Την διαφωνία της με την ανακοίνωση της Συγκλήτου του ΑΠΘ σε σχέση με την αστυνομική παρουσία και καταστολή μέσα στο πανεπιστήμιο εκφράζει η Πρωτοβουλία Πανεπιστημιακών ΑΠΘ-ΠΑΜΑΚ, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι «αρνούμαστε να δεχθούμε τον εκβιασμό «είστε είτε με τις μολότοφ και τις καταστροφές είτε με την αστυνομία και την τάξη»».
«Βλέπουμε όμως όλες και όλοι πόσο τραγικά είναι τα αποτελέσματα της όξυνσης της κατασταλτικής και αστυνομικής λογικής, την οποία εισήγαγε και υπηρετεί πιστά η σημερινή πρυτανική αρχή και η κυβέρνηση, μετατρέποντας τα πανεπιστήμιά μας από χώρους μόρφωσης, έρευνας, δημοκρατικής ζύμωσης και πολιτικής αντιπαράθεσης σε πεδία μάχης μεταξύ ενόπλων σωμάτων του κράτους και νέων ανθρώπων. Αναρωτιόμαστε λοιπόν: Τι άραγε επιδιώκεται με την περαιτέρω όξυνση, παραπάνω από έναν χρόνο τώρα; Τι άλλο περιμένουν να συμβεί;», καταλήγει η ανακοίνωση της Πρωτοβουλίας.
Αναλυτικά η ανακοίνωση:
«Για πολλοστή φορά από το 2021 διδάσκοντες-ουσες, ερευνητές-ήτριες, εργαζόμενες-οι στο ΑΠΘ γινόμαστε μάρτυρες της όξυνσης του αυταρχισμού και της βίαιης καταστολής. Φαίνεται να μην συγκλονίζει πλέον κανέναν ο βάρβαρος εκφυλισμός του χώρου της ανώτατης παιδείας και της έρευνας και η προσπάθεια μετατροπής του σε αστυνομοκρατούμενο έδαφος όπου οι διαφορές δεν επιλύονται, αλλά πατάσσονται. Η εγκατάσταση ΜΑΤ και ασφαλιτών στο πανεπιστήμιο και ο αντι-διαλογικός, ολοκληρωτικός χαρακτήρας της διοίκησης του πανεπιστημίου από την πρυτανική αρχή και την κυβέρνηση ανακαλούν – σαν να προσπαθούν και να υποσκελίσουν- τις χειρότερες μνήμες του ιστορικού παρελθόντος.
Λυπούμαστε βαθιά που οι συνάδελφοι πανεπιστημιακοί της Συγκλήτου στις 10 Μαΐου απαίτησαν ομόφωνα τη συστηματοποίηση της κατασταλτικής βίας εναντίον των φοιτητριών και των φοιτητών στο παρόν και στο μέλλον. Κάποιοι εξ αυτών μάλιστα παραδέχονται ότι στο ψήφισμα της Συγκλήτου αγνοήθηκε το προφανές, δηλαδή η αναβάθμιση και η όξυνση της επιθετικότητας της αστυνομίας. Στην πραγματικότητα, για τους σοβαρούς τραυματισμούς φοιτητών είναι υπόλογο το ίδιο το ΑΠΘ.
Αρνούμαστε να δεχθούμε τον εκβιασμό «είστε είτε με τις μολότοφ και τις καταστροφές είτε με την αστυνομία και την τάξη» γιατί ακριβώς τέτοια πλαστά διλήμματα νομιμοποιούν την καταστροφή του δημοκρατικού πανεπιστημίου, ενισχύουν την εμπέδωση της αστυνομοκρατίας και της «νόμιμης βίας» για την αντιμετώπιση κάθε ζητήματος εντός της πανεπιστημιακής κοινότητας και απέναντι σε ομάδες φοιτητών/-ριών.
Ειδικά σε αυτήν την περίπτωση, εν μέσω μιας μακράς περιόδου αντιπαραθέσεων σχετικά με τα κυβερνητικά σχέδια για πανεπιστημιακή αστυνομία, ιδιωτικοποίηση και συρρίκνωση του δημόσιου πανεπιστημίου, η θεαματική κατεδάφιση ενός στεκιού την παραμονή της Πρωτοχρονιάς ήταν ξεκάθαρα προκλητική και έστελνε μήνυμα εκδίκησης. Η ενέργεια αυτή απεδείχθη εντελώς άστοχη και αυτό θα έπρεπε να είχε προβληματίσει σοβαρά την πρυτανεία που είχε επιβάλει την κατεδάφιση και να την είχε οδηγήσει σε έκκληση για διάλογο, αντί να τη φανατίσει κι άλλο. Το άμεσο αποτέλεσμα του χειρισμού της αυτού ήταν να μην μπορεί να γίνει καμία κίνησή της χωρίς την κάλυψη διμοιριών ΜΑΤ και ασφαλιτών μέσα στο πανεπιστήμιο.
Θεωρούμε ότι οι εικόνες της βίαιης καταστολής, της σωματικής τιμωρίας, των χημικών όπλων και των συλλήψεων μέσα στον πανεπιστημιακό χώρο επιχειρούν να κατεδαφίσουν το αξιακό υπόβαθρο της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Ευτυχώς δεν είναι τόσο εύκολο.
Βλέπουμε όμως όλες και όλοι πόσο τραγικά είναι τα αποτελέσματα της όξυνσης της κατασταλτικής και αστυνομικής λογικής, την οποία εισήγαγε και υπηρετεί πιστά η σημερινή πρυτανική αρχή και η κυβέρνηση, μετατρέποντας τα πανεπιστήμιά μας από χώρους μόρφωσης, έρευνας, δημοκρατικής ζύμωσης και πολιτικής αντιπαράθεσης σε πεδία μάχης μεταξύ ενόπλων σωμάτων του κράτους και νέων ανθρώπων.
Αναρωτιόμαστε λοιπόν: Τι άραγε επιδιώκεται με την περαιτέρω όξυνση, παραπάνω από έναν χρόνο τώρα; Τι άλλο περιμένουν να συμβεί;».