Στο ΣτΕ προσέφυγε σήμερα Δευτέρα η «Κίνηση Πολιτών Θεσσαλονίκης για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς» καταθέτοντας αίτηση ακύρωσης ενάντια στην υπουργική απόφαση για απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων στον σταθμό Βενιζέλου του Μετρό.
Πρόκειται για τη δεύτερη προσφυγή μετά αυτή που κατέθεσαν τον Ιούνιο από κοινού η Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού μαζί με την Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία.
Η Κίνηση Πολιτών σημειώνει μεταξύ άλλων ότι «Συναισθανόμενοι το βάρος της ευθύνης για τη διάσωση του σπουδαίου αυτού μοναδικού ανά την υφήλιο βυζαντινού μνημείου της πόλης μας και συνεπικουρούμενοι από τις ηχηρές εκκλήσεις της ελληνικής και παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας, στις οποίες η Πολιτεία εδώ και μήνες κωφεύει, καταφεύγουμε στην κρίση του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου της χώρας, ως το ύστατο νομικό εργαλείο που έχουμε στη διάθεσή μας, προκειμένου να αναστρέψουμε την πορεία καταστροφής και απώλειας της πολιτιστικής κληρονομιάς της πόλης μας».
Δηλώνει ακόμη ότι «η ολοκλήρωση του Μετρό της Θεσσαλονίκης σε καμία περίπτωση δεν ανακόπτεται και δεν καθυστερεί λόγω του Σταθμού Βενιζέλου. Αντίθετα, έχει τεκμηριωθεί πλέον επιστημονικά, ότι η μοναδικότητα και η παγκόσμια σημασία των αρχαιοτήτων επηρεάζονται αρνητικά με τον τεμαχισμό, τη μεταφορά και την επιλεκτική επιστροφή και επανατοποθέτηση τους».
Ολόκληρη η ανακοίνωση της Κίνησης Πολιτών Θεσσαλονίκης για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς
Η Κίνηση Πολιτών Θεσσαλονίκης για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς, σε συνέχεια των πολύμηνων προσπαθειών για τη διάσωση και παραμονή “κατά χώραν” των αρχαιοτήτων στον σταθμό Βενιζέλου, και μένοντας συνεπής στις αρχές της δημιουργίας της και τους στόχους του Καταστατικού της, καταθέτει σήμερα Δευτέρα 20 Ιουλίου 2020 στο Συμβούλιο της Επικρατείας αίτηση ακύρωσης κατά της Απόφασης της 04.03.2020 της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού για την έγκριση πρότασης της Αττικό Μετρό ΑΕ κατασκευής του Σταθμού Βενιζέλου με προσωρινή απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων, που βρέθηκαν εκεί το 2012 και που καταλαμβάνουν εμβαδόν περίπου 1.500 μ2.
Συναισθανόμενοι το βάρος της ευθύνης για τη διάσωση του σπουδαίου αυτού μοναδικού ανά την υφήλιο βυζαντινού μνημείου της πόλης μας και συνεπικουρούμενοι από τις ηχηρές εκκλήσεις της ελληνικής και παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας, στις οποίες η Πολιτεία εδώ και μήνες κωφεύει, καταφεύγουμε στην κρίση του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου της χώρας, ως το ύστατο νομικό εργαλείο που έχουμε στη διάθεσή μας, προκειμένου να αναστρέψουμε την πορεία καταστροφής και απώλειας της πολιτιστικής κληρονομιάς της πόλης μας. H Θεσσαλονίκη, δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μετά την Κωνσταντινούπολη, οφείλει σήμερα να διαφυλάξει ως κόρην οφθαλμού τον βυζαντινό χαρακτήρα της και κάθε υλικό τεκμήριο του μεσαιωνικού παρελθόντος της, ειδικά σε αυτή την κρίσιμη για τον πολιτισμό στιγμή, κατά την οποία εκμηδενίζεται έμπρακτα η αυθεντικότητα και η οικουμενικότητα του πλέον γνωστού δημιουργήματος του Βυζαντινού Πολιτισμού στην ιστορική πρωτεύουσά του, την Κωνσταντινούπολη. Θεωρούμε ότι οποιαδήποτε άλλη επιλογή δεν τιμά αλλά διασύρει διεθνώς τη χώρα μας. Ταυτόχρονα υπονομεύει κάθε δίκαιη διεκδίκηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Τέλος, για μια ακόμη φορά δηλώνουμε εμφατικά, ότι η ολοκλήρωση του Μετρό της Θεσσαλονίκης σε καμία περίπτωση δεν ανακόπτεται και δεν καθυστερεί λόγω του Σταθμού Βενιζέλου. Αντίθετα, έχει τεκμηριωθεί πλέον επιστημονικά, ότι η μοναδικότητα και η παγκόσμια σημασία των αρχαιοτήτων επηρεάζονται αρνητικά με τον τεμαχισμό, τη μεταφορά και την επιλεκτική επιστροφή και επανατοποθέτηση τους. Το Μετρό μπορεί να λειτουργήσει και να ανακουφίσει το τεράστιο συγκοινωνιακό πρόβλημα της πόλης πιο γρήγορα και πολύ πριν την ολοκλήρωση του σταθμού Βενιζέλου. Όταν, λίγο αργότερα δοθεί και ο Σταθμός Βενιζέλου σε λειτουργία, θα είναι νησίδα πολιτισμού, ένας πόλος έλξης τουρισμού άρα πηγή οικονομικού πλούτου για την πόλη, όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα οικονομολόγων σε πρόσφατη ημερίδα του ΑΠΘ.