Όταν όλες οι πολιτικές αποφασίζονται για εμάς χωρίς εμάς
Ενώ η μεγάλη πλειοψηφία του ενεργού πληθυσμού -ποσοστό πάνω από 70%- είναι μισθωτοί, η αδυναμία και πολλές φορές η ανυπαρξία συνδικάτων και οργανώσεων του κόσμου της μισθωτής εργασίας καθιστά αυτήν την πλειοψηφία χωρίς φωνή και δραματικά αόρατη στην τρέχουσα πολιτική αντιπαράθεση.
Οι άλλες κοινωνικές τάξεις φυσικά είναι οργανωμένες.
Η άρχουσα τάξη αυτονόητα.
Οι μικρομεσαίοι, ιδιαίτερα ορατοί στην καθημερινότητα, δίνουν τον τόνο των αντιδράσεων στις ασκούμενες πολιτικές, ιδιαίτερα σε όλες τις τοπικές κοινωνίες. Αντιλαμβάνονται και προβάλουν τον εαυτό τους σαν κινητήρια δύναμη των τοπικών οικονομιών με όλα τα μέσα που διαθέτουν, με τους συλλόγους τους, τις ομοσπονδίες και τα επιμελητήριά τους.
Θα λέγαμε ότι κάνουν πολύ ντόρο, δυσανάλογο σε σχέση με τον αριθμό τους, ανάλογο όμως της κοινωνικής ισχύος τους και της αυτοσυνείδησής τους σαν διαρκώς επίδοξων κεφαλαιοκρατών. Ας μην ξεχνάμε, βεβαίως, ότι ο καθένας τους είναι εργοδότης λιγότερων ή περισσότερων μισθωτών. Και αυτό καθορίζει τόσο τα συμφέροντά τους (μικρότεροι μισθοί = περισσότερα κέρδη) όσο και την ισχύ τους, ιδιαίτερα όταν έχουμε 35% ανεργία και εργασιακή ζούγκλα.
Βεβαίως πολλοί μικρομεσαίοι καταστράφηκαν ή δοκιμάζονται από την κρίση. Όμως, για όσους δεν καταστράφηκαν η κρίση μπορεί να είναι ευκαιρία: την πελατεία των επιχειρήσεων που καταστράφηκαν παίρνουν οι επιχειρήσεις που αναδιοργανώθηκαν και έχουν πλέον πολύ μικρότερα κόστη σε εγκαταστάσεις, σε προμήθειες και προ πάντων σε αγορά εργατικής δύναμης. Επίσης, στον χώρο που αφήνει η καταστροφή αυτή, δημιουργείται και μικρός αριθμός νέων επιχειρήσεων.
Μια κρίσιμη διαφορά
Συγκρίνοντας τις συνθήκες ανάμεσα στους μισθωτούς με αυτές ανάμεσα στους μικρομεσαίους μπορούμε να παρατηρήσουμε το εξής: η ανεργία των μισθωτών επιδεινώνει την θέση των μισθωτών που παραμένουν απασχολούμενοι και αυτό δημιουργεί υλικές συνθήκες ανάπτυξης της αλληλεγγύης. Αντιθέτως, η πτώχευση των μικρο-καπιταλιστών βελτιώνει τη θέση όσων επιζούν της κρίσης, διότι σε αυτούς περιέρχονται οι πελατείες όσων πτώχευσαν, και αυτό δημιουργεί συνθήκες ενδο-ταξικού ανταγωνισμού. Οι δυνατοί κανιβαλίζουν τους αδύναμους και έτσι επιζούν.
Συνολικά το στρώμα των μικρομεσαίων βρίσκεται σε αντιφατική θέση: από τη μια υφίσταται τις πιέσεις της φορολογίας και των τραπεζών και φυσικά αντιδρά στα μέτρα που το πλήττουν. Από την άλλη οι μικρομεσαίοι, χωρίς να το κάνουν σημαία, για ευνόητους λόγους, βολεύονται μια χαρά με όλα τα μέτρα συμπίεσης της μισθωτής εργασίας. Και οι ανέξοδες δηλώσεις συμπάθειας για τους μισθωτούς (βεβαίως η κατακρήμνιση των μισθών μείωσε την πελατεία τους) σταματάνε στην, υποθετική πλέον, περίπτωση που κάποιος θα έθετε ζήτημα για αυξήσεις στους μισθούς. Ας θυμηθούμε ότι πρώτοι και καλύτεροι δήλωσαν στον τότε υπουργό Εργασίας Σκουρλέτη ότι η αγορά δεν αντέχει την αύξηση του βασικού μισθού στα 751 ευρώ, στις αρχές Φεβρουαρίου του 2015 και σταματήσανε την μόνη απόπειρα συζήτησης για το βασικό αυτό ζήτημα της κοινωνικής πλειοψηφίας που τόλμησε η τότε κυβέρνηση.
Μπορεί μετά την ήττα του 2015 να φαντάζει μακρινό όνειρο αλλά είναι αδυσώπητη ανάγκη η ανάπτυξη κινήματος και η συγκρότηση οργανώσεων του κόσμου της εργασίας
Μόνο η ύπαρξη και δράση ρωμαλέου εργατικού κινήματος, δηλαδή η ηγεμονία της κοινωνικής αριστεράς με δικό της αυτοτελές πρόγραμμα, στρατηγική και όραμα, θα είναι δυνατόν να καταστήσει τους τωρινούς μικρομεσαίους στρώμα που θα ανεχθεί θετικά την διαδικασία κοινωνικού μετασχηματισμού, δηλαδή την διαρκή αλλαγή όλων των κοινωνικών σταθερών, επομένως και τον μετασχηματισμό τους με μία έντιμη κοινωνική συμφωνία που θα ερχόταν σε ρήξη με τον τρόπο ύπαρξης τους μέχρι τώρα. Προηγείται η ανάγκη να γίνει αυτό που δεν έγινε, δηλαδή η ανάπτυξη και συγκρότηση του εργατικού κινήματος, η απουσία του οποίου στάθηκε μοιραία για την πολιτική Αριστερά που εξέφρασε ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η ανυπαρξία και η συνακόλουθη ανάθεση της διεκδίκησης των κοινωνικών αναγκών στον ΣΥΡΙΖΑ αντί της άμεσης εμπλοκής των ίδιων των εργαζομένων έδωσε τη δυνατότητα να ηγεμονεύσουν τα αστικά συμφέροντα στο εσωτερικό του και έτσι να οδηγηθεί σε πλήρη μετάλλαξη.
Την ήττα του κόσμου της εργασίας ακολουθεί η ισχυρή αντεπίθεση από την πολιτική Ακροδεξιά και η οργάνωση του κοινωνικού μπλοκ που της αντιστοιχεί
Γιατί οι μαγαζάτορες και οι μικρομεσαίοι μπορούν να γίνουν η εμπροσθοφυλακή και του σύγχρονου εκφασισμού; (φαινόμενο που ο Πουλαντζάς και άλλοι διανοητές είχαν αναδείξει στις μελέτες για τον φασισμό του μεσοπολέμου) Πέραν του γεγονότος ότι η καπιταλιστική αγορά είναι εξ ορισμού ανταγωνιστική, άρα οι άνθρωποί της διαμορφώνονται αντίστοιχα, η μικρή παραγωγικότητα της επιχειρηματικής δομής του μικρομεσαίου (αδυναμία λόγω του μικρού μεγέθους να κάνει οικονομίες κλίμακας) τον αναγκάζει σε εξοντωτικούς ρυθμούς και χρόνους προσωπικής εργασίας. Ταυτόχρονα ο αδυσώπητος ανταγωνισμός και η επισφαλής θέση της επιχείρησής του (λόγω αυτού του ελλείμματος παραγωγικότητας) τον καθιστούν μονίμως ανασφαλή για το αύριο της δραστηριότητάς του.
Τα παραπάνω εντείνονται σε περιόδους κρίσης, όταν η καταστροφή μερίδων του κεφαλαίου σημαίνει για πολλούς μικρομεσαίους την καταστροφή του τρόπου ζωής τους, αλλά και των μέσων επιβίωσης τους. Έτσι, ο «εγγενής» ατομισμός των ανθρώπων της αγοράς αναπτύσσεται χωρίς όριο: αν πάντοτε ο μικρομεσαίος ζούσε σε ένα ανταγωνιστικό σύμπαν, σε περίοδο κρίσης βιώνει τους πάντες “ως εχθρούς”: το κράτος, την εφορία, τους προμηθευτές, τον ανταγωνισμό, τους εργαζόμενους στην επιχείρηση του και φυσικά τους άλλους μικρομεσαίους του κλάδου του, αλλά και τους πελάτες που είναι επισφαλείς…
Κι ακόμη, λόγω της νοοτροπίας που διαμορφώνουν -απόρροια των παραπάνω συνθηκών ύπαρξής τους, σε περιόδους ευημερίας, τους είναι πολύ δύσκολο να συνεταιριστούν ώστε να πετύχουν παραπάνω παραγωγικότητα και να εργάζονται πιο ανθρώπινα και οι ίδιοι: αν προ κρίσης έλπιζαν ότι θα υπερισχύσουν στην αγορά έναντι των άλλων ανταγωνιστών τους και θα γίνουν μεγάλοι(!), τώρα επωφελούνται από την καταστροφή των πιο αδύναμων από αυτούς, όπως αναφέραμε ήδη. Στην περίοδο κρίσης, όταν τα όνειρα επαγγελματικής ανόδου θρυμματίζονται και η επιβίωση είναι πρωταρχικό μέλημα, η απόγνωση τους δεν απαντήθηκε αποτελεσματικά με μία έλλογη αλλά και αποφασιστική, ξεκάθαρη, αριστερή πρόταση δημιουργικού επαναπροσδιορισμού των συνθηκών τους: με την κατάλληλη οικονομική και δημοσιονομική πολιτική ενθάρρυνσης τους μεταξύ άλλων και στην κατεύθυνση του συνεταιρισμού. Έτσι στρέφονται στην άλλη λύση διεξόδου από την κρίση: αυτήν του αυταρχισμού.
Έτσι, στηρίζουν το αίτημα για σκληρό και ισχυρό κράτος, το οποίο με την καταστολή και την κατάργηση της δημοκρατικής διαβούλευσης και των εργασιακών δικαιωμάτων θα επιβάλλει την πειθαρχία και τον εξορθολογισμό των καπιταλιστικών λειτουργιών σε έναν «ακίνητο χρόνο» που θα τους επιτρέπει να υπάρχουν “ευπρεπώς” χωρίς να απειλούνται από τον αδιάκοπο μετασχηματισμό του Κεφαλαίου που δεν μπορούν να παρακολουθήσουν. Ζητούν ένα κράτος που θα οργανώνει το άθροισμα των ατομισμών σε ένα σύνολο που θα επιβιώνει αρμονικά! Μοιραία θα αναγνωρίζουν το δίκιο τους στη βία και τον ακίνητο χρόνο: στην πρόταση των φασιστών, ακόμη κι αν θεωρούν υπερβολικές τις πρακτικές τους σε πολλές περιπτώσεις.
Από τον Μπάμπη Παπαδημητρίου του ΣΚΑΪ που πρώτος, το 2012, μίλησε για την ανάγκη να δημιουργηθεί η “σοβαρή Χρυσή Αυγή” μέχρι τον Παρασκευόπουλο που εκφράζει την ηγετική άποψη του ΣΥΡΙΖΑ: «όλα τα καθάρματα δουλεύουνε μαζί» για μία κοινωνία πειθαρχίας, όπου η επιδιωκόμενη πλήρης εξουδετέρωση του κόσμου της εργασίας ως κοινωνικής δύναμης πάει μαζί ή και επιφέρει τον εκφασισμό αυτών των στρωμάτων, τα οποία, όπως μας έμαθε ο Πουλαντζάς, είναι στρώματα-κλειδιά για μία αποτελεσματική πολιτική συμμαχιών: είτε του κόσμου της εργασίας είτε της άρχουσας τάξης.
*Η φωτογραφία είναι από τη σειρά Οι Μικρομεσαίοι του Γιάννη Δαλιανίδη που προβλήθηκε την περίοδο 1992-1993.
Πηγή: yabasta.gr