Η έκδοση του συλλογικού τόμου «συναντήσεις στην αυλή της Rosa Nera» (εκδόσεις των ξένων, 2021) ως κομμάτι του αγώνα διεκδίκησης ελεύθερων αυτοδιαχειριζόμενων και ανοιχτών χώρων: εισήγηση στο 10ο Ελευθεριακό Φεστιβάλ Βιβλίου Θεσσαλονίκης[1]
πικραλίδες
Σήμερα, θα περίμενε κανείς μια βιβλιοπαρουσίαση, η οποία θα γίνει με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να κλείσει το βιβλίο, να το ολοκληρώσει σαν προϊόν και να το προωθηθεί στην αγορά.
Ωστόσο αντί να κλείσουμε το βιβλίο, θέλουμε να συμβάλλουμε στη συζήτηση σχετικά με την απελευθέρωση εδαφών από το κεφάλαιο και το κράτος, να ανοίξουμε νέα ερωτήματα για το δικό μας– καθημερινό– πράττειν, χωρίς να φέρουμε καμία σίγουρη απάντηση.
Για τον λόγο αυτό, θα μοιράσουμε, τώρα, την ιστορία της συνέλευσης του ΠΕΦ, μιας συνέλευσης από το Νότο που φαίνεται να έθεσε ως πρώτο στόχο την απελευθέρωση του λόφου Καστέλι.
Το μοίρασμα αυτό, νομίζω είναι αυτονόητο, δεν φέρει καμία απόλυτη αλήθεια, μεταφέρει μονάχα τη δική μας υποκειμενική εμπειρία.
Εισαγωγή
Η ιστορία που θα αφηγηθούμε ξεκινά στις 5 του Σεπτέμβρη του 2020, όταν οι κατασταλτικές δυνάμεις του κράτους εισβάλλουν στις 5 και 30 το πρωί, στην κατάληψη της Rosa Nera και θερίζουν το πιο όμορφο ρόδο της πόλης των Χανίων. Προφανώς, αυτό δεν είναι το πραγματικό αφετηριακό σημείο, ωστόσο αυτό το βίαιο ξερίζωμα του ρόδου σηματοδοτεί την απώλεια του πιο ρομαντικού, και μπολιασμένου με τα παιδικά μας όνειρα, κομματιού μας. Και ήταν αυτό το βίαιο ξερίζωμα που μας γέμισε όλους με ένα συλλογικό πένθος. Η θλίψη, η οργή, η στεναχώρια, το αίσθημα προσβολής, το αίσθημα της επίθεσης στα πιο ζωτικά μας κομμάτια, στις αναμνήσεις μας, στην ίδια τη ζωή ήταν τα συναισθήματα που κυριάρχησαν τις πρώτες μέρες.
Όπως σημειώνει ο μεξικανός συγγραφέας Χοσε Βασκονσέλος: κάθε βιβλίο είναι καρπός της απογοήτευσης και σημάδι διαμαρτυρίας. Κάθε ένα από τα συναισθήματα που μοιραστήκαμε, άναψε την πρώτη σπίθα για την παρούσα έκδοση. Ωστόσο, αυτό το βιβλίο δεν έχει γραφτεί για να παγώσει στον χρόνο όλη αυτή την εξεγερμένη εμπειρία της κατάληψης, αλλά για να μοιράσει τη φλόγα της. Ξεκινάμε, λοιπόν, με το βίωμα, με ένα τραύμα χωρίς ωστόσο να θέλουμε να συμφιλιωθούμε με αυτό.
Μεγαλύτερα αποσπάσματα από το χρονικό μπορείτε να βρείτε στον συλλογικό τόμο. Ωστόσο για σημειώνουμε περιληπτικά ότι τα κτίρια του λόφου Καστέλι, είχαν πωληθεί ήδη από το 2017 σε μια εταιρεία φάντασμα από την τότε ηγεσία του Πολυτεχνείου, παρά τις αντιδράσεις τόσο της τοπικής κοινωνίας όσο και της συγκλήτου, με σκοπό να μετατραπεί το όλο συγκρότημα σε ξενοδοχειακή μονάδα.
Ο πρόσφατος αγώνας μας, λοιπόν, ξεκινά στις 5 του Σεπτέμβρη, όταν η ενεργοποίηση του μηχανισμού ενημέρωσης έφερε σε συνάντηση ένα σύνολο ανθρώπων λίγο πιο έξω από την κατάληψη εκφράζοντας, με άμεσα αντανακλαστικά, την αλληλεγγύη και την αντίθεση στο κλείσιμο ενός ελεύθερου και ανοιχτού χώρου. Άμεσα πραγματοποιήθηκε συνέλευση σε ανοιχτό και δημόσιο χώρο, Πορεία ενημέρωσης στη Λαϊκή Αγορά της γειτονιάς και μεσημεριανή πορεία με υπερβολικά μεγάλο αριθμό ατόμων. Η βραδινή πορεία στα νυχτερινά στέκια της πόλης δείχνει ότι το ζήτημα δεν αφορά μια χούφτα ανθρώπων, όπως παρουσιάζεται τα τελευταία χρόνια από τα ΜΜΕ.
Από την επόμενη μέρα ξεκινά κάτι μαγικό, συστήνεται η συνέλευση του ΠΕΦ (πάρκου ειρήνης και Φιλίας των Λαών) ή αλλιώς συνέλευση αλληλεγγύης στη Rosa Nera, με τη συμμετοχή άνω των 500 ατόμων, πρωτοφανή αριθμό για τα δεδομένα της πόλης. Να συμπληρώσουμε ότι βρισκόμαστε εδώ ως κομμάτι αυτής της συνέλευσης.
Οι συνελεύσεις στο πεφ είναι καθημερινές, όπως και οι δράσεις στον δημόσιο χώρο.
Θα κάνουμε εδώ την πρώτη παρέκβαση. Να πούμε όμως προκαταβολικά ότι επιθυμούμε οι παρεκβάσεις να ανοίξουν ερωτήματα προς συζήτηση και αναστοχασμό, τόσο για τη συνέχεια της κουβέντας, όσο και για τους αγώνες μας συνολικότερα:
Την πρώτη εβδομάδα υπήρχαν έντονες θεωρητικές συγκρούσεις στη συνέλευση αλληλεγγύης. Όλες αντιμετωπίστηκαν με σεβασμό στην άποψη του άλλου, αλλά και με μια κατεύθυνση ενάντια στη λογική του αποκλεισμού. Ένα από τα ζητήματα που άνοιξαν συμπυκνώνεται σε δύο θέσεις που εκφράστηκαν στη συνέλευση της 7 Σεπτεμβρίου: Η μία θέση έλεγε: «Αν δεν πάρουμε τη πίσω τη ρόζα τώρα που είμαστε 500 άτομα, πότε θα γίνει… αν όχι εμείς ποιοι;» Η άλλη θέση: «στη ρόζα θα μπούμε μέρα μεσημέρι και περπατώντας». Η φράση αυτή συνοδευόταν και από μια άλλη: «δεν είναι σπριντ είναι μαραθώνιος».
Spoiler! 9 μήνες μετά την εκκένωση. 12 το μεσημέρι πραγματοποιείται η απελευθέρωση.
για ποιο λόγο όμως ακολουθήθηκε ο δεύτερος δρόμος;
Έχουμε την αίσθηση ότι δεν είναι άλλος από την έμφαση που δίνουμε στις δικές μας κοινωνικές σχέσεις. Μια ευκαιριακή σύγκρουση ίσως εξέφραζε το συλλογικό θυμικό εκείνη τη στιγμή, ωστόσο έφτιαχνε κατευθείαν συμμετρικές σχέσεις ως προς τη βία του κράτους. Απαιτούσε ένα σχέδιο μιλιταριστικού τύπου, ίσως με κάποια αυτοθυσία παραπάνω. Απαιτούσε εξ αρχής ιεραρχικές διαδικασίες στον σχεδιασμό και την επιτέλεση μιας σύγκρουσης, πράγμα που θα απέκλειε ένα ευρύ φάσμα κόσμου. Ωστόσο, όπως χαρακτηριστικά λέγαμε «στη ρόζα νέρα θα μπούμε μέρα μεσημέρι, και δεν θα κινδυνεύσει, ούτε ένα κοπέλι».
Από την άλλη, η έμφαση στις συλλογικές μας σχέσεις όλο το 9μηνο, περιγράφεται εύστοχα ως εγκυμοσύνη. Πράγματι, όταν μετά από 9 μήνες απελευθερώσαμε την αυλή, είχαμε ήδη ζυμωθεί (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τελειώνει αυτή η διαδικασία), είχαμε ήδη φτιάξει σχέσεις εμπιστοσύνης, σχέσεις που μας επιτρέπουν να πάμε ένα βήμα παρακάτω τον καθημερινό μας αγώνα. Η κατάσταση που ονομάζουμε ρόζα νέρα, δεν θα μπορούσε να είναι ίδια ούτε μετά την εκκένωση ούτε και μετά την απελευθέρωση
Μην παρεξηγηθούμε: η θέση αυτή δεν υποδηλώνει την αποφυγή της σύγκρουσης αλλά την τοποθέτησή της στον χρόνο που θα επιλέξουμε και με τους δικούς μας όρους, δηλαδή με μια λογική ασυμμετρίας προς τη βία του κράτους. Την αυλή δεν θα την ανοίξουμε εμείς, αλλά η ίδια η κοινωνία.
Κλείνουμε εδώ την πρώτη παρέκβαση.
Η πρώτη αναγνωριστική φάση του αγώνα τελειώνει πολύ σύντομα. Μόλις στις 12 του Σεπτέμβρη, η διοργάνωση μιας πορείας 3.000 ατόμων (με κεντρικό σύνθημα τον στίχο του Χριστιανόπουλου: «και τι δεν κάνατε για να με θάψετε αλλά ξεχάσατε πως ήμουν σπόρος») ρίχνει τον φόβο στην απέναντι πλευρά και μας γεμίζει αισιοδοξία.
«κλείσατε τη Ρόζα, ανοίγουμε την πόλη»
Κάπως έτσι, ξεκινά η δεύτερη φάση του αγώνα, στις 13 του Σεπτέμβρη. Αυτή η περίοδος διέπεται από ένα ευρύ άνοιγμα στην κοινωνία. Από την τοποθέτηση των δικών μας όρων. Ξεκινά μια περίοδος με παραστάσεις, προβολές ταινιών, βιωματικά εργαστήρια και μουσικές στους δρόμους, μια δημιουργική περίοδος. Η περίοδος αυτή κορυφώνεται με την τοποθέτηση ενός γιγαντοπανό στον Φάρο της πόλης με σύνθημα «κλείσατε τη Ρόζα, ανοίγουμε την πόλη». Ένα σύνθημα που ενέπνευσε τον John Holloway να γράψει το κείμενο που βρίσκεται στο τέλος του βιβλίου.
Δεύτερη παρέκβαση:
Το άνοιγμα δεν σημαίνει απλά εξωστρέφεια. Η «ανοιχτότητα» δεν αναφέρεται μονάχα στην ευχέρεια του βιώματος μιας διαφορετικής εμπειρίας. Είναι πολύ παραπάνω, το «άνοιγμα» μιας κλειστής πόλης, το άνοιγμα μιας κλειστής απόφασης την οποία επέβαλε η λογική του χρήματος· την αποκάλυψη της σύγκρουσης που υφέρπει κάτω από το μανδύα της χλιδάτης πισίνας και των συμφωνιών για ξενοδοχεία.
Άνοιγμα σημαίνει πολλά περισσότερα:
Δύο είναι τα ζητήματα θεωρητικής υφής, τα οποία άπτονται επί του ρήματος «ανοίγω». Το πρώτο σχετίζεται με τη θεωρητική μετατόπιση της σύγκρουσης. Το «άνοιγμα» δηλώνει ότι η σύγκρουση δεν είναι σύγκρουση μεταξύ δύο εξωτερικών μεταξύ τους ομάδων. Δεν έχουμε να κάνουμε με μια σύγκρουση ανάμεσα στον Διγαλάκη και τη Ρόζα Νέρα. Ούτε με μια σύγκρουση ανάμεσα στο Πολυτεχνείο και την τοπική κοινωνία. Ούτε μια σύγκρουση που μπορεί να αποτυπωθεί απλοϊκά στο δίλλημα «Ξενοδοχείο ή Κατάληψη». Αντιθέτως, «ανοίγοντας την πόλη» παρατηρούμε τη σύγκρουση διαφορετικών τρόπων να κάνουμε τα πράγματα.
Το δεύτερο σχετίζεται με μια μεταφορά, αν η Ρόζα νέρα αποτελεί μια ρωγμή, τότε το άνοιγμα σημαίνει την πρόκληση ενός εκατομμυρίων ρωγμών στην πόλη.
Επιστρέφοντας στην αφήγηση, η δεύτερη αυτή περίοδος τελειώνει με την οργάνωση της εκδήλωσης «Γιατί στον λόφο καστέλι;»[2] από την πλευρά της RosaNera, κατά την οποία εξέθετε τους λόγους που επιθυμεί την ανακατάληψη στο κτίριο. Η περίοδος αυτή ολοκληρώνεται επίσης με τη δημιουργία της «Πρωτοβουλίας ενάντια στην ξενοδοχοποίηση των μνημείων» (στο εξής Πρωτοβουλία).
Να κάνω μια παρένθεση εδώ, το ζήτημα της ξενοδοχοποίησης και της τουριστικοποίησης των κοινωνικών σχέσεων αν και κεντρικό, δεν θα αναπτυχθεί από εμάς σήμερα. Στο βιβλίο ωστόσο μπορείτε να βρείτε το κείμενο του Αριτζ, για την εμπειρία της Βαρκελώνης, αλλά και το κείμενο της Γαλάτειας και της Μαρίας, οι οποίες περιγράφουν το βίωμα της τουριστικοποίησης, από την οπτική του ξεπεράσματός του, με τα εργαλεία του θεάτρου.
«όλα για όλους, τίποτα δικό μας»
Η Τρίτη φάση, πέρα από το σύνολο των παρεμβάσεων, διέπεται από την σύγκρουση ανάμεσα στην Πρωτοβουλία και τη συνέλευση αλληλεγγύης.
Μια σύγκρουση που αποτυπώνεται όχι μόνο ως σύγκρουση θέσεων αλλά και ως σύγκρουση πρακτικών. Από τη μία, η σύγκρουση θέσεων απορρέει από το ερώτημα «ποια είναι η θέση του κεφαλαίου στον λόφο καστέλι και ποια η θέση των από κάτω;»; Από την άλλη, η μορφική σύγκρουση αποτυπώνεται στην ιεραρχική οργάνωση που διατηρεί η «πρωτοβουλία», την ίδια στιγμή που η συνέλευση αλληλεγγύης προσπαθεί να κάνει πράξη την οριζοντιότητα.
με αφορμή τη λογική που ακολουθεί ως προς τη μνήμη η Πρωτοβουλία θα περάσουμε στην τρίτη παρέκβαση:
Κεντρικό αίτημα που συνεισφέρει στη διεκδίκηση του «μπαλκονιού» των Χανίων στους πολίτες της πόλης, για την πρωτοβουλία, είναι η «διατήρηση της μνήμης», η «διάσωση της ιστορίας του τόπου».
Εν τούτοις, το αίτημα για απόδοση του λόφου Καστέλι στην κοινωνία υπό το βάρος μιας μνήμης καρφιτσωμένης στο παρελθόν –και χωρίς αναφορά στο αντι-παράδειγμα της αυτοδιαχείρισης και αυτοοργάνωσης που συντελέστηκε τα τελευταία 16 χρόνια στη Ρόζα Νέρα– ρίχνει στη λήθη τις συλλογικά βιωμένες εμπειρίες μας και ως εκ τούτου, μας ακρωτηριάζει τις προοπτικές.
Η μνήμη εμφανίζεται σαν κάτι το δύσκαμπτο, παρουσιάζεται ως κάτι το οριστικό, που ζητά να μεταφερθεί αυτούσιο στο παρόν. Η μνήμη, με αυτόν τον τρόπο, στήνεται στο απόσπασμα. Χάνει τις χειραφετητικές της διαστάσεις που μπορεί να έχει στο παρόν.
«όσοι αναφέρονται στο παρελθόν σαν οριστικό δεδομένο δεν παύουν να το τροχίζουν..» γράφει ο Βανεγκέμ. Ο οποίος μας τιμά με τη συμμετοχή του στον συλλογικό τόμο.
Συνεπώς, στον λόφο καστέλι, Δεν έχουμε να κάνουμε απλά με έναν αγώνα για τη μνήμη, για την ιστορία του τόπου. Η συνάντησή μας δεν πυροδοτεί απλά έναν αγώνα διεκδίκησης ενός κτηρίου, αλλά (και) έναν αγώνα ορατότητας των κοινωνικών σχέσεων που φιλοξενήθηκαν εντός του. Οι διεκδικήσεις μας δεν αφορούν τα ίδια τα κτίρια αυτά κάθε αυτά, αλλά επιζητούν την πραγμάτωση ενός αστερισμού κοινωνικών σχέσεων, μακριά από τη λογική της αγοράς. Σχέσεις μας θυμίζουν –σε πείσμα των καιρών– ότι ένας άλλος κόσμος είναι πραγματοποιείται εδώ και τώρα, μέσα στο καβούκι του παλιού, για να θυμηθούμε μια μνημειώδη φράση του graeber και της Epstein.
Από αυτήν την άποψη, η μνήμη δεν είναι ένα παρελθόν κωδικοποιημένο και αποκρυσταλλωμένο, αλλά παρόν στην πάλη ενάντια στη λησμονιά.
Αντίστοιχα, μια κριτική της Πρωτοβουλίας από τη σκοπιά των καταπιεζομένων της ιστορίας, μπορείτε να βρείτε στο κείμενο της Αλεξάνδρας Περιστεράκη στον συλλογικό τόμο.
Επιστρέφοντας στην αφήγηση
Υπάρχει και μια άλλη διαφοροποίηση που πραγματώνει το ΠΕΦ εκείνη την περίοδο, που θα αναπτυχθεί την επόμενη εβδομάδα στην εκδήλωση της Υφανετ, από την ίδια τη Rosa.
Τέλη του Οκτώβρη πραγματοποιείται πανελλαδική πορεία υπεράσπισης των καταλήψεων. Κεντρικό σύνθημα: «όλα είναι δικά μας γιατί όλα είναι κλεμμένα, κατάληψη σε βίλες και εγκαταλελειμμένα». Εμείς επιλέγουμε δύο διαφορετικές αφηγήσεις: είτε δίνοντας έμφαση στο τοπικό «τα ομορφότερα ρόδα της ζωής μας δεν τα έχουμε μυρίσει ακόμα», είτε δίνοντας έμφαση στους δεσμούς αλληλεγγύης με άλλους αγώνες χρησιμοποιώντας το ζαπατίστικο «όλα για όλους, τίποτα δικό μας», ως απάντηση στο κεντρικό σύνθημα.
ο αγώνας την περίοδο των απαγορεύσεων
Στις αρχές του Νοέμβρη περνάμε σε μια νέα φάση του αγώνα, νέα φάση που επιβάλλουν οι συνθήκες απαγόρευσης κυκλοφορίας και συνάθροισης. Η συνέλευση αναγκάζεται να πάρει μια υβριδική μορφή με παράλληλη ηλεκτρονική και φυσική παρουσία, η φυσική παρουσία εξασφαλίζεται στο στέκι μεταναστών, το οποίο συνέβαλλε στα μέγιστα στον 9μηνο αγώνα. Να κάνω εδώ μια παρένθεση για να αναφέρω ότι μια από τις συμβολές του βιβλίου είναι ότι φέρει σε συνάντηση τις συλλογικότητες που δραστηριοποιούνται στα Χανιά, έστω και στο χαρτί.
Την περίοδο εκείνη η καταστολή αυξάνεται ραγδαία με απαγορεύσεις συναθροίσεων και πρόστιμα που κόβονται μέσω τηλεφώνου. Αν και αμφισβητούμε την απαγόρευση των πορειών σε 17/11 και 6/12, τα γεγονότα αυτά χτυπούν τη δυναμική του κινήματος. Η ύφεση των συλλογικών διαδικασιών αποτυπώνεται και στις δημόσιες δράσεις του αγώνα. Ωστόσο, αξίζει να αναφέρουμε τα εναλλακτικά κάλαντα των YarAman, τα οποία μπορείτε να βρείτε στον συλλογικό τόμο, αλλά και την υπέροχη αυθορμητικότητα που συνόδευσε τις συλλογικές μας δράσεις. Αποκορύφωμα της οποίας ήταν η τοποθέτηση του Πανό «ούτε πισίνες, ούτε σπα, Rosa Nera κατάληψη ξανά» στην αυλή της ρόζας, κάτω από τη μύτη των υπεράριθμων αστυνομικών που είχαν αναπτυχθεί στην πόλη για να «μας προστατεύουν» από τον ιό.
Τέταρτη παρέκβαση: συναντήσεις, συλλογικοποίηση του σώματος
Το ζήτημα της κρατικής διαχείρισης της πανδημίας συνοδεύει έντονα τον αγώνα μας. Η συνέλευση παρά τις αντιφάσεις της κινήθηκε σε ένα δίπολο από τη μία προστασίας της κοινότητας και από την άλλη ικανοποίησης της ανάγκης να συνεχιστούν οι συναντήσεις μας, να συνεχιστεί η παραγωγή των αντιστάσεων.
Θεωρούμε ότι η πανδημία αποτέλεσε μια ευκαιρία, από την πλευρά της αντι-εξέγερσης, για περαιτέρω περίφραξη. Οι περιφράξεις εμφανίζονται σε κάθε όψη της ζωής, ωστόσο προνομιακό πεδίο εγγραφής αυτής της περίφραξης αποτελεί το σώμα, ως ο άμεσος αισθητηριακός δέκτης των αποκλεισμών.
Αν έχει καταφέρει να κάνει κάτι αυτή η συνέλευση είναι η συλλογικοποίηση του σώματος. Το σπάσιμο δηλαδή των ορίων του ατομικού σώματος και το μοίρασμα των ανησυχιών, των αναγκών και των επιθυμιών σε ένα συλλογικό σώμα.
Δημιουργήσαμε και δημιουργούμε έτσι μια συνάντηση, μια συγκρουσιακή διαδικασία που επιχειρεί, μέσω της απώθησης των σχέσεων που βασίζονται στην ανταλλαγή ή στην ατομική ευθύνη, να διανοίξει χώρους αυτονομίας, αυτο-οργάνωσης και αυτοκαθορισμού. Με άλλα λόγια να προτάξουμε το ζήτημα της φροντίδας, όχι απλά στα κενά της κρατικής διαχείρισης αλλά ως εναλλακτική.
Αν και, για να είμαστε δίκαιοι, αυτό παραμείνει πρόταγμα και δεν αποτελεί αυτή τη στιγμή ένα επίτευγμα της συνέλευσης.
«Ό,τι πουλιέται είναι άχρηστο, ο πλούτος βρίσκεται σε όσα μοιραζόμαστε»
Το θέμα του λόφου Καστέλι επανέρχεται στην επιφάνεια στις αρχές του Φλεβάρη. Η καταβολή του πρώτου ενοικίου από την εταιρεία, η κυκλοφορία ενός ανανεωμένου πρότζεκτ εκ μέρους της (μετά τις έντονες αντιδράσεις για τα σχέδια που βγήκαν στην επιφάνεια από τη συνέλευση αλληλεγγύης) και η επιβεβλημένη τοποθέτηση του δημοτικού συμβουλίου πάνω στο πολεοδομικό σχέδιο της πόλης, ανακινούν τις συλλογικότητες διαδικασίες. Η συνέλευση αλληλεγγύης επανέρχεται, μετά από έντονη εσωστρέφεια, στον δημόσιο λόγο, κοινοποιώντας τη δικιά της «πρόταση αυτο-διαχείρισης του λόφου Καστέλι»[3], βασιζόμενη τόσο στο βιωμένο παρελθόν όσο και στο συλλογικό όραμα μιας διαφορετικής κοινωνίας. Την μπροσούρα αυτή θα τη βρείτε την επόμενη εβδομάδα στην εκδήλωση της υφανετ.
Η μπροσούρα αυτή δεν αποτυπώνει μονάχα το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων που δημιουργήθηκαν κάτω από τη στέγη της κατάληψης, αλλά ακόμα περισσότερο αποτελεί μια πρόσκληση για συνάντηση. Αναθερμαίνει έτσι το όραμα της αυτοδιαχείρισης στον λόφο καστέλι και καταφέρνει να πυροδοτήσει το εκ νέου άνοιγμα της συνέλευσης στην κοινωνία.
Αυτό το κάλεσμα θα μετουσιωθεί στην έκφραση της κοινωνικής ανάγκης να ανοίξει η αυλή. Αίτημα που θα προκριθεί στην πορεία της 15ης Μαΐου με το σύνθημα «8 μήνες χειμώνα είναι αρκετοί, ας γίνουμε η άνοιξη». Το αίτημα δεν το είχε αγκαλιάσει μόνο η γειτονιά και οι τοπικοί φορείς, αλλά και η τοπική αστυνομία, όπου μετά τις 2 ανακοινώσεις της σε προηγούμενο χρόνο, ζητάει επίσημα την απομάκρυνση της φύλαξης, κάτι που βέβαια δεν πραγματοποιείται ποτέ…
Πέμπτη παρέκβαση: από το αίτημα στην πραγμάτωση του πλούτου, στη συντροφικότητα
Η μεγάλη ανυπομονησία να μπούμε στη ρόζα, πυροδότησε μια συζήτηση περί νίκης και ήττας. Αυτή η λογική διαπερνά τα συναισθήματά μας, διατρέχει τις συζητήσεις μας, εμβολίζει την καθημερινότητά μας. Εγκλείει το πράττειν μας στα τεχνοκρατικά όρια της αποτελεσματικότητας. Περιχαρακώνει τις σχέσεις μας στα πρότυπα του κεφαλαίου. Εμφανίζει τους αγώνες μας σα να έχουν ένα τέλος, ένα τέλος που προσφέρει την εξιλέωση, την πραγμάτωση της πολυπόθητης επιστροφής στην κανονικότητα, μέσω της ικανοποίησης του αιτήματος που θα ολοκληρώσει τους αγώνες και τα υποκείμενά τους. Και πριν πέσει η σκηνή, παρουσιάζει τον παραλήπτη αυτού του αιτήματος σαν τον ισχυρό της σχέσης, ενώ τοποθετεί το «εμείς» στη θέση του θύματος. Και κάπως έτσι, ο λόγος περί νίκης/ήττας αποκρύπτει τον πλούτο των κοινωνικών σχέσεων που δημιουργούμε εντός των εξεγέρσεων. Και κάπως έτσι, η ζωή μας εξακοντίζεται στο επέκεινα.
Το ίδιο το ποιοτικό κομμάτι της κατάληψης, η δημιουργία κοινωνικών σχέσεων βασισμένων στην αμοιβαία αναγνώριση και τον αλληλοσεβασμό –η συντροφικότητα με άλλα λόγια– θεωρείται και βιώνεται ως παράπλευρη συνέπεια του αγώνα[4]. Αν όμως κάτι συνηχεί από τις ιστορίες των εξεγέρσεων δεν είναι άλλο από τις συναντήσεις μας. Ένα φιλί στο Παρίσι το 1871• κάποιο χάδι έξω από τα ορυχεία της Μεγάλης Βρετανίας το 1984• μια αγκαλιά στις πλατείες του BuenosAires το 2001• μια κραυγή τον Δεκέμβρη του 2008• ένα βλέμμα στη Χιλή του 2019. Οι ίδιες οι σχέσεις των συλλογικών δρώντων συνθέτουν διαχρονικά τη βάση των αγώνων του σήμερα.
Οι εξεγέρσεις υπάρχουν μέσω του αιτήματος (να μη γίνει ξενοδοχείο ο λόφος Καστέλι, άνοιγμα της αυλής, επανακοινωνικοποίηση του δημόσιου χώρου, επανακατάληψη), αλλά υπάρχουν ταυτόχρονα ενάντια-και-πέρα από το αίτημα. Το περιεχόμενο μιας κινητοποίησης υπερχειλίζει, δραπετεύει του αιτήματος. Η ίδια η πραγμάτωση χειραφετητικών κοινωνικών σχέσεων κατά τη διαδικασία της διεκδίκησης, συμπυκνώνει πολύ περισσότερα νοήματα από την ίδια την «ικανοποίηση» του αιτήματος. Ακόμα περισσότερο, αυτή η διαδικασία πραγμάτωσης δεν έχει κάποιο (χρονικό) τέλος. Τουναντίον, οι κοινωνικές σχέσεις που χτίζουμε στο εδώ και το τώρα, αμφισβητούν ότι το τέλος –ο σκοπός– των κινητοποιήσεων εξαντλείται στην ίδια την ανακατάληψη.
«πλούτος είναι ότι μοιραζόμαστε», έλεγε το εμβληματικό σύνθημα της Ρόζας.Αυτόν ακριβώς τον πλούτο προσπαθήσαμε να φέρουμε σε συνάντηση στο βιβλίο.
Αυτή η αντίληψη του πλούτου φανερώθηκε τόσο με την πρόταση αυτοδιαχείρισης, όσο και με την επιθυμία να φέρουμε τα διαφορετικά οράματα σε ώσμωση. Ένας πλούτος που αποτυπώθηκε υλικά, με όλες τις αντιφάσεις του, στον χώρο από τις αρχές του Ιούνη και μετά.
Δύο λόγια για την απελευθέρωση
Κλείνοντας, θα τονίσουμε μόνο ότι η απελευθέρωση προϋπέθετε δύο βασικά στοιχεία: τη ζύμωση και την εμπιστοσύνη ανάμεσα στους συλλογικούς δρώντες. Την αποδοχή της απελευθέρωσης της αυλής από την κοινωνία, τόσο ως υπεράσπιση του δημόσιου χώρου απέναντι στην ιδιωτικοποίηση και την τουριστικοποίηση της πόλης, όσο και ως άνοιγμα ενός ανοιχτού αυτοδιαχειριζόμενου χώρου.
Αυτό φυσικά δεν είναι αρκετό. Κρατάμε, λοιπόν μια κατακλείδα για το τέλος
Και επιστρέφω τον λόγο ένα ακόμα ερώτημα:
Τελευταία παρέκβαση
Παρέκβαση: πώς αισθανθήκατε; Πώς το νοιώσατε από μακριά την απελευθέρωση της αυλής; Και τι ήταν αυτό που προσέφερε στους δικούς σας/δικούς μας καθημερινούς αγώνες αυτή η απελευθέρωση;
Σχόλιο για το κλείσιμο
Ελπίζουμε όλα τα ζητήματα που επεξεργαστήκαμε στη δική μας γεωγραφία, να απελευθερώσουν τις θεωρητικές ικανότητες των αγώνων μας. Ίσως για αυτό μπήκαμε στον κόπο να καταγράψουμε την πρόσφατη ιστορία μας.
Ο Χοσέ Βασκονσέλος συνεχίζει.. «Ορισμένα βιβλία μας βγάζουν από τη φυσιολογική μας (διά-)σταση, μας ωθούν να ξεσηκωθούμε… διαβάζοντάς τα υποφέρουμε μια αληθινή μεταμόρφωση.»
Έχουμε την αίσθηση, λοιπόν, ότι αυτό το βιβλίο φέρει μια επιθυμία:
Να μας σηκώσει στις φτέρνες μας. Να μας ωθήσει σε μια μέθεξη, να μας μεταμορφώσει. Να μας ωθήσει σε μια άλλη διάσταση, από την ηρεμία του καναπέ στην ίδια την πράξη.
Στην πραγματικότητα αυτή η συνάντηση που πραγματοποιείται στο βιβλίο δεν την υπογράφουν όσοι βρίσκονται στα περιεχόμενα, αλλά όλοι εμείς… χωρίς τον πλούτο των κοινωνικών σχέσεων που δημιουργούμε τα τελευταία 17 χρόνια δεν θα ήταν εφικτή η αποτύπωσή του. Αντίστοιχα, οι 9 μήνες του χειμώνα δείχνουν ότι η άνοιξη είναι μια συνεχής διακύβευση, όχι μια εποχή που έρχεται ντετερμινιστικά.
Ωστόσο, το ερώτημα που θέτουμε έντονα σε κάθε συνέλευση της αυλής είναι: μας αρκεί η επαναφορά της ρωγμής στον χώρο του λόφου Καστέλι ή μήπως χρειάζεται να σπάσουμε την κυριαρχία του χώρου και του χρόνου; Να ποτίσουμε το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων με το άρωμα του ρόδου;
[1] Ευχαριστούμε τη συνέλευση του φεστιβάλ για την πρόσκληση, είναι μεγάλη μας χαρά να συμβάλουμε έστω και λίγο σε μια τόσο όμορφη συνάντηση. Ακόμα περισσότερο, ευχαριστούμε για όλο το κύμα συμπαράστασης που εκφράστηκε από τις συντρόφισσες και τους συντρόφους της Θεσσαλονίκης, όλο το 9μηνο του χειμώνα ή της εγκυμοσύνης, όπως το ονομάζουμε στα Χανιά.
Αλληλεγγύη για μας, δεν είναι μονάχα η συμμετοχή στον πόνο μας, το άπλωμα του χεριού. Ακόμα περισσότερο, αλληλεγγύη σημαίνει μεταφορά του αρώματος του ρόδου στο σύνολο των κοινωνικών σχέσεων που μας διέπουν.
Θέλουμε να ευχαριστήσουμε άλλη μια φορά τις «εκδόσεις των ξένων», οι οποίες στήριξαν αυτό το παράτολμο, για τη δική μας γεωγραφία, εγχείρημα. Είναι πάντα ιδιαίτερο να ανταμώνουν οι ματιές μας και έχουμε μάθει πολλά από το κοινό μας βάδισμα.
Είμαστε επίσης χαρούμενοι, που το φετινό φεστιβάλ πραγματοποιείται στα γρασίδια του ΑΠΘ, μια πράξη υπεράσπισης του ίδιου του πνεύματος των πανεπιστημίων το οποίο βάλλεται (και) από το νέο-συντηρητικό πνεύμα του νόμου.
Οι χαρές μας, ωστόσο, συνοδεύονται και από μια θλίψη, από ένα ανέκφραστο –σε συλλογικό επίπεδο– πένθος. Αναφερόμαστε στην απώλεια του συντρόφου μας Marc Tomcin, ο οποίος έφυγε το βράδυ της απελευθέρωσης. Η φωνή του Ιαγουάρου (lavoie du jaguar) θα συνηχεί στις καρδιές και τους αγώνες μας.
[2]http://rosanera.squat.gr/files/2020/10/Rosa-Nera-%CE%BC%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CE%BF%CF%8D%CF%81%CE%B1-2020-web.pdf
[3]Μπορείτε να βρείτε την μπροσούρα εδώ: https://solidaritywithrosanera.wordpress.com/2021/02/12/1567/
[4] Ακόμα και τώρα που η συντροφικότητα είναι η κινητήριος δύναμη της καθημερινότητας στον λόφο καστέλι, περιφρονείται από τους ίδιους τους συλλογικούς δρώντες, δίνοντας έμφαση στο «πολιτικό».