in

Plan A, Plan B ή ε­πι­τέ­λους σχε­δια­σμός; Του Πέ­τρου Λι­νά­ρ­δου Ρυ­λ­μό­ν

Plan A, Plan B ή ε­πι­τέ­λους σχε­δια­σμός; Του Πέ­τρου Λι­νά­ρ­δου Ρυ­λ­μό­ν

Οταν προ­σπα­θεί κα­νείς να σκε­φτεί τα ό­σα συ­νέ­βη­σαν τους τε­λευ­ταίους έ­ξι μή­νες, α­λ­λά και τα προ­η­γού­με­να πέ­ντε χρό­νια, θα κα­τα­λή­ξει α­να­πό­φευ­κτα στο συ­μπέ­ρα­σμα ό­τι η α­δια­λ­λα­ξία των δα­νει­στών δεν εί­ναι ο μό­νος πα­ρά­γο­ντας, που προ­κά­λε­σε την οι­κο­νο­μι­κή και κοι­νω­νι­κή κα­τα­στρο­φή, ού­τε και ο μό­νος λό­γος που η ση­με­ρι­νή ε­λ­λη­νι­κή κυ­βέ­ρ­νη­ση υ­πέ­στη μια συ­ντρι­πτι­κή ή­τ­τα. Η ε­λα­φρό­τη­τα με την ο­ποία χει­ρί­στη­καν τα στε­λέ­χη του οι­κο­νο­μι­κού ε­πι­τε­λείου, ό­χι μό­νο τη δια­πρα­γ­μά­τευ­ση, α­λ­λά κυ­ρίως τη δια­μό­ρ­φω­ση της οι­κο­νο­μι­κής και κοι­νω­νι­κής πο­λι­τι­κής (χω­ρίς να ξε­χνά­με την πε­ρι­βα­λ­λο­ντι­κή), εί­χε δύο πο­λύ α­ρ­νη­τι­κές ε­πι­πτώ­σεις: πρώ­τον, δεν στά­θη­κε δυ­να­τό να δη­μιου­ρ­γη­θούν ι­σχυ­ρές συ­μ­μα­χίες με κοι­νω­νι­κές και πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις της Ευ­ρώ­πης, που θα α­να­γνώ­ρι­ζαν ό­τι πί­σω α­πό τη διε­κ­δί­κη­ση για δια­γρα­φή χρέ­ους, βρί­σκε­ται έ­να σχέ­διο για την οι­κο­νο­μία και την κοι­νω­νία και, δεύ­τε­ρο, δε στά­θη­κε δυ­να­τό να προ­βλε­φθούν ε­να­λ­λα­κτι­κές προ­σε­γ­γί­σεις, οι ο­ποίες θα ε­πέ­τρε­παν στην ε­λ­λη­νι­κή κυ­βέ­ρ­νη­ση να προ­σα­ρ­μό­σει την α­ντί­στα­σή της στη σκλη­ρή στά­ση των δα­νει­στών, και να α­ντέ­ξει για με­γά­λο χρο­νι­κό διά­στη­μα, υ­πε­ρα­σπι­ζό­με­νη το πρό­γρα­μ­μά της και υ­λο­ποιώ­ντας βα­σι­κά μέ­ρη του, συ­νε­χί­ζο­ντας πα­ρά­λ­λη­λα τη δια­πρα­γ­μά­τευ­ση για το χρέ­ος. Με ά­λ­λα λό­για, αν θέ­λου­με να α­λ­λά­ξου­με την Ευ­ρώ­πη και να πο­λε­μή­σου­με το νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό, δεν α­ρ­κεί να ζη­τά­με συ­νε­χώς α­πό τον α­ντί­πα­λο να προ­σα­ρ­μό­σει αυ­τός το πρό­γρα­μ­μά του.

Απλοϊκές λο­γι­κές, ση­μα­ντι­κές πα­ρα­λεί­ψεις

Η λο­γι­κή του στοι­χειώ­δους σχε­δίου της κυ­βέ­ρ­νη­σης για την α­ντι­στρο­φή της πτω­τι­κής ε­ξέ­λι­ξης ή­ταν α­πλή: θα μειω­θεί σε κά­ποιο βα­θ­μό το κό­στος της δια­χεί­ρι­σης του δη­μο­σίου χρέ­ους, θα αυ­ξη­θεί έ­τσι η ζή­τη­ση και, σύ­μ­φω­να με έ­ναν πρω­τό­γο­νο κεϋνσια­νι­σμό που κα­τέ­λη­ξαν να συ­μ­με­ρί­ζο­νται ό­λα τα οι­κο­νο­μι­κά στε­λέ­χη, «θα πά­ρει μπρο­στά η οι­κο­νο­μία, και θα γί­νουν ε­πε­ν­δύ­σεις»! Σε αυ­τή τη λο­γι­κή προ­στέ­θη­κε η αύ­ξη­ση των προ­νοια­κών δα­πα­νών σε ό­τι α­φο­ρά την α­ν­θρω­πι­στι­κή κρί­ση, η προ­σπά­θεια ε­πα­να­φο­ράς των συ­λ­λο­γι­κών συ­μ­βά­σεων και ο α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τε­ρος ε­λέ­γ­χος της πα­ρα­βα­τι­κό­τη­τας στην α­γο­ρά ε­ρ­γα­σίας και την α­πα­σχό­λη­ση. Δεν σχε­διά­στη­καν, ό­μως, α­πο­φα­σι­στι­κές πα­ρε­μ­βά­σεις για το δη­μό­σιο έ­λε­γ­χο του τρα­πε­ζι­κού συ­στή­μα­τος, τον έ­λε­γ­χο των ε­κροών χρη­μα­τι­κού κε­φα­λαίου ή την α­να­κα­τα­νο­μή ει­σο­δή­μα­τος και πλού­του, α­πό την ο­ποία ε­ξα­ρ­τά­ται σε κα­θο­ρι­στι­κό βα­θ­μό η πα­ρα­γω­γι­κή και κοι­νω­νι­κή α­να­συ­γκρό­τη­ση (ει­δι­κό­τε­ρα για το σύ­στη­μα υ­γείας και το συ­ντα­ξιο­δο­τι­κό). Δεν α­ξιο­ποιή­θη­καν δυ­να­τό­τη­τες πα­ρε­μ­βά­σεων σε ό­τι α­φο­ρά τη δη­μιου­ρ­γία συ­μπλη­ρω­μα­τι­κών νο­μι­σμά­των και την τα­χεία α­νά­πτυ­ξη της κοι­νω­νι­κής και α­λ­λη­λέ­γ­γυας οι­κο­νο­μίας, που θα ά­λ­λα­ζαν το συ­σχε­τι­σμό δυ­νά­μεων προς ό­φε­λος των α­δυ­νά­των και του κό­σμου της ε­ρ­γα­σίας, ε­πι­τα­χύ­νο­ντας την αύ­ξη­ση της α­πα­σχό­λη­σης. Δεν α­ντι­με­τω­πί­στη­κε με­θο­δι­κά, και με στό­χο την ά­με­ση α­ξιο­ποίη­ση δη­μο­σίων πό­ρων (ε­θνι­κών και ευ­ρω­παϊκών) για την α­να­συ­γκρό­τη­ση, η λει­του­ρ­γία της δη­μό­σιας διοί­κη­σης.

Φα­ντα­σίω­σεις αυ­τα­ρ­χι­κής έ­μπνευ­σης

Με μια α­φέ­λεια, που εί­ναι δύ­σκο­λο να πι­στέ­ψει κα­νείς, ε­πι­χει­ρή­θη­κε η χρη­σι­μο­ποίη­ση ε­νός κρα­τι­κού μη­χα­νι­σμού, που εί­ναι συ­γ­χρό­νως δια­βρω­μέ­νος α­πό ι­διω­τι­κά συ­μ­φέ­ρο­ντα, έ­ρ­μαιο των πε­λα­τεια­κών σχέ­σεων με την πο­λι­τι­κή ε­λίτ και ε­πο­μέ­νως α­δια­φα­νής και α­να­πο­τε­λε­σμα­τι­κός. Η ση­με­ρι­νή διοί­κη­ση, μό­νο σε ε­ξαι­ρε­τι­κές πε­ρι­πτώ­σεις και ό­ταν μπο­ρεί να α­ξιο­ποιη­θεί το προ­σω­πι­κό, έ­χει τη δυ­να­τό­τη­τα να συ­μ­βά­λει σε έ­να σχέ­διο α­να­συ­γκρό­τη­σης. Πρό­κει­ται για υ­πη­ρε­σίες, που εί­ναι το προϊόν δε­κα­ε­τιών ά­λω­σης α­πό ι­διω­τι­κά και πο­λι­τι­κά συ­μ­φέ­ρο­ντα και ε­νί­σχυ­σης αυ­τών των σχέ­σεων κα­τά την τε­λευ­ταία πε­ντα­ε­τία. Το ό­ποιο σχέ­διο ά­σκη­σης πο­λι­τι­κής με κρα­τι­κές υ­πη­ρε­σίες και δη­μό­σιους πό­ρους, α­παι­τεί την ε­πε­ξε­ρ­γα­σία ε­νός πρό­σθε­του σχε­δίου για την α­να­μό­ρ­φω­ση της λει­του­ρ­γίας των υ­πη­ρε­σιών αυ­τών και την α­πο­τε­λε­σμα­τι­κή ε­νε­ρ­γο­ποίη­σή τους, χά­ρη στη στή­ρι­ξη και την πρω­το­βου­λία μέ­ρους, του­λά­χι­στον, του υ­πα­λ­λη­λι­κού προ­σω­πι­κού. Η ι­δέα που κυ­κλο­φό­ρη­σε και σε κυ­βε­ρ­νη­τι­κά κεί­με­να, ό­τι χρειά­ζο­νται «μά­να­τ­ζερ» στη δη­μό­σια διοί­κη­ση, δεν εί­ναι πα­ρά μια φα­ντα­σίω­ση αυ­τα­ρ­χι­κής έ­μπνευ­σης, που α­γνο­εί ό­τι οι διοι­κη­τι­κές υ­πη­ρε­σίες εί­ναι κα­τ’ ε­ξο­χήν χώ­ροι ε­ντά­σεως γνώ­σης και συ­λ­λο­γι­κών μο­ρ­φών ο­ρ­γά­νω­σης της ε­ρ­γα­σίας, ό­που η α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα εί­ναι ε­πι­πλέ­ον συ­νά­ρ­τη­ση της α­πο­δο­χής των στό­χων και με­θό­δων.

Επει­γό­ντως σχε­δια­σμός!

Με­τά την ή­τ­τα της 12ης Ιου­λίου, η συ­ζή­τη­ση για έ­ναν ά­λ­λο προ­σα­να­το­λι­σμό και, πό­σο μά­λ­λον, για την α­ντι­με­τώ­πι­ση των ε­πι­πτώ­σεων της συ­μ­φω­νίας με τους θε­σμούς, δεν έ­χει στην πρα­γ­μα­τι­κό­τη­τα ξε­κι­νή­σει. Κά­ποιες φή­μες για Plan B α­πό ‘δώ, κά­ποιες «ε­να­λ­λα­κτι­κές» ι­δέες α­πό ‘κεί και πά­μπο­λ­λα πο­λι­τι­κά στε­λέ­χη, που θεω­ρούν ό­τι η «δι­καίω­σή» τους θα γε­ν­νή­σει α­να­γκα­στι­κά το νέο και το ρι­ζο­σπα­στι­κό. Και α­πό την ά­λ­λη με­ριά η αί­σθη­ση ό­τι η πρό­σκαι­ρη πο­λι­τι­κή στα­θε­ρό­τη­τα θα ε­ξα­σφα­λί­σει και την ε­πι­τυ­χή κα­τά κά­ποιο τρό­πο υ­λο­ποίη­ση της συ­μ­φω­νίας.

Υπά­ρ­χουν εύ­λο­γα ε­ρω­τή­μα­τα: α­κό­μα και αν ό­λα πά­νε σύ­μ­φω­να με τις προ­βλέ­ψεις και, πό­σο μά­λ­λον, στην πο­λύ πι­θα­νή πε­ρί­πτω­ση, που θα ο­δη­γη­θού­με ε­κτός Ευ­ρώ, με ποιο τρό­πο θα στη­ρι­χ­θεί ο πλη­θυ­σμός, πώς θα βρε­θεί η «τα­ξι­κή με­ρο­λη­ψία» στο ε­πί­κε­ντρο των ά­με­σων α­λ­λά και των μα­κρο­πρό­θε­σμων ε­πι­λο­γώ­ν; Χρειά­ζε­ται ε­πει­γό­ντως έ­νας σχε­δια­σμός. Αλλά ο σχε­δια­σμός δεν εί­ναι μια συ­νά­ντη­ση φί­λων, μια α­ντα­λ­λα­γή α­πό­ψεων με­τα­ξύ α­ν­θρώ­πων με ε­πι­στη­μο­νι­κές γνώ­σεις, δεν εί­ναι μια ε­πί­δει­ξη γνώ­σεων κο­μ­μα­τι­κών στε­λε­χών.

Εί­ναι μια δου­λειά, ε­πί­μο­νη, μα­κρό­χρο­νη, δη­μό­σια, υ­πό συ­νε­χή έ­λε­γ­χο, ε­πι­στη­μο­νι­κό και κοι­νω­νι­κό, η ο­ποία πρέ­πει να α­πο­τε­λεί την κα­ρ­διά της πο­λι­τι­κής και κοι­νω­νι­κής δρά­σης και το υ­λι­κό της δια­παι­δα­γώ­γη­σης και ε­πι­μό­ρ­φω­σης των στρα­τευ­μέ­νων α­ν­δρών και γυ­ναι­κών.

Πηγή: Η Εποχή

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Περί του μη δειν δανείζεσθαι… Του Παντελή Μπουκάλα

Στην Θάσο το 22ο κάμπινγκ Antinazi Ζone-Y.R.E, 31 Ιουλίου – 9 Αυγούστου