Πορεία ενάντια στις εξώσεις ντόπιων και μεταναστών, την αύξηση των ενοικίων, τους αποκλεισμούς και τις περιφράξεις που πολλαπλασιάζονται στους δημόσιος χώρους της πόλης θα πραγματοποιηθεί την ερχόμενη Πέμπτη, 15 Ιουλίου στις 19.00 με σημείο συγκέντρωσης το Πάρκο του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης.
Στη διαδήλωση καλούν η «ΛΟΥΠΑ κοινότητα συνάντησης & αγώνα φοιτητριών, ανέργων, επισφαλών και χαμένων παιδιών» και η συνέλευση «Stop War on Migrants» η οποία στην ανακοίνωσή της σημειώνει:
«Η πλειοψηφία των μεταναστριών που καταφέρνει να περάσει τα σύνορα, ξεφεύγοντας από το τεχνο-στρατιωτικοποιημένο καθεστώς ελέγχου, αν δεν «επαναπροωθηθούν» με pushback, κατά πάσα πιθανότητα θα καταλήξουν σε κάποιο camp. Ένας πιο μικρός αριθμός μεταναστών που δικαιούται να ενταχθεί σε κάποιο πρόγραμμα στέγασης θα μείνει σε κάποιο διαμέρισμα μέχρι να εξεταστεί η αίτηση ασύλου του και έπειτα θα έρθει αντιμέτωπος με το πρόβλημα της έξωσης και τον ψυχολογικό πόλεμο από τις ΜΚΟ και κρατικούς φορείς που αυτή συνεπάγεται. Ταυτόχρονα, οι μετανάστριες περιθωριοποιούνται εκτός πόλεων βαθαίνοντας και χωροταξικά το διαχωρισμό ντόπιων-μεταναστών.
Παράλληλα οι ντόπιοι έρχονται καθημερινά αντιμέτωποι με τον εκβιασμό του ενοικίου καθώς, από τη μια η εργατική δύναμη έχει υποτιμηθεί συστηματικά τα (πολλά) τελευταία χρόνια και από την άλλη τα νοίκια ανεβαίνουν διαρκώς και έχουμε φτάσει στο βαθμό ένα νοίκι στο κέντρο της πολης να μπορεί να κοστίζει σχεδόν όσο ένας βασικός μισθός. Η κατάσταση αυτή διαμορφώνει μια πολύ ασφυκτική συνθήκη για τους περισσότερους και τους ωθεί να ψάξουν σπίτι σε περιοχές εκτός κέντρου, που ενδέχεται να είναι φτηνότερα. Επίσης η έλλειψη ή η ανυπαρξία δημόσιων χώρων, όπου μπορούμε να διασκεδάσουμε και να δημιουργήσουμε τους ελεύθερούς μας χρόνους , ο περιορισμός της ελεύθερης κοινωνικότητάς μας, της δυνατότητας να συναντιόμαστε και της πρόσβασης στους δημόσιους χώρους αποτελούν μια κατάσταση συνεχούς έντασης.
Από τις επιδρομές των μπάτσων στις ελάχιστες πλατείες που υπάρχουν για να αράζουμε, στα σπίτια μας όπου η απειλή του ενοικίου και της έξωσης υπάρχει μόνιμα πάνω από το κεφάλι μας, τις συνεχιζόμενες συλλήψεις σεξεργατριών, μέχρι τα διάφορα βλέματα και σχόλια στο δρόμο, τα μέρη που κινούμαστε μεταμορφώνονται όλη την ώρα σε καταστάσεις φόβου και πίεσης. Μεταμορφώνονται όμως μέσα από τις αρνήσεις μας και σε πεδία συνάντησης, δημιουργώντας ένα κοινό έδαφος, μια κοινή εμπειρία, ένα συλλογικό βίωμα.
Εδώ και χρόνια οι μετανάστ(ρι)ες βιώνουν την πραγματικότητα ενός (αν)επίσημα κηρυγμένου πολέμου εναντίον τους. Μέσω της κατασκευής της εικόνας τους ως εικόνα “εισβολέων” που έρχονται να διαταράξουν το ενοποιημένο σώμα του έθνους-κράτους, τόσο νομιμοποιούνται τα στρατιωτικά-αστυνομικά και μη, μέσα άσκησης ελέγχου και κυριαρχίας πάνω τους, όσο και αναπαράγεται ο διαχωρισμός μεταξύ αυτών και των ντόπιων που ακόμη νιώθουν πιο ευνοημένοι και προνομιούχοι. Όμως, οι κοινωνίες μας όσο περνάνε τα χρόνια θα γίνονται όλο και πιο πολυεθνικές. Παράλληλα, όλο και περισσότερα κομμάτια των ντόπιων θα γίνονται αντικείμενο διαχείρισης ως “πλεονάζοντες” και “άτακτοι” πληθυσμοί και αυτοί, όπως συμβαίνει πολλά χρόνια τώρα με τους μετανάστες.
Η ιστορία των πόλεων γράφεται συνεχώς μέσα από τις συγκρούσεις (μοριακές και συλλογικές) καθιστώντας τες πεδία διεκδικήσεων. Στις στιγμές εκείνες των διεκδικήσεων είναι που συνειδητοποιούμε ότι δεν είμαστε μόνοι, στις στιγμές αυτές είναι που ο φόβος για το αύριο γίνεται ελπίδα για να αποκτήσουμε πολύ περισσότερα από αυτά που μας υποσχέθηκαν. Επιλέγουμε να συναντιόμαστε με τους δικούς μας όρους, ξεπερνώντας τους φράχτες που χτίζονται γύρω μας (υλικούς και ψυχολογικούς), προσπαθώντας να χτίσουμε μαζί τις κοινότητες αγώνα που αντικρύζουν το αύριο.
Να ζήσουμε μαζί με τις μετανάστριες στις γειτονιές μας».