Πήγα τις προάλλες να δω το «Συγχαρητήρια στους αισιόδοξους;» της Βούλγαρη και έπεσε στα χέρια μου το νέο τεύχος της «Παράλλαξης». Μέχρι να πέσουν οι τίτλοι της ταινίας – δεν θα τρελαθείτε, αλλά να την δείτε – διάβασα διαγώνια ένα κομμάτι για την αποβιομηχάνιση της Θεσσαλονίκης. Το κομμάτι ήταν επιεικώς απαράδεκτο, όχι γιατί ο τύπος που το έγραψε είναι εμφανώς με τους από τα πάνω, αλλά γιατί έχει τόση σχέση με το θέμα όση ο Βενιζέλος με το ηθικό πλεονέκτημα. Δεν μου έκαναν, μάλιστα, καμία εντύπωση οι «πηγές» που ξεπατίκωσε για να το γράψει, καθώς ήταν κάποιες εκδόσεις – δεν τολμώ να πω «βιβλία» – του Ευάγγελου Χεκίμογλου, ενός οικονομολόγου που παριστάνει τον ιστορικό ενώ είναι υπάλληλος της οικονομικής ελίτ της πόλης και τον θυμάμαι στα εγκαίνια κάποιας ΔΕΘ να χρησιμοποιεί τη γυναίκα του σαν… πολιορκητικό κριό για να πλησιάσει τον Σημίτη και να υποκλιθεί στον τότε πρωθυπουργό.
Τι λέει όμως η «Παράλλαξη» για την αποβιομηχάνιση της Θεσσαλονίκης; Θα με πεις, έχει ενδιαφέρον το τι λέει για την αποβιομηχάνιση της Θεσσαλονίκης η «Παράλλαξη»… Νομίζω πως έχει. Έλεγε λοιπόν, ξεπατικώνοντας την αφήγηση του Χεκίμογλου δηλαδή των από τα πάνω, ότι στη Θεσσαλονίκη υπήρξαν στον παρελθόν μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις που δημιούργησαν ένα σπουδαίο βιομηχανικό ιστό, που έδωσαν χιλιάδες θέσεις εργασίας, που έφεραν ανάπτυξη και καλές μέρες για όλους. Τι έφταιξε και στράβωσαν τα πράγματα; Μα προφανώς οι εργαζόμενοι, γενικά, και ειδικότερα τα συνδικάτα, που είδαν «φως» και θέλησαν να ξεζουμίσουν τους ιδιώτες επενδυτές, ζητώντας αυξήσεις και λιγότερη, έως και καθόλου, δουλειά. Μάλιστα, όπως λέει ο τύπος της «Παράλλαξης», στην κρίση του 1989 (δεν ξέρω εάν αναφέρεται στην πολιτική κρίση που προέκυψε από τις επάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις ή στην πτώση της αγοραστικής δύναμης των μισθωτών εξαιτίας του πρώτου πακέτου λιτότητας της κυβέρνησης Παπανδρέου μεταξύ 1986 και 1989 όπου το πράγμα έληξε με το «Τσοβόλα δώστα όλα») συντονισμένα μεγάλα εργοστασιακά σωματεία προχώρησαν σε κινητοποιήσεις διεκδικώντας μεγάλες αυξήσεις στους μισθούς, παρόλο που τα πράγματα δεν πήγαιναν καθόλου καλά για τη βιομηχανία της Θεσσαλονίκης.
Και μετά; Περίπου επτά με οκτώ χρόνια μετά την… κρίση του 1989, και τις τότε κινητοποιήσεις των εργοστασιακών σωματείων, ξεκινάει η αποβιομηχάνιση της πόλης! Μιλάμε για παράκρουση… Προσπαθεί δηλαδή ο τύπος της «Παράλλαξης», ξεπατικώνοντας τον Χεκίμογλου, να μας πει ότι για την αποβιομηχάνιση της Θεσσαλονίκης, που ξεκινάει μετά τα μέσα της δεκαετίας του 90, φταίει ο εργοστασιακός συνδικαλισμός της δεκαετίας του 80. Προφανώς, η κόρη μου που δεν έχει κλείσει τα οκτώ λέει περισσότερο σοβαρά πράγματα και έχει καλύτερη πρόσληψη της πραγματικότητας, όμως νομίζω πως το θέμα δεν έχει να κάνει με τη βλακεία του τύπου της «Παράλλαξης», αλλά με το υπαλληλίκι του Χεκίμογλου. Έχει να κάνει με τον απίστευτα παρασιτικό χαρακτήρα της οικονομικής ελίτ της πόλης, με τους γνωστούς βιομήχανους χωρίς βιομηχανίες, με τους τύπους που πλούτισαν πουλώντας, βασικά και μόνο στο δημόσιο, αέρα κοπανιστό, φύκια για μεταξωτές κορδέλες και κάτι ακίνητα δέκα φορές πάνω από την αξία τους. Με τους τύπους που, ενώ δεν έχουν κανέναν εργαζόμενο πέρα από το υπηρετικό προσωπικό στο σπίτι, λένε πως είναι εμπόδιο στην επιχειρηματικότητα το… υψηλό κόστος εργασίας, ότι δηλαδή η Θεσσαλονίκη μετατράπηκε σε ένα βιομηχανικό κουφάρι γιατί το κόστος εργασίας είναι υψηλότερο από τη Βουλγαρία. Και εδώ ακριβώς βρίσκεται το σχέδιο των από τα πάνω για τη Θεσσαλονίκη. Αν όλα τους πάνε δεξιά και ο Κουρέλης συνεχίζει να στηρίζει υπεύθυνα τον ακροδεξιό Σαμαρά, τότε θα το βάλουν μπρος για να γίνει η Θεσσαλονίκη μία Ειδική Οικονομική Ζώνη με μισθούς Βουλγαρίας, με μισθούς που δεν θα φτάνουν ούτε για να πληρώνουμε το λογαριασμό του νερού, που στο μεταξύ θα το έχουν χαρίσει στον Μπόμπολα και θα έχει τριπλασιαστεί ο λογαριασμός. Γι’ αυτό σε λέω καρντάση, εδώ θα ξεκινήσει η ιστορία και εδώ πρέπει – σε κάθε ευκαιρία και άντε να ετοιμάζεσαι και για την ΕΥΑΘ, και για την αυτοδιαχείριση των επιχειρήσεων που έκλεισαν και θα κλείσουν, και για τις δημοτικές εκλογές και για ότι άλλο θέλεις – να τους τσακίσουμε τα πρέκια.