Το ΔΣ της ΕΝΙΘ καταγγέλλει με ανακοίνωση του τις τεράστιες ελλείψεις προσωπικού στον αξονικό τομογράφο του Ιπποκρατείου νοσοκομείου Θεσσαλονίκης. Το τμήμα αξονικού τομογράφου στο νοσοκομείο με τις περισσότερες κλίνες στη Βόρεια Ελλάδα και με τη μεγαλύτερη προσέλευση ασθενών στις γενικές εφημερίες βρίσκεται σε οριακή κατάσταση.
Αυτή τη στιγμή έχουν μείνει μόνο δύο ιατροί ΕΣΥ για την καθημερινή λειτουργία, όπου εξυπηρετούνται κατά μέσο όρο 25 ασθενείς (50-70 εξετάσεις) και συνολικά 3 γιατροί για τις εφημερίες, όπου σε κάθε 24ωρη γενική εφημερία εξυπηρετούνται κατά μέσο όρο πάνω από 50 ασθενείς. Αντίστοιχα μεγάλη είναι και η έλλειψη προσωπικού στους τεχνολόγους του αξονικού τομογράφου.
Το αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης δεν είναι μόνο η εξουθένωση των συναδέλφων που αναγκάζονται να κάνουν πάνω από 10 εφημερίες το μήνα, αλλά και η υποβάθμιση συνολικά της λειτουργίας του νοσοκομείου. Σε ένα τριτοβάθμιο νοσοκομείο όπως το Ιπποκράτειο με πλήρη ανάπτυξη του παθολογικού και χειρουργικού τομέα και με παιδιατρικές, γυναικολογικές κλινικές, με ΜΕΘ ενηλίκων, παιδιών και νεογνών και το μοναδικό κέντρο μεταμόσχευσης στη Bόρεια Ελλάδα ο αξονικός τομογράφος είναι τμήμα πρώτης γραμμής. Είναι απαράδεκτο να λιμνάζουν τα περιστατικά στις κλινικές χωρίς διάγνωση λόγω της έλλειψης προσωπικού στον αξονικό.
«Η πολιτική διάλυσης και ιδιωτικοποίησης της δημόσιας υγείας που έχει μειώσει το ιατρικό και βοηθητικό προσωπικό του ακτινολογικού την ώρα που οι ανάγκες συνεχώς αυξάνονται είναι η αιτία αυτής της επικίνδυνης κατάστασης. Η κυβέρνηση, το Yπουργείο Yγείας, ο διοικητής της 4ης ΥΠΕ και ο διοικητής του νοσοκομείου είναι οι υπεύθυνοι για αυτό το έγκλημα εις βάρος της δημόσιας υγείας», τονίζει η ΕΝΙΘ.
Παράλληλα επισημαίνει πως η απόφαση του διοικητή της 4ης ΥΠΕ για μετακινήσεις συναδέλφων από άλλα νοσοκομεία (Θεαγένειο, Άγιος Παύλος, ΑΧΕΠΑ) στον αξονικό του Ιπποκρατείου όχι μόνο δεν λύνει το πρόβλημα αλλά δημιουργεί ακόμα περισσότερα.
Η υποχρεωτική μετακίνηση των ακτινολόγων του Θεαγενείου, αντικαρκινικού νοσοκομείου που εξυπηρετεί ογκολογικούς ασθενείς από όλη τη Βόρεια Ελλάδα, δημιουργεί επιπλέον προβλήματα. Το ακτινολογικό τμήμα ήδη μετά βίας μπορεί να καλύψει το σύνολο των αναγκών των ασθενών του Θεαγενείου και αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι υπάρχουν προγραμματισμένα ραντεβού μέχρι και 6 μήνες μετά. Ταυτόχρονα, η συμβολή του είναι καθοριστική στη διάγνωση και βέλτιστη πορεία των ογκολογικών ασθενών η, δε, άμεση συνεργασία του με τους θεράποντες κλινικούς ιατρούς είναι επιβεβλημένη. Οι μετακινήσεις, λοιπόν, απειλούν τη εύρυθμη λειτουργία του εργαστηρίου και του νοσοκομείου, εξαιτίας της αναστάτωσης των προγραμμάτων, αυξάνουν την αναμονή για τους ογκολογικούς ασθενείς και εξουθενώνουν το ιατρικό προσωπικό που ήδη εργάζεται πέραν κάθε ωραρίου για να καλύψει τις ανάγκες του εργαστηρίου.
Οι ακτινολόγοι του Θεαγενείου είναι εξειδικευμένοι στην ογκολογική απεικόνιση επενδύοντας επιστημονικά τα τελευταία χρόνια με μετεκπαιδεύσεις και μελέτη σε αυτόν τον τομέα. Καλούνται τώρα να απεμπολήσουν αυτή την εξειδίκευση και να καλύψουν ένα γενικό νοσοκομείο, ενώ δεν είναι εξοικειωμένοι με μεγάλο κομμάτι των εξετάσεων που ζητούνται εκεί. Αυτό σε συνδυασμό με την μη εξοικείωση των ιατρών με τον ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό του εργαστηρίου καθιστά αμφίβολη την παροχή ποιοτικών ιατρικών υπηρεσιών και προκαλεί αντικειμενικά κινδύνους για την υγεία των ασθενών.
Όλα τα παραπάνω έχουν επιπτώσεις στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και στα δύο νοσοκομεία, καθώς επιβαρύνεται και ο ογκολογικός ασθενής με την στέρηση της εξειδικευμένης απεικόνισης αλλά και τμήμα των ασθενών του Ιπποκρατείου, όπως οι παιδιατρικοί, λόγω έλλειψης της αντίστοιχης εμπειρίας και κατάρτισης. Επιπλέον, όμως, επιδρούν αρνητικά και στις ήδη εντατικοποιημένες συνθήκες των γιατρών αλλά και επιβαρύνουν την εκπαίδευση των ειδικευομένων, εκείνων δηλαδή των γιατρών που θα υπηρετήσουν στο μέλλον το ΕΣΥ.
Οι μετακινήσεις έχουν πάρει μορφή χιονοστιβάδας και οδηγούν σε αφόρητες συνθήκες τους γιατρούς του ΕΣΥ, κυρίως παθολόγους και αναισθησιολόγους, αλλά και ακτινολόγους. Τα τεράστια κενά στα ακτινολογικά εργαστήρια “μπαλώνονται” και με γνωματεύσεις εξ’ αποστάσεως. Χαρακτηριστικά, οι αξονικές τομογραφίες που διενεργούνται στο νοσοκομείο Πολυγύρου γνωματεύονται εξ αποστάσεως από γιατρούς άλλων νοσοκομείων της 4ης ΥΠΕ (ένα εκ των οποίων είναι και το Ιπποκράτειο).
Η πολιτική της κυβέρνησης και των Διοικήσεων των ΥΠΕ με το μπάλωμα των τεράστιων κενών, με την εξουθένωση και εξευτελισμό του ήδη ελάχιστου προσωπικού, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια τους γιατρούς του ΕΣΥ σε παραίτηση, όπως έχουν ήδη κάνει οι προς μετακίνηση γιατροί του ακτινολογικού τμήματος Θεαγενείου και όπως ήδη έχουν κάνει αρκετοί συνάδελφοι του Ιπποκράτειου.
«Δεν ανεχόμαστε το αίσχος των συνεχόμενων μετακινήσεων ιατρικού προσωπικού για την κάλυψη με μπαλώματα των τεράστιων κενών. Δεν ανεχόμαστε τις λύσεις τύπου συμπράξεων με ιδιώτες, που επιδεινώνουν την κατάσταση και εκχωρούν δημόσιες δομές στα κέρδη μεγάλων ιδιωτικών ομίλων.
Απαιτούμε άμεση στελέχωση όλων των ακτινολογικών εργαστηριών με μόνιμο προσωπικό!
Απαιτούμε να εγκατασταθεί δεύτερος αξονικός τομογράφος στο Ιπποκράτειο και να προκηρυχτούν άμεσα τουλάχιστον 6 θέσεις ιατρών ακτινολόγων αποκλειστικά για τον αξονικό τομογράφο και να καλυφθούν αντίστοιχα τα τεράστια κενά βοηθητικού προσωπικού.
Απαιτούμε μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, με αξιοπρεπείς μισθούς!», καταλήγει η ανακοίνωση της ΕΝΙΘ.