in

Sic transit gloria mundi. Του Χρήστου Λάσκου

Έτσι παρέρχεται η δόξα του κόσμου, λέει το διάσημο ρωμαϊκό ρητό.

Η χθεσινή παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα μου το θύμισε. Και δεν έχει να κάνει με την ιστορική σημασία (!) της πράξης όσο με την αίσθηση παντοκρατορίας που, φανερά, από ένα σημείο κι έπειτα, απολάμβανε. Αυτό, που, πράγματι, έχει ιστορική σημασία είναι η κατάληξη του ΣΥΡΙΖΑ σε μια κατάσταση μάχης επιβίωσης και, μάλιστα, χωρίς ιδιαίτερη σημασία ευρύτερα. Το πιο ελπιδοφόρο, ίσως, αριστερό εγχείρημα στην Ευρώπη έγινε αυτό που βλέπουμε σήμερα. Και δεν είναι ωραίο θέαμα.

Δεδομένης της έλλειψης οποιουδήποτε ιδεολογικού ή στρατηγικού επίδικου, οι εξελίξεις αφορούν περισσότερο προσωπικές επιδιώξεις παρά κάτι ενδιαφέρον, έστω, για την Αριστερά.

Σημείωνε ο Λουδοβίκος Κωτσονόπουλος, στην Εποχή του προηγούμενου Σαββάτου: «Ένα από τα στοιχεία που ανέδειξαν τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν η προάσπιση του πλουραλισμού. Αν καταλήξεις  σε ένα μόρφωμα, το οποίο απλά σέρνεται πίσω από μια λογική διεκδίκησης της εξουσίας, χωρίς να έχεις την απαραίτητη ζύμωση και άρα χωρίς να έχεις επιτρέψει τον πλουραλισμό να ανθίσει, τότε απλά διεκδικείς την καρέκλα, για να μην είναι ο άλλος».

Ακριβώς αυτό!

Τις τελευταίες μέρες, μετά την κατάρρευση των εκλογών αρκετοί, που δεν έβγαλαν κουβέντα επί πολλά χρόνια, αρχίζουν να αναζητούν τα αίτιά της στην εμμονή με την μεσαία τάξη, το κέντρο, κι άλλα παρόμοια, που είχαν επισημανθεί από πολύ καιρό από «εξωτερικούς» σχολιαστές και απορρίπτονταν δια της πλήρους σιωπής. Ό,τι πει ο Αλέξης, ήταν η στρατηγική (sic) -τόση σημασία έδιναν στη «στρατηγική». Από ένα σημείο κι έπειτα, όλα ήταν στρατηγική. Στρατηγική της εκλογής προέδρου από τις μάζες (!), στρατηγική των εκλογών, στρατηγική των προωθητικών (!) συμβιβασμών, στρατηγική της επικοινωνίας. Πρόκειται για τη λέξη, που κυριολεκτικά της είχε βγει ο αδόξαστος. Ψυχαναλυτικά, βέβαια, είναι απολύτως λογικό. Όταν δεν μιλάς καθόλου για στρατηγική μετασχηματισμού, όλα γίνονται στρατηγική -ακόμα και η Πόπη Τσαπανίδου.

Ειπώθηκε πως η ακροτελεύτια πράξη του Τσίπρα ήταν γενναία. Κάθε άλλο. Μετά από τόσες συντριπτικές ήττες, η παραμονή του θα ήταν ο ορισμός της παρακμής. Οι δεξιοί ηγέτες παραιτούνταν πάντοτε μετά από μία εκλογική ήττα -όχι από πέντε.

Επιπλέον, όσο κι αν η ευθύνη των υπολοίπων είναι τεράστια λόγω της ψοφοδεούς, απέναντι του, στάσης, η δική του είναι πολύ ιδιαίτερη στο μέτρο που, εδώ και πολλά χρόνια, γινόταν το δικό του, με προσβλητικό συχνά τρόπο. Θυμηθείτε, χαρακτηριστικά, όταν στο 2ο Συνέδριο έβαλε τους συνέδρους να ξαναψηφίσουν, αλλάζοντας την επιλογή τους, μια και, όπως τους εξήγησε, δεν είχαν καταλάβει καλά! Όλες οι επιλογές, μετά το 2015, ήταν και επίδειξη παντοδυναμίας. Το ό,τι αποδείχτηκε ατελέσφορη, μέχρι που κατέληξε στη περιφρόνηση, δίνει ένα καλό μάθημα σε όλους.

Οι «χαρισματικοί» μετρ της πολιτικής οδηγούν την Αριστερά πάντοτε στην καταστροφή. Ένα πλήθος σφουγκοκωλάριων τον ήθελε άχαστο, ιδιοφυή, πολιτικό (sic) των εκατό επόμενων χρόνων. Το πίστεψε, λοιπόν, και ο ίδιος. Και μεγαλοπιάστηκε. Με αποτέλεσμα να ευτελίσει κάθε συλλογική διαδικασία, κάθε ίχνος δημοκρατίας.

Σήμερα, νομίζω, είναι προφανές πως ο ΣΥΡΙΖΑ, σε αντίθεση με τη βλακεία πολλών δημοσιολόγων και τη σιωπηρή, έστω, αποδοχή όλων μέσα στο κόμμα, στις καλές του μέρες δεν ήταν, βασικά, ο Τσίπρας. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως, στην άνοδό του, έπαιξε σημαντικό ρόλο. Στην κάθοδό του, όμως, τον απολύτως σημαντικότερο.

Η εντυπωσιακή ενδυνάμωση του ΣΥΡΙΖΑ ήρθε, όταν λειτουργούσε συλλογικά. Όταν υπήρχε παραγωγή πολιτικής μέσα από ουσιαστικές διαδικασίες διαλόγου και σύγκρουσης. Όταν υπήρχε πλουραλισμός, όπως επισημαίνει ο Κωτσονόπουλος. Όταν συχνά ο Τσίπρας έχανε εσωκομματικές μάχες.

Η κατρακύλα, που  κατάληξε στην συνθήκη της εξάχνωσης, του syrizification, ξεκίνησε πριν από το 2015, από το Συνέδριο του ’13, ουσιαστικά, όταν το προεδρικό κύκλωμα αυτονομήθηκε και άρχισε να κάνει «μεγάλη πολιτική» -συναντήσεις, π.χ., με τον Βαρδινογιάννη ή τον Ψυχάρη, χωρίς να το ξέρει ούτε καν η Πολιτική Γραμματεία. Αξιοποιώντας την αντικειμενικό εκβιασμό -συγκρουστείτε, αν θέλετε τώρα που «πάμε για κυβέρνηση»- τα καπέλα πήγαιναν σύννεφο. Κανείς ποτέ δεν συζήτησε ούτε για τους ΑΝΕΛ ούτε για τον Προκόπη, ούτε για τον Σαγιά, ούτε για τον Λάμπη Ταγματάρχη, ούτε, ούτε,…

Κανείς δεν συζήτησε για την συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου, ούτε καν για το Δημοψήφισμα. Η πραξικοπηματική πρακτική, απλώς, ολοκληρώθηκε με την προκήρυξη εκλογών αντί για το συμφωνημένο Συνέδριο. Η επικράτηση τον Σεπτέμβριο του ’15 θεωρήθηκε νομιμοποίηση της προπέτειας, άρα άδεια για τη συνέχισή της.

Δεν θα πω άλλα.

Θα σημειώσω, απλώς, πως η Αριστερά πρέπει να είναι πολύ προσεκτική και αδιάλλακτη σε ζητήματα δημοκρατίας. Το, ξεχασμένο σήμερα, Κοκκινοπράσινο Δίκτυο επέμενε ιδιαίτερα, μεταξύ άλλων, σ’ αυτό. Στην υποστήριξη μιας ηγεσίας, πάντοτε ανακλητής, με περιορισμένες θητείες, με αυστηρούς μηχανισμούς ελέγχου. Το ανάποδο, ακριβώς, από τον Τσίπρα. Ο οποίος, αφού εξώθησε στην αποχώρηση ή παραμέρισε όλους όσους θα μπορούσαν εύκολα να του αντιμιλήσουν, όσο επιθετικά έπρεπε, μάλιστα, «διεύρυνε» το κόμμα με ό,τι απίθανο και γραφικό βρήκε διαθέσιμο και το έστειλε για φούντο.

Ο Λένιν -και συγχωρείστε μου την ιεροσυλία- όταν μειοψηφούσε δεν περνούσε καν από το μυαλό του πως θα επέβαλε την άποψή του, αξιοποιώντας το πολιτικό του κεφάλαιο. Προσέφευγε στη βάση, επιδιώκοντας να την πείσει για το δίκιο του.

Μόνο που διέθετε -πέρα από την ηθική και τη συντροφικότητα- κάτι πιο σημαντικό ακόμη. Όπως και όλοι οι σπουδαίοι άνθρωποι της μαζικής Αριστεράς, μέχρι και την επικράτηση του σταλινισμού, ήξερε γράμματα. Μπορούσε να κάνει θεωρητικές παρεμβάσεις, έγραφε και έπαιρνε μέρος στη συζήτηση των πιο βαθιών ζητημάτων, διάβαζε πολύ και έδινε την αξία, που της έπρεπε, στην πραγματική στρατηγική συζήτηση -πώς αλλάζουμε ριζικά τον κόσμο και πώς κάθε άμεση πολιτική παρέμβαση υπηρετεί αυτόν τον στόχο.

Οι σημερινές «ηγεσίες», επαγγελματίες πολιτικοί προσαρμοσμένοι απολύτως στο πολιτικό σύστημα, δεν ασχολούνται με τέτοια. Η θεωρητική ρηχότητα θεωρείται προσόν τους, στο μέτρο που αυτό που μετράει είναι ο «ρεαλισμός» και η «διακυβέρνηση». Το να ηγούνται κομμάτων εξουσίας -τρομακτικό, πραγματικά.

Τώρα, καλό κατευόδιο.

Sic transit gloria mundi. Έτσι παρέρχεται η δόξα του κόσμου.

Δεν πρόκειται για φράση της ρωμαϊκής εποχής. Αφορά του πάπες μετά τον 15ο αιώνα. Τους πάπες.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Εξώδικο της Ένωσης Συνοριακών Φυλάκων στο Solomon

Εργατικό δυστύχημα στη δυτική Θεσσαλονίκη