in

Πάσχα, γιορτή επανάστασης. Του Δημοσθένη Παπαδάτου – Αναγνωστόπουλου

Πάσχα, γιορτή επανάστασης. Του Δημοσθένη Παπαδάτου – Αναγνωστόπουλου

Μάικλ Γουόλζερ, Έξοδος και Επανάσταση (μτφρ.: Βαγγέλης Καργούδης), Άρτος Ζωής 2015, σελ. 262

 

Μήπως, όταν βρισκόμασταν στην Αίγυπτο, δεν σου είχαμε πει, άφησέ μας να ζούμε εδώ, και να εργαζόμαστε ως δούλοι για τους Αιγύπτιους; Γιατί είναι προτιμότερο να είμαστε δούλοι στους Αιγύπτιους, παρά να πεθάνουμε σε αυτή την έρημο.

Είπε λοιπόν ο Μωυσής στο λαό: έχετε θάρρος, σταθείτε και κοιτάξτε τη σωτηρία που θα μας χαρίσει σήμερα ο Κύριος· γιατί, όπως είδατε σήμερα τους Αιγύπτιους,
δεν θα τους ξαναδείτε ποτέ πια στο μέλλον

Έξοδος 14,12

«Η κοινή λατρεία του Θεού», γράφει ένας πιστός Χριστιανός για τις γιορτές του Πάσχα, «τελείται με το σώμα, τον νου και την καρδιά μας, μέσα σε στολισμένες εκκλησιές, είναι άσματα και εικόνες, ασπασμοί και σταυροκοπήματα, ήχοι και μυρωδιές» (Ο στεναγμός των πενήτων, σελ. 74). Διαβάζω τον Σταύρο Ζουμπουλάκη, κάποιον υπέρ του κλεισίματος των εκκλησιών, και καταλαβαίνω πόσο μεγάλο πλήγμα είναι –όχι για την Ιερά Σύνοδο, αλλά για όσους πιστεύουν στην Ανάσταση– οι άδειες και άοσμες εκκλησίες, τις μέρες αυτές.

Δεν είναι οποιαδήποτε γιορτή το Πάσχα. Κι όχι μόνο γιατί, όπως γράφει ο Παπαδιαμάντης, «οι ζοφεροί θόλοι των χριστιανικών ναών, διαυγάζονται ως εν ημέρα ανεσπέρου φωτός, και τα άνθη τα εύοσμα και δροσόεντα, άτινα από των λειμώνων και των κήπων μετηνέχθησαν, όπως στολίσωσι την επιτάφιον σινδόνα του Σωτήρος, τηρούσιν έτι της ραδινής των χάριτος, των κοσμικών των θελγήτρων τα ίχνη εν τη τεθολωμένη υπό του λιβάνου ατμοσφαίρα των ναών» («Εφημερίς», 6.5.1888).

Το παπαδιαμαντικό Πάσχα –το Πάσχα των σχολικών χρόνων, της ανοιξιάτικης ανθοφορίας, της υπενθύμισης των «στεναγμών των πενήτων»–, όσο ξεχωριστό κι αν είναι για τις αισθήσεις και τον μέσα κόσμο των πιστών, είναι Πάσχα ξεκομμένο από την πηγή του: Πάσχα, για τον εβραϊκό και τον χριστιανικό κόσμο, είναι ό,τι μαθαίνουμε στην Έξοδο της Παλαιάς Διαθήκης πως ήταν το πέρασμα των Εβραίων από την Αίγυπτο στη Χαναάν: πέρασμα από έναν κόσμο καταναγκαστικής εργασίας, βρεφοκτονιών και επιδημιών, σε έναν κόσμο αβέβαιων δυνατοτήτων, που οι Εβραίοι προτιμούν (όχι αγόγγυστα) από τις βιωμένες βεβαιότητες της καταπίεσης, σε μια Αίγυπτο συνώνυμη της χλιδής.

Ο Μάικλ Γουόλζερ, εκδότης του αμερικάνικου αριστερού αντιολοκληρωτικού Dissent, διαβάζει τρία βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης –την Έξοδο, το Δευτερονόμιο και τους Αριθμούς–, ψάχνοντας εκεί «όσα έκαναν αυτοί οι άντρες και αυτές οι γυναίκες, πρώτα στο βιβλικό κείμενο αυτό καθαυτό, και κατόπιν στον κόσμο με το κείμενο αυτό ανά χείρας» (σ. 10-11).

Τι ωφελεί, όμως, να ψάχνεις πολιτική στη Βίβλο; «Η επανάσταση», εξηγεί ο συγγραφέας, «έχει συχνά αποδοθεί ως αναπαράσταση της Εξόδου και η Έξοδος έχει ιδωθεί πολλές φορές ως πρόγραμμα επανάστασης» (σ. 9).

Ο ίδιος είχε προσωπική εμπειρία. Στη δεκαετία του ’60, τελειόφοιτος πια, άκουσε έναν ιερέα στην Αλαμπάμα να μιλά για τους Μαύρους του Νότου, μιλώντας για το πέρασμα (το «Πέσσαχ») του Μωυσή, κεντρικό θέμα της Εξόδου. Νωρίτερα, το 1926, ο Λίνκολν Στέφφενς έγραφε για τον «Κόκκινο Μωυσή», υπερασπιζόμενος τον Λένιν, και εμπνέοντας αργότερα τη Θεολογία της Απελευθέρωσης.

Στο δικό του εγκώμιο για τη Βίβλο, ο αντι-θεολόγος της ελπίδας, ο κομμουνιστής Ερνστ Μπλοχ, αναζήτησε τον Αθεϊσμό στον Χριστιανισμό, διαβάζοντας κι αυτός την Έξοδο1.

Όπου στον κόσμο γνώριζαν τη Βίβλο –λέει ο Γουόλζερ–, επαναστάτες και καταπιεσμένοι έψαξαν έμπνευση και βρήκαν δύναμη στην Έξοδο: οι Γερμανοί εξεγερμένοι αγρότες του 16ου αιώνα, οι Άγγλοι Πουριτανοί και ο Κρόμγουελ το 1640, ο Βενιαμίν Φραγκλίνος στα 1776, πρώιμοι σοσιαλιστές και ο Μαρξ των Ταξικών Αγώνων λίγο αργότερα, ο ριζοσπαστικός χριστιανισμός της Λατινικής Αμερικής και τα αντιαποικιακά εθνικιστικά κινήματα της Αφρικής – όλοι είδαν στην Έξοδο μια σκηνογραφία της επανάστασης.

Ο Μωυσής της Εξόδου, γράφει ο Γουόλζερ, δεν είναι Μεσσίας: χρειάζεται πολιτική υποστήριξη. Η Έξοδος δεν είναι αφήγηση θαυμάτων: είναι κίνηση ενός λαού – κίνηση που βοηθά, αλλά δεν υποκαθιστά, η θεία πρόνοια. Στην Έξοδο, η ιστορία δεν είναι κυκλική –μια αέναη επανάληψη, του τύπου «γέννηση ωριμότητα, θάνατος, αναγέννηση»: αυτό θα έκανε άσκοπη κάθε κίνηση. Αντίθετα, κάθε γεγονός είναι μοναδικό, και κάθε βήμα, είναι βήμα προς τα μπρος.

Αυτή η γραμμική αντίληψη για την ιστορία δεν είναι η άποψη του Γουόλζερ – είναι η λογική της θείας υπόσχεσης ότι κάπου καλύτερα καταλήγει «όλο αυτό». Από το σημείο που βρισκόμαστε εμείς σήμερα, ξέρουμε ότι θα χρειαστεί και νέα Έξοδος (σ. 39), η έλευση δηλαδή του Μεσσία: όπως και η επανάσταση, η Έξοδος είναι υπόθεση διαρκής. Όμως, αν κάτι πρέπει να κρατήσει κανείς, είναι ότι το σκηνικό της Εξόδου είναι σκηνικό πολιτικής κίνησης μέσα στον κόσμο: μιας κίνησης που αποτελεί υπόθεση των πρωταγωνιστών της – και μιας κίνησης που αλλάζει τους πρωταγωνιστές της:

[…] η Έξοδος όπως τη γνωρίζουμε μέσα από το κείμενο γίνεται ευλογοφανώς κατανοητή με πολιτικούς όρους, ως απελευθέρωση και επανάσταση (σ. 23) […] Οι άντρες και οι γυναίκες που φθάνουν στη Χαναάν είναι, κυριολεκτικά και μεταφορικά, άλλοι από τους άντρες και τις γυναίκες που έφυγαν από την Αίγυπτο (σ. 31)

Αυτή η διάσταση χάνεται στις αναγνώσεις του βιβλίου που έχουν προταθεί ως τώρα: «Ο πολιτικός μεσσιανισμός», έγραψε σχετικά ο Νικόλας Σεβαστάκης, «αρνείται κάθε συμβιβασμό και επιλέγει πάντα απόλυτους όρους στη σύγκρουσή του» (Εφημερίδα των Συντακτών 5.7.2015). «Η Έξοδος συνιστά μια οδό προς τη δημοκρατία ενώ ο μεσσιανισμός, όπως έδειξε η νεωτερικότητα και μάλιστα ο 20ός αιώνας, προς τον ολοκληρωτισμό», σημείωσε σε ανάλογο τόνο ο Π. Κιτρομηλίδης (Βήμα, 19.9.2015). Ο ίδιος ο Γουόλζερ φροντίζει να ξεχωρίζει αποχρώσεις:

Η ανάλυση του ριζοσπαστισμού ως εκκοσμικευμένης μορφής του μεσσιανικού ζήλου […] έχει παίξει μεγάλο ρόλο στη σύγχρονη διανόηση. Έχει, ασφαλώς, πολιτικό σκοπό: επισημαίνει τις υπερβολές της αριστερής ιδεολογίας […] εστιάζει την προσοχή στους γνήσιους παράφρονες που ζουν στο περιθώριο κάθε επαναστατικού κινήματος […] Ωστόσο είναι σοβαρό λάθος, είναι παρανάγνωση της ιστορίας, να υποστηρίζει κανείς ότι η ριζοσπαστική πολιτική έχει απαραίτητα και πάντοτε αυτή τη μορφή. Είναι ένα συνηθισμένο λάθος που κάνουν οι επικριτές του πολιτικού μεσσιανισμού, και συχνά ένα λάθος εσκεμμένο: αν «τσουβαλιάζουν» μαζί κάθε είδους ριζοσπαστική βλέψη, το κάνουν επειδή βλέπουν την απειλή του αποκαλυπτικού φανατισμού παντού γύρω τους να παραμονεύει, θα λέγαμε, σε κάθε επαναστατικό πρόγραμμα (σ. 232-234).

Όπου κι αν ζεις, λέει εν κατακλείδι, είναι πιθανότατα μια Αίγυπτος. Όμως υπάρχει ένα καλύτερο μέρος — μόνο που ο δρόμος γι’ αυτο περνά μέσα από την έρημο. Ευχές για τη δική μας Έξοδο, λοιπόν!

1 Το βιβλίο του Μπλοχ μετέφρασε στα ελληνικά ο Πέτρος Γιατζάκης και εξέδωσε πέρσι, προς μεγάλη χαρά μας, ο Άρτος Ζωής.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ο κόσμος μετά την πανδημία. Του Raúl Zibechi

J΄accuse