in

Οι προβοκάτορες με τα κόκκινα πουκάμισα. Του Χρήστου Λάσκου

Κωνσταντίνος Λαμπράκης, Παρεμποδίζοντας την Αποστασία -Ιουλιανά 1965: Κοινωνική διαμαρτυρία και Αριστερά, Τόπος 2025, σελ. 276

 

Δέκα χρόνια πριν, ζήσαμε τα τρομερά Ιουλιανά του 2015, μια κοινωνική έκρηξη σπάνιας έκτασης, ταξικής «καθαρότητας» και γενναιότητας, που, με την εμφάνισή της, αλλά και με την έκβασή της, καθορίζει την ιστορία μας -μάλλον, για πολύ καιρό στο μέλλον.

Πενήντα χρόνια είχαν μεσολαβήσει από τα πρώτα Ιουλιανά, αυτά του 1965. Τα οποία, επίσης, καθόρισαν δραστικά τις μετέπειτα εξελίξεις -αυτά, όμως, αντίθετα με την άμεση έκβασή τους. Όπως σημειώνει στον πρόλογό του ο Γιάννης Μαυρής, «Το ιστορικό παράδοξο με τα Ιουλιανά είναι ότι η επιβολή του κράτους δικαίου και η κατάργηση του “έκτακτου” εμφυλιακού νομικού οπλοστασίου, η κατάργηση της μοναρχίας, ο περιορισμός του πολιτικού ρόλου του στρατού και η πειθάρχησή του στην κοινοβουλευτική νομιμότητα, ο περιορισμός της επιρροής του αμερικανικού παράγοντα κ.λπ., όλα δηλαδή τα βασικά αιτήματα του εκδημοκρατισμού που τέθηκαν σε εκείνη την πολιτική συγκυρία δεν υλοποιήθηκαν τότε, αλλά αργότερα, στη Μεταπολίτευση. Πραγματοποιήθηκαν όμως τότε χωρίς την ενεργό παρουσία των μαζών, “από τα πάνω”, ως πολιτική γραμμή των κυρίαρχων τάξεων. Οι πολιτικές διεκδικήσεις των Ιουλιανών έγιναν πραγματικότητα, όχι σε ρήξη με τις δυνάμεις του καθεστώτος, αλλά υπαγμένες πλέον σε ένα διαφορετικό πολιτικό σχέδιο, εκείνο του αστικού εκσυγχρονισμού, που επέβαλλε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής» (σελ. 19).

Το μετεμφυλιακό καθεστώς, που τυράννησε την Ελλάδα, για τριάντα περίπου χρόνια, στηρίχθηκε πάνω στην ανελέητη συντριβή του εαμικού κινήματος, το οποίο, με την ταξική του σύνθεση, αλλά και με τη δυναμική του, τρόμαξε πολύ την ελλαδική άρχουσα τάξη και τους διεθνείς συμμάχους της. Η Σκομπία του Κολωνακίου είδε τον χάρο με τα μάτια της και αποφάσισε πως μόνο η αγριανθρωπική αντιμετώπιση του κινητοποιημένου κόσμου μπορούσε να φέρει αποτελέσματα. Αυτό που τρόμαξε ήταν, ιδίως, το γεγονός πως εκατομμύρια «μικροί άνθρωποι» είχαν, μέσα από την αγωνιστική τους εμπειρία, προσδοκίες που ξεπερνούσαν κατά πολύ «το μπόι τους». Το ΚΚΕ δεν έθετε κανενός είδους «ζήτημα σοσιαλισμού» -μια αναπτυγμένη αστική δημοκρατία επιδίωκε, μια «λαοκρατία». Ο λαός, άλλωστε, στη γλώσσα μας, είναι συνώνυμος του δήμου.

Το ΚΚΕ δεν έθετε επαναστατικούς στόχους, αλλά η πρόσφατη λαϊκή εμπειρία οδηγούσε πολύ πέρα από την αποδοχή ενός βελτιωμένου μεσοπολεμικού συστήματος. Αντικειμενικά. Φάνηκε στα Δεκεμβριανά -δεν ήταν η ηγεσία που αποφάσισε τη σύγκρουση, σύρθηκε, στην πραγματικότητα, από τη ισχυρή πίεση της κοινωνικής της βάσης.

Έχει επικρατήσει, για τον χαρακτηρισμό του μετεμφυλιακού καθεστώτος, ο όρος καχεκτική δημοκρατία, που προτάθηκε από τον Ηλία Νικολακόπουλο. Νομίζω, ωστόσο, ότι είχε  περισσότερο δίκιο ο Γιώργος Κατηφόρης, που μιλούσε για ατελή δικτατορία. Η χρήση της λέξης δημοκρατία είναι εντελώς παραπειστική. Αν, μάλιστα, δεχτούμε πως, όπως σημείωνε ο Καστοριάδης, γενικότερα, οι σύγχρονες αστικές δημοκρατίες δεν είναι παρά φιλελεύθερες ολιγαρχίες, τότε το να λέμε το κράτος των εθνικοφρόνων δημοκρατία αποκτά γκροτέσκα χαρακτηριστικά.

Το κράτος της (ακρο)Δεξιάς, αλλά και ενός Κέντρου, που εμφατικά διεκδικούσε την θέση του στην εθνικόφρονα παράταξη, κλονίστηκε ισχυρά, όταν, στις εκλογές του 1958, 9 μόλις χρόνια από τη συντριβή της, η Αριστερά, οργανωμένη πολιτικά ως ΕΔΑ και έχοντας λιγότερα από 10000 μέλη, έγινε αξιωματική αντιπολίτευση με το 25% των ψήφων.

Ο εαμικός λαός ξεμύτιζε πάλι. Η απειλή διαγράφονταν εκ νέου. Αυτό κινητοποίησε τους μηχανισμούς του καθεστώτος να επιτεθούν στην Αριστερά, ενώ, την ίδια στιγμή, επιδιώχθηκε να αναδιοργανωθεί ο «φιλελεύθερος χώρος», ώστε από σκορποχώρι βαρόνων να μετεξελιχθεί σε κοινοβουλευτική εναλλακτική. Πράγμα, που επιτεύχθηκε με την Ένωση Κέντρου.

Οι εκλογές του 1961, σε κλίμα τρομοκρατίας, οι εκλογές βίας και νοθείας, κατάφεραν μεν, να μειώσουν τη δύναμη της ΕΔΑ, ιδίως στην ύπαιθρο, αλλά οδήγησαν το ίδιο το σύστημα σε ανισορροπία, στο μέτρο που η Ένωση Κέντρου ξεκίνησε τον περίφημο «Ανένδοτο» βάζοντας έτσι ευρείες κοινωνικές δυνάμεις στη διεκδίκηση του κράτους δικαίου και ενός πολιτικού καθεστώτος δυτικού τύπου.

Ο Παπανδρέου  κέρδισε, εν τέλει, τις εκλογές του 1963 με 42%, ποσοστό που δεν του επέτρεπε να κάνει κυβέρνηση, χωρίς τη στήριξη της ΕΔΑ, την οποία, όμως, απέκρουε, στο πλαίσιο της πολιτικής του διμέτωπου. Άλλωστε, ο «Γέρος» δεν έχανε ευκαιρία να υπενθυμίζει τον καθοριστικό ρόλο του στην  καταστολή της «κομμουνιστικής ανταρσίας».

Στις νέες εκλογές του Φεβρουαρίου του 1964 το Κέντρο πήρε το 53% των ψήφων και ανέλαβε την διακυβέρνηση. Ήταν, όμως, τόσο σφιχτά συμπλεγμένο το σύστημα Παλάτι -Στρατός -Δεξιά που, μαζί με την ανάγκη της κυβέρνησης να ικανοποιήσει, σε ένα βαθμό, τμήματα της εργατικής τάξης, με εαμική καταγωγή, που τη στήριξαν εκλογικά, έκανε  επιτακτική την εξύφανση σχεδίων πλήρους συμμόρφωσης ή ανατροπής.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, το Παλάτι, με τη δεδομένη συνδρομή της Δεξιάς, τον Ιούλιο του 1965, επιχείρησε να οργανώσει τη πτώση του Παπανδρέου με την αποστασία βουλευτών του Κέντρου, με τη σαφή στήριξη των βασικών κεντρώων εφημερίδων, όπως Τα Νέα, η Ελευθερία και η Μακεδονία.

Απέναντι σε αυτές τις μεθοδεύσεις και χωρίς, στην πραγματικότητα,  κανείς πολιτικός φορέας να το οργανώσει, ξέσπασαν τα Ιουλιανά. Οι 70 μέρες που συγκλόνισαν την χώρα, η πιο μεγάλη κοινωνική έκρηξη, από την εποχή του ΕΑΜ.

Το βιβλίο του Λαμπράκη είναι η πληρέστερη ανάλυση αυτού του κινήματος, της πρωτοτυπίας του, των εκλεκτικών του συγγενειών με τα διεθνή αντίστοιχα, των καινοφανών μεθόδων δράσης και, ευρύτερα, των πρακτικών του, της σύνδεσής του με την κυρίαρχη πολιτική γραμμή της ΕΔΑ και του Κέντρου, των πολιτικών, αλλά και ιδεολογικών περιεχομένων, τόσο για την Αριστερά όσο και για τον χώρο του Κέντρου.

Ο συγγραφέας, κάνοντας πραγματική δουλειά μυρμηγκιού, μέσα σε αρχειακό υλικό, το οποίο δεν είχε αξιοποιηθεί, δίνει μια εντυπωσιακή εικόνα των γεγονότων, των μεγάλων διεργασιών, αλλά και των μοριακών εξελίξεων, που έδωσαν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του στο κίνημα.

Ένα κίνημα, να το ξαναπώ, με πρωτόγνωρα στοιχεία, εξαιρετικά δομημένο ταξικά και ηλικιακά, και με ρεπερτόρια δράσης, που δεν επιλέγονταν μέχρι τότε. Όπου το αυθόρμητο, αλλά και η βίαιη ανυπακοή, αποτέλεσαν θεμελιώδεις διαστάσεις, χωρίς τις οποίες, τα Ιουλιανά ή δεν θα υπήρχαν ή θα εξελίσσονταν πολύ διαφορετικά και «ήπια».

Δεν είναι τυχαίο πως οι προωθημένες πρακτικές του κινήματος αντιμετωπίστηκαν από την Αριστερά -όχι μόνο από την ΕΔΑ- ως προβοκάτσιες. Η αναφορά στους «προβοκάτορες με τα κόκκινα πουκάμισα» είναι απολύτως ενδεικτική.

Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η Αριστερά της εποχής δεν είχε αντικειμενική συμβολή. Χωρίς τα πανελλαδικά δίκτυα της ΕΔΑ και της Νεολαίας Λαμπράκη θα ήταν πολύ δύσκολη η πανελλαδική και πάνδημη, από πολλές απόψεις, συμμετοχή. Πράγμα που ισχύει και για τα συνδικάτα, την τοπική αυτοδιοίκηση και τις φοιτητικές ενώσεις, που έπαιξαν το δικό τους ρόλο.

Η ΕΔΑ ήταν στη γραμμή της «μη ρήξης». Επεδίωκε την Εθνική Δημοκρατική Αλλαγή και την  Εθνική Ανεξαρτησία, αιτήματα πολύ μακριά από αυτά του ριζικού κοινωνικού μετασχηματισμού, τα οποία, μάλιστα, στην περίοδο της κεντρώας διακυβέρνησης προσγειώθηκαν στην πολύ μετριοπαθέστερη διατύπωση της Δημοκρατικής Στροφής. Ακόμη κι έτσι, όμως, ήταν η μόνη δύναμη που είχε την οργανωτική δυνατότητα, με πολλές δεκάδες χιλιάδες μέλη πια, για να αποτελέσει αναγκαία προϋπόθεση της έκτασης, που πήρε το κίνημα, πολλές φορές, αντίθετα από τις επιδιώξεις της ηγεσίας της.

Από την άλλη, τα Ιουλιανά έδωσαν τη δυνατότητα να αποκτήσουν ορατότητα δυνάμεις, που αμφισβητούσαν, από αριστερά, την ΕΔΑ και το ΚΚΕ. Ο μαοϊκός χώρος, ιδίως, αλλά και οι τροτσκιστικές οργανώσεις, ακόμη περισσότερο οι αντιιμπεριαλιστές Φίλοι των Νέων Χωρών είχαν την πολιτική ευκαιρία, στο μέτρο, πάντοτε, των δυνατοτήτων τους. Η εμφάνισή τους, όμως, στο προσκήνιο βοηθήθηκε αντικειμενικά από το κίνημα.

Το βιβλίο είναι μοναδικό. Με έναν εντυπωσιακό όγκο στοιχείων, πολλά γραφήματα, πλήθος από κατατοπιστικούς πίνακες, μελετάει τη γεωγραφία, τους φορείς, τα δίκτυα, τη συμμετοχή και την εξέλιξη του κινήματος. Διερευνά, καταλεπτώς, τα υποκείμενα και τις διαδρομές της διαμαρτυρίας. Κάνει μια εξαιρετική ανάλυση των διαδηλώσεων και του κοινωνικού τους προφίλ. Από την άλλη, αξιοποιεί τα στοιχεία από τις απεργίες, που δείχνουν την εσωτερική σύνθεση κατά βαθμό συμμετοχής.

Κλείνει, δε, με μια πολύ διαφωτιστική ανάλυση της πρόσληψης και της ερμηνείας των Ιουλιανών από την ελληνική Αριστερά, που είχε ιδιαίτερες επιπτώσεις στα διακριτά «μέλλοντά» της.

Επιπλέον, ο συγγραφέας εντάσσει την ιουλιανή έκρηξη στα διεθνή της «ανάλογα», τα οποία παρουσιάζει στην ιστορική τους διαδρομή, το αμερικανικό movement, τον Μάη του ’68, το ιταλικό ζεστό φθινόπωρο. Σημειώνει την καθοριστική επίδραση αυτού που αποτέλεσε τη διεθνή New Left και επηρέασε δραστικά τις μετέπειτα εξελίξεις στο πλαίσιο της Αριστεράς.

Τα Ιουλιανά μοιάζουν απολύτως άλλο πράγμα από τα κινήματα στις χώρες του ανεπτυγμένου καπιταλισμού. Δεν θέτουν επαναστατικά, αλλά «δημοκρατικά» αιτήματα. Ωστόσο, στις ειδικές ελληνικές συνθήκες της εποχής, ο συγγραφέας ισχυρίζεται πειστικά ότι ανήκουν, με τον τρόπο τους, στην ίδια κίνηση.

Τα Ιουλιανά καθόρισαν την Μεταπολίτευση, όσο λίγα γεγονότα. Ο αστικός εκσυγχρονισμός, η πλήρης απόρριψη, και από τη Δεξιά, της επιστροφής στην μετεμφυλιακή συνθήκη, η εμφάνιση μιας ριζοσπαστικοποιημένης κεντροαριστεράς, που γρήγορα έγινε κυβέρνηση, οι εξελίξεις στο πλαίσιο της ποικίλης πλέον Αριστεράς χρωστούν πάρα πολλά στις 70 εκείνες μέρες.

Το βιβλίο είναι εξαιρετικό. Πραγματική προσφορά, για να σκεφτούμε και πάνω στα τωρινά μας ζητήματα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Το Σάββατο 21 Ιουνίου η πορεία υπερηφάνειας του 13ου Thessaloniki Pride

Έκτακτο: Επίθεση στο March to Gaza στην Αίγυπτο