in

Σχόλιο στην απάντηση των κ. Μπακέλα – Νικήσιανη και πάλι για το Ασφαλιστικό. Του Θέμη Αχτσιόγλου

Σχόλιο στην απάντηση των κ. Μπακέλα – Νικήσιανη και πάλι για το Ασφαλιστικό. Του Θέμη Αχτσιόγλου

Σχόλιο στην απάντηση των κ. Μπακέλα – Νικήσιανη (δείτε εδώ) και πάλι για το Ασφαλιστικό.

 
Είναι άχαρο να υπερασπίζεσαι κάτι, που θα ήθελες να είναι διαφορετικό (αναφέρομαι στον εαυτό μου). 

Δεν είναι σωστό όμως να πολεμάς κάτι, το οποίο δεν είναι αυτό που νομίζεις (μιλώ για τους κ. Μπακέλα και Νικήσιανη, αναφερόμενος αποκλειστικά και μόνο σε όσα έγραψαν στο συγκεκριμένο άρθρο τους για το ασφαλιστικό). 

Εξηγούμαι (χάριν της αλήθειας): 

Στο σχόλιό μου είχα επισημάνει ενδεικτικά τέσσερις αστοχίες των συγγραφέων του άρθρου. Στην απάντησή τους παραδέχονται ότι για τις δύο παρατηρήσεις μου έχω δίκαιο, ενώ για τις άλλες δύο ότι κάνω λάθος. 

Ας δούμε συγκεκριμένα τα δύο «λάθη» μου (χωρίς βέβαια να ισχυρίζομαι ότι δεν αποκλείεται να κάνω λάθος): 

1) Τα ποσοστά αναπλήρωσης για την ανταποδοτική (και μόνο) σύνταξη είναι αυτά που αναφέρουν οι κ. Μπακέλας και Νικήσιανης (πίνακας του άρθρου 8 παρ. 3 του σχεδίου του Υπουργείου Εργασίας). 

Όμως:

α) Η ανταποδοτική σύνταξη εξαρτάται από τα ποσοστά αναπλήρωσης, το χρόνο ασφάλισης (όχι όμως μόνο από αυτά) αλλά και τις συντάξιμες αποδοχές, που για τους μισθωτούς είναι ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου σε όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου (άρθρο 8 παρ. 1 και 2 του σχεδίου).

β) Στα παραδείγματα που αναφέρονται στο σχόλιό μου συνυπολογίζεται προφανώς και η εθνική σύνταξη. Έτσι τα συνολικά ποσοστά αναπλήρωσης (δηλαδή η σχέση της συνολικής [εθνικής και ανταποδοτικής] σύνταξης προς το μισθό) είναι αυτά που αναφέρονται στο σχόλιο (ποσοστά που αυξάνονται για τις μικρές συντάξιμες αποδοχές και τα περισσότερα χρόνια ασφάλισης και μειώνονται για τις μεγάλες συντάξιμες αποδοχές και τα λιγότερα χρόνια ασφάλισης, πράγμα που σημαίνει ότι ευνοούνται οι οικονομικά ασθενέστεροι). Κι αυτό είναι που έχει σημασία για το συνταξιούχο, δηλαδή το πόσα χρήματα θα μπουν τελικά στην τσέπη του, και όχι ο τρόπος υπολογισμού της σύνταξης ή το μοίρασμά της σε εθνική και ανταποδοτική  κ.λπ.

γ) Αναφέροντας οι κ. Μπακέλας και Νικήσιανης στο άρθρο τους ότι τα προ-μνημονιακά επίπεδα αναπλήρωσης ήταν 80% (που πάντως δεν ήταν έτσι ούτε υπήρχε ενιαίο ποσοστό αναπλήρωσης), ενώ με την πρόταση του Υπουργείου Εργασίας είναι από 12% έως 47%, δημιουργούν την εντύπωση μείωσης των συντάξεων κατά ποσοστά από 68% μέχρι 32%. Το προ-μνημονιακό ποσοστό αναπλήρωσης όμως του 80% (ακόμη κι αν δεχθούμε πως ήταν έτσι) αναφέρεται στο σύνολο της σύνταξης, ενώ τα ποσοστά από 12% έως 47% αναφέρονται μόνο στην ανταποδοτική σύνταξη (στην οποία πρέπει να προστεθεί και η εθνική, οπότε το ποσοστό αναπλήρωσης, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, είναι πολύ μεγαλύτερο [φτάνει και το 80%]).

2) Οι κ. Μπακέλας και Νικήσιανης επιμένουν ότι η «προσωπική διαφορά» για τους τωρινούς συνταξιούχους θα πάψει να καταβάλλεται μετά το 2018. 

Στο άρθρο 15 παρ. 2 της πρότασης του Υπουργείου αναφέρονται τα εξής: «α. Μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής οι συντάξεις της προηγούμενης παραγράφου συνεχίζουν να καταβάλλονται στο ύψος που είχαν  κατά την δημοσίευση του παρόντος, 

β. Μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, εφόσον το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων αυτών είναι μεγαλύτερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους βάσει του άρθρου 8, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, απομειούμενη μέχρι την τελική αντιστοίχιση με τις συντάξεις όσων θα συνταξιοδοτηθούν μετά τη θέση σε ισχύ του νόμου αυτού. Εάν είναι μικρότερο, καταβάλλεται στο συνταξιούχο το αναλογούν υπολειπόμενο  ποσό της διαφοράς». 

Από αυτά που διαβάζω συμπεραίνω ότι ο μηχανισμός της προσωπικής διαφοράς θα λειτουργήσει από την εφαρμογή του νόμου και για όσο διάστημα χρειαστεί μέχρι την ταύτιση των ποσών των καταβαλλόμενων και των μελλοντικών συντάξεων. Η αναφορά που γίνεται στο σχέδιο ότι από το 2018 και μετά θα γίνεται η σύγκριση με τις μελλοντικές συντάξεις, αναφέρεται στο αυτονόητο, ότι, όπως κάθε προσωπική διαφορά, αυτή θα τείνει να μειώνεται, όταν οι ισοδύναμες με αυτές συντάξεις ανεβαίνουν. 

3) Όσο για το αν η «εθνική σύνταξη» είναι προνοιακό επίδομα ή όχι, εξακολουθώ να έχω την άποψη ότι, εφόσον συνδέεται με χρόνια ασφάλισης (και δεν δίνεται χωρίς ασφαλιστικές προϋποθέσεις), αποτελεί σύνταξη. Αλλά δεν θα μαλώσουμε γι’ αυτό. 

 Νομίζω πως η κύρια διαφορά μεταξύ μας είναι η μέθοδος που ακολουθούμε: 

Οι κ. Μπακέλας και Νικήσιανης ξεκινούν από το αξίωμα πως η πρόταση της κυβέρνησης για το ασφαλιστικό (όπως και κάθε μέτρο της παρούσας κυβέρνησης;) είναι κακή (γι’ αυτό και οι χαρακτηρισμοί, τα επίθετα, η φωτογραφία που συνόδευε το άρθρο τους κ.λπ.). Τα εκ των υστέρων επιχειρήματα έρχονται να ενισχύσουν το αρχικό αξίωμα.

Θεωρώ πως ορθότερη μέθοδος είναι αυτή που ξεκινά από τα συγκεκριμένα, τα κρίνει, τα συγκρίνει και από αυτά καταλήγει στο γενικό συμπέρασμα. 

Και πάντα βέβαια πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να κρίνουμε στις δεδομένες πραγματικές συνθήκες (in vivo) και όχι σε συνθήκες εργαστηρίου (in vitro).
 

ΥΓ. Ευχαριστώ για τη φιλοξενία, όπως και τους συγγραφείς για τα ευγενικά τους λόγια.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Yπογράφηκε συμπληρωματική σύμβαση 25 εκατ. Ευρώ για την ολοκλήρωση των αρχαιολογικών ανασκαφών στο Μετρό

H ανασυγκρότηση προϋποθέτει βούληση και σχέδιο. Του Σάββα Πασχαλίδη