in

Οι συμμαχίες: ένα «σύνθετο» ζήτημα. Του Χρήστου Λάσκου

Οι συμμαχίες: ένα «σύνθετο» ζήτημα. Του Χρήστου Λάσκου

Το ζήτημα των συμμαχιών υπήρξε πάντοτε κεντρικό –σταυρικό, χαρακτηρίστηκε παλιότερα– για την Αριστερά. Το «με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις» είναι ερώτημα από τα πιο καίρια, τόσο στρατηγικά όσο και από τακτική άποψη.

Επιπλέον, πρόκειται για εξαιρετικά σύνθετο θέμα. Όταν, μάλιστα, είμαστε υποχρεωμένοι να το συζητήσουμε με τους όρους της συγκυρίας, με τους πιο πολιτικούς δηλαδή όρους, πολλές από τις συνήθεις βεβαιότητές μας τίθενται υπό επερώτηση. Και είναι δύσκολο να ξεχωρίσουμε τις «αριστερές» από τις «δεξιές» τοποθετήσεις.

Να ένα παράδειγμα: στις καταστροφικές συνθήκες που διάγει η κοινωνία μας μπορούμε να κοιτάμε στα δόντια όσους προσφέρονται να συνδράμουν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τις επιλογές της Αριστεράς; Ακόμη και με το διάβολο δεν μας έλεγε ο Λένιν πως θα συμμαχούσε προκειμένου «να υπηρετήσει το λαό»; Δεν είναι αυτή η διατύπωση δεν είναι ένας σαφής οδηγός σχετικά με το θέμα;

Ισχυρίζομαι, λοιπόν, πως δεν είναι αυτή η διατύπωση κανενός είδους θέσφατο. Ακόμη περισσότερο, σε αυτή τη γενική μορφή της, μας είναι ολοκληρωτικά άχρηστη. Αντίθετα, άλλες προσεγγίσεις είναι πολύ περισσότερο παραγωγικές. Με βασικότερη, νομίζω, αυτή που επισημαίνει ότι, εκτός από την συγκυρία, υπάρχουν και άλλες σημαντικές χρονικότητες, που αν δεν ληφθούν υπόψη –στη συγκυρία!- τα πράγματα δεν εξελίσσονται καταπώς θα έπρεπε. Ή την άλλη, που αντιλαμβάνεται πως σε κάθε επιδίωξη πολιτικής συμμαχίας θα πρέπει, όσο το δυνατό σαφέστερα, να ορίζεται το κοινωνικό επίδικο.

Είχα την ευκαιρία να αναφερθώ αρκετές φορές στα θέματα αυτά και από αυτήν τη στήλη, πάντοτε με το ενδιαφέρον στραμμένο στη σχετική συζήτηση στο ΣΥΡΙΖΑ [1].  Η βασική ιδέα αυτών των αναφορών είναι πως οι επιλογές μας θα πρέπει να υπόκεινται σε μια πρωταρχικά ταξική λογική. Όχι για λόγους «αρχής» ή πίστης σε κάποια αριστερή βουλγκάτα, αλλά γιατί είναι αποτελεσματικότερο.

Πρόσφατα υπήρξε μια ανταπόκριση σε αυτές τις απόψεις. Στη στήλη «ΣΥΡΙΖέικη ανθρωπολογία», του τελευταίου μαρτιάτικου φύλλου του «Δρόμου της Αριστεράς», ο συντάκτης, παίρνοντας αφορμή από το άρθρο μου στην «Εποχή», αναρωτιέται, με ελαφρώς σαρκαστικό τόνο –που να πω πως καθόλου δεν με ενοχλεί, έτσι συνέβαινε και στις καλύτερες ώρες της Αριστεράς:

«Πιστεύει κάποιος στα σοβαρά ότι το μεγάλο πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι το εάν αναφέρεται στο «λαό γενικώς» ή στις «τάξεις»;».

Ε, λοιπόν, θα τον εκπλήξω. Πράγματι το πιστεύω στα σοβαρά.

Κι όσο για το τι σημαίνει σε επίπεδο πρακτικής πολιτικής, επαναλαμβάνω: αν ο στόχος σου είναι να εμπλέξεις στο σχέδιο σου την πλειοψηφία των ανέργων, της εργατικής τάξης, των χαμηλόμισθων του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, και όχι τον «λαό γενικώς», που τον «πατάει η μπότα της Μέρκελ», τότε οι προτεραιότητες της πολιτικής σου παρέμβασης και του δημόσιου λόγου σου θα πρέπει τις δικές τους ανάγκες να εκφράζουν. Οι προτάσεις σου, επομένως, θα πρέπει, πολύ περισσότερο από την «παραγωγική ανασυγκρότηση», να απαντούν στα άμεσα αιτούμενα αυτών των τάξεων. Πώς θα διασφαλιστεί εισόδημα σε όλους, πώς θα εξασφαλιστεί καθολική πρόσβαση όλων στις υπηρεσίες υγείας: αυτά είναι τα μείζονα μελήματα. Άρα δεν τρως τα τρία τέταρτα του χρόνου σου απασχολούμενος με τη «διαπλοκή», τις κακές κοινοβουλευτικές πρακτικές και τα όμοια.

Τόσο απλά και πρακτικά πολιτικά είναι τα ζητήματα του «ταξικού» vs «λαϊκού». Γι’ αυτό, ίσως, εκλαμβάνονται πολλές φορές ως απλοϊκά: «Εντάξει, θεωρούμε αυτή την αντίληψη σχηματική και μακριά από την πολυπλοκότητα της εποχής», συνεχίζει ο συντάκτης του «Δρόμου».

Νάμαστε, λοιπόν. Η πολυπλοκότητα και πάλι ως επιχείρημα. Μόνο που η πολυπλοκότητα δεν μπορεί ποτέ, από μόνη της, να συνιστά επιχείρημα. Και, όταν επιχειρείται, συνήθως αυτή η θέση περί πολυπλοκότητας καταλήγει σε μια εξαιρετικά επιφανειακή και εκλεκτικιστική άθροιση πολλών πραγμάτων χωρίς συνοχή με μόνο αποτέλεσμα τη σύγχυση. Το είχαμε ζήσει στον ΣΥΝ για χρόνια με την «Ανανεωτική Πτέρυγα»: η συνθετότητα πάντοτε διέφευγε από μας, οι ίδιοι ήταν ελαστικοί πολιτικά ακριβώς στο μέτρο που την αντιλαμβάνονταν. Το έζησαν έναν και αιώνα πριν στη γνωστή «διαμάχη του ρεβιζιονισμού» οι γερμανοί μαρξιστές: ως γνωστόν, ο Μπερνστάιν θεωρούσε πως ο Μαρξ ήταν παρωχημένος στο μέτρο που η ανάλυσή του δεν μπορούσε να συμπεριλάβει την πολυπλοκότητα του καπιταλισμού του τέλους του 19ου αιώνα.

Αν είναι έτσι, τότε ο στόχος μας θα έπρεπε να είναι η σαφέστερη δυνατή ταξική προσέγγιση και η αξιοποίησή της για τη διερεύνηση της κοινωνικοπολιτικής πολυπλοκότητας. Όποιος το επιχειρήσει θα διαπιστώσει πόσο εμβριθής είναι η θεωρητική εργασία, την οποία έχουμε ως μαρξιστές στη διάθεσή μας: Κάθε άλλο παρά απλοϊκή.

Ας μην την αφήνουμε να κάθεται.
____________

[1] Συγκυρία και στρατηγική οπτική, Red Notebook, 15 Ιανουαρίου 2013. Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι συμμαχίες, Εποχή, 23 Μαρτίου 2014

Αναδημοσίευση από το Red Notebook.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Όσα πετυχαίνει μία γενική απεργία

Η αναγκαιότητα διαρκούς αποδόμησης του κυρίαρχου λόγου. Της Έφης Αχτσιόγλου