Στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά του ελληνικού δημοσίου προσφεύγουν πρώην καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών, τις οποίες γνωρίσαμε στον εμβληματικό τους αγώνα το 2014, όταν είχαν κατασκηνώσει έξω από το υπουργείο Οικονομικών αντιδρώντας στην απόλυση τους.
Από το 2002 μέχρι και το 2012 δούλευαν σε υπηρεσίες του ΥΠΟΙΚ με συμβάσεις έργου. Μετά από τρία χρόνια ανεργίας, διεκδικήσεων και αγωνίας, το 2015 επαναπροσλήφθηκαν με 4ωρες συμβάσεις έργου και το 2018 μέσω ΑΣΕΠ με 18μηνες συμβάσεις πλήρους ωραρίου, στις οποίες δόθηκε παράταση μέχρι το τέλος του 2020.
Στις αρχές του 2021 προκηρύχθηκε διαγωνισμός για νέα 18μηνη σύμβαση, χωρίς όμως να δίνεται προτεραιότητα με σχετική μοριοδότηση στις εν λόγω καθαρίστριες, ορισμένες από τις οποίες εργάζονταν στην ίδια θέση από το 2022, με αποτέλεσμα περίπου 70 καθαρίστριες να μείνουν εκτός.
Στη συνέχεια 25 εξ αυτών προσέφυγαν στα ελληνικά δικαστήρια, δικαιώθηκαν πρωτόδικα, έχασαν όμως στο εφετείο και στον Άρειο Πάγο. Τώρα, όλες τους οι ελπίδες βασίζονται στην προσφυγή τους στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθώς όπως επισημαίνουν οι δικηγόροι τους Δημήτρης Περπατάρη και Ζωής Καρέλλα, πρόκειται για εξόφθαλμη παραβίαση στοιχειωδών δικαιωμάτων τους, «έχοντας βαθειά επίγνωση της διπλής διάκρισης που υφίστανται τόσο ως γυναίκες όσο και ως επισφαλές προσωπικό καθαριότητας με συμβάσεις εργασιακής ομηρίας ορισμένου χρόνου».
Σημειώνεται ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καλείται να διαπιστώσει αν η συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψη του κράτους έχει παραβιάσει τα δικαιώματα του προσφεύγοντος και μπορεί να επιδικάσει και αποζημίωση για έξοδα και ηθική βλάβη. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί παραβίαση, το Δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να επιδικάσει επιπλέον χρηματική αποζημίωση στον πολίτη που προσέφυγε.
Αρκετές από αυτές τις εργαζόμενες είναι από τη Θεσσαλονίκη, άλλες από την Αθήνα, αλλά και από άλλες περιοχές της χώρας.
Πρόκειται για έναν αγώνα επιβίωσης, καθώς οι περισσότερες απολυμένες καθαρίστριες παραμένουν άνεργες και ζουν σε καθεστώς φτώχειας και ανασφάλειας, ενώ έχουν μόνο λίγα χρόνια ακόμα για να βγουν στη σύνταξη.