Αποδίδεται και πάλι στο κοινό μετά από 4 σχεδόν δεκαετίες, η Ροτόντα. Το μνημείο αυτό, που είναι εγγεγραμμένο στον κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco ανοίγει και πάλι τις πύλες του την Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου μετά από μακρόχρονες εργασίες αποκατάστασης.
Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο Σταμάτης Χονδρογιάννης, προϊστάμενος Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης, επισήμανε πως η Ροτόντα πια «αποδίδεται στον εαυτό της, στο μεγαλείο της και στον κόσμο, στο κοινό- όχι μόνο της πόλης αλλά στην οικουμένη, γιατί πρόκειται για ένα οικουμενικό μνημείο».
Πρόκειται, όπως πρόσθεσε, για την τελευταία φάση ενός έργου το οποίο κράτησε πάρα πολλά χρόνια. «Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης εκτελεί ένα μικρό κομμάτι- ενδεχομένως αποφασιστικό- από ένα πολύ μεγάλο έργο το οποίο επιτέλεσε με πάρα πολύ κόπο, με πάρα πολλές προσπάθειες, με τρομακτικές δυσκολίες τις 4 προηγούμενες δυσκολίες η τέως 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, προκειμένου εμείς σήμερα να μπορέσουμε να έχουμε το αποτέλεσμα το οποίο είχαμε».
Αναφερόμενος στη Ροτόντα, σημείωσε πως είναι «ένα μοναδικό μνημείο με πολύ μεγάλο ιδεολογικό βάρος», «ένα μνημείο διαπολιτισμικό και διαχρονικό», υπογραμμίζοντας παράλληλα πως «είναι πολύ ωραίο ένα μνημείο να μιλάει στον κόσμο, σε όλο τον κόσμο χωρίς καμία μισαλλοδοξία, χωρίς καμία ακρότητα, γιατί τα μνημεία πρέπει να είναι σημεία που συνδέονται οι πολιτισμοί». «Τα μνημεία από μόνα τους είναι ιεροί χώροι, όλα τα μνημεία. Και οι αρχαιολογικοί χώροι είναι ιεροί, γιατί μεταφέρουν τη μνήμη. Ένας λόγος παραπάνω η Ροτόντα μεταφέρει όχι μόνο μνήμη αλλά και ιερή μνήμη τριών πολιτισμών και τριών εποχών». «Ανοίγουμε ένα νέο κεφάλαιο με τη Ροτόντα: για την Ροτόντα, για την πολιτιστική ζωή της πόλης και για το μέλλον από εδώ και μπρος», συμπλήρωσε «ένα νέο κεφάλαιο απόλυτης συνεργασίας, συμφιλίωσης και με κύριο γνώμονα τον απόλυτο σεβασμό στο μνημείο».
Σχετικά για τις επεμβάσεις που έγιναν, στη βάση ενός «νέου πνεύματος προσέγγισης» αναφέρθηκε στο άνοιγμα του νοτιοδυτικού φεγγίτη για να ομογενοποιηθεί η εικόνα των φεγγιτών στο μνημείο αλλά και να δοθεί η δυνατότητα να παρατηρεί τα ψηφιδωτά, την καθαίρεση του περιβόλου στον νότιο χώρο και την αντικατάστασή του με κάγκελα προκειμένου να είναι απόλυτη η οπτική επαφή σε όλον τον άξονα της Γούναρη με το υπόλοιπο ανακτορικό συγκρότημα του Γαλερίου, την τροποποίηση του φωτισμού με χορηγία, την αναδιάταξη και αναδιοργάνωση του ιερού δημιουργώντας μία ανοιχτή ανασκαφική τομή προκειμένου όλοι να έχουν τη δυνατότητα να βλέπουν και να φανταστούν πως ήταν σε προηγούμενες φάσεις και την πλήρη αποκατάσταση της στέγης.
Επίσης, ο Σταμάτης Χονδρογιάννης στάθηκε στο ότι η χρηματοδότηση ήταν από τις δημόσιες επενδύσεις, χαρακτηρίζοντας το «άθλο» σε μία δύσκολη χρονιά. Παράλληλα, υπογράμμισε πως «οι εργασίες δεν τελειώνουν» και στόχος είναι η Ροτόντα να αποτελέσει το «επίκεντρο της πολιτιστικής ζωής της πόλης» και η Θεσσαλονίκη να μπει στην «πρώτη λίστα των αρχαιολογικών πόλεων των μωσαϊκών».
Στα επόμενα σχέδια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης περιλαμβάνονται η ανάπλαση και η ένταξη της Ρωμαϊκής Αγοράς όσο τον δυνατόν περισσότερο στη ζωή της πόλης καθώς το να κηρυχθεί η Αψίδα του Γαλερίου (Καμάρα) σε κίνδυνο και να ευαισθητοποιηθούν οι φορείς.

Ο Σταμάτης Χονδρογιάννης ρωτήθηκε επανειλημμένα από τους δημοσιογράφους για τις αντιδράσεις που ήδη έχουν εκφραστεί από το ενδεχόμενο επανατοποθέτησης σταυρού στο μνημείο μετά από πρόταση της Εφορείας- μελέτη που έχει λάβει την έγκριση του ΚΑΣ.
Ο ίδιος δεν θέλησε να λάβει έκταση το θέμα τη δεδομένη στιγμή, σημειώνοντας πως θα δοθεί η ευκαιρία να αναλυθεί εν ευθέτω χρόνο όταν και αν υλοποιηθεί η συγκεκριμένη μελέτη.
Παρόλα αυτά, ανέφερε πως το θέμα είναι «ιδεολογικής προσέγγισης του μνημείου και δεν έχει καμία σχέση ούτε με την διαχείρισή του ούτε με τις δραστηριότητες που θα αναπτύσσονται», αλλά ούτε με την «αλλαγή καθεστώτος της Ροτόντας».
Η σκέψη της επανατοποθέτησης του σταυρού αν υλοποιηθεί, σύμφωνα με τον ίδιο «σαφώς δίνει την αναγνωσιμότητα του μνημείου από την έξω πλευρά» και «δίνει την δυνατότητα σε οποιονδήποτε το βλέπει ότι είναι ένα μνημείο συμφιλίωσης».
Υπογράμμισε τέλος πως «θα έπρεπε να το βλέπαμε ως ακόμη ένα βήμα συμφιλίωσης, συνάντησης και κυρίως πολυπολιτισμικότητας της Ροτόντας».
Δείτε φωτογραφίες από το εσωτερικό:




Ευγενία Χατζηγεωργίου
