Περί ευθύνης υπουργών και ρατσιστικών πογκρόμ

Όσο κι αν είναι προφανής ο προεκλογικός χαρακτήρας και η επικοινωνιακή στόχευση της ρατσιστικής εκστρατείας που εξαπέλυσαν συντονισμένα η κυβέρνηση και η μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ τον περασμένο μήνα, άλλο τόσο δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τη βαθιά ποιοτική αλλαγή που συνιστά η αβίαστη υιοθέτηση ακροδεξιών επιχειρημάτων.

«Φτάνουμε στο καλοκαίρι του 2011 αναφέρω ρυθμό αύξησης του AIDS 1000%. Κανείς δεν αντιδράει. Αναφέρω ότι βελτιώνεται η εικόνα των παρανόμων εκδιδομένων γυναικών στο δρόμο. Εμείς, στο υπουργείο Υγείας ζούμε στο κέντρο της Αθήνας, ζούμε στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας. Έβλεπα, λοιπόν, ότι άλλαζαν τα πρόσωπα μπαίνοντας και βγαίνοντας στο γραφείο μου και η αλλαγή αυτή, η βελτίωση της εμφάνισης, καθιστούσε τις εκδιδόμενες αυτές γυναίκες ελκυστικότερες και ήταν εμφανώς προφανές ότι το πρόβλημα θα περνούσε στην ελληνική οικογένεια, από κάποιον που ενδεχομένως θα πήγαινε μαζί τους, χωρίς προφύλαξη». Κοινή συνέντευξη Τύπου υπ. Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη και υπ. Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Ανδρέα Λοβέρδου για την προστασία της Δημόσιας Υγείας, 1η Απριλίου 2012

Η παραπάνω δήλωση του Α. Λοβέρδου ίσως να μην προκαλεί έκπληξη. Ίσως χάθηκε μέσα στο διαγκωνισμό ρατσισμού μεταξύ των υπουργών για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών και για τις χωριστές πτέρυγες για μετανάστες στα νοσοκομεία. Ίσως παραμερίστηκε από τις αστυνομικές επιχειρήσεις με τηλεοπτική κάλυψη και από τα δημοσιεύματα σχετικά με την «κοινωνική δράση της Χρυσής Αυγής». Η δήλωση, ωστόσο, έχει ενδιαφέρον και δεν είναι απλώς μια κινδυνολογία. Ο υπουργός Υγείας επέλεξε να αναφερθεί στην αύξηση των κρουσμάτων του AIDS ως «κίνδυνο για την ελληνική οικογένεια», ως μεταδοτική ασθένεια που -ανάμεσα στα άλλα δεινά- «φέρνουν οι ξένοι». Ο καθ’ ύλην αρμόδιος υπουργός μίλησε από τη σκοπιά του άντρα, του γηγενή και του οικογενειάρχη, και, ιδίως, από τη σκοπιά του πελάτη. Από αυτή τη θέση δεν μπορούσε παρά να επισημάνει τη βελτίωση της «εμφάνισης και της ελκυστικότητας», επιδεικνύωντας ταυτόχρονα την πλήρη αδιαφορία του για την τύχη της πιθανής φορέα του AIDS -και πιθανά ανήλικης ή εξαρτημένης- εκδιδόμενης γυναίκας. Ως αν η καταπολέμηση του AIDS και η προστασία των θυμάτων της καταναγκαστικής πορνείας να έχουν τεθεί εκτός της αρμοδιότητας του και να έχουν αποδοθεί στις επιχειρήσεις- «σκούπα» του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.

Η πολιτική του φόβου

Η φαιδρότητα και ο αμοραλισμός των φορέων του επίσημου ρατσισμού, η αξιοσημείωτη εγγύτητα μεταξύ Αναστασιάδη και Λοβέρδου, δεν είναι μόνο μια πτυχή της δημόσιας συζήτησης που θα εξαντληθεί μέχρι τις εκλογές. Όσο κι αν είναι προφανής ο προεκλογικός χαρακτήρας και η επικοινωνιακή στόχευση της ρατσιστικής εκστρατείας που εξαπέλυσαν συντονισμένα η κυβέρνηση και η μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ τον περασμένο μήνα, άλλο τόσο δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τη βαθιά ποιοτική αλλαγή που συνιστά η αβίαστη υιοθέτηση των ακροδεξιών επιχειρημάτων και η νομιμοποίηση των πρακτικών που αυτές συνεπάγονται.

Μπορούμε να είμαστε σίγουροι και σίγουρες, ότι ο νέο-συντηρητισμός και οι πολιτικές του φόβου θα συνοδεύσουν σταθερά την επίθεση στο εισόδημα και τα κοινωνικά δικαιώματα και ότι θα εξακολουθήσουν να τρέφονται από την εξαθλίωση και τα κοινωνικά αδιέξοδα, τα οποία και διαρκώς θα εντείνονται όσο εφαρμόζονται τα μνημονιακά μέτρα. Για τις πολιτικο-οικονομικές ελίτ η συρρίκνωση της δημοκρατίας, η κατάργηση των θεσμών κοινωνικής διαμεσολάβησης και η ενίσχυση του κρατικού αυταρχισμού είναι μονόδρομος. Αλλά, η διάσωση και επαναδιαμόρφωση της καταρρέουσας κοινωνικής συναίνεσης, απαιτεί εξίσου την αποτροπή της συγκρότησης υποκειμένων αντίστασης, τη με κάθε μέσο αποφυγή δημιουργίας χώρων κοινωνικής ζύμωσης και διαδικασιών που θα επιχειρήσουν να επαναδιατυπώσουν ένα συλλογικό όραμα χειραφέτησης. Σε αυτή την κατεύθυνση και με σαφή το φόβο των κινημάτων και των Πλατειών, αλλά επίσης και το φόβο της απόρριψης των μνημονιακών πολιτικών στις κάλπες, εξαπολύεται σήμερα η επίθεση στους μετανάστες. Από εκεί εκκινεί και ο Δήμαρχος της Αθήνας, που με αυθαίρετους παραλληλισμούς με το γερμανικό μεσοπόλεμο και με την εργαλειοποίηση του ρατσισμού, στήνει μια θεωρία εξτρεμισμού για να εντάξει την Αριστερά ως ένα εκ των «αντιδημοκρατικών και συγκρουόμενων άκρων».

Κεντρικό ζήτημα για την αριστερά

Από αυτή τη σκοπιά, η Αριστερά που σήμερα βάλλεται από το μιντιακό και πολιτικό κατεστημένο για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των μεταναστών, πρέπει να διαγνώσει την επίθεση στους μετανάστες και τις μετανάστριες ως μια επίθεση στην ίδια. Μια επίθεση που στοχεύει παράλληλα στον πυρήνα των αξίων της -στην αλληλεγγύη και τη συλλογικότητα, στην ισότητα και την ελευθερία- αλλά και που αποβλέπει στην αλλαγή του συσχετισμού στους δρόμους, με τη μεθοδευμένη νομιμοποίηση και κρατική υπόθαλψη των ρατσιστικών και φασιστικών συμμοριών. Η Αριστερά για λόγους στρατηγικούς δεν πρέπει να υποχωρήσει από την υπεράσπιση των καταπιεζόμενων και της χωρίς χαρτιά εργατικής τάξης, αλλά να προετοιμάζεται και να συνεχίσει να απαιτεί και να διαμορφώνει δομές κοινωνικής αλληλεγγύης για όλους και όλες. Πρέπει να επιμείνει στο ότι την εξαθλίωση επιφέρουν οι πολιτικές εξαίρεσης δικαιωμάτων και θωράκισης των συνόρων. Ότι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και το τείχος του Έβρου δεν είναι απλώς αναποτελεσματικά, αλλά είναι σύμβολα του κοινωνικού εκφασισμού που η ίδια πρόκειται να ανατρέψει.

Ο Γιώργος Μανιάτης, είναι μέλος του Δικτύου Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών

Πηγή: Εποχή 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Εξέγερση σε φυλακές της Βραζιλίας

Οι πλούσιοι Βρετανοί πληρώνουν λιγότερους φόρους