in

Τα γερμανικά όπλα απασφαλίζονται. Του Γιάννη Σιώτου

Τα γερμανικά όπλα απασφαλίζονται. Του Γιάννη Σιώτου

Μια είδηση που είδε το φως της δημοσιότητας πριν λίγες ημέρες, μπορεί να δείχνει το… μέλλον που αφορά το πολιτικό αλλά και το οικονομικό τοπίο της Γηραιάς Ηπείρου.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η επίσημη ανακοίνωση σύμφωνα με την οποία η γερμανική Κrauss – Maffei Wegmann συγχωνεύεται με τη γαλλική Nexter είναι σημαντικό οικονομικό γεγονός. Κι αυτό διότι -στην περίπτωση που ολοκληρωθεί τυπικά η συμφωνία- δημιουργείται ένας ευρωπαϊκός επιχειρηματικός κολοσσός στον τομέα των εξοπλισμών. Οι αριθμοί επιβεβαιώνουν άλλωστε και τις εκτιμήσεις. Σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας “Handelsblatt”, η νέα γαλλογερμανική κοινοπραξία που θα φέρει τη νέα ονομασία Νewco, αναμένεται να διατηρήσει μερίδα του μετοχικού κεφαλαίου των δύο προγενέστερων εταιρειών. Ο κύκλος εργασιών και των δύο εταιρειών ανέρχεται από κοινού στα 2 δισ. ευρώ, ενώ ο αριθμός των εργαζομένων τους αγγίζει τους 6.000.

Ωστόσο, η λειτουργία της νέας εταιρείας αναμένεται να καθυστερήσει αν λάβει κανείς υπόψη ότι οι εποπτικές αρχές ελέγχου των μονοπωλίων, τόσο στη Γερμανία όσο και στη Γαλλία, δεν έχουν χορηγήσει ακόμη τις απαιτούμενες άδειες. Στην περίπτωση της Νexter, η γαλλική κυβέρνηση επιδιώκει την ιδιωτικοποίησή της με νόμο σύμφωνα με τον οποίο το γαλλικό κράτος θα συνεχίσει να κατέχει το ήμισυ του χαρτοφυλακίου της νεοσύστατης εταιρείας.

Η είδηση θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως ακόμα ένα επεισόδιο στις κατακλυσμιαίες ανακατατάξεις που πραγματοποιούνται στην ευρωπαϊκή αγορά και οι οποίες στοχεύουν στη δημιουργία ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που θα μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις του ανταγωνισμού.

Όμως αυτή είναι η ορατή πλευρά. Υπάρχει όμως και η άλλη: Η πολιτική. Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ, θα θυμούνται ότι πριν περίπου από έναν χρόνο η γερμανική Siemens, σε συνεργασία με τον ιαπωνικό κολοσσό Mitsubishi, είχαν προτείνει ένα σχέδιο εξαγοράς του γαλλικού ομίλου Alstom. Μάλιστα, η επιθυμία της γερμανικής εταιρείας να αποκτήσει τον γαλλικό γίγαντα, πάει πολύ πίσω στο παρελθόν. Πριν από δέκα χρόνια, η τότε συντηρητική κυβέρνηση της Γαλλίας είχε διασώσει τον τεχνολογικό όμιλο που παρέπαιε με τα χρήματα των φορολογουμένων, προκειμένου να αποφευχθεί η εξαγορά της Alstom πάλι από τη γερμανική Siemens. Σημειώνεται ότι η γαλλική εταιρεία έχει σημαντικό ρόλο στη γαλλική οικονομία. Με τζίρο που κινείται στα 20 δισ. ευρώ, ο όμιλος Alstom δραστηριοποιείται στο πεδίο της ενέργειας και των μεταφορών. Είναι η κύρια κατασκευάστρια εταιρεία των τουρμπινών που χρησιμοποιούνται στα πυρηνικά εργοστάσια της χώρας και το μεγαλύτερο μέρος των συναλλαγών της γίνεται με Γάλλους πελάτες, όπως τους γαλλικούς σιδηροδρόμους SNCF ή τον ενεργειακό όμιλο Gaz de France. Τελικά, οι γαλλικές αρχές προτίμησαν την General Electric, αποκρούοντας τις γερμανικές επιθέσεις… φιλίας. Δεν φαίνεται να γίνεται το ίδιο με τη Nexter στην οποία αποκτά πρόσβαση η KMW, μια εταιρεία που είναι γνωστή παγκοσμίως για τα άρματα μάχης Leopard 2. To όνομα της KMW έχει εμπλακεί σε διάφορα σκάνδαλα διαφθοράς, ενώ συχνά στο στόχαστρο βρίσκονται οι εξαγωγές όπλων σε χώρες όπου παραβιάζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Υπό το πρίσμα αυτών των δύο επιχειρηματικών ιστοριών, δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να κατανοήσει την πολιτική διάσταση των “συνεργασιών” οποιαδήποτε επιχειρηματική μορφή και αν έχουν. Ουσιαστικά, αποκαλύπτουν την προσπάθεια της Γερμανίας μέσω της οικονομίας, να αποκτήσει όλο και πιο ισχυρά ερείσματα στην οικονομική ζωή του δεύτερου μεγαλύτερου Ευρωπαίου εταίρου της. Αν λάβει κανείς υπόψη ότι στις δύο εταιρείες απασχολούνται αρκετές χιλιάδες Γάλλων, εύκολα μπορεί να κατανοήσει κανείς τις επιπτώσεις και στη γαλλική καθημερινότητα. Και προκειμένου να το πετύχει, εκμεταλλεύεται τη συγκυρία. Κανείς πλέον δεν αμφισβητεί ότι ο κίνδυνος να απολέσει η Γαλλία τη βιομηχανική της βάση είναι πλέον μια πραγματικότητα. Σύμφωνα με τη Eurostat, το ποσοστό της βιομηχανίας επί του γαλλικού ΑΕΠ κινείται σήμερα στο 12,8%. Αντίστοιχα, το ποσοστό της βιομηχανίας στο γερμανικό ΑΕΠ είναι το διπλάσιο. Τα τελευταία χρόνια πολλές γαλλικές επιχειρήσεις – σύμβολα έχουν αλλάξει χέρια. Για παράδειγμα, η Pechiney. Τη μεγάλη γαλλική εταιρεία αλουμινίου, εξαγόρασε η καναδική Alcan – Group, η οποία, αφού τη διέλυσε, πούλησε μερικά τμήματά της και άλλα τα έκλεισε αφήνοντας χιλιάδες ανθρώπους χωρίς δουλειά. Επίσης είναι η Lafarge, αλλά και η πώληση μεγάλων μεριδιών της PSA – Peugeot – Citroen στην κινέζικη επενδυτική Dongfeng.

Αν το καλοσκεφτεί κανείς, η απόπειρα διείσδυσης των γερμανικών επιχειρηματικών κολοσσών της Γερμανίας στη γαλλική βιομηχανία παραπέμπει στην κρίση χρέους των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου. Η μοναδική διαφορά είναι ο “δούρειος ίππος”: στους υπερχρεωμένους τού Νότου τα δάνεια και, στην περίπτωση της Γαλλίας οι επιχειρηματικές της μονάδες. Και στις δύο περιπτώσεις, το χρέος και τα «ανοίγματα» χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να ελεγχθούν είτε οι εθνικές οικονομίες είτε οι επιχειρηματικές μονάδες.

Και ειδικά στην περίπτωση της Γαλλίας, η απόπειρα γερμανικού ελέγχου πάει πολύ πίσω: Στον γαλλοπρωσικό πόλεμο, όταν η Γαλλία υποχρεώθηκε όχι μόνο να πληρώσει βαριά χρηματική αποζημίωση, αλλά έχασε την Αλσατία και τη Λωρραίνη, που ήταν η “καρδιά” της γαλλικής βιομηχανίας με τα τεράστια αποθέματα πρώτων υλών (σιδηρομεταλλεύματα που ήταν ιδιαίτερα σημαντικά στη βιομηχανία χάλυβα). Τότε, όπως και τώρα, η οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας ήταν εντυπωσιακή, με αποτέλεσμα να καταστεί η κορυφαία βιομηχανική και οικονομική δύναμη της ηπείρου. Μάλιστα, μία από τις αγορές που ανταγωνίζονταν σκληρά η Γαλλία και η Γερμανία, ήταν η βιομηχανία όπλων, με τους Κρουπ να κυριαρχούν και να απειλούν να εκτοπίσουν τους Γάλλους ανταγωνιστές.

Όσο κι αν ορισμένοι ειδικοί θέλουν, αναφερόμενοι στο ευρωπαϊκό παρόν, να μιλούν για “σχέσεις εταίρων”, η πραγματικότητα είναι ότι η Ευρώπη βρίσκεται πάλι αντιμέτωπη με έναν οικονομικό πόλεμο. Υπό μία έννοια είναι ο τρίτος από το 1870. Αν μελετήσει μάλιστα κάποιος προσεκτικά την Ιστορία, θα διαπιστώσει ότι μπορεί τα “όπλα” να εκσυγχρονίστηκαν, αλλά η μεθοδολογία και η στρατηγική εξακολουθούν να παραμένουν αμετάβλητες τον τελευταίο ενάμιση αιώνα. Κι αυτό είναι μια βραδυφλεγής βόμβα, η οποία αργά ή γρήγορα θα σκάσει όσες διπλωματικές μανούβρες κι αν γίνουν. Ακόμα και οι “παραχωρήσεις” που κάνουν οι ισχυροί υπηρετούν τον ίδιο στόχο με εκείνο του παρελθόντος. Είτε το θέλουμε είτε όχι, αυτό είναι μια υπαρκτή απειλή, η οποία αργά ή γρήγορα θα εμφανίσει το πραγματικό της πρόσωπο και υπακούοντας στην ίδια τη ζωή, θα προκαλέσει αντιδράσεις σε όλα τα επίπεδα.

Πηγή: Η Αυγή

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

«Μην την περνάς τη Γευγελή». Του Πέτρου Κατσάκου

ΚΘΒΕ: Του Κουτρούλη ο γάμος