Σοβαρά ερωτήματα έχουν διατυπωθεί αναφορικά με τις συνθήκες θανάτου της 40χρονης μητέρας τριών παιδιών από το χωριό Γάβρος στην Καστοριά που έχασε τη ζωή της τα ξημερώματα του περασμένου Σαββάτου.
Όπως έγινε γνωστό η άτυχη γυναίκα πριν από μερικές μέρες επικοινώνησε με τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας καθώς είχε ανησυχήσει από το γεγονός ότι παρουσίαζε συμπτώματα όπως αδιαθεσία, πυρετό και αναπνευστικά προβλήματα, ωστόσο λόγω του νεαρού της ηλικίας της φαίνεται πως έλαβε την οδηγία να παραμείνει σπίτι της σε καραντίνα.
Το περασμένο Σάββατο όμως η κατάστασή της επιδεινώθηκε ραγδαία και οι διασώστες του ΕΚΑΒ που κλήθηκαν να την παραλάβουν δεν την πρόλαβαν ζωντανή. Όπως έγινε γνωστό, τόσο ο σύζυγος όσο και τα παιδιά της έχουν τεθεί σε καραντίνα.
Στον θάνατο της 40χρονης αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια της χθεσινής συνέντευξης Τύπου ο Σωτήρης Τσιόδρας μετά από ερώτηση που δέχθηκε από δημοσιογράφο. “Λίγα λεπτά πριν μπω στην αίθουσα με ενημέρωσαν για έναν θάνατο μιας νεαρής συμπολίτισσας μας, σε επαρχιακή πόλη της Βόρειας Ελλάδας, η οποία έμεινε σπίτι, πέθανε σπίτι και διεγνώσθη μετά θάνατον με τον ιό”, τόνισε ο κ. Τσιόδρας και πρόσθεσε:
“Έχει πολύ μεγάλη σημασία για τους ανθρώπους που μένουν σπίτι να έχουν επικοινωνία με τον γιατρό τους, ιδιαίτερα αν έχουν κάποιοι υποκείμενο πρόβλημα υγείας. Μου είπαν τηλεφωνικά ότι υπήρχε κάποιο υποκείμενο πρόβλημα υγείας. Το χρόνιο αναπνευστικό νόσημα, είναι χρόνιο πρόβλημα υγείας. Δεν το έχω επιβεβαιώσει”.
Αυτά ανέφερε εχθές ο κ. Τσιόδρας αφήνοντας να εννοηθεί πως εφόσον η άτυχη γυναίκα είχε αναπνευστικό νόσημα έπρεπε να έχει νοσηλευθεί, κάτι που δεν έγινε μετά από σύσταση του ΕΟΔΥ. Υπάρχει δηλαδή σοβαρό ζήτημα με τις τηλεφωνικές οδηγίες που δίνονται στους πολίτες από το τηλεφωνικό κέντρο του ΕΟΔΥ.
Σημειώνεται πως η 40χρονη είναι το 4ο θύμα του κορονοϊού στην Καστοριά και το νεότερο σε ηλικία στη χώρα, ενώ τα κρούσματα του κορονοϊού στην Καστοριά είναι ανησυχητικά αυξημένα σε σχέση με άλλες περιοχές της Ελλάδας.
Μάλιστα ο δήμαρχος Καστοριάς Γιάννης Κορεντσίδης έχει εκφράσει την αγωνία του για το γεγονός ότι στο νοσοκομείο του νομού «υπάρχουν αρκετά κρούσματα κορονοϊού σε ιατρούς και νοσηλευτές», πράγμα που, όπως είπε, «δημιουργεί δυσπιστία και ανησυχία στους πολίτες, αλλά και πρόβλημα στο ίδιο το προσωπικό», ενώ οι επικεφαλής της τοπικής αυτοδιοίκησης έχουν επισημάνει την ανάγκη άμεσης πρόσληψης ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού.