in

Στέγαση προσφύγων, επιτάξεις και καταλήψεις ιδιωτικών κτιρίων. Του Γιώργου Τσιάκαλου

Στέγαση προσφύγων, επιτάξεις και καταλήψεις ιδιωτικών κτιρίων. Του Γιώργου Τσιάκαλου

Επιτάξεις

Δεν με ξάφνιασε ο δήμαρχος όταν δήλωσε ότι αποτελεί θέμα αρχής γι’ αυτόν η αποφυγή της στέγασης των προσφύγων σε σκηνές και σε μεγάλους καταυλισμούς, και η αξιοπρεπής εγκατάστασή τους σε κατοικίες μέσα στην πόλη. Και ομολογώ πως δε με παραξένεψε ούτε η συνοδευτική δήλωσή του ότι για την επιτυχία αυτού του στόχου δεν αποκλείει την επίταξη ιδιωτικών κτιρίων. Είχε κερδίσει πριν χρόνια το Δήμο του από τον δεξιό δήμαρχο στον δεύτερο γύρο (στον πρώτο γύρο ήταν δεύτερος), στις επόμενες εκλογές εκλέχτηκε από τον πρώτο γύρο με 63,9%, και στην πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση ανέβασε το ποσοστό του στο 67,4%. 

Στην πόλη του Gelsenkirchen -πόλη ανθρακωρύχων και της ποδοσφαιρικής ομάδας Σάλκε 04- η επιτυχία ενός δημάρχου μετριέται ακόμη και σήμερα με την ικανότητά του να εκφράζει εκείνες τις αξίες που σε δύσκολες συγκυρίες διακατέχουν κατά κανόνα τους φτωχούς και τους μη-κατέχοντες. Στο πλαίσιο αυτό θεωρείται αυτονόητη ακόμη και η επίταξη κτιρίων που ανήκουν σε ιδιώτες και παραμένουν άδεια όταν άλλοι δεν έχουν, κυριολεκτικά, «που την κεφαλήν κλίναι».

Πρακτικές επιτάξεων

Πάντως, η αλήθεια είναι ότι με την άποψή του αυτή ο σοσιαλδημοκράτης δήμαρχος Φρανκ Μπαρανόφσκι δεν αποτελεί εξαίρεση ανάμεσα στους δημάρχους της Γερμανίας. Είναι πολλοί αυτοί, και μάλιστα απ’ όλα τα κόμματα, που από την πρώτη στιγμή έκαναν χρήση σχετικού νόμου για την αντιμετώπιση κρίσιμων καταστάσεων και προχώρησαν σε αλλαγή χρήσης ή επίταξη δημόσιων κτιρίων και οικοπέδων (πρώτα απ’ όλα των άδειων στρατώνων, σχολείων, νοσοκομείων κλπ.) και συνέχισαν με επιτάξεις ιδιωτικών κτιρίων (άδειων ξενοδοχείων, ξενώνων, ιδιωτικών κλινικών κλπ.) αποζημιώνοντας κατάλληλα τους ιδιοκτήτες. Στην τελευταία περίπτωση πάντοτε γίνεται προσπάθεια από το δήμο ή την κυβέρνηση να υπάρξει συμφωνία με τους ιδιοκτήτες, αλλά η επίταξη μπορεί να γίνει ακόμη και εάν δεν υπάρχει συμφωνία.

Ιδιοκτησία και δημόσιο συμφέρον

Επέλεξα να μιλήσω και σήμερα για τους/τις πρόσφυγες, αλλά να το κάνω μιλώντας ταυτόχρονα για τη Γερμανία, την ισχυρότερη καπιταλιστική χώρα της Ευρώπης, στην οποία η προστασία της ιδιοκτησίας αποτελεί προφανώς βασική αρχή λειτουργίας της. Όπου όμως -αυτό δείχνουν τα παραπάνω παραδείγματα- ο ιδιοκτήτης δεν έχει απόλυτη εξουσία στην περιουσία του, όταν το αντίθετο επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον (στη συγκεκριμένη περίπτωση η αξιοπρεπής στέγαση των προσφύγων). Άλλωστε, το άρθρο 14 παρ. 2 του Συντάγματός της προβλέπει σχετικά: «Η ιδιοκτησία ενέχει υποχρεώσεις. Η χρήση της οφείλει ταυτοχρόνως να υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον». Δηλαδή, το δικαίωμα του ιδιοκτήτη να κάνει ελεύθερα χρήση της περιουσίας του περιορίζεται και διαμορφώνεται από την υποχρέωση να υπηρετεί η συγκεκριμένη χρήση, ταυτόχρονα, το δημόσιο συμφέρον. 

Με βάση τα παραπάνω (τα οποία, παρεμπιπτόντως, ίσχυαν ήδη στο Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, και αποτελούν συνειδητό συμβιβασμό ανάμεσα στον κοινωνικό Χριστιανισμό και στη Σοσιαλδημοκρατία) και εξαιτίας της οξύτητας του προσφυγικού ζητήματος υπήρξαν τον τελευταίο χρόνο νέες νομοθετικές πρωτοβουλίες και ευρύτερη χρήση των υπαρχόντων διοικητικών μέτρων, με σκοπό την απρόσκοπτη και γρήγορη λήψη μέτρων για την αξιοπρεπή στέγαση και ένταξη των προσφύγων στον κοινωνικό ιστό. 

Έτσι, οι τρεις πόλεις που είναι ταυτόχρονα ομόσπονδες χώρες -το Βερολίνο, το Αμβούργο και η Βρέμη- με σχετικούς νόμους -που ψηφίστηκαν με μεγάλη πλειοψηφία- περιορίζουν τα δικαιώματα των ιδιοκτητών στις περιπτώσεις επιτάξεων, αφαιρώντας, μεταξύ άλλων, τη δυνατότητα λήψης ασφαλιστικών μέτρων, που μέχρι τώρα μπορούσαν να καθυστερήσουν την άμεση στέγαση των ανθρώπων που έχουν ανάγκη.

Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται η απόφαση του δημάρχου της Στουτγάρδης (ανήκει στους Πράσινους) να επιβάλει πρόστιμο έως πενήντα χιλιάδες ευρώ στους ιδιοκτήτες κτιρίων που αδικαιολόγητα παραμένουν κενά περισσότερο από έξι μήνες. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η σχετική αιτιολόγηση, που εδράζεται στην απαγόρευση αλλαγής χρήσης ενός κτιρίου (κάτι που ισχύει και στη χώρα μας): σύμφωνα με αυτήν, εάν η αυθαίρετη αλλαγή χρήσης από επαγγελματική στέγη σε κατοικία (και ανάποδα) απαγορεύεται και τιμωρείται, αυτό πρέπει να ισχύει πολύ περισσότερο για την περίπτωση ενός κτιρίου από το οποίο αφαιρείται κάθε ανθρώπινη χρήση, δηλαδή αφαιρείται ο λόγος ύπαρξής του.

Κίνημα αλληλεγγύης και πολιτικές πρακτικές

Όμως μόνον ρόδινα δεν είναι για τους/τις πρόσφυγες τα πράγματα στη Γερμανία, καθώς δεν υπερισχύουν σε όλες τις περιοχές οι παραπάνω προβληματισμοί. Μια προσεκτική ματιά αποκαλύπτει ότι τα θετικά δεν είναι αποτέλεσμα αποκλειστικά ενός, εν δυνάμει θετικού, προϋπάρχοντος θεσμικού καθεστώτος, αλλά κυρίως είναι αποτέλεσμα της συμπαράστασης των πολιτών προς τους πρόσφυγες στις συγκεκριμένες πόλεις και περιοχές. Αντίθετα, όπου δεν υπάρχει ή δεν είναι ισχυρή η συμπαράσταση αυτή, εκεί είναι φτωχοί οι σχετικοί προβληματισμοί στους κρατικούς θεσμούς και ανύπαρκτες οι θετικές πρωτοβουλίες τους.

Όμως, έτσι είναι πάντα: οι άνθρωποι της αλληλεγγύης με τις δικές τους πράξεις υποχρεώνουν και δεσμεύουν τους θεσμούς σε θετικές πρωτοβουλίες και, πάλι με τη δική τους δράση, παρεμποδίζουν, όσο μπορούν, οτιδήποτε αρνητικό. Αυτό, λοιπόν, βλέπουμε να συμβαίνει σήμερα σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, συχνά με μεγάλη επιτυχία (αλλά δυστυχώς όχι πάντα).

Κάτι αλλάζει στην Ευρώπη

Πράγματι, αμέσως μετά τη μαζική έλευση προσφύγων στην Ευρώπη -και την ανάγκη αξιοπρεπούς στέγασής τους- διαπιστώνουμε στα θέματα της κατοικίας την αρχή μιας αντίστροφης πορείας σε σχέση με αυτήν που επιβλήθηκε πριν περίπου δεκαπέντε χρόνια, όταν η ιδεολογική κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού έφτανε στο αποκορύφωμά της: ήταν η εποχή που σε χώρες, όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Ολλανδία, η Γερμανία, η Ελβετία κ.α., άλλαξε η πολιτική απέναντι στις περιπτώσεις καταλήψεων ιδιωτικών κτιρίων -από την κατανόηση, ανοχή, αποδοχή και τις ρυθμίσεις νομιμοποίησής τους (που ίσχυαν μέχρι τότε) στην αρνητική και κατασταλτική αντιμετώπισή τους. 

Σήμερα, χωρίς τίποτε να έχει αλλάξει στο αρνητικό νομικό πλαίσιο των τελευταίων ετών, έρχεται το κράτος να αμφισβητήσει το δικαίωμα του ιδιοκτήτη να χρησιμοποιεί την περιουσία του χωρίς να λαμβάνει υπόψη το δημόσιο συμφέρον. Με πιο χαρακτηριστική περίπτωση την άρνηση του δικαιώματος στον ιδιοκτήτη να κρατάει το κτίριο του άδειο. Πρόκειται ουσιαστικά για επιστροφή στην ιδέα ότι κάτι τέτοιο αποτελεί αντικοινωνική συμπεριφορά και, συνεπώς, ότι η επιβολή της παρουσίας ανθρώπων και ανθρώπινης δραστηριότητας σε ένα κτίριο που με ευθύνη του ιδιοκτήτη παρέμενε άδειο, αποτελεί κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά (που θα πρέπει και νομικά να ρυθμιστεί από το κράτος).

Διαφορές ανάμεσα στις χώρες

Μέσα σε αυτό το αντιφατικό περιβάλλον (που βρίσκεται σε διαμόρφωση) γινόμαστε μάρτυρες εντελώς διαφορετικών φαινομένων σε διαφορετικές χώρες και περιοχές της Ευρώπης.

Από τη μια μεριά βλέπουμε σε ορισμένες χώρες ή περιοχές οι φορείς του κράτους να διεκδικούν και να επιβάλλουν την κοινωνική ευθύνη που έχει η ιδιοκτησία ακόμη και στο πλαίσιο ενός καπιταλιστικού κράτους. Και είναι χαρακτηριστικό για την εποχή μας ότι τα πρώτα άδεια κτίρια που επιτάχθηκαν στη Γερμανία ήταν κάποια που ανήκαν σε τράπεζες, ιδιωτικά γυμναστήρια και ιδιωτικές κλινικές.

Από την άλλη μεριά βλέπουμε χώρες, όπως είναι η δική μας, όπου οι φορείς του κράτους επιδιώκουν την απομάκρυνση των προσφύγων από τον κοινωνικό ιστό των πόλεων και την απομόνωσή τους σε ειδικούς καταυλισμούς. 

Στις περιπτώσεις αυτές, η χρήση ενός κτιρίου κατά τη βούληση του ιδιοκτήτη αποκτά χαρακτηριστικά «ιερού θεσμού», και αντίστοιχα προσάπτονται μύριες αρνητικές ετικέτες στην απαίτηση να αναλάβει ο ιδιοκτήτης την κοινωνική ευθύνη που συνεπάγεται η ιδιοκτησία σε ένα σύγχρονο κράτος.

Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλά άδεια κτίρια στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας έχουν περιέλθει εδώ και δεκαετίες στην κατοχή των τραπεζών, χωρίς ούτε ένα από αυτά να επιτάσσεται από το κράτος για την αντιμετώπιση δημόσιων αναγκών (ακόμη και όταν το κράτος στην αρχή της κρίσης «συμπαραστάθηκε» στις τράπεζες ενισχύοντάς τες με δισεκατομμύρια ευρώ).

Κρατική πολιτική και μορφές αλληλεγγύης

Είναι φανερό ότι ο τρόπος με τον οποίον οι κρατικοί φορείς αντιμετωπίζουν το στεγαστικό πρόβλημα των προσφύγων επηρεάζει άμεσα τη μορφή της αλληλεγγύης και τις δράσεις των πολιτών.

Στην πρώτη περίπτωση η αλληλεγγύη επικεντρώνεται σε πράξεις ένταξης των προσφύγων στη γειτονιά και στην κοινωνία, αντιμετώπισης προβλημάτων με αρχές και θεσμούς, προώθησης πολιτικών ισότιμης διαβίωσης.

Στη δεύτερη περίπτωση, ανάλογα με το μέγεθος και το είδος της ολιγωρίας των κρατικών φορέων, οι πολίτες αναλαμβάνουν καθήκοντα που σχετίζονται με τη διατροφή, την υγεία, την ενημέρωση, την ψυχαγωγία, τη μόρφωση, τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων και ό,τι σχετίζεται με την ανθρώπινη και αυτόνομη διαβίωση. Ταυτόχρονα όμως η αλληλεγγύη υποχρεωτικά επεκτείνεται στα βασικά θέματα της στέγασης, διεκδικώντας αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης μέσα στον ιστό των πόλεων, έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την ένταξη των προσφύγων στη γειτονιά και στην κοινωνία, για την από κοινού αντιμετώπιση προβλημάτων με αρχές και θεσμούς, για την προώθηση πολιτικών ισότιμης διαβίωσης. 

Γι’ αυτό, σ’ αυτές τις χώρες και τις περιοχές βλέπουμε τους πολίτες να αναπτύσσουν δράσεις που βρίσκονται σε αντίθεση και, συχνά, σε σύγκρουση με την πολιτική του κράτους. Και βλέπουμε κυρίως συγκρούσεις στη διεκδίκηση χώρων κατοίκησης, με όσα προβλήματα συνεπάγεται η κατάληψη από ιδιώτες ενός χώρου που ανήκει σε άλλους ιδιώτες. Πρόκειται για προβλήματα, που μοιάζουν άλυτα, όταν λείπουν παντελώς σχετικές θεσμικές δυνατότητες ρύθμισής τους, πέραν από τους κατασταλτικούς θεσμούς. 

Καταλήψεις και (μη) επιτάξεις σ’ εμάς

Αυτά συμβαίνουν σε ολόκληρη την Ευρώπη, και όχι μόνον σ’ αυτήν. Αυτό βιώνουμε και στην Αθήνα τον τελευταίο καιρό, και, σε σχέση μ’ αυτό, καλό είναι να κρατήσουμε στο νου μας, ότι η καταφυγή στις καταλήψεις είναι απόρροια της απροθυμίας ή ολιγωρίας του κράτους να διαχειριστεί το θέμα της στέγασης των προσφύγων με τη λογική της ένταξης και όχι με τη λογική της απομόνωσής τους. Δεν είναι απόρροια ιδεολογίας ή ιδεολογημάτων. Δεν είναι απόρροια ενός σχεδίου χρησιμοποίησης των προσφύγων για ανατροπή της καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων και του ισχύοντος πολιτεύματος (Θεέ μου, πόσο άσχετος πρέπει να είναι κανείς για να ισχυρίζεται κάτι τέτοιο!). Και φυσικά δεν είναι απόρροια ιδιοτελών επιδιώξεων.

Χρήσιμο, λοιπόν, για όλους/ες θα είναι να υποχρεώσουμε τους κρατικούς φορείς να δουν στους αλληλέγγυους πολίτες το πρότυπο για τη δική τους λειτουργία και όχι τους εχθρούς. Στη κατάληψή τους να δουν τη δική τους υποχρέωση επίταξης άδειων κτιρίων μέσα στην πόλη (με τους όρους, φυσικά, που υπάρχουν αλλού και αρμόζουν σε ένα κράτος στοιχειώδους κοινωνικής δικαιοσύνης). Ωφελημένες μπορούν να βγουν όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές. 

Θα καταλάβουν όμως οι δικοί μας θεσμικοί παράγοντες αυτό που έγκαιρα συνειδητοποίησαν οι συνάδελφοί τους σε άλλες χώρες, ή θα επιμείνουν στα καταστροφικά ιδεολογήματά τους για τους κινδύνους που δήθεν απορρέουν από την ύπαρξη προσφύγων και αλληλέγγυων πολιτών; Από τη δική τους συμπεριφορά, και μόνον απ’ αυτήν, εξαρτώνται οι εξελίξεις. Να αισιοδοξούμε;

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στον προσωπικό λογαριασμό του Γ. Τσιάκαλου στο facebook

Φωτό: Το άδειο κτίριο της Landesbank (τράπεζα) του Βερολίνου. Το πρώτο κτίριο που επιτάχθηκε στο Βερολίνο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

“Κάτω από την ίδια στέγη” Της Αλίκης Κοσυφολόγου

Α. Καρίτζης: Ο Τσίπρας έπρεπε να παραιτηθεί και όχι να εφαρμόσει μνημόνιο