Ο κριτικός κινηματογράφου Στράτος Κερσανίδης γράφει κάθε εβδομάδα για το alterthess τις νέες ταινίες που κάνουν πρεμιέρα στις κινηματογραφίκές αίθουσες.
MOMMY
Σκηνοθεσία: Ξαβιέ Ντολάν
Πρωταγωνιστούν: Αν Ντορβάλ, Σουζάν Κλεμάν, Αντουάν-Ολιβιέ Πιλόν, Αλεξάντρ Γκογιέ, Πατρίκ Ιάρ, Μισέλ Λιτουάκ, Βιβιάν Πακάλ, Ναταλί Χέιμελ-Ρόι
Ο Ξαβιέ Ντολάν θεωρείται –και είναι- το παιδί θαύμα το γαλλόφωνου καναδικού (Κεμπέκ) κινηματογράφου. Μόλις 25 ετών, έχει ήδη σκηνοθετήσει πέντε μεγάλου μήκους ταινίες, με την πρώτη στα 19 του. Η τελευταία του ταινία, μοιράστηκε, με το Ζαν Λικ Γκοντάρ, παρακαλώ, το βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ των Κανών. Εκρηκτικό ταλέντο ο Ντολάν, σκηνοθετεί, γράφει το σενάριο, χειρίζεται την κάμερα, επιμελείται τα κοστούμια και τα σκηνικά, κάνει το μοντάζ, είναι παραγωγός συχνά πρωταγωνιστεί κιόλας. Όλους τους παραπάνω ρόλους, εκτός από τον τελευταίο, έχει ο Ντολάν στο «Mommy», μια ταινία-γροθιά η οποία καταπιάνεται με ένα θέμα που συχνά η κοινωνία μας το αντιμετωπίζει με την «εύκολη» λύση της καταστολής.
Με το ξεκίνημα της ταινίας διαβάζουμε πως η ιστορία που πρόκειται να παρακολουθήσουμε διαδραματίζεται σε ένα φανταστικό Καναδά όπου μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές του 2015 εκλέγεται μια νέα κυβέρνηση. Μετά από δύο μήνες παρουσιάζεται το νομοσχέδιο 8-18 με το οποίο τροποποιείται η πολιτική των υπηρεσιών υγείας. Συγκεκριμένα με τον αμφιλεγόμενο νόμο S-14 ορίζεται πως ο γονέας τέκνου με προβληματική συμπεριφορά, που έχει οικονομική δυσχέρεια και αντιμετωπίζει σωματικό ή ψυχολογικό κίνδυνο έχει το ηθικό και το νομικό δικαίωμα να δώσει το παιδί του στη φροντίδα οποιουδήποτε δημόσιου νοσοκομείου χωρίς καμία περαιτέρω νομική διαδικασία.
Στη συνέχεια ξεκινά η ταινία και όλα τα παραπάνω ξεχνιούνται για να τα θυμηθούμε ξανά προς το τέλος.
Όλα αρχίζουν σε ένα ίδρυμα που φιλοξενεί παιδιά με βίαιη συμπεριφορά. Εκεί βλέπουμε την Ντι να πηγαίνει για να παραλάβει το 16χρονο γιο της, Στιβ, ο οποίος αποβάλλεται επειδή επιτέθηκε και τραυμάτισε σοβαρά ένα άλλο παιδί. Δεν έχει άλλη επιλογή παρά να πάρει το γιο της στο σπίτι. Η Ντι είναι χήρα, μένει άνεργη και πρέπει να φροντίσει το γιο της τον οποίο υπεραγαπά.
Οι συγκρούσεις ανάμεσά τους είναι συνεχείς, εκείνη προσπαθεί για το καλύτερο ενώ ψάχνει για δουλειά, εκείνος δημιουργεί προβλήματα. Η σχέση τους διαρκώς δοκιμάζεται μέχρις ότου που η καταλυτική εμφάνιση της Κάιλα, μιας γυναίκας που μετακόμισε με τον άντρα και τον παιδί της στο απέναντι σπίτι θα αλλάξει τις ισορροπίες. Η Κάιλα είναι δασκάλα σε αναρρωτική άδεια λόγω κάποιου ψυχολογικού προβλήματος και προσφέρεται να βοηθήσει την Ντι και τον Στιβ αναλαμβάνοντας μάλιστα να του κάνει κατ’ οίκον μαθήματα.
Η Ντι, ο Στιβ και η Κάιλα χαίρονται τη σχέση τους. Η μητέρα είναι αισιόδοξη και έχει βρει μια προσωρινή δουλειά, ο Στιβ κάνει όνειρα για να σπουδάσει, η Κάιλα αρχίζει να γελάει. Το μέλλον δεν είναι πια σκοτεινό αλλά γεμάτο ελπίδα. Τι συμβαίνει όμως με το παρελθόν;
Μια αγωγή φτάνει με το ταχυδρομείο και οι γονείς του παιδιού που τραυμάτισε ο Στιβ στο ίδρυμα ζητούν ένα τεράστιο ποσό το οποίο ξόδεψαν για την αποκατάστασή του. Η Ντι ζητά τη βοήθεια ενός γείτονα δικηγόρου ο οποίος τη φλερτάρει, η ιδέα δεν αρέσει στο Στιβ, η έξοδος των τριών θα είναι καταστροφική. Κι ύστερα θυμόμαστε την αρχή, το νόμο S-14.
Όπως έχει πει ο Ντολάν, πως αυτό που τον εμπνέει και αγαπά περισσότερο από κάθε τι, είναι η μητέρα του. «Και όταν λέω η μητέρα μου, νομίζω ότι εννοώ Η ΜΗΤΕΡΑ γενικά, η φιγούρα που αντιπροσωπεύει», λέει. Έτσι ο ίδιος μας οδηγεί, ήδη με τον τίτλο «Mommy», σε αυτό που θέλει. Σε μια ταινία που κυριαρχεί το πρόσωπο της μητέρας, μια γυναίκας η οποία αγωνίζεται να μεγαλώσει μόνη ένα παιδί με προβλήματα δείχνοντας του την απεριόριστη αγάπη της. Μια γυναίκας η οποία δοκιμάζει τα όρια των αντοχών της, που δεν έχει προσωπική ζωή που οι σχέσεις της περιορίζονται στη νέα γειτόνισσα. Κι εκείνη; Μια άλλη γυναίκα, κάπως αινιγματική, με τα δικά της προβλήματα. Η μητρότητα και οι σχέσεις σε μια ταινία που είναι γυρισμένη με δυναμισμό και νεύρο. Με την κάμερα να κινείται και να καταγράφει τις εκρήξεις του Στιβ, την απόγνωση της Ντι, τις αντιδράσεις της Κάιλα.
Η σκηνοθεσία είναι στεγνή, σχεδόν κυνική. Ο Ντολάν δεν αφαιρείται ούτε στιγμή, οι εύκολοι μελοδραματισμοί εξοβελίζονται, οι χαρακτήρες διογκώνονται. Σε πολλές περιπτώσεις η ζωή είναι σκληρή και οι άνθρωποι οφείλουν να πάρουν αποφάσεις. Δύσκολες αποφάσεις.
«Αυτός ο κόσμος δεν έχει πολλή ελπίδα», λέει η Ντι στην τελευταία της συζήτηση με την Κάιλα. «Αλλά μ’ αρέσει να πιστεύω ότι είναι γεμάτος από ανθρώπους που πιστεύουν. Καλύτερα έτσι γιατί όσοι ελπίζουμε μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα», συνεχίζει.
1001 ΓΡΑΜΜΑΡΙΑ
1001 GRAM
Σκηνοθεσία: Μπεντ Χάμερ
Πρωταγωνιστούν: Αν Νταλ Τορπ, Λοράν Στοκέρ, Περ Κρίστιαν Έλεφσεν
Η Μαρίε είναι μια όμορφη αλλά αφοσιωμένη στην δουλειά της και αυστηρή επιστήμονας. Ένα ετήσιο συνέδριο για τα μέτρα και τα σταθμά, τη φέρνει από την πατρίδα της, τη Νορβηγία στο Παρίσι. Εκεί, στη γοητευτική γαλλική πρωτεύουσα, η Μαρίε θα βρεθεί αντιμέτωπη με τη ζωή και τις καταπιεσμένες επιθυμίες της. Ρομαντική κομεντί με εύστοχες πινελιές υπόγειου χιούμορ, κάτι που χαρακτηρίζει τις ταινίες των σκανδιναβικών χωρών.
Η ιδέα της ταινίας βασίζεται στην ύπαρξη των επίσημων μέτρων και των σταθμών, που κάθε χώρα φυλάσσει κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες ώστε να μην αλλοιώνονται. Ένα πρότυπο χιλιόγραμμα, λοιπόν, βρίσκεται κάπου φυλαγμένο σε κάθε χώρα. Τώρα, ο σκηνοθέτης Μπεντ Χάμερ, πιάνεται από τη ρήση του Αινστάιν «τα σημαντικά δεν μπορούν να μετρηθούν πάντα, και όσα μπορούν να μετρηθούν δεν είναι πάντα σημαντικά» και φέρνει την ηρωίδα του αντιμέτωπη με τα πραγματικά σημαντικά πράγματα στη ζωή της τα οποία οφείλει να ανακαλύψει και να υιοθετήσει μια διαφορετική στάση ζωής.
Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο τελευταίο Φεστιβάλ του Τορόντο στο πρόγραμμα Masters, στη συνέχεια προβλήθηκε στα Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λονδίνου, του Σικάγο, του Τόκυο και της Θεσσαλονίκης ανάμεσα σε άλλα, ενώ επιλέχθηκε ως η επίσημη πρόταση της Νορβηγίας για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
Όπως σημειώνει και ο Μπεντ Χάμερ: «Ο άνθρωπος καθορίζει τον ορισμό του βάρους, αλλά κατά τη γνώμη μου είναι το ίδιο σημαντικό να καταλάβουμε τι επίδραση έχει στον άνθρωπο ο ορισμός του βάρους. Πάντα με ενδιέφερε ποια είναι η σχέση της επιστημονικής κατανόησης και των ανθρώπινων πράξεων. Αυτή η θεματική υπήρχε και στην ταινία μου ‘Ιστορίες Κουζίνας’. Με τα 1001 Γραμμάρια έχω την ευκαιρία να εξελίξω περισσότερο αυτό το ποιητικό χιούμορ. Πέρα από κάθε μέτρο».
ΓΥΝΑΙΚΑ ΑΠΟ ΧΡΥΣΟ
WOMAN IN GOLD
Σκηνοθεσία: Σάιμον Κέρτις
Πρωταγωνιστούν: Έλεν Μίρεν, Ράιαν Ρέϊνολντς, Ντάνιελ Μπριλ, Τσαρλς Ντανς, Κέιτι Χολμς, Μαξ Άιρονς, Τατιάνα Μασλάνι, Ελίζαμπεθ Μαγκόβερν, Νέβε Γκάτσεφ
Μετά το θάνατο της αδελφής της η Μαρία Άλτμαν αποφάσισε να διεκδικήσει πέντε πίνακες του Κλιμτ οι οποίοι ανήκαν στην οικογένειά της αλλά τους άρπαξαν οι ναζί. Εξήντα χρόνια έχουν περάσει και οι πίνακες βρίσκονται στη Βιέννη στην αίθουσα Μπελβεντέρε. Ανάμεσα στους πίνακες είναι και η «Γυναίκα Από Χρυσάφι», στον οποίο απεικονίζεται η θεία της Άλτμαν –αδελφή της μητέρας της- Αντέλ Μπλοχ-Μπάουερ.
Αρχικά απευθύνθηκε στην κυβέρνηση της Ασυτραίς η αποία όμως δεν εέδειξε καμία προθυμία να εξετάσει το αίτημά της κι έτσι αναγκάστηκε να καταφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Ως αμερικανίδα πολίτις είχε αυτό το δικαίωμα και μέσω της αμερικανικής δικαιοσύνης μήνυσε την Αυστρία. Η δικαίωση της Μαρίας Άλτμαν ήταν μια μεγάλη νίκη της δικαιοσύνης.
Η ταινία βασίζεται στην αληθινή ιστορία της Μαρίας Άλτμαν η οποία γεννήθηκε στη Βιέννη το 1916, εννιά χρόνια αφότου ο Γκουστάβ Κλιμτ ολοκλήρωσε το μεγάλο του αριστούργημα, που απεικονίζει την αδερφή της μητέρας της, Αντέλ. Η Αντέλ Μπλοχ-Μπάουερ ήταν, μαζί με τον άνδρα της, ένθερμη υποστηρικτής των τεχνών και οικοδέσποινα μιας διάσημης γκαλερί της Βιέννης, στην οποία σύχναζαν επιφανείς φιγούρες όπως ο Γκουστάβ Μάλερ, ο Άρθουρ Σνίτσλερ και ο Γκουστάβ Κλιμτ.
Οι πίνακες του Κλιμτ, που θεωρούνταν από τους ηγέτες της art nouveau σχολής στη Βιέννη, ήταν διάσημοι για τον ερωτισμό τους και η Αντέλ Μπλοχ-Μπάουερ ήταν ένα από τα αγαπημένα μοντέλα του καλλιτέχνη. Στο χρυσό του πορτρέτο απεικονίζει τη θεία της Μαρία σαν μία βασίλισσα της Αιγύπτου, στολισμένη με χρυσό και κοσμήματα.
Στα 21 της, η Μαρία παντρεύτηκε τον τραγουδιστή όπερας Φριτς Άλτμαν και έξι εβδομάδες αργότερα η χιτλερική Γερμανία προσάρτησε την Αυστρία στο Τρίτο Ράιχ, κάτι που σήμαινε ότι η χρυσή εποχή για τους Εβραίους της χώρας είχε τελειώσει. Επιχειρήσεις και σπίτια Εβραίων πολιτών λεηλατήθηκαν, και οι Μπλοχ-Μπάουερ έχασαν τα πάντα. Μετά την σύλληψη και βραχυπρόθεσμο εγκλεισμό του Φριτς στο Νταχάου, εκείνος και η Μαρία απέδρασαν από την Αυστρία, φτάνοντας τελικά στις ΗΠΑ.
ΟΙ ΕΚΔΙΚΗΤΕΣ: H ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ULTRON (3D)
AVENGERS: AGE OF ULTRON
Σκηνοθεσία: Τζος Γουέντον
Πρωταγωνιστούν: Σκάρλετ Γιόχανσον, Άαρον Τέιλορ – Τζόνσον, Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ, Κρις Χέμσγουορθ, Κρις Έβανς, Ελίζαμπεθ Όλσεν, Κόμπι Σμόλντερς, Τζέρεμι Ρένερ, Μαρκ Ραφάλο, Σάμιουελ Λ. Τζάκσον, Χέιλι Άτγουελ, Πολ Μπέτανι, Άντι Σέρκις, Λου Φερίνο (φωνή), Τζέιμς Σπάντερ (φωνή), Στέλαν Σκάρσγκαρντ, Σταν Λι, Ντον Τσιντλ
Η επιτυχία της πρώτης ταινίας της Μάρβελ οδήγησε, όπως συνηθίζεται στη συνέχειά της. Ακολουθώντας λοιπόν τη συνταγή της προηγούμενης ταινίας έχουμε ξανά τους γνωστούς υπερ-ήρωες να αναλαμβάνουν την προστασία της Γης η οποία κινδυνεύει από τον Ούλτρον, ένα ρομπότ τελευταίας τεχνολογίας που πάσχει από μεγαλομανία! Ο Τόνι Σταρκ προσπαθεί να ενεργοποιήσει ένα πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης για να διατηρήσει την τάξη αλλά ο Ούλτρον έχει άλλα σχέδια. Άιρον Μαν, Χαλκ, Κάπτεν Αμέρικα, Θορ, Μαύρη Χήρα και Χόκι αναλαμβάνουν δράση. Μόνον οι Εκδικητές μπορούν να σώσουν την κατάσταση.
ARAYA
Σκηνοθεσία: Μαργκό Μπενασεράφ
Αριστουργηματικό ντοκιμαντέρ το οποίο στο Φεστιβάλ των Κανών το 1959 μοιράστηκε το βραβείο της Διεθνούς Ομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου, εξ ημισείας με το «Χιροσίμα, Αγάπη Μου», του Αλέν Ρενέ.
Η σκηνοθέτιδα κατορθώνει να μετατρέψει σε κινηματογραφικό ποίημα μια ταινία γυρισμένη σε μια σκληρή και άγονη περιοχή της Βενεζουέλας, όπου οι άνθρωποι για να επιβιώσουν εργάζονταν στα αλατωρυχεία. Η Μπενασεράφ, με καταγωγή από τη Βενεζουέλα και σπουδές κινηματογράφου στο Παρίσι, καταφέρνει να παρουσιάσει τις σκληρές συνθήκες εργασίας σε έντονο κοντράστ που κόβει την ανάσα, με την κάμερά της να μας αποκαλύπτει αριστουργηματικά το τοπίο και τους ανθρώπους σε μια ταινία που συγκρίνεται με το Η γη τρέμει του Λουκίνο Βισκόντι.
Η Μπενασεράφ καταγράφει 24 ώρες από ζωή των εργατών σε μια από τις πιο στέρφες περιοχές του κόσμου, όπου οι άνθρωποι από το 1500 βασίζονταν αποκλειστικά σε αυτά που τους έδινε η θάλασσα: αλάτι και ψάρια.