Ο κριτικός κινηματογράφου Στράτος Κερσανίδης γράφει κάθε εβδομάδα για το alterthess τις νέες ταινίες που κάνουν πρεμιέρα στις κινηματογραφίκές αίθουσες.
ΠΑΡΑΜΟΝΕΥΟΝΤΑΣ
LURK
Σκηνοθεσία: Βασίλη Κατσίκη
Πρωταγωνιστούν: Τες Σπέντζος, Πίτερ Τζέραρντ, Άρις Έιθαν
Μια δυνατή καταιγίδα μαίνεται. Μέσα στην απομονωμένη βίλα ο σύζυγος ετοιμάζεται να φύγει για επείγουσα δουλειά, και αποχαιρετά την όμορφη σύζυγό του. Πρέπει να πάει στην ψυχιατρική κλινική που διευθύνει, έχοντας πάρει τη θέση του δολοφονηθέντος πεθερού του, μια δολοφονία η οποία έχει τραυματίσει ψυχικά τη γυναίκα, η οποία συντηρείται με ψυχοφάρμακα που φροντίζει να της δίνει ο άντρας της. Ο τελευταίος της μιλά γλυκά, την αποκαλεί «άγγελέ μου» και της λέει πως θα επιστρέψει σε λίγες ώρες. Η γυναίκα μένει μόνη στο σπίτι όταν αντιλαμβάνεται πως κάποιος έχει μπει μέσα. Προσπαθεί να κρυφτεί αλλά ο άγνωστος εισβολέας καταφέρνει να την ακινητοποιήσει και αφού τη βιάσει ανοίγει το χρηματοκιβώτιο και παίρνει ό,τι χρήματα υπάρχουν μέσα. Μια απροσεξία του όμως θα δώσει την ευκαιρία στη γυναίκα να τον χτυπήσει στο κεφάλι και να τον δέσει. Τότε εκείνος της ζητά να τον απελευθερώσει και την προειδοποιεί πως κινδυνεύει από το σύζυγό της.
Τι στ’ αλήθεια συμβαίνει μέσα στο διαταραγμένο μυαλό της γυναίκας; Ποιος είναι αυτός ο νεαρός άνδρας, ο οποίος κατηγορεί τον άνδρα της και φαίνεται πως της θυμίζει κάτι που δεν μπορεί όμως να θυμηθεί; Τελικά από ποιον κινδυνεύει; Από τον εισβολέα, από το σύζυγό της ή μήπως από τον ίδιο της τον εαυτό;
Τα ερωτήματα πολλαπλασιάζονται καθώς η γυναίκα κάνει μια καταβύθιση στη μνήμη της. Εικόνες έρχονται στο μυαλό της, προσπαθεί να τις συγκεκριμενοποιήσει, να τις συνταιριάξει. Ο άντρας επιστρέφει, τον πυροβολεί στο πόδι, ο νεαρός εισβολέας κατάφερε να λυθεί, η καταιγίδα μαίνεται, η γυναίκα νιώθει παγιδευμένη.
Η ταινία του Βασίλη Κατσίκη, «Lurk», είναι καταρχάς, ένα ψυχολογικό θρίλερ, αφού διαθέτει όλα εκείνα τα στοιχεία που το χαρακτηρίζουν ως τέτοιο. Ο σκηνοθέτης καταφέρνει να δημιουργήσει μια κλειστοφοβική ατμόσφαιρα τρόμου, καθώς κλιμακώνει την αγωνία και περιπλέκει το μυστήριο. Η απειλή πλανάται καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, τα φλας μπακ μας ταξιδεύσουν στο χρόνο και στην ψυχική κατάσταση της γυναίκας. Χρησιμοποιώντας με μαεστρία μια σειρά από κλισέ των ταινιών του είδους και αφού κερδίζει τις εντυπώσεις σε επίπεδο σασπένς, ο Κατσίκης φροντίζει να αφήσει μικρές ρωγμές μέσα από τις οποίες μπορεί ο θεατής να διακρίνει τις πραγματικές του προθέσεις.
Οι αναφορές του στο Χίτσκοκ και ιδίως στον Πολάνσκι είναι πολλές, και αυτό που κάνει, είναι μια ταινία επάνω στη μνήμη, την απώλεια και την επαναφορά της διά της οποίας επέρχεται η αφύπνιση. Σε μια απροσδόκητη εξέλιξη μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, μεταξύ ύπαρξης και ανυπαρξίας, ο νεαρός εισβολέας λέει στη γυναίκα τη φράση κλειδί: «ήλθα για να σε ξυπνήσω». Γύρω από αυτήν τη φράση αναπτύσσεται όλη η ταινία, που σημαίνει πως έχοντας απωλέσει κάποιος τη μνήμη του, άνθρωπος ή κοινωνική ομάδα, βυθίζεται σε λήθαργο, γίνεται έρμαιο των καταστάσεων, πέφτει θύμα εκμετάλλευσης. Και χρειάζεται να έρθει αυτό το κάτι, ένα ταρακούνημα, για να επανέλθει, να αφυπνιστεί, να δει την πραγματικότητα, να εξεγερθεί, να διεκδικήσει.
Γίνεται πλέον σαφές το κοινωνικό μήνυμα της ταινίας. Η παγιδευμένη γυναίκα καταφέρνει να απελευθερωθεί από τα δεσμά της. Μια κοινωνία ναρκωμένη μέσα στο λήθαργο της επίπλαστης ευδαιμονίας χάνει την ταυτότητά της, την ψυχή της. Χρειάζεται ένα σοκ για να αφυπνιστεί, για να αναζητήσει όσα έχει χάσει, να απελευθερωθεί, όπως η ηρωίδα του «Lurk».
Δεν ξέρω τι συμβαίνει με σας, αλλά εμένα μου θυμίζει τον κοινωνικό λήθαργο του ευδαιμονισμού που ζήσαμε και που οδήγησε στην απώλεια της ανθρωπιάς μας. Που δημιούργησε ανθρώπους καταναλωτές, τηλεορασόπληκτους, αδιάφορους. Κι όταν ήρθε η στιγμή της κατάρρευσης σα να ξαναθυμηθήκαμε πως είμαστε άνθρωποι και αρχίσαμε ξανά να αναζητούμε τη συλλογικότητα, την αλληλεγγύη, κι ακόμη την ίδια την ελευθερία μας. Μου φαίνεται πως είμαστε κοντά στη στιγμή της έκρηξης, την στιγμή της εξέγερσης.
Ο Βασίλης Καυσίκης σε σκηνοθετικό του σημείωμα, γράφει:
«Μικρός ήμουν θαυμαστής του Χίτσκοκ και ήταν συναρπαστικό να προσπαθώ να ανακαλύψω τον ένοχο ή να ξεχωρίζω τον κρυμμένο κακό. Αργότερα όταν είδα το «Ο θάνατος κι η κόρη», του Πολάνσκι, το παιχνίδι «αλήθεια ή ψέμα»-«αθώος ή ένοχος», με είχε συνεπάρει. Αυτά νομίζω λειτούργησαν για να ψάξω τον κόσμο του θρίλερ συν όλα αυτά που ζούμε τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, που είναι ένα διαρκές “ψυχολογικό θρίλερ”!
Ο λόγος που το έκανα αγγλόφωνο ήταν γιατί το σενάριο με οδήγησε σ’ αυτή τη λύση. Η ηρωίδα, η Αν, μεγάλωσε και έζησε με την Αμερικάνα μητέρα της στην Αμερική και όταν ήρθε να δει τον Έλληνα πατέρα της, μεγαλογιατρό και ιδιοκτήτη ψυχιατρικής κλινικής, γνώρισε τον Άντριου, τον Άγγλο βοηθό του πατέρα της και αφού τον παντρεύτηκε έμεινε στην Ελλάδα. Δε θα μου άρεσε να μιλάνε σπαστά ελληνικά θα ήταν το λιγότερο αντιαισθητικό.
Το σχόλιο που προσπάθησα να κάνω είναι και πολιτικοκοινωνικό.
Χρησιμοποιώ τους κώδικες του ψυχολογικού θρίλερ για να πω την ιστορία μου. Βάζω τη χώρα σε κατάρρευση, δεν είναι και τόσο φανταστικό, και όλοι οι ήρωες είναι μπλεγμένοι με κάποιον τρόπο, ή θύτες ή θύματα, σε αυτό που συμβαίνει. Το πρώτο σχόλιο που θέλω να κάνω είναι, πως αν δεν έχεις τον έλεγχο της ζωής σου στα χέρια σου, τότε κάποιοι άλλοι θα σου την κάνουν κόλαση! Και το τελευταίο και πιο σημαντικό σχόλιο είναι το θέμα της μνήμης! Όπως η ηρωίδα στην ταινία, κάνει μεγάλο αγώνα να ξαναβρεί τη χαμένη μνήμη της, έτσι και ένας ολόκληρος λαός πρέπει να αγωνιστεί για να μη χάσει τη δική του Ιστορική Μνήμη! Δυστυχώς η ταινία έγινε επίκαιρη με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, αφού και στην ιστορία μας, ένας νέος μουσικός ο Άνταμ, πέφτει θύμα ενός σαδιστικού παρακράτους!»
Η ΑΠΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΚΟΥ HEINEKEN
KIDNAPPING FREDDY HEINEKEN
Σκηνοθεσία: Ντάνιελ Άφρεντσον
Πρωταγωνιστούν: Άντονι Χόπκινς, Τζιμ Στέρτζες, Σαμ Γουόρθινγτον, Ράιαν Κουάντεν, Τόμας Κόκερελ, Μαρκ Βαν Γιούεν
Ο βραβευμένος με Έμμυ δημοσιογράφος, Πίτερ Ρ. Ντε Βρις, έγραψε το 1987 ένα ογκώδες βιβλίο 800 σελίδων για την υπόθεση της απαγωγής του μεγιστάνα της μπίρας, Φρέντι Χάινεκεν. Όλα συνέβησαν το 1983, όταν πέντε άνδρες απήγαγαν τον Χάινεκεν μαζί με τον οδηγό του και ζήτησαν ως λύτρα 35 εκατομμια φιορίνια, δηλαδή περίπου 46 εκατομμύρια ευρώ, σε σημερινές τιμές. Και ενώ όλα πήγαν καλά τελικά οι δράστες συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε ποινές από 8 έως 12 χρόνια.
Το βιβλίο αυτό μετετράπη σε σενάριο 110 σελίδων από τον Γουίλιαμ Μπρούκφιλντ και ο Ντάνιελ Άλφρεντσον, ο οποίος σκηνοθέτησε το δεύτερο και το τρίτο μέρος της τριλογίας Μιλένιουμ («Το Κορίτσι που Έπαιζε με τη Φωτιά», «Το Κορίτσι στη Φωλιά της Σφήκας»), μετέφερε στον κινηματογράφο την υπόθεση. Η ταινία «Η απαγωγή του κυρίου Χάινεκεν» (Kidnapping Freddy Heineken), αφηγείται τα δραματικά εκείνα τα γεγονότα, από τι στιγμή που οι πέντε φίλοι αποφάσισαν να προχωρήσουν στην απαγωγή μέχρι τη σύλληψή τους.
Οι Κορ Βαν Χουτ, Γουίλεμ Χόλεντερ, Φρανς «Σπάικς» Μέιχερ, Γιαν «Κατ» Μπελάαρντ και Μάρτιν «Μπρέικς» Έρκαμπς, ήταν φίλοι και συνεταίροι σε μια οικοδομική εταιρία τα οικονομικά προβλήματα της οποίας τους ανάγκασαν να αναζητήσουν τραπεζικό δάνειο. Όμως επειδή καμία τράπεζα δεν τους δάνειζε αποφάσισαν να κάνουν το μεγάλο κόλπο. Οργάνωσαν το σχέδιο με μεγάλη προσοχή και μια μέρα απήγαγαν τον Χάινεκεν και τον οδηγό του. Τους μετέφεραν σε ένα χώρο που είχαν κατασκευάσει, με τέλεια ηχητική μόνωση και περίμεναν τα λύτρα που είχαν ζητήσει. Τελικά αν και είχαν οργανώσει την τέλεια απαγωγή δεν κατάφεραν να απολαύσουν τα χρήματα που πήραν και σύντομα βρέθηκαν στη φυλακή. Κι αυτό συνέβη επειδή δεν ήταν πραγματικοί εγκληματίες, αλλά μια παρέα, όχι κακών ανθρώπων, που αποφάσισαν να εγκληματήσουν για να βγουν από το οικονομικό αδιέξοδο χωρίς να χρησιμοποιήσουν καθόλου βία εναντίον των θυμάτων τους. Αυτό ήταν και το τρωτό τους σημείο. Η αστυνομία υποπτεύθηκε πως δεν είχε να κάνει με οργανωμένη συμμορία και το εκμεταλλεύτηκε για να φτάσει στην εξιχνίαση της απαγωγής.
Βρισκόμαστε μπροστά σε μια θαυμάσια ταινία. Πρόκειται για ένα δράμα που μετατρέπεται σε θρίλερ αγωνίας αλλά και ψυχολογικό θρίλερ. Πάνω απ’ όλα όμως είναι μια ταινία χαρακτήρων. Κρατώντας τους θεατές σε μια διαρκή ισορροπία επάνω σε τεντωμένο σχοινί, καθώς η ένταση κορυφώνεται, ο σκηνοθέτης σκιαγραφεί αρχικά τους ήρωές του και όσο προχωρά η δράση αρχίζει και διεισδύει μέσα τους. Τα γεγονότα επιδρούν επάνω τους και αρχίζουν να διαφαίνονται οι ξεχωριστές πτυχές των χαρακτήρων τους. Καθώς αρχίζουν οι αμφιβολίες από κάποιους για την πράξη τους, ξεκινούν και οι συγκρούσεις μεταξύ τους και αρχίζουν να δημιουργούνται ρωγμές στη φιλία τους.
Υπάρχει δράση, εντάσεις και κορυφώσεις, αγωνία και σασπένς, κάποιες στιγμές χιούμορ. Υπάρχει όμως κι ακόμη μία ανάγνωση που μας λέει πως όλα όσα συνέβησαν είχαν κοινωνικά αίτια και αφορμή ήταν η οικονομική ύφεση της εποχής. Οι πέντε αυτοί άνθρωποι βρέθηκαν κατεστραμμένοι οικονομικά, προσπάθησαν να βρουν νόμιμη διέξοδο αλλά το «όχι» των τραπεζών τους μετέτρεψε σε απαγωγείς.
Με το ίδιο θέμα ασχολήθηκε και ο σκηνοθέτης Μάαρτεν Τράουρνιετ, το 2011, με την ταινία «Η απαγωγή του Χάινεκεν» (De Heineken ontvoering), με τον Ρούντγκερ Χάουερ στο ρόλο του θύματος.
ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ
SADILISHTETO / THE JUDGEMENT
Σκηνοθεσία: Στέφαν Κομαντάρεφ
Πρωταγωνιστούν: Άσεν Μπλατέτσκι, Μίκι Μανόλοβιτς, Οβάνες Τοροσιάν, Ίνα Νικόλοβα, Παρασκεβά Τζουκέλοβα, Βάσιλ Βασίλεφ-Τζουέκα, Μέτο Γιοβανόφσκι, Χρίστο Μουταφτσίεφ
Πριν από 25 χρόνια, ο Μίτιο ενώ έκανε τη στρατιωτική του θητεία στα σύνορα, είχε σκοτώσει ένα ζευγάρι Ανατολικογερμανών που προσπαθούσαν να διαφύγουν στη Δύση. Τώρα ο Μίτιο ζει μαζί με το γιο του, σε ένα φτωχό χωριό στα σύνορα Βουλγαρίας, Ελλάδας και Τουρκίας και περνάει λαθραία σύρους πρόσφυγες από την Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι σχέσεις με το γιο του Βάσκο είναι τεταμένες, η γυναίκα του, Φράνκα έχει πεθάνει μερικούς μήνες πριν και κάνει αυτή τη δουλειά επειδή έχει μείνει άνεργος. Το γαλακτοκομείο όπου εργαζόταν εδώ και 15 χρόνια, χρεοκόπησε, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να πληρώνει τις δόσεις του δανείου που είχε πάρει μερικά χρόνια πριν για τη θεραπεία της Φράνκα. Έτσι υπάρχει μεγάλος κίνδυνος ο Μίτιο και ο Βάσκο να καταλήξουν άστεγοι αφού το σπίτι τους έχει υποθηκευτεί. Μπροστά σε αυτό το αδιέξοδο, δέχεται να εργαστεί για τον πρώην διοικητή του από την περίοδο που υπηρετούσε στο στρατό – με το παρατσούκλι «Ο Αρχηγός», ο οποίος έχει διακινεί παράνομα ανθρώπους από τα σύνορα. Όμως το παρελθόν κυνηγά τον Μίτιο καθώς καθημερινά περνά από το σημείο του φόνου που είχε διαπράξει κάποτε και κάθε φορά που περνάει από εκεί με διαφορετική ομάδα μεταναστών, η κατάσταση γίνεται όλο και πιο δύσκολη γι’ αυτόν μια και η ενοχή τον κατατρέχει.
Θαυμάσια ταινία από τη Βουλγαρία, σκληρή και τρυφερή με θέμα τις καθημερινές ανθρώπινες τραγωδίες και τα ιστορικά γεγονότα που τις καθορίζουν.
Η ταινία κέρδισε περισσότερα από 35 βραβεία παγκοσμίως και προτάθηκε από τη Βουλγαρία για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ
LOIN DES HOMMES / FAR FROM MEN
Σκηνοθεσία: Νταβίντ Ελχόφεν
Πρωταγωνιστούν: Βίγκο Μόρτενσεν, Ρεντά Κατέμπ
Σε διήγημα του Αλμπέρ Καμί «Η φιλοξενία» (συλλογή «Η εξορία και το βασίλειο», εκδόσεις Ζαχαρόπουλος), βασίζεται η θαυμάσια αυτή ταινία, η οποία μας μεταφέρει στην Αλγερία στα χρόνια του αντιαποικιοκρατικού αγώνα. 1954 και οι Αλγερινού πολεμούν εναντίον των Γάλλων για την ανεξαρτησία τους. Ο δάσκαλος ενός χωριού, ο Νταρού, αναλαμβάνει να συνοδεύσει τον Μοχάμεντ, έναν άνδρα που κατηγορείται για φόνο, στην πόλη. Οι δύο άνδρες κυνηγημένοι από τους συγγενείς του θύματος αλλά και από τους Γάλλους, βρίσκονται μπροστά σε ηθικά διλήμματα, βία και μισαλλοδοξία.
Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο Διαγωνιστικό πρόγραμμα του Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας αφήνοντας εξαιρετικές εντυπώσεις και στη συνέχεια συμμετείχε με μεγάλη επιτυχία στα Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο, Λονδίνου και Ρότερνταμ.
Η ταινία είναι γυρισμένη στο μοναδικό τοπίο των ερημικών πεδιάδων της Αλγερίας από τον διευθυντή φωτογραφίας Γκιγιόμ Ντεφοντέν (Καμίλ Κλοντέλ 1915 του Μπρούνο Ντιμόν) ενώ ο σκηνοθέτης σμιλεύει την βαθιά ανθρώπινη και διαχρονικά επίκαιρη ιστορία του μέσα από την εξέλιξη της σχέσης ανάμεσα στους δύο εξαιρετικούς πρωταγωνιστές (Βίγκο Μόρτενσεν, Ρεντά Κατέμπ) που σιγά-σιγά ανακαλύπτουν ο ένας την ταυτότητα του άλλου. Την ταινία συνοδεύει η απόλυτα οργανικά δεμένη μουσική από τους Νικ Κέιβ και Γουόρεν Έλις, ενώ αξίζει να σημειώσουμε ότι συνεργάζεται σε δύο κομμάτια και ο «δικός μας» Ψαραντώνης.
1.000 ΦΟΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ
TUSEN GANGER GOD NATT
Σκηνοθεσία: Έρικ Πόουπ
Πρωταγωνιστούν: Νικολάι Κόστερ-Βαλντάου, Ζιλιέτ Μπινός, Μαρία Ντόιλ Κένεντι
Η Ρεμπέκα είναι φωτογράφος σε εμπόλεμες ζώνες. Σε μια αποστολή στην Καμπούλ τραυματίζεται ενώ άλλη μια βόμβα εκρήγνυται όταν ξεκινά για να επιστέψει στην πατρίδα της. Ο άντρας της και οι κόρες της, μην αντέχοντας να ζουν στην αγωνία της ζητούν να τα παρατήσει. Εκείνη υπόσχεται πως δε θα ξαναπάει σε ταραγμένες περιοχές και αναλαμβάνει μια δουλειά στην Κένυα η οποία φαίνεται ασφαλής. Πρόκειται να φωτογραφίσει έναν καταυλισμό προσφύγων και πηγαίνει μαζί με μια από τις κόρες της, τη Στεφ.
ΕΞΩΤΙΚΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ΜΑΡΙΓΚΟΛΝΤ 2
THE SECOND BEST EXOTIC MARIGOLD HOTEL
Σκηνοθεσία: Τζον Μάντεν
Πρωταγωνιστούν: Μπιλ Νάι, Τζούντι Ντεντς, Μάγκι Σμιθ, Ρίτσαρντ Γκιρ, Ντεβ Πάτελ, Τίνα Ντεσάι, Τάμσιν Γκρέιγκ, Ντέιβιντ Στράθερν, Ρόναλντ Πικάπ, Νταιάνα Χάρνκαστλ, Σίλια Ίμρι, Πενέλοπε Ουίλτον
Το 2012, μια «μικρή» κωμωδία με τον τίτλο «Εξωτικό Ξενοδοχείο Μάριγκολντ» έκανε την μεγάλη κινηματογραφική έκπληξη, μαγεύοντας εκατομμύρια θεατές με την ιστορία επτά Βρετανών συνταξιούχων που ταξιδεύουν στην Ινδία για να επενδύσουν το εισόδημά τους σε ένα νέο τοπικό ξενοδοχείο «για Ηλικιωμένους και Όμορφους». Αν και το ξενοδοχείο αποδείχθηκε κατώτερο των προσδοκιών τους, οι ατρόμητοι και αισιόδοξοι ένοικοι συνειδητοποίησαν ότι, παρά την ηλικία τους, οι καλύτερες μέρες της ζωής του μόλις είχαν αρχίσει.
Έτσι το «Εξωτικό Ξενοδοχείο Μάριγκολντ» ανοίγει και πάλι, για μια ιστορία γεμάτη γέλιο, συγκίνηση, μουσική και χορό!
ΣΕ ΘΕΣΗ ΒΟΛΗΣ
THE GUNMAN
Σκηνοθεσία: Πιέρ Μορέλ
Πρωταγωνιστούν: Ίντρις Έλμπα, Σον Πεν, Χαβιέ Μπαρδέμ, Μαρκ Ρίλανς, Ρέι Γουίνστοουν, Μελίνα Μάθιους, Τζασμίν Τρίνκα
Ένας απόστρατος των Ειδικών Δυνάμεων, που υποφέρει από μετατραυματικό στρες, προσπαθεί να ξαναβρεί τον έρωτα της ζωής του, αφού προηγουμένως ταξιδέψει από το Λονδίνο στη Βαρκελώνη, και διασχίσει την Ευρώπη για να καθαρίσει το όνομα του.
Βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ζαν-Πατρίκ Μανσέ.
CHAPPIE
Σκηνοθεσία: Νιλ Μπλόμκαμπ
Πρωταγωνιστούν: Χιου Τζάκμαν, Σιγκούρνι Γουίβερ, Σάρλτο Κόπλεϊ, Ντεβ Πατέλ
Αστυνομικοί-ρομπότ έχουν αναλάβει την τήρηση της τάξης. Ένα από αυτά, ο Chappie. απάγεται και επιστρέφει από έχει προγραμματιστεί από κάποιους να σκέφτεται ανθρώπινα και να νιώθει. O Chappie απειλεί την καθεστηκυία τάξη και πρέπει να εξοντωθεί.