in

Σειρά τροπολογιών στο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ

Σειρά τροπολογιών στο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ

Σειρά τροπολογιών στο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο το οποίο εισάγεται προς συζήτηση και ψήφιση στο θερινό τμήμα της Βουλής καταθέτουν βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ για την καλύτερη αντιμετώπιση των ρατσιστικών εγκλημάτων και την οριοθέτηση με σαφήνει της αξιόποινης πράξης καθώς και του ποινικού κολασμού εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά.

Οι τροπολογίες αφορούν ακόμη την προστασία των θυμάτων ρατσιστικής βίας, την απόδοση ευθύνης, την επιβολή κυρώσεων κατά νομικών προσώπων και ενώσεων προσώπων σχετικά με ρατσιστικά εγκλήματα και πράξεις, το σύμφωνο συμβίωσης και την επέκτασή του, αλλά και την χορήγηση και ανανέωση αδειών διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους.

Οι τροπολογίες συνοδεύονται από αιτιολογικές εκθέσεις με εκτενείς αναφορές σε εκθέσεις διεθνών οργανισμών, παρατηρήσεις και συλλογή πληροφοριών από δίκτυα που ασχολούνται με την καταγραφή αλλά και αντιμετώπιση ρατσιστικών πράξεων. .

Οι τροπολογίες υπογράφονται από την Βασιλική Κατριβάνου, τον γραμματέα της ΚΟ του κόμματος, Νίκο Βούτση, την Ιωάννα Γαϊτάνη, τον Σταύρο Κοντονή, τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και την Αφροδίτη Σταμπουλή.

Σύμφωνα με την πρώτη τροπολογία που αφορά την οριοθέτηση των ρατσισικών εγκλημάτων:

- Ως «έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά ορίζεται κάθε αξιόποινη πράξη που τελείται κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων λόγω της εθνικής ή εθνοτικής προέλευσής τους, της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, της αναπηρίας, του φύλου, του σεξουαλικού προσανατολισμού ή της ταυτότητας φύλου τους». Αντίστοιχη πρόνοια θα πρέπει να εισαχθεί και στον Ποινικό Κώδικα. Η αξιόποινη πράξη περιλαμβάνει κάθε παράνομη πράξη, ενέργεια ή παράλειψη προσώπου ή ομάδας προσώπων κατά την έννοια του άρθρου και όλο το φάσμα συμμετοχής (αυτουργία, ηθική αυτουργία, συνέργεια κ.α).

«Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου, τιμωρούνται πράξεις, δηλαδή συμπεριφορές που απειλούν κάποιο έννομο αγαθό, και όχι οι ιδέες, θεωρίες και απόψεις. Κι αυτό διότι η ποινική καταστολή θα πρέπει να οργανώνεται γύρω από τη δίωξη της αξιόποινης συμπεριφοράς και όχι γύρω από τη δίωξη του φρονήματος. Κρίνεται αναγκαία η ένταξη του ορισμού του εγκλήματος με ρατσιστικά χαρακτηριστικά στον Ποινικό Κώδικα, αφενός για την πιο αποτελεσματική εφαρμογή του, αφετέρου γιατί με την ποινική απαξίωση στιγματίζεται και καταδικάζεται από την Πολιτεία, διά του νομοθέτη, κάθε συμπεριφορά που συνιστά έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, ως αντιβαίνουσα θεμελιώδεις αρχές, δικαιώματα και ελευθερίες στις οποίες βασίζεται και τις οποίες έχει υποχρέωση να προστατεύει ένα δημοκρατικό κράτος δικαίου» αιτιολογούν οι βουλευτές την πρότασή τους.

 - Προστίθεται μετά το άρθρο 93 του ΠΚ, νέο άρθρο 93Α. Σε αυτό το άρθρο εισάγεται αυτοτελώς και προσδιορίζεται η ειδική επιβαρυντική περίσταση για τη δίωξη και την τιμωρία των εν λόγω εγκλημάτων: «1. Σε περίπτωση εγκλήματος με ρατσιστικά χαρακτηριστικά κατά την έννοια της παραγράφου η' του άρθρου 13, η ποινή επιβαρύνεται και δύναται να φτάσει έως το ανώτατο όριο του είδους της ποινής που προβλέπεται για την πράξη χωρίς τη συνδρομή ρατσιστικών χαρακτηριστικών».

Όπως αναφέρουν οι βουλευτές, «η εισαγωγή αυτοτελούς άρθρου περί επιβαρυντικής περίστασης διασφαλίζει την υποχρέωση διερεύνησης των ρατσιστικών χαρακτηριστικών κατά το πρώτο στάδιο υποβολής της καταγγελίας και άσκησης της ποινικής δίωξης. Κατ' αυτόν τον τρόπο, ικανοποιείται η ανάγκη να ερευνάται και να αξιολογείται τούτο ποινικά, ως επιβαρυντική περίσταση που επηρεάζει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης κατά το στάδιο της άσκησης της ποινικής δίωξης και όχι κατά την επιμέτρηση της ποινής, όπως ισχύει σήμερα σύμφωνα με το άρθρο 79 Π.Κ. Σημειωτέον ότι οι διατάξεις του άρθρου 79 Π.Κ. συνιστούν ατελείς διατάξεις που, από τη θέσπισή τους- το 2008- και μέχρι σήμερα δεν έχουν τύχει εφαρμογής».

Στο προτεινόμενο εισαγόμενο άρθρο προβλέπεται ειδική διάταξη περί υποτροπής. Επίσης, προβλέπεται αυτοδίκαιη αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων του δράστη σε περίπτωση καταδίκης για τα εγκλήματα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά σε κακουργηματική μορφή και η αυτεπάγγελτη άσκηση δίωξης εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, ακριβώς γιατί η προστασία των προσβαλλόμενων αγαθών εντάσσεται στον πυρήνα του κράτους δικαίου.

 - Ορίζεται ότι: «Η τέλεση ή συνδρομή στην τέλεση ή υπόθαλψη ή παρασιώπηση τελέσεως εγκλήματος με ρατσιστικά χαρακτηριστικά από δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του και στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, συνιστά αυτοτελώς επιβαρυντική περίσταση».

- Μετά το άρθρο 93Α του ΠΚ, προστίθεται άρθρο 93Β. Σε αυτό προβλέπονται αυστηρότερες παρεπόμενες ποινές για τους δημόσιους λειτουργούς και υπαλλήλους, οι οποίοι καταδικάζονται για την τέλεση, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά. Συγκεκριμένα, καταδίκη δημοσίου λειτουργού ή υπαλλήλου, για πράξεις του άρθρου 13 παρ. «η» που τελέσθηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, συνεπάγεται αυτοδίκαιη αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων. Η στέρηση είναι διαρκής σε περίπτωση καταδίκης σε ισόβια κάθειρξη, τουλάχιστον δεκαετής σε περίπτωση κάθειρξης, και πενταετής σε περίπτωση καταδίκης σε φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών, εφόσον άλλη διάταξη δεν προβλέπει βαρύτερη αποστέρηση.

«Η αναγκαιότητα θέσπισης των ως άνω αυστηρότερων παρεπόμενων ποινών είναι προφανής, λόγω της αυξημένης ευθύνης και υποχρέωσης των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων να τηρούν τη νομιμότητα και να σέβονται το κράτος δικαίου και συναφής, ως ποινή, η απαξίωσή τους από την Πολιτεία και η αποβολή τους από την όποια δημόσια, εν ευρεία έννοια, θέση ή δημόσιο καθήκον σε περίπτωση τέλεσης εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, που προσβάλλουν τον πυρήνα του κράτους δικαίου και της Δημοκρατίας» σημειώνουν οι βουλευτές.

 Απόδοση ευθύνης σε νομικά πρόσωπα και ενώσεις προσώπων

Με δεύτερη τροπολογία, οι βουλευτές προτείνουν την απόδοση ευθύνης και την επιβολή κυρώσεων κατά νομικών προσώπων και ενώσεων προσώπων. Σύμφωνα με την τροπολογία:

Όταν, φυσικό πρόσωπο που έχει δικαίωμα ή εξουσία εκπροσώπησης ή λήψης αποφάσεων στο όνομα και για λογαριασμό νομικού προσώπου ή ενώσεως προσώπων ή εξουσία και αρμοδιότητα ελέγχου και εποπτείας αυτών ή διευθυντικό δικαίωμα στο πλαίσιο λειτουργίας αυτών ή που ενεργεί κατ' εντολή ή καθ' υπόδειξη προσώπων που έχουν τα ως άνω δικαιώματα, εξουσίες και αρμοδιότητες, καταδικασθεί με τελεσίδικη απόφαση για αξιόποινες πράξεις, σύμφωνα με τα άρθρα 13 παρ. η' και 93Α ΠΚ, οι οποίες τελέσθηκαν στο πλαίσιο της δράσης ή προς επίτευξη των σκοπών ή στο όνομα και για λογαριασμό του νομικού προσώπου ή της ενώσεως προσώπων, και με την επιφύλαξη εφαρμογής των διατάξεων περί δήμευσης και κατάσχεσης, επιβάλλονται κυρώσεις.

Οι κυρώσεις αφορούν διοικητικά πρόστιμα από 3 έως 100 χιλ ευρώ και μπορεί να φθάσουν μέχρι και τη διάλυση νομικού προσώπου. Επίσης, προβλέπεται απαγόρευση άσκησης εμπορικής δραστηριότητας αλλά και αποκλεισμός από φορολογικά ευεργήματα και ενισχύσεις.

Για την επιβολή των παραπάνω διοικητικών κυρώσεων συνεκτιμώνται  η βαρύτητα της  τελεσθείσας πράξης, παρόμοιες παράνομες πράξεις για τις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις στο παρελθόν, η τυχόν οικονομική ή άλλη ωφέλεια που αποκόμισε το νομικό πρόσωπο ή η ένωση προσώπων συνεπεία της παράνομης πράξης.

 

 Σύμφωνο Συμβίωσης

Οι βουλευτές επαναφέρουν, εξάλλου, την πρόταση για την επέκταση του συμφώνου συμβίωσης. Ειδικότερα, όπως επισημαίνουν, «σύναψη γάμου ή συμφώνου συμβίωσης στη χώρα μας νοείται και επιτρέπεται μόνο μεταξύ ετερόφυλων ζευγαριών. Ως αποτέλεσμα, ένας σημαντικός αριθμός προσώπων αποκλείεται στην Ελλάδα από την άσκηση του συνταγματικώς κατοχυρωμένου δικαιώματος στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή, λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου. Ο αποκλεισμός αυτός συνιστά απαγορευμένη διάκριση, παραβιάζει το διεθνές, ευρωπαϊκό και ενωσιακό δίκαιο και το Ελληνικό Σύνταγμα, έχει, δε, καθημερινά σοβαρές και επαχθείς συνέπειες για μεγάλο αριθμό ανθρώπων, που υποβάλλονται καθημερινά σε δυσμενείς διακρίσεις και στερούνται στοιχειωδών δικαιωμάτων: ρύθμιση οικογενειακών σχέσεων, κληρονομικών δικαιωμάτων, φορολόγηση, ασφάλιση, δικαίωμα σε επιδόματα και λοιπά ευεργετήματα που προβλέπονται για τους συζύγους/συντρόφους, στέρηση ακόμη και του δικαιώματος να θεωρηθούν πλησιέστεροι συγγενείς σε περιπτώσεις σοβαρής ασθένειας του συντρόφου τους και να συμμετέχουν σε αποφάσεις που αφορούν την περίθαλψη και νοσηλεία του.».

Μεταξύ άλλων, «η συμφωνία δύο ενηλίκων προσώπων, διαφορετικού ή του ιδίου φύλου, με την οποία οργανώνουν τη συμβίωσή τους (σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης) καταρτίζεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Η συμφωνία γνωστοποιείται διά δηλώσεως στον ληξίαρχο του τόπου κατοικίας τους και καταχωρίζεται σε ειδικό ληξιαρχικό βιβλίο, από το οποίο εκδίδεται και σχετικό απόσπασμα».

Οι βουλευτές αναφέρουν ότι: “Στην πλειοψηφία τους οι εθνικές νομοθεσίες των λοιπών ευρωπαϊκών κρατών ρυθμίζουν με θετικό τρόπο την συμβιωτική σχέση ομόφυλων προσώπων, είτε με την πρόβλεψη δυνατότητας σύναψης γάμου (Βέλγιο, Γαλλία, Ισλανδία, Ολλανδία, Νορβηγία, Πορτογαλία, Ισπανία, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο) είτε/και με την πρόβλεψη δυνατότητας σύναψης συμφώνου συμβίωσης (Ανδόρα, Γαλλία, Τσεχία, Δανία, Φιλανδία, Γερμανία, Ουγγαρία, Ιρλανδία, Λιχτενστάιν, Λουξεμβούργο, Σλοβενία, Ελβετία, Κροατία) με διαβαθμίσεις και παραλλαγές σε παρεπόμενα δικαιώματα. Χαρακτηριστική περίπτωση η Γαλλία, η οποία, εντελώς πρόσφατα, το 2013 νομοθέτησε και το γάμο μεταξύ ομοφύλων, παρότι από τη δεκαετία του ΄90 ρυθμίζονταν θεσμικά οι συμβιωτικές σχέσεις ομοφύλων στο πλαίσιο του Συμφώνου Συμβίωσης, το οποίο δεν κατοχύρωνε μόνο τα πλήρη κληρονομικά δικαιώματα και το δικαίωμα στην υιοθεσία.”

“Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στα κράτη, στα οποία δεν επιτρέπεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο η θεσμική ρύθμιση συμβίωσης μεταξύ ομοφύλων προσώπων. Η παντελής απουσία θεσμικής ρύθμισης και η απόλυτη αδυναμία άσκησης του δικαιώματος ομόφυλων προσώπων στην οικογενειακή ζωή, λόγω και της απουσίας αποτελεσματικών ένδικων μέσων για τη διεκδίκησή του στη χώρα μας, οδήγησε σε προσφυγές στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) και σε πρόσφατη καταδίκη της χώρας μας, για παραβιάσεις του άρθρου 8 (δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής) και του άρθρου 14 (απαγόρευση διακρίσεων) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). “Η κατατεθείσα τροπολογία έχει, συμφωνα με τους βουλευτές, σκοπό να θεραπεύσει, με θετικά μέτρα για τη θεσμική ρύθμιση των συμβιωτικών σχέσεων των ομόφυλων ζευγαριών, τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων των ΛΟΑΔ/LGBT προσώπων στην Ελλάδα, παραβιάσεις χρόνιες και συστηματικές και βρίσκουν έρεισμα στην Ελληνική νομοθεσία. Κρίνεται, δε, αναγκαία προς την κατεύθυνση της εξάλειψης των διακρίσεων και της ισότητας της μεταχείρισης και απαντά σε ένα διαχρονικό και επιτακτικό πλέον αίτημα των Φορέων και Συλλογικοτήτων της ΛΟΑΔ/ LGBT κοινότητας που αντανακλά και την ανάγκη της κοινωνίας.

Επιπλέον, προτείνεται με την κατατεθείσα τροπολογία, ένα ολοκληρωμένο ρυθμιστικό πλαίσιο, προκειμένου το Σύμφωνο Συμβίωσης να καταστεί ασφαλέστερο πλαίσιο για τους θεσμικά αναγνωριζόμενους συντρόφους ανεξαρτήτως φύλου.

Προστασία θυμάτων

Με τροπολογία αυτή προτείνεται σειρά διατάξεων για τη «διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου και αποτελεσματικού πλαισίου προστασίας των θυμάτων και των μαρτύρων εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά». Όπως αναφέρουν , “Η δίωξη των ρατσιστικών εγκλημάτων δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική αν δεν παρέχεται επαρκής προστασία στα θύματα για να μπορέσουν να καταγγείλουν τις σε βάρος τους επιθέσεις. Ο κίνδυνος και η ακολουθούμενη μέχρι σήμερα πρακτική σύλληψης θυμάτων και μαρτύρων, που δεν διαθέτουν νομιμοποιητικά έγγραφα στην Ελλάδα και καταγγέλλουν εγκλήματα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, συνιστούν μείζον πρόσκομμα και αποτρεπτικό παράγοντα για την υποβολή της καταγγελίας και, κατά συνέπεια, καθιστούν αναποτελεσματική τη δίωξη των ως άνω εγκλημάτων.” Οι βουλευτές αναφέρουν στο γεγονός ότι και το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας έχει επανειλημμένα τονίσει πως η ρατσιστική βία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά χωρίς εγγυήσεις για τη δυνατότητα καταγγελίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Δικτύου, οι στερούμενοι νομιμοποιητικών εγγράφων αποτελούν την πλειονότητα των θυμάτων ρατσιστικών επιθέσεων. Ακόμα και στις λίγες εκείνες περιπτώσεις στις οποίες αποτολμούν να καταγγείλουν τα περιστατικά, τίθενται αυτόματα υπό κράτηση προς έκδοση απόφασης απέλασης.

Οι βουλευτές τονίζουν ότι «η προστασία του θύματος εξασφαλίζεται άμεσα με την προσωρινή αναστολή της κράτησης και απέλασης, η οποία χορηγείται σε κάθε περίπτωση, δεν δημιουργεί υπέρ του καταγγέλλοντος κανένα άλλο δικαίωμα πέραν της μη απομάκρυνσης και της ψυχοκοινωνικής και νομικής υποστήριξης, εξασφαλίζει, όμως, την αναγκαία προστασία στο πρώιμο εκείνο στάδιο».

Έτσι προτείνουν μετά την άσκηση ποινικής δίωξης για ρατσιστικό έγκλημα, να εξασφαλίζεται η παραμονή του θύματος και του μάρτυρα μέχρι την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, ως εχέγγυο της παροχής έννομης προστασίας και της εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος για την καταπολέμηση του εγκλήματος. Ακόμη, προτείνουν δωρεάν νομική βοήθεια σε θύματα εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά και απαλλαγή τους από τα προβλεπόμενα παράβολα.

Χορήγηση και ανανέωση αδειών διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους
 

Οι βουλευτές αναφέρουν ότι με την παρούσα τροπολογία δίνεται η δυνατότητα μιας ενιαίας και εξορθολογισμένης λύσης, που θα αποτρέψει τη λειτουργία πολλών ταχυτήτων εντός του ιδίου συστήματος και θα δώσει την δέουσα λύση για πρόσωπα που εμπίπτουν στην προστασία για λόγους ανθρωπιστικούς, λαμβανομένης ιδίως υπ’ όψιν, της αντικειμενικής αδυναμίας απομάκρυνσης ή επιστροφής του αιτούντος στη χώρα καταγωγής ή συνήθους διαμονής του για λόγους ανωτέρας βίας, όπως σοβαροί λόγοι υγείας του ιδίου ή μέλους της οικογενείας του, του διεθνούς αποκλεισμού της χώρας του ή της συνδρομής στο πρόσωπο του ενδιαφερομένου της ρήτρας μη επαναπροώθησης του άρθρου 3 της Σύμβασης για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ),

Έτσι προτείνουν προσθήκη στον Κώδικα Μετανάστευσης για τη ρύθμιση της χορήγησης και ανανέωσης αδειών διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους. Όπως σημειώνουν, με την πρότασή τους θα υπάρξει αποτελεσματικότερη προστασία των προσώπων που εμπίπτουν στο ρυθμιστικό πεδίο του νόμου και θα καταστεί ασφαλέστερη η διαδικασία χορήγησης των σχετικών αδειών διαμονής.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ολλανδία: Εξετάζεται το ενδεχόμενο παροχή όπλων στους Κούρδους του Ιράκ

ΥΠΟΙΚ: Λανθασμένος ο ΕΝΦΙΑ στο “Χαμόγελο του Παιδιού”