Πριν τρεις μήνες, μια απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου της Ουάσινγκτον δικαίωσε το κράτος της Ρουμανίας και, κυρίως, τους αγώνες των κατοίκων της Rosia Montana στα Καρπάθια Όρη ενάντια στην καναδική εταιρεία Gabriel Resourses, που είχε ασκήσει αγωγή ζητώντας μεγάλες αποζημιώσεις για το ματαιωμένο έργο της εξόρυξης χρυσού. Η εταιρεία επιχειρούσε εδώ και χρόνια να λάβει άδεια από το Υπουργείο Περιβάλλοντος της χώρας για την εξόρυξη εκατοντάδων τόνων χρυσού σε μια περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, στην οροσειρά Αpuseni στη Δυτική Ρουμανία.
Η προγραμματιζόμενη εξόρυξη ανοιχτού τύπου θα είχε ανυπολόγιστες συνέπειες στο περιβάλλον και την ιστορική κληρονομιά της Rosia Montana, καθώς η εταιρεία θα προχωρούσε σε ανατινάξεις σε όλα τα βουνά της περιοχής, με την εγκατάσταση μιας μεγάλης δεξαμενής αποβλήτων με κυάνιο και άλλες τοξικές ουσίες.
Η νίκη αυτή της Ρουμανίας απέναντι στην καναδική πολυεθνική δεν απασχόλησε όσο θα έπρεπε τα ΜΜΕ της Ρουμανίας, ούτε όμως τον Διεθνή Τύπο και φυσικά δεν ήρθε από μόνη της. Στη Ρουμανία, εδώ και πάνω από 20 χρόνια, έχει δημιουργηθεί ένα μαζικό κίνημα κατά των εξορύξεων που συνεχίζει να υπάρχει μέχρι και σήμερα. Μάλιστα, το 2013 έγιναν οι μεγαλύτερες κινητοποιήσεις μετά την πτώση του κομμουνισμού, με χιλιάδες πολίτες στους δρόμους των μεγάλων πόλεων να υποστηρίζουν τον αγώνα των κατοίκων της Rosia Montana. Υπό την ισχυρή πίεση του κινήματος, η αρμόδια επιτροπή της ρουμανικής βουλής (Νοέμβριος 2013) απέρριψε αρχικά το νομοσχέδιο για τη δημιουργία του ορυχείου χρυσού. Τα μεταλλευτικά κοιτάσματα που εκμεταλλευόταν η κάποτε κρατική εταιρεία έκλεισαν το 2006, πριν την είσοδο της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και από τότε μπήκαν στο στόχαστρο της καναδικής εταιρείας, που μέχρι και σήμερα επιμένει στο εξορυκτικό της σχέδιο, έχοντας δυστυχώς στο πλευρό της σχεδόν όλες τις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών.
Το alterthess μίλησε με την Roxana Pencea Brădățan, μέλος της καμπάνιας «Save Rosia Montana» και ιδρύτρια του Παρατηρητηρίου Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων στην Ρουμανία (Mining Watch Romania), για την ιστορία του κινήματος, που δείχνει ότι οι αγώνες ενάντια σε μεγαθήρια μπορεί να έχουν και νικηφόρα κατάληξη. Επιπλέον, όμως, η υπόθεση αυτή αναδεικνύει ότι οι αγώνες αυτοί απαιτούν μεγάλες αντοχές, συχνά δεν τελειώνουν και η ανάγκη για συνεχή επαγρύπνηση είναι μεγάλη.
«Από το 2007, όταν η Ρουμανία εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν έγινε καμία εξόρυξη στην περιοχή και το ορυχείο χρυσού και αργύρου δεν λειτουργούσε. Η ιστορία του ξεκινάει από τα ρωμαϊκά χρόνια με διαφορετικούς τύπους εξόρυξης, οι περισσότεροι εκ των οποίων ήταν υπόγειοι. Κατά την κομμουνιστική περίοδο, πριν το 1989, γινόταν επίσης υπόγεια εξόρυξη, μόνο στα τέλη της δεκαετίας του ‘80 το ρουμανικό κράτος ξεκίνησε να σκάβει κάτι που έμοιαζε με ανοιχτό όρυγμα αλλά σε πολύ μικρή κλίμακα.
Η εταιρεία ήρθε στη χώρα στα τέλη της δεκαετίας του ‘90, αρχές του 2000, και έλαβε την μεταλλευτική άδεια χωρίς κανέναν ανοιχτό διαγωνισμό. Πρόκειται για μια σκιώδη υπόθεση κρυφής συνεργασίας Ρουμάνων αξιωματούχων με την εταιρεία εξόρυξης, καθώς το συμβόλαιο ήταν μυστικό και αδιαφανές. Το εξορυκτικό project, στο οποίο επιδίωκε να προχωρήσει η εταιρεία, επρόκειτο να είναι το μεγαλύτερο της Ευρώπης με τεράστιο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, αν σκεφτεί κανείς ότι το ορυχείο θα ξεπερνούσε σε μέγεθος τα 4.000 στρέμματα. Προσπάθησαν να λάβουν τις άδειες για το ανοιχτό όρυγμα, να καταστρέψουν ένα χωριό που είναι μοναδικό από αρχαιολογικής και γενικότερα πολιτιστικής άποψης, αλλά και τη μορφολογία της περιοχής. Οι κάτοικοι αντέδρασαν αμέσως δημιουργώντας μια οργάνωση, την “Alburnus Maior”, και ξεκίνησαν να εναντιώνονται στις εξορύξεις» εξιστορεί η Roxana.
Σύμφωνα με την ίδια, όλη η ιστορία της καμπάνιας «Save Rosia Montana» ξεκίνησε από το 2000, ενώνοντας διαφορετικές κοινωνικές ομάδες (από επιστήμονες μέχρι φοιτητές-τριες και καλλιτέχνες) που όλες μαζί πραγματοποίησαν πλήθος δράσεων για να στηρίξουν την τοπική κοινότητα. Διαδηλώσεις αλληλεγγύης στον αγώνα αυτόν έγιναν σε πολλές χώρες του κόσμου.
«Ήταν εντυπωσιακό ότι αυτή η μικρή κοινότητα εναντιώθηκε με τόσο αποφασιστικό τρόπο στις εξορύξεις και αρνήθηκε να πουλήσει τη γη της σε μια ιδιωτική εταιρεία. Κατά τη διάρκεια των προηγούμενων χρόνων έγιναν εκδηλώσεις και φεστιβάλ και πολλοί άνθρωποι απ’ όλη την χώρα επισκέφθηκαν την περιοχή και συνειδητοποίησαν τι επρόκειτο να συμβεί» συνεχίζει.
Το 2013 έγινε η μεγαλύτερη διαδήλωση για το θέμα αυτό στο Βουκουρέστι, αλλά και στις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, επειδή η τότε κυβέρνηση κατέθεσε σχέδιο νόμου που θα επέτρεπε την αναγκαστική απαλλοτρίωση της γης και θα παραχωρούσε κάθε είδους νομικές εξαιρέσεις για την εταιρεία. Στο μεσοδιάστημα, οι κάτοικοι της Rosia Montana έδωσαν μεγάλες νομικές μάχες που είχαν αποτέλεσμα, καθώς οι περισσότερες άδειες (η περιβαλλοντική άδεια, τα πολεοδομικά σχέδια, και άλλες απαιτούμενες άδειες για την έναρξη λειτουργίας του ορυχείου) ακυρώθηκαν.
Αποτέλεσμα του αγώνα, όπως εξηγεί η Roxana, ήταν ότι η κυβέρνηση συνειδητοποίησε ότι δε μπορεί να δημιουργήσει τέτοιο ορυχείο στην περιοχή σύμφωνα με τους νόμους του κράτους. «Αυτή ήταν και η αιτία που έφεραν έναν άλλον νόμο που δημιουργούσε εξαιρέσεις για το συγκεκριμένο ορυχείο. Σε μια υποτιθέμενη κανονική κατάσταση δεν μπορείς να αναγκάσεις τους ανθρώπους να φύγουν από τη γη τους χάριν των ιδιωτικών συμφερόντων. Το ρουμανικό κράτος θεωρούσε ότι μπορούσε να το κάνει για τη Rosia Montana».
Παρά το γεγονός ότι δεν προβλεπόταν στο συγκεκριμένο νόμο, ήταν σίγουρο ότι για τις ανάγκες της εξόρυξης, η εταιρεία θα έκανε χρήση του ιδιαίτερα τοξικού κυανίου, κάτι που είχε αναστατώσει τους κατοίκους της περιοχής, ιδιαίτερα μετά το ατύχημα με διαρροή κυανίου από μεταλλευτική εγκατάσταση χρυσού στην Baia Mare στον ποταμό Δούναβη το 2010. Το ατύχημα αυτό χαρακτηρίστηκε ως η χειρότερη περιβαλλοντική καταστροφή στην Ευρώπη μετά το Τσερνόμπιλ.
Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο που μαζικοποίησε τον αγώνα ήταν η γενικευμένη διαφθορά του ρουμανικού κράτους, που αποτυπωνόταν φυσικά και στον τρόπο που επιχειρούνταν να στηριχθεί μια τέτοια καταστροφική εξόρυξη στη Rosia Montana.
«Κατά τη διάρκεια των χρόνων, πολλοί Ρουμάνοι πολιτικοί κάθε πολιτικής κατεύθυνσης υποστήριξαν το εξορυκτικό project με συγκεκριμένες δηλώσεις. Αμέσως μετά τις δηλώσεις τους, οι μετοχές της εταιρείας στο χρηματιστήριο του Toronto ανέβαιναν. Αυτό συνέβη και το 2010 και το 2012. Πολλοί άνθρωποι αντιλήφθηκαν ότι οι δηλώσεις αυτές είχαν αντίκτυπο. Προκαλούσε εντύπωση γιατί ο Πρόεδρος της χώρας μιλούσε για το ορυχείο της Rosia Montana, τελικά δεν υπήρχε άλλος λόγος από το να επηρεάσει την τιμή των μετοχών της εταιρείας. Μπορεί να μην καταφέραμε να αποδείξουμε με τεκμήρια την διαφθορά μεταξύ αξιωματούχων της κυβέρνησης και της εταιρείας αλλά μπορούσαμε να δείξουμε τα αποτελέσματά της».
Οι μεγάλες διαδηλώσεις έφεραν αποτέλεσμα
Μετά τις μεγάλες διαδηλώσεις του 2013, το κοινοβούλιο απέρριψε τον νόμο που θα διευθετούσε τις εκκρεμότητες της εταιρείας. Ωστόσο, ο τότε Πρωθυπουργός της χώρας, Victor Ponta, ενθάρρυνε ουσιαστικά την εταιρεία να πάει στα διεθνή δικαστήρια για να ζητήσει αποζημιώσεις εξαιτίας του γεγονότος ότι δε μπορούσε να αναπτύξει το ορυχείο. Συγκεκριμένα, η εταιρεία το 2015 προσέφυγε σε ένα διαιτητικό δικαστήριο της Ουάσινγκτον (World Bank’s International Centre for Settlement of Investment Disputes-ICSID), ζητώντας 4 δισεκατομμύρια δολάρια ως αποζημίωση. Η εταιρεία ισχυριζόταν ότι η καθυστέρηση του εξορυκτικού της project συνιστούσε μια έμμεση απαλλοτρίωση των περιουσιακών της στοιχείων από το ρουμανικό κράτος. Η δίκη διήρκησε οχτώ χρόνια, ήταν μια μεγάλη μάχη. Το δικαστήριο εξέταζε το συμβόλαιο με βάση τις συνθήκες μεταξύ Ρουμανίας και Καναδά, Ρουμανίας και Ηνωμένου Βασιλείου, επειδή η μητρική εταιρεία της Gabriel Resourses εδράζεται και στον Καναδά και το Ηνωμένο Βασίλειο.
«Εμείς, ως καμπάνια για τη διάσωση της Rosia Montana και ως τοπική κοινωνία, δεν μπορούσαμε να παραστούμε στο δικαστήριο, ωστόσο μας επετράπη να καταθέσουμε ένα “amicus curiae” (άσκηση παρέμβασης), μια γνώμη που δε λειτουργούσε δεσμευτικά για τους δικαστές. Κατά τη διάρκεια των ετών αυτών καταθέσαμε τρία “amicus curiae”, εκ των οποίων τα δύο έγιναν δεκτά, καθώς ακόμη και για τη δυνατότητα υποβολής τους έπρεπε να συμφωνήσουν το ρουμανικό κράτος και η εταιρεία».
Η δικαστική απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου, μία πρώτη νίκη για το κίνημα
Το δικαστήριο ανακοίνωσε πριν λίγους μήνες την απόφαση, η οποία δικαιώνει την Ρουμανία. Ρωτήσαμε την Roxana αν γνωρίζει για το περιεχόμενο της απόφασης αλλά και την αντίφαση που προκύπτει από τη διεφθαρμένη σχέση, έτσι όπως την περιέγραψε και η ίδια, μεταξύ Ρουμάνων αξιωματούχων και της εταιρείας και της στάσης που κράτησε το ρουμανικό κράτος στο δικαστήριο.
Η Roxana απαντά: «Οι δικηγόροι του ρουμανικού κράτους επικεντρώθηκαν στην απουσία κοινωνικής συναίνεσης, κάτι που έπαιξε μεγάλο ρόλο στην απόφαση. Αυτό σημαίνει ότι η τοπική κοινωνία ποτέ δε συμφώνησε στο εξορυκτικό αυτό project, αλλά αντίθετα έγιναν μαζικές διαδηλώσεις και προσφυγές στα δικαστήρια ενάντια στην εταιρεία. Δεν έχουμε ακόμη καθαρογραμμένη την υπόθεση, καθώς για να δοθεί στη δημοσιότητα πρέπει να συμφωνήσουν τόσο το ρουμανικό Δημόσιο όσο και η εταιρεία. Ως προς το ερώτημα, όντως φαίνεται αστείο. Υπάρχει μια απόσταση μεταξύ του τι έκανε το κράτος και τι έλεγαν οι πολιτικοί. Οι πολιτικοί στη Ρουμανία εξακολουθούσαν να είναι υπέρ της κατασκευής ορυχείου στη Rosia Montana. Αλλά το κράτος προσέλαβε μια πολύ καλή δικηγορική εταιρεία που έκανε καλή δουλειά και πήρε όλες τις πληροφορίες που είχε συλλέξει η καμπάνια Save Rosia Montana. Δεν το έκαναν απευθείας, δεν ήρθαμε ποτέ σε επαφή, αλλά χρησιμοποίησαν όλες τις δικαστικές αποφάσεις που είχε κερδίσει η τοπική κοινωνία ενάντια στην εταιρεία. Επιπλέον, κάλεσαν έναν κάτοικο ως μάρτυρα στο δικαστήριο. Αυτό ήταν ιδιαίτερα σημαντικό. Χρησιμοποίησαν τα επιχειρήματα που παρουσιάζαμε σχετικά με την περιβαλλοντική και πολιτισμική καταστροφή του τόπου τα τελευταία χρόνια αλλά και επιχειρήματα που στείλαμε μέσα από το amicus curiae. Είμαστε ευχαριστημένοι για το πώς οι δικηγόροι του κράτους υπερασπίστηκαν την υπόθεση. Είμαστε όμως βαθιά δυσαρεστημένοι με τους Ρουμάνους πολιτικούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και τον Μάρτιο, λίγο πριν βγει η απόφαση, ο Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Οικονομικών υποστήριζαν ότι η Ρουμανία θα χάσει τη δίκη και πρέπει να προχωρήσουμε στην εξόρυξη για να μην πληρώσουμε αποζημιώσεις. Η κυβέρνηση υποτίθεται ότι είναι σοσιαλδημοκρατική αλλά ουσιαστικά οι πολιτικοί στην Ρουμανία είτε είναι φιλελεύθεροι είτε σοσιαλδημοκράτες δεν έχουν καμία ιδεολογική διαφορά, είναι απλά διεφθαρμένοι».
Ακόμη και η ένταξη της Rosia Montana στην Unesco πέρασε από 40 κύματα
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, όπως αφηγείται η Roxana, είναι η υπόθεση της ανακήρυξης της Rosia Montana ως μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. «Ήταν κάτι που προσπαθούσαμε να γίνει χρόνια. Από το 2015 μόνο κάποιοι υπουργοί υποστήριξαν το αίτημα. Το 2016 η τότε Υπουργός Πολιτισμού κατέθεσε τον φάκελο στην UNESCO, αλλά δεν υποστηρίχθηκε από τον Πρωθυπουργό. Η επόμενη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση ανακάλεσε την αίτηση επειδή δήθεν δεν ήταν πλήρης. Μετά άλλαξε και πάλι η κυβέρνηση και ήρθαν στην εξουσία οι φιλελεύθεροι. Τότε ξεκινήσαμε και πάλι τον αγώνα με αίτημα να ενταχθεί η περιοχή στην UNESCO και καταφέραμε να καταθέσουν τον φάκελο και τελικά εντάχθηκε το 2021 στον Κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς» εξηγεί.
Ένας από τους λόγους ένταξης στην UNESCO αναφέρεται στον κίνδυνο λόγω απειλών που προκύπτουν από σχέδια για επανέναρξη της εξόρυξης που θα έβλαπτε ένα μεγάλο μέρος του παλιού εξορυκτικού τοπίου. Από την πλευρά της η εταιρεία υποστήριξε στο δικαστήριο ότι αυτή η απόφαση θα επηρέαζε την κατασκευή του ορυχείου αλλά το δικαστήριο δεν έλαβε τους ισχυρισμούς αυτούς υπόψη του, επισημαίνοντας ότι η υπόθεση αφορούσε τις ενέργειες που έγιναν ή δεν έγιναν πριν το 2015 και πριν η δίκη αυτή ξεκινήσει.
Φεύγει η εταιρεία από την χώρα;
Η απάντηση είναι αρνητική καθώς, όπως αναφέρει η Roxana, η εταιρεία επιδιώκει να ασκήσει έφεση. Η άδεια εξόρυξης που είχε λάβει λήγει τον Ιούνιο και επιζητά την ανανέωσή της για άλλους πέντε μήνες. «Δεν παρατάνε την υπόθεση αυτή, παρά την απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου. Έτσι, εμείς ξεκινήσαμε έναν νέο δικαστικό αγώνα με στόχο να αναστείλουμε την άδεια. Η απόφαση του δικαστηρίου της Ουάσινγκτον ήταν μια απόφαση που δικαιώνει τους κατοίκους της Rosia Montana και όσους αγωνίστηκαν στο πλευρό τους αλλά είναι και ένα χαστούκι για τους Ρουμάνους πολιτικούς. Απέδειξε ότι οι κάτοικοι είχαν δίκιο που πολεμούσαν την εταιρεία και ότι τα επιχειρήματά τους κατά της εξόρυξης ήταν ορθά. Η εταιρεία, από την άλλη, υποστηρίζει ένα παράνομο project που υποστηρίχθηκε από τους πολιτικούς αλλά δεν τα κατάφερε να το προχωρήσει με τρόπο που να συμβαδίζει με τους νόμους του κράτους και της Ευρώπης. Μάθαμε πολλά όλα αυτά τα χρόνια και για μας είναι μια τεράστια επιτυχία. Έχουμε αποφασίσει να μην τα παρατήσουμε και να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε κατά των εξορυκτικών εταιρειών και στην πραγματικότητα κατά των κυβερνήσεων που τις υποστηρίζουν».
H Roxana μας μίλησε και σχετικά με το επιχείρημα περί παραδοσιακής μεταλλευτικής δραστηριότητας στην περιοχή, ένα επιχείρημα που χρησιμοποιείται όχι μόνο στη χώρα της αλλά και σε άλλες περιοχές, όπως στην ΒΑ Χαλκιδική, από υποστηρικτές των νέου τύπου εξορύξεων. Μας μίλησε ακόμη και για τη στάση των εργαζομένων στην εταιρεία.
«Παντού υπήρχε παραδοσιακή μεταλλευτική δραστηριότητα στο παρελθόν. H οροσειρά Apuseni ήταν γεμάτη από κοιτάσματα ορυκτών και είχαμε παραδοσιακή εξόρυξη ανά τους αιώνες, αλλά αυτός ο καιρός έχει παρέλθει. Τώρα, η σύγχρονη εξόρυξη είναι τοξική εξόρυξη, περιλαμβάνει πολλές τοξικές ουσίες, δεν μοιάζει σε τίποτα με αυτό που ήταν παλιά. Η διαίρεση μεταξύ των εργαζόμενων στην εταιρεία και των υπόλοιπων κατοίκων υπήρχε και ακόμη υπάρχει στη Rosia Montana. Μοιάζει πολύ με αυτό που ζουν οι κάτοικοι της Χαλκιδικής στις Σκουριές. Παρ’ όλα αυτά και αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να καταλάβουν ότι τόσο το ορυχείο όσο και το να έχει κανείς μια δουλειά πρέπει να δείχνει σεβασμό και στη νομοθεσία. Αυτό δεν μπορούσε να γίνει με αυτού του τύπου το εξορυκτικό project. Μάλιστα, στις αρχές του 2000, η εταιρεία υποσχόταν να προσλάβει 25.000 εργαζόμενους, πρόκειται για τεράστιο νούμερο που αποδείχθηκε ψέμα. Τα τελευταία χρόνια υποστηρίζουν ότι θα προσλάβουν 1.000 άτομα. Αλλά και εκεί υπάρχει μια διάκριση. Χρειάζονται ενδεχομένως 1.000 για να κατασκευάσουν το ορυχείο αλλά λίγες εκατοντάδες για να το λειτουργήσουν. Όταν εξορύσσουν το μετάλλευμα, οι εταιρείες χρειάζονται μεγάλα μηχανήματα αλλά όχι πολλά εργατικά χέρια. Ευτυχώς, το ανοιχτό όρυγμα που πρόλαβε να ανοίξει η εταιρεία είναι μικρό και ήδη από την αναστολή των εργασιών το 2007 καλύφθηκε με θαμνώδη βλάστηση».
Τέλος, ζητήσαμε τα συμπεράσματά της για τον αγώνα ενάντια σε τέτοιες πολυεθνικές που διαθέτουν συχνά περισσότερα όπλα από τα περιβαλλοντικά κινήματα.
«Νομίζω ότι αν ένα κράτος που δέχεται τέτοια αγωγή από μια εταιρεία, σαν την Gabriel Resources, υπερασπιστεί σωστά τον εαυτό του, αν σέβεται τις κοινότητες που νοιάζονται για τον τόπο τους, έχει πιθανότητες να κερδίσει. Αυτό συνέβη και με τη Rosia Montana. Εμείς ως κοινότητα, ως κίνημα δεν τα παρατήσαμε ποτέ, ακόμη και όταν ξεκίνησε το δικαστήριο, παρ’ όλο που δεν λάβαμε μέρος στη δίκη. Συνεχίσαμε να υποστηρίζουμε τα επιχειρήματά μας, συνεχίσαμε να αγωνιζόμαστε για τα δικαιώματά μας. Πιστεύω ότι χρειάζεται ένας συνδυασμός και των δύο, δηλαδή ένα κράτος που να λειτουργήσει υποστηρικτικά κάποια στιγμή στον αγώνα των κινημάτων, όμως τα κινήματα πρέπει να πιέζουν συνεχώς το κράτος να το κάνει, αλλιώς δεν πρόκειται να γίνει. Και πιστεύω ότι οι 40.000 διαδηλωτές-τριες που έλαβαν μέρος στις μεγάλες διαδηλώσεις έπαιξαν ρόλο. Όσον αφορά δε τα ΜΜΕ, είναι γεγονός ότι τα περισσότερα χρηματοδοτούνται από την κυβέρνηση και έτσι δεν χάρηκαν με την απόφαση. Η χαρά αποτυπώθηκε κυρίως στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης από τον κόσμο που συμμετείχε και συμμετέχει στον αγώνα» καταλήγει.