in

Σας παρακαλώ βάλτε με στη φυλακή

Σας παρακαλώ βάλτε με στη φυλακή

Η είδηση ότι ένας 47χρονος άστεγος από τον Βόλο έκλεψε ένα αυτοκίνητο προκειμένου να φυλακιστεί και να σωθεί από το κρύο ξάφνιασε αρκετούς. Πρόκειται όμως για μια συνήθη πρακτική που ακολουθείται εδώ και αιώνες, όταν κυβερνήσεις φροντίζουν οι συνθήκες στον δρόμο να είναι χειρότερες από αυτές στη φυλακή.

Γράφει ο Άρης Χατζηστεφάνου για την Εφημερίδα των Συντακτών

Ενα από τα πράγματα που μαθαίνεις στη φυλακή είναι ότι τα πράγματα είναι όπως είναι και θα είναι όπως θα είναι

Οσκαρ Ουάιλντ

Μπαίνοντας στις φυλακές του Κιλμέινχαμ στο Δουβλίνο, που σήμερα λειτουργούν ως μουσείο, σου έρχεται αυτομάτως ένα ισχυρό συναίσθημα deja vu. Είσαι σίγουρος ότι έχεις ξαναδεί αυτή την αρχετυπική πτέρυγα με τους τρεις ορόφους κελιών που κοιτάζουν σε έναν κεντρικό διάδρομο.

Το μυστήριο λύνεται όταν ακούς τον δεσμοφύλακα-ξεναγό να σου εξηγεί ότι εδώ γυρίστηκαν ορισμένες από τις διασημότερες ταινίες φυλακών, όπως το «Εις το όνομα του πατρός», το «Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι», η «Ληστεία α λα ιταλικά» και δεκάδες άλλες.

Η πληροφορία όμως που προσωπικά με συγκλόνισε ήταν ότι πριν από αιώνες οι κάτοικοι του Δουβλίνου παρακαλούσαν να μπουν σε αυτό το συγκρότημα φυλακών.

Κοινωνιολόγοι αλλά και οι αρχιτέκτονες διαφωνούν ακόμη και σήμερα για το αν οι φυλακές του Κιλμέινχαμ πληρούν τις προϋποθέσεις του Αγγλου φιλόσοφου Τζέρεμι Μπένθαμ για να αποτελεί ένα πανοπτικό (φυλακές που επιτρέπουν τη συνεχή επίβλεψη των κρατουμένων από τους δεσμοφύλακες).

Το βέβαιο ήταν ότι το 1796 που κατασκευάστηκαν βρίσκονταν στην πρωτοπορία των σωφρονιστικών ιδρυμάτων της Ιρλανδίας και της Μεγάλης Βρετανίας και θεωρητικά τουλάχιστον προσέφεραν καλύτερες συνθήκες από το προηγούμενο κάστρο στο οποίο στοιβάζονταν οι κρατούμενοι κατά εκατοντάδες.

Αυτό που δεν μπορούσαν να προβλέψουν οι κατασκευαστές της φυλακής είναι ότι σε ορισμένες χρονικές περιόδους οι φυλακές θα γίνονταν περιζήτητες για τους φτωχότερους κατοίκους του Δουβλίνου, που έβρισκαν εκεί ένα πιάτο φαΐ και μια στέγη για τις βροχερές ημέρες.

Ιδιαίτερα την περίοδο του Μεγάλου Λιμού (1845-1852) χιλιάδες πεινασμένοι επιχειρούσαν να εισέλθουν στις φυλακές πραγματοποιώντας κάθε είδους μικροεγκλήματα, τα οποία γνώριζαν ότι τιμωρούνται με μικρές ή μεγαλύτερες ποινές φυλάκισης.

Σε συνδυασμό με την ευκολία με την οποία οι αστυνομικές και δικαστικές αρχές έστελναν παραβάτες στη φυλακή (ένας κρατούμενος λέγεται ότι συνελήφθη γιατί έκλεψε ένα βραστό αυγό) οι πτέρυγες του Κιλμέινχαμ άρχισαν να γεμίζουν ασφυκτικά.

Η μόνη «λύση» που μπορούσε να σκεφτεί τότε ο διευθυντής των φυλακών ήταν να υποβαθμίσει τόσο πολύ τις συνθήκες διαβίωσης των κρατουμένων, ώστε να περιορίσει τη «ζήτηση» των κελιών.

 

Οι κρατούμενοι στριμώχνονταν πλέον ανά πέντε σε κάθε κελί και είχαν ως μοναδική πηγή φωτισμού και θέρμανσης ένα κερί, το οποίο ήταν υποχρεωμένοι να διατηρούν για διάστημα δύο εβδομάδων.

Καθώς ούτε αυτή η λύση δεν αποθάρρυνε τους κατοίκους του Δουβλίνου που ζούσαν στις άθλιες συνθήκες της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, το Δουβλίνο άρχισε να «εξάγει» χιλιάδες κρατούμενους σε μακρινές περιοχές του πλανήτη όπως την Αυστραλία.

Παραδόξως το πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι δικαστικές αρχές και οι διευθυντές των φυλακών στα χρόνια του Μεγάλου Λιμού επανέρχεται στην Ευρώπη του 21ου αιώνα –έστω και με τη μορφή συμβολικής υπενθύμισης.

Ερευνα που πραγματοποιήθηκε πριν από μερικά χρόνια στη Μεγάλη Βρετανία απέδειξε ότι ένας στους πέντε άστεγους έχει πραγματοποιήσει κάποιο έγκλημα που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης προκειμένου να βρει καταφύγιο έστω και για λίγες μέρες.

Σε αρκετές περιπτώσεις ακόμη και μια νύχτα στο κρατητήριο ήταν αρκετή και οι άστεγοι φρόντιζαν να την εξασφαλίσουν με μια μικροκλοπή σε κάποιο κατάστημα ή προσβάλλοντας κάποιον αστυνομικό. Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις οι κατηγορούμενοι αρνήθηκαν να αφεθούν ελεύθεροι καταβάλλοντας ακόμη και συμβολικές χρηματικές εγγυήσεις.

Στην ίδια έρευνα διαπιστώθηκε ότι μία στις τέσσερις γυναίκες, που δεν έχουν σταθερή κατοικία, αναγκάστηκε να συνευρεθεί ερωτικά με έναν «μη επιθυμητό σύντροφο» προκειμένου να περάσει κάπου το βράδυ της.

Αντί για τη φυλακή αρκετές γυναίκες περνούσαν επισήμως στα σκοτεινά μονοπάτια της πορνείας, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα χρήματα για στέγαση.

Παρόμοιες πρακτικές ακολουθούν άστεγοι ακόμη και στη Σουηδία, γνωρίζοντας ότι ο χειμώνας κάτω από μια γέφυρα μπορεί να ισοδυναμεί με θάνατο ενώ η φυλακή προσφέρει «ανθρώπινες» συνθήκες διαβίωσης.

Στις ΗΠΑ έχουν καταγραφεί επίσης δεκάδες περιστατικά πολιτών που επιχειρούν να μπουν στη φυλακή προκειμένου να εξασφαλίσουν δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Το φαινόμενο έλαβε εκρηκτικές διαστάσεις από τη στιγμή που άρχισαν να κλείνουν μαζικά τα κέντρα ψυχικής υγείας σε όλη τη χώρα αφήνοντας χιλιάδες ασθενείς χωρίς στοιχειώδη φροντίδα και πρόσβαση σε φάρμακα.

Χιλιάδες από αυτούς τους ασθενείς κατέληξαν στις φυλακές, που σύντομα αδυνατούσαν να αντεπεξέλθουν στους αυξημένους αριθμούς κρατουμένων.

Μάλιστα έρευνα του 2010 απέδειξε ότι οι συνθήκες κράτησης ατόμων με ψυχιατρικά προβλήματα είναι πανομοιότυπες με αυτές που υπήρχαν στην Αμερική πριν από το 1840. Ακόμη και αυτή η κατάσταση όμως ήταν για αρκετούς ασθενείς καλύτερη από τη ζωή έξω από τη φυλακή.

Το 2012 ο 36χρονος Λανς Μπράουν, ο οποίος είχε μόλις αποφυλακιστεί αφού εξέτισε την ποινή του για ένοπλη ληστεία στη Βόρεια Καρολίνα, πήρε ένα τούβλο και επισκέφτηκε το πλησιέστερο ομοσπονδιακό κτίριο που τύχαινε να είναι τα κεντρικά του ταχυδρομείου.

Αφού στάθηκε για λίγο στην είσοδο, πέταξε το τούβλο διαλύοντας ολόκληρη την κεντρική βιτρίνα. «Δεν μπορώ να περάσω άλλη μια νύχτα νηστικός στο κρύο» είπε όταν τον συνέλαβαν.

Ο δικαστής, αν και αρχικά θέλησε να τον «τιμωρήσει» αναγνωρίζοντάς του αρκετά ελαφρυντικά στοιχεία, τελικά τον «λυπήθηκε» και τον καταδίκασε σε ποινή που θα μπορούσε θεωρητικά (και με λίγη κακή διαγωγή) να τον κρατήσει στη φυλακή για άλλα δέκα χρόνια.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτό δεν τελειώνει ποτέ… Του Χρήστου Λάσκου

Θεσσαλονίκη: Διαμαρτυρία έξω από κέντρο φιλοξενίας προσφύγων