Πριν από δέκα ημέρες, ψηφίστηκε με συνοπτικές διαδικασίες η «τροπολογία» που κατήργησε-αντικατέστησε το «νόμο Κατσέλη». Αξίζει να επισημανθεί ότι οι αντιδράσεις που προκάλεσε είναι υποδεέστερες των αναμενόμενων. Γίνεται αντιληπτό, από την ανάγνωση του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου και το «σερφάρισμα» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης , ότι το θέμα πέρασε στα «ψιλά».
Η υποβάθμιση έχει την εξήγησή της: Ψηφίστηκε, εκτός από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, από τη Νέα Δημοκρατία και την Ένωση Κεντρώων , ενώ το ΚΚΕ ψήφισε «παρών», για λόγους που δεν μπήκε στο κόπο να εξηγήσει. Ο ΣΥΡΙΖΑ, μετά την ψήφισή του, θριαμβολόγησε για την θετική στάση των θεσμών, που έδωσαν το «πράσινο φως» για την εκταμίευση του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ – γεγονός που αποδεικνύει (μαζί με τόσα άλλα) την οριστική έξοδο από τα μνημόνια και την επιστροφή στη κανονικότητα- και επικεντρώθηκε στο μείζον διακύβευμα της ταξικής πάλης, ήτοι την δημιουργία της προοδευτικής συμμαχίας. Η ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και ο φιλικός της τύπος ( έντυπος και ηλεκτρονικός) , που αντιπολιτεύονται κάθε λέξη που εκφέρεται από κυβερνητικό ή κομματικό στέλεχος, «ποίησαν την νήσσαν» στο συγκεκριμένο και επικέντρωσαν στα σοβαρά επίδικα που (θα έπρεπε να) απασχολούν το Πανελλήνιο: τι είδους χαρτάκια είναι αυτά που χρησιμοποιούν τα μέλη του Ρουβίκωνα και δεν αφήνουν αποτυπώματα και (ότι) δεν πρόκειται να υπάρξει επανεκκίνηση της οικονομίας όσο οι Έλληνες/ιδες νιώθουν (αν)ασφαλείς και μένουν κλεισμένοι στα σπίτια τους με αποτέλεσμα να μην ανακυκλώνεται το χρήμα.
Νέος νόμος για τη προστασία της πρώτης κατοικίας
Η κυβέρνηση, μετά την «συνθηκολόγηση» του Ιουνίου του 2015 , την στροφή στο «ρεαλισμό» και την υιοθέτηση της «ΤΙΝΑ» ως της μόνης εναλλακτικής πολιτικής, ψήφισε και εφάρμοσε πολιτικές ( Νόμος Σταθάκη, Ν. 4354/2015 κλπ) οι οποίες αποψίλωσαν την, ούτως ή άλλως, περιορισμένη προστασία που απολάμβαναν τα νοικοκυριά , ως αντιστάθμισμα των συνεπειών που προκάλεσε η πρωτοφανής οικονομική κρίση (υψηλή ανεργία- πτώση της αγοραστικής δύναμης-αδυναμία εξυπηρέτησης των χρεών που είχαν δημιουργηθεί τη προηγούμενη περίοδο) : Αθέτηση των προεκλογικών δεσμεύσεων περί επαναφοράς της οριζόντιας προστασίας για χρέη μέχρι 200.000 ευρώ και απαγόρευσης πώλησης-εκχώρησης «κόκκινων» και «πράσινων» δανείων σε μη αναγνωρισμένους τραπεζικούς οργανισμούς και στα distressfunds (κοράκια)- Ημερομηνία λήξης του προστατευτικού πλαισίου (28-2-2019) – Σύνδεση της προστασίας της πρώτης κατοικίας με το εισόδημα και το ύψος της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου- θέσπιση ορίου «εύλογων δαπανών διαβίωσης» για κάθε κατηγορία δανειολήπτη με κριτήρια που δεν αντιστοιχούσαν στην εξυπηρέτηση των πραγματικών αναγκών τους και υποχρέωσή τους να καταβάλλουν το «περίσσευμα» για την εξυπηρέτηση των χρεών- Τροποποίηση των διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που οδήγησαν στη μείωση της αξίας των εκποιούμενων ακινήτων και κατέστησαν ευκολότερη την διενέργεια των πλειστηριασμών, οι οποίες, σε συνδυασμό με την θεσμοθέτηση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, δημιούργησαν τους όρους για το πέρασμα στο επόμενο στάδιο, της μαζικής , δηλαδή, εκποίησης της λαϊκής κατοικίας , προς όφελος των τραπεζών.
Με το νέο νόμο υποβαθμίζεται, ακόμη περισσότερο η, ούτως ή άλλως, υποβαθμισμένη προστασία της πρώτης κατοικίας. Οι σημαντικότερες προβλέψεις του:
-
Καταργείται η δυνατότητα συλλογικής ρύθμισης των χρεών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών . Η νέα ρύθμιση αφορά ,αποκλειστικά, δάνεια για τα οποία έχει εγγραφεί προσημείωση υποθήκης ή υποθήκη στην πρώτη κατοικία του οφειλέτη. Τούτο σημαίνει ότι τίθεται- για πρώτη φορά– εκτός του ρυθμιστικού του πλαισίου ένας μεγάλος αριθμός οφειλετών που δεν έχει πρώτη κατοικία, ή έχει λάβει δάνειο χωρίς εμπράγματη ασφάλεια σε αυτή. Υπολογίζεται ότι αφορά το 80% των περιπτώσεων των κατόχων καταναλωτικών δανείων-πιστωτικών καρτών.
-
Το πρόγραμμα έχει περιορισμένη χρονική διάρκεια ( λήγει στις 31-12-2019). Αφορά οφειλές που στις 31-12-2018 ήταν ήδη ληξιπρόθεσμες, εμφάνιζαν, δηλαδή, καθυστέρηση τουλάχιστον τρεις μήνες. Επομένως, δεν πρόκειται για θεσμό προστασίας των χρεών, έχει προσωρινό χαρακτήρα, εξαιρεί δανειολήπτες που η αδυναμία πληρωμής εμφανίστηκε μετά τον Οκτώβριο του 2018 και δεν αφορά οφειλέτες που θα αδυνατούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους στο μέλλον.
-
Το πρόγραμμα δεν αφορά την προστασία της κατοικίας αν ο δανειολήπτης για οποιονδήποτε λόγο δεν διαμένει σε αυτή. Δεν εφαρμόζεται αν ο δανειολήπτης, η σύζυγός του και τα εξαρτώμενα μέλη έχουν κινητή ή ακίνητη περιουσία που υπερβαίνει το ποσόν των 80.000 ευρώ!!!. Είναι προφανές ότι ένας μεγάλος αριθμός οφειλετών δεν θα μπορεί να υπαχθεί στη ρύθμιση.
-
Αποσυνδέεται – σε αντίθεση με ότι προβλεπόταν στο νόμο Σταθάκη- το ποσό της δόσης που επιβάλλεται στον οφειλέτη από το ύψος των οικονομικών του δυνατοτήτων , με αποτέλεσμα να μην κατοχυρώνεται ένα ελάχιστο όριο διαβίωσης. Επομένως, με τη νέα ρύθμιση, τίθεται σε διακινδύνευση τόσο η αξιοπρεπής διαβίωσή του όσο και η διάσωση της κύριας κατοικίας.
-
Μειώνεται σημαντικά το συνολικό ύψος του οικογενειακού εισοδήματος, που αποτελεί βασική προϋπόθεση ένταξης στο νέο νόμο, σε σχέση με το προβλεπόμενο στο νόμο Κατσέλη. Τούτο σημαίνει ότι δεν υπάγονται στη νέα ρύθμιση δανειολήπτες που είχαν την αντίστοιχη δυνατότητα με το προηγούμενο πλαίσιο, αλλά υπερβαίνουν το χαμηλό εισοδηματικό κριτήριο που ορίστηκε με το ισχύον.
-
Το χρέος δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή. Στο παραπάνω ποσό περιλαμβάνονται τόκοι ,έξοδα εκτέλεσης κλπ. Είναι προφανές ότι με τη νέα ρύθμιση θα αποκλειστεί μεγάλος αριθμός οφειλετών που «είδε» τα δάνειά του να επιβαρύνονται δυσανάλογα λόγω της (μακρόχρονης) αδυναμίας καταβολής οποιουδήποτε ποσού.
-
Τη προηγούμενη περίοδο και μετά την πρώτη τροποποίηση του νόμου Κατσέλη που πραγματοποίησε η κυβέρνηση μεγάλος αριθμός αιτήσεων απορρίφθηκαν από τα δικαστήρια με την αιτιολογία της «δόλιας χρέωσης». Δεν πρόκειται, φυσικά, για τους λεγόμενους «στρατηγικούς κακοπληρωτές» αλλά γι αυτούς που αδυνατούσαν να πληρώσουν τα δάνεια που πήραν- μερικά απ΄ αυτά «με το ζόρι»- εξαιτίας της επιδείνωσης της οικονομικής τους θέσης . Οι παραπάνω δεν έχουν δικαίωμα ένταξης στη ρύθμιση.
-
Ο δανειολήπτης πρέπει να καταβάλλει το 120% της αξίας της οικίας του για να απαλλαγεί από το υπόλοιπο των χρεών του. Με το προηγούμενο όφειλε να καταβάλλει, σε κάθε περίπτωση, το ποσό στο οποίο θα πλειστηριαζόταν το ακίνητο μειωμένο κατά τα έξοδα εκτελέσεως, στη πράξη, δηλαδή, μικρότερο της εμπορικής αξίας.
-
Ένας ή περισσότεροι δανειστές έχουν το δικαίωμα να μην απαντήσουν στην αίτηση που ο δανειολήπτης θα υποβάλλει στην ηλεκτρονική πλατφόρμα . Από την άλλη, ο δανειολήπτης έχει δικαίωμα να απορρίψει την πρότασή τους. Σε μία τέτοια περίπτωση η προσφυγή στη δικαιοσύνη, σε ασφυκτικές μάλιστα προθεσμίες, είναι μονόδρομος. Επέρχονται, όμως, κομβικής σημασίας αλλαγές, δυσμενείς για τα συμφέροντα του οφειλέτη: Σε περίπτωση που θέλει να πετύχει από το Δικαστήριο προσωρινή προστασία μέχρι την έκδοση απόφασης, οφείλει να καταβάλλει το μισό της δόσης αν ο δανειστής δεν απαντήσει καθόλου στην αίτησή του ή ολόκληρο το ποσό της δόσης που πρότεινε ο δανειστής σε περίπτωση που την απορρίψει. Επισημαίνεται ότι, με βάση το καταργηθέν πλαίσιο, ο δανειολήπτης με την κατάθεση της αίτησης και την καταβολή του 10% της ενήμερης δόσης ( ποσό που δεν άλλαζε ,συνήθως, μετά την έκδοση προσωρινής διαταγής από το Δικαστήριο) προστάτευε το σύνολο της περιουσίας του, μέχρι την έκδοση απόφασης. Με το νέο νόμο , υποχρεούται να καταβάλει, κατά τις παραπάνω διακρίσεις, το ήμισυ ή το σύνολο της δόσης , για να πετύχει , μόνο, αναστολή πλειστηριασμού της πρώτης κατοικίας. Συνάγεται από τα παραπάνω ότι οι τράπεζες έχουν κίνητρο να περιφρονήσουν τη διαδικασία και την πλατφόρμα, καθώς ο δανειολήπτης δεν θα έχει, μέχρι να δικαιωθεί στο μακρόχρονο αγώνα του για την ασήμαντη ρύθμιση προστασίας από πλειστηριασμούς, παρά μόνο αν πετύχει προσωρινή δικαστική προστασία και με την προϋπόθεση ότι θα καταβάλλει για κάθε δεκτική ρύθμισης οφειλή τουλάχιστον το ήμισυ της ενήμερης δόσης.
-
Με μία εκδικητική ρύθμιση που δεν έχει προηγούμενο και θα αποτελέσει ανασχετικό παράγοντα προσφυγής στη δικαιοσύνη , προβλέπεται η επιβολή χρηματικής ποινής ποσού 1.500 ευρώ μέχρι 5.000 ευρώ , σε περίπτωση που απορριφθεί η αίτηση από τα δικαστήρια. Δεν αξιολογείται το γεγονός ότι η προσφυγή αποτελεί μονόδρομο για τον δανειολήπτη, ειδικά αν η τράπεζα αρνηθεί να απαντήσει. Η προειδοποίηση είναι σαφής: Αν τολμήσεις να προσφύγεις στη Δικαιοσύνη δεν θα χάσεις (μόνο) το σπίτι σου, θα πληρώσεις (επί πλέον) για το θράσος σου. Ούτε λόγος, βέβαια, για κύρωση στη τράπεζα που θα αρνηθεί να απαντήσει περιφρονώντας τη διαδικασία.
-
Η κυβέρνηση επικαλείται την κρατική συμμετοχή (επιδότηση) του ποσού που θα κληθεί να καταβάλλει ο δανειολήπτης ως απόδειξη φιλολαϊκής πολιτικής. Πρόκειται , όμως, για τη μισή αλήθεια καθόσον:
– Η κρατική επιδότηση καταβάλλεται μόνο αν έχουν ρυθμιστεί-συναινετικά ή δικαστικά- όλα τα χρέη και όχι μόνο ένα. Κλιμακώνεται ανάλογα με το ατομικό-οικογενειακό εισόδημα, ελέγχεται κάθε χρόνο και ανακαλείται αν το εισόδημα του δανειολήπτη υπερβεί – έστω και κατά ένα ευρώ-τα μειωμένα όρια που τέθηκαν με το νέο νόμο.
– Αν ο δανειολήπτης περιέλθει στο μέλλον (τα επόμενα 25 έτη που ισχύει η ρύθμιση) σε πρόσκαιρη αδυναμία και δεν καταβάλλει μερικές δόσεις , όχι μόνο θα εκπέσει από τη προστασία και θα χάσει το σπίτι του, αλλά θα αναγκαστεί να επιστρέψει το σύνολο της κρατικής χρηματοδότησης που είχε λάβει μέχρι τότε.
– Αν το κράτος δεν καταβάλλει το ποσό της συμμετοχής του για εννιά μήνες, ο δανειολήπτης εκπίπτει από τη προστασία και κινδυνεύει να χάσει το σπίτι του ! Δηλαδή, σε περίπτωση που το κράτος αθετήσει την υποχρέωσή του, το «μάρμαρο» θα πληρώσει ο δανειολήπτης.
-
Η αίτηση είναι υποχρεωτική- ο δανειολήπτης δεν μπορεί να προσφύγει απευθείας στα δικαστήρια- και υποβάλλεται σε ηλεκτρονική πλατφόρμα που θα δημιουργηθεί. Οφείλει να εισάγει (μεταφορτώσει) πλήθος εγγράφων του ίδιου και των μελών της οικογενείας του, δικόγραφα και έγγραφα που έχει καταθέσει στο Δικαστήριο και να ενημερώνει την πλατφόρμα για κάθε αλλαγή που συντελείται στην προσωπική, οικογενειακή και οικονομική του κατάσταση καθ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης (25 έτη). Πέραν της προφανούς ταλαιπωρίας και του διαρκούς άγχους που συνεπάγεται η ως άνω ρύθμιση , θα δημιουργηθεί, μία τεράστια βάση δεδομένων, στην οποία (θα) έχουν πρόσβαση όλοι οι «ενδιαφερόμενοι» (τράπεζες, φορολογικές και άλλες δημόσιες αρχές), θα αντλούν πληροφορίες και θα επεξεργάζονται τα στοιχεία κατά το δοκούν , με ότι μπορεί να σημαίνει μία τέτοια εξέλιξη.
Με το νέο νόμο καταργείται η, μέχρι τώρα, ισχύουσα συλλογική ρύθμιση των χρεών φυσικών προσώπων και απορρυθμίζεται το πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας. Η επιλογή της κυβέρνησης έχει σαφές ταξικό πρόσημο: Υπερασπίζεται το συμφέρον των τραπεζών Δεν διστάζει, στο όνομα της επιστροφής στην καπιταλιστική κανονικότητα του νεοφιλελευθερισμού, να «θυσιάσει» τα συμφέροντα αυτών που (κόπτεται ότι) εξυπηρετεί. Επιταχύνει το «ξεκαθάρισμα» στο χώρο των ακινήτων, έτσι ώστε, να προχωρήσει ανεμπόδιστα, το επόμενο διάστημα, στην εκποίηση της λαϊκής κατοικίας για την οποία έχει δεσμευτεί.