in

Ποιός αλήθεια θα κλάψει για την Έντα; Της Γιάννα Τσόκου

Κριτική για το θεατρικό έργο του Henrik Ibsen «Έντα Γκάμπλερ» που ανέβασε το Θέατρο Τ

Και να που «η ζωή  αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη δική σου μελαγχολία». Το νέο οικογενειακό σύμπαν που  διαμορφώνεται γύρω σου, εισβάλλει στον απόλυτα προσωπικό σου  χώρο, σε απογοητεύει και σε πνίγει κάθε μέρα και περισσότερο. Τίποτα στη νέα  συζυγική ζωή δεν είναι, όπως το είχες φανταστεί, ας μη μιλήσουμε για το τι είχες ονειρευτεί, Έντα Γκάμπλερ. Όσο για το ταξίδι  του μέλιτος στην Ιταλία…

Μετά τον γάμο της με τον Γιόργκεν Τέσμαν, ξεκινά για την Έντα, η μοναχική πορεία που θα την οδηγήσει στην αυτοκτονία. Η ηρωίδα, συνειδητοποιεί γρήγορα  ότι μεγαλώνοντας ως γυναίκα στην κοινωνία που ζει, είναι αναγκασμένη να αφήσει πίσω της την όποια μποέμικη ζωή, να ξαναμπεί  κάτω από τη σκιά ενός άνδρα που δεν θα είναι πλέον ο αυστηρός στρατηγός πατέρας αλλά ο βαρετός σύζυγος, ο ακαδημαϊκός Τέσμαν. Τον επιλέγει η ίδια γιατί θεωρεί ότι ο νέος επιστήμονας έχει  προοπτικές και θα της εξασφαλίσει άνετη και ενδιαφέρουσα ζωή.  Αρκεί όμως μια ματιά στις κεντημένες από τη θεία Ρίνα ανδρικές παντόφλες που φέρνει στην αρχή του έργου η Γιούλε  και ο παιδικός ενθουσιασμός του άνδρα της για αυτές, για να συνειδητοποιήσει η Έντα ότι βυθίζεται σε έναν βάλτο μικροαστισμού και ρουτίνας.  Από τη στιγμή που θα πατήσει  το πόδι της, στο νέο της σπίτι που ο Τέσμαν καταχρεώθηκε για να το αποκτήσει, η Έντα  δεν θα ξαναβγεί ποτέ. Ο έξω κόσμος εισβάλλει μαζί με το παρελθόν της, στο σαλόνι της κι αυτή  εγκλωβισμένη στον καινούργιο της ρόλο,  συνειδητοποιεί ότι “πέρασαν για πάντα οι παλιές ιδέες, οι παλιές αγάπες”. Η Έντα χάνει όλο και περισσότερο τον έλεγχο της ζωής της. Και τον ξανακερδίζει με την αυτοκτονία. Καταστρέφει και καταστρέφεται.

Η Γλυκερία Καλαϊτζή αγαπά τα κλασικά κείμενα και φέτος, λίγα χρόνια μετά τους επιτυχημένους Βρυκόλακες, ανεβάζει σε δική της μετάφραση και απόδοση, την Έντα Γκάμπλερ (1890), το τρίτο έργο του Ίψεν μετά τη Νόρα (1879) και τους Βρυκόλακες (1881) με θέμα τον γάμο, τις κοινωνικές συνθήκες και τη θέση της γυναίκας. Ηρωίδα γοητευτική, σκοτεινή και τραγική, η Έντα Γκάμπλερ κατέχει τη δική της μοναδική θέση στην ευρωπαϊκή δραματουργία. Μακριά από την ανάγνωση που θέλει την ηρωίδα διαβολική και εγωκεντρική, η σκηνοθέτης τονίζει το λίγο των ανδρών και την περιορισμένη θέση που κατέχει η Έντα στη ζωή τους. Ο καθένας την προσεγγίζει για να φωτίσει ένα δικό του κομμάτι αλλά όλοι τελικά θα την αντικαταστήσουν πολύ εύκολα με κάποια άλλη. Τα πάντα  απογοητεύουν την Έντα  και περισσότερο από όλα οι ανδρικές συμπεριφορές. Η  Έντα όμως  δεν είναι Νόρα, δεν θα τολμήσει ποτέ την έξοδο προς την ουσιαστική δική της ζωή.

Κλειδί στην ανάγνωση της σκηνοθέτιδας αποτελούν οι Μποέμ στη Χριστιανία, το σημερινό Όσλο, ένα κίνημα που όπως αναφέρει στο πρόγραμμα της παράστασης κυριάρχησε στη Νορβηγία στις αρχές του 1880. Μέσα από αυτή την οπτική στην Έντα Γκάμπλερ συγκρούονται δύο κόσμοι, αυτός που μάχεται για την σεξουαλική και κοινωνική απελευθέρωση της γυναίκας και την κατάργηση του θεσμού του γάμου, με αυτόν της πατριαρχίας που συνειδητά περιορίζει τη γυναίκα. Η έμφαση στο κίνημα των Μποέμ τονίζεται με εμβόλιμες φράσεις όπως: «Οι μποέμηδες δεν μετανιώνουν ποτέ και αυτοκτονούν. Είναι μια από τις αρχές τους.»

Κομβικά στοιχεία της παράστασης ο ερωτισμός και η σεξουαλικότητα που  εκφράζονται ρεαλιστικά στη σκηνή είτε όταν η  Έντα εκτελεί καταναγκαστικά τα συζυγικά της καθήκοντα  είτε  όταν ο δικαστής  Μπρακ προσπαθεί να τη βιάσει. Ο δικός της ερωτισμός αφορά τον Λέβμποργκ, κυριαρχεί στην φαντασία της και ολοκληρώνονται με την αυτοϊκανοποίηση. Με εμβόλιμα βίντεο η σκηνοθέτης κάνει διακριτούς τους δύο κόσμους της ηρωίδας αυτόν που βιώνει και αυτόν που την στοιχειώνει. Πατρικές ρήσεις, φράσεις των άλλων ηρώων που χαράχθηκαν  στο μυαλό της Έντα αλλά και οι ερωτικές της φαντασιώσεις  με τον Λέβμποργκ,  προβάλλονται σε έναν από τους τοίχους του θεάτρου ως το φιλμ των εσωτερικών της συγκρούσεων.  Η σκηνοθετική προσέγγιση ενέχει τον κίνδυνο η παράσταση να γίνει επεξηγηματική κι η αλήθεια είναι ότι η σκηνοθέτης ακροβατεί κάποιες φορές ανάμεσα στον ιψενικό λόγο και στην προσπάθεια να γίνει σαφής η δική της ανάγνωση. Αν και αρχικά η παράσταση δυσκολεύεται να βρει τον ρυθμό της, στη συνέχεια καταφέρνει να αποκτήσει ένα συμπαγές κέντρο που σε κάνει να την παρακολουθείς με όλο και περισσότερο ενδιαφέρον και να σε κερδίσει.

Η πρόταση του Θεάτρου Τ  αποτελεί δουλειά συνόλου και ενιαίας αισθητικής. Στο μικρό θέατρο η ατμόσφαιρα δωματίου ενισχύεται από την τοποθέτηση των ηθοποιών ανάμεσα στους θεατές  και της δράσης στο κέντρο του χώρου. Οι σκηνογραφικές επιλογές της  Μαρίας Καραδελόγλου  ενισχύουν την αίσθηση απομόνωσης της ηρωίδας, δημιουργώντας έναν ατμοσφαιρικό χώρο όπου κυριαρχεί το σκούρο βαθυπράσινο χρώμα και μια περίεργη ακαταστασία με σκόρπιες βαλίτσες, στοίβες βιβλίων και άπειρα λουλούδια. Η μεγάλη πολυθρόνα  μετατρέπεται σε  προσωπική  νησίδα της  Έντα μέσα στο ξένο για το γούστο της, δωμάτιο. Οι αφαιρετικές μουσικές παρεμβάσεις του Πρόδρομου Καραδελόγλου και οι φωτισμοί του Διονύση Καραθανάση συμβάλλουν στη δημιουργία της ασφυκτικής ατμόσφαιρας.

Τα ιψενικά τρίγωνα και οι ανθρώπινες σχέσεις που αριστουργηματικά περιγράφει ο συγγραφέας, αποτυπώνονται ξεκάθαρα και χωρίς υποκριτικές υπερβολές. Θα ξεχώριζα τον Κυριάκο Δανιηλίδη για το ρυθμό, την ένταση που φέρνει στη σκηνή αλλά τον τρόπο με τον οποίο εγκλωβίζει σταδιακά την Έντα. Η νέα γοητευτική ηθοποιός Χριστίνα Δαγκάκη επωμίζεται τον πρωταγωνιστικό ρόλο, τον χτίζει βήμα- βήμα με εσωτερικότητα κάνοντας φανερές τις μεταπτώσεις και πιστευτές τις αντιδράσεις της. Ο Ιωάννης Καμπούρης δίνει  με νεύρο και πάθος τον φλεγόμενο Λέβμποργκ και η Λία Παντελίδου μια γήινη Τέα χωρίς πολλές εναλλαγές. Ηθοποιός έμπειρη και με ποιότητα η Σοφία  Βούλγαρη, θα κρατηθεί στα όρια που σκιαγραφεί ο ρόλος της Γιούλε και ο ταλαντούχος Αλέξανδρος Νικολαΐδης μας δίνει έναν πονηρό, φιλόδοξο και εγωκεντρικό Τέσμαν χωρίς όμως να προχωρήσει σε βαθύτερη ερμηνεία. Στις αδυναμίες της παράστασης θα έβαζα την αισθητική  των βίντεο στις ερωτικές σκηνές και κάποια από τα κοστούμια όπως των Λέβμποργκ και Τέσμαν.

Έργο τριών γυναικών καλλιτεχνών το Θέατρο Τ αποτελεί εδώ και χρόνια σημαντικό  θεατρικό πυρήνα στην πόλη. Με την Έντα Γκάμπλερ μας έδωσε μια σύγχρονη γυναικεία προσέγγιση του ιψενικού δράματος σε μια εποχή που οι γυναίκες σε χώρες όπως η Περσία αναγκάζονται να παλεύουν για την ελευθερία τους κι εμάς εδώ μας στοιχειώνουν οι συνεχείς γυναικοκτονίες.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

«Σ’εσάς που με ακούτε»-Στο Μικρό Θέατρο της Μονής Λαζαριστών

Kείμενο υποστήριξης στη ΒΙΟΜΕ από 31 συνεργατικά εγχειρήματα από όλη την Ελλάδα