τα λόγια αυτά είναι ξεκάθαρα: δεν υπάρχει χώρος στην ιστορία για σεβασμό του άλλου, και αν θέλουμε να επιβιώσουμε, πρέπει να αγνοήσουμε κάθε ανθρωπιά, κάθε έλεος. Η ηθική ανωτερότητα δεν εγγυάται την επιβίωση του πολιτισμού μας. Αλλά τότε, τι πολιτισμός είναι αυτός, αναρωτιέμαι, αν η επιβίωσή του εξαρτάται από τη βία, τη στρατιωτική υπεροχή, την αλαζονεία και την εξόντωση;

Κατά την ανάγνωση του βιβλίου του Lerner, παραμένει αναπάντητο το ερώτημα που αφορά το δικαίωμα ύπαρξης του Ισραήλ. Ή μάλλον το δικαίωμα του Ισραήλ να γεννηθεί όπως γεννήθηκε, μέσα από σφαγές και εκτοπίσεις. Μπροστά σε αυτό το ερώτημα ο Gad Lerner σταματά, γιατί (πώς να μην το καταλάβει κανείς αυτό) αναγνωρίζει ότι οι Εβραίοι που κατέφυγαν στην Παλαιστίνη τη δεκαετία του 1930 και του 1940 δεν είχαν άλλη ευκαιρία από αυτή για να επιβιώσουν.

Ήταν όμως απαραίτητο να συγκροτηθεί ένα έθνος-κράτος, να ανατρέξουμε στην παρελθούσα ιστορία της Ευρώπης, που στηρίχτηκε στον πόλεμο, την υπεροχή, την κυριαρχία του ισχυρότερου που διαρκεί μέχρις ο καταπιεσμένος να γίνει ισχυρότερος από τον καταπιεστή;

Υπενθυμίζοντας τον Zeev Sternhell, ο Gad Lerner αναγνωρίζει ότι «η διαχωριστικότητα και ο αντι-ορθολογισμός βρίσκονται σήμερα και πάλι στη ρίζα του κινδύνου για έναν παγκόσμιο πόλεμο».(Lerner, 218)

Εδώ βρισκόμαστε. Στην άκρη αυτής της αβύσσου, και δεν βλέπω πώς θα μπορέσουμε να το αποφύγουμε. Δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει μια μορφή ισότιμης συνύπαρξης με τους κατοίκους της περιοχής; Μάταιες ερωτήσεις, λέω στον εαυτό μου.

Ο διεθνισμός δεν είχε τη δύναμη να επιβληθεί, ούτε στην Παλαιστίνη ούτε αλλού. Γι’ αυτό και η βία είναι ο μόνος τρόπος για να επιβιώσουν οι λαοί. Χρειάζονται ένα εθνικό κράτος, έναν στρατό και τον απαραίτητο κυνισμό για να επιβάλουν τον μόνο νόμο που μετράει, που είναι ο νόμος της βίας. Σήμερα ο νόμος της βίας επιτρέπει στους Ισραηλινούς να εξοντώσουν τους Παλαιστίνιους, αλλά τι θα γίνει αύριο; Ποιος θα είναι αύριο ο εξολοθρευτής και ποιος ο εξολοθρευόμενος;

Πρέπει να σκύψουμε το κεφάλι μπροστά στο μάθημα της ιστορίας;

Ή μήπως θα πρέπει να εγκαταλείψουμε την ιστορία, να φύγουμε από αυτόν τον χωρίς φαντασία εφιάλτη, από αυτή την αλυσίδα της βεντέτας όπου η φιλία είναι μια λέξη για φτωχούς, παραπλανημένους ανθρώπους;

Ακόμα κι αν δεν ξέρουμε πώς μπορεί να πραγματοποιηθεί η λιποταξία, ούτε ποιος δρόμος οδηγεί έξω από αυτή τη λιτανεία της φρίκης, δεν είναι, ίσως, αυτό το μόνο ερώτημα με το οποίο αξίζει να ασχοληθούμε;

πηγή:francoberardi.substack.com

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Το κάψιμο των βιβλίων από τη δικτατορία Μεταξά

Τι συνέβη με το 20/20: «Το 20/20 ανήκει στον “ιδρυτή” του, η συνέχεια σε εμάς και το Αιγαίο στα ψάρια του»