Με χιούμορ και πολλά και πολλά υποτιμητικά σχόλια σχετικά με το επίπεδο της νοημοσύνης του Γιώργου Παπανδρέου αντιμετωπίστηκε η απόφασή του να ιδρύσει ένα νέο κόμμα, το οποίο φέρεται να λειτουργεί σε μια βάση αντιμνημονιακή με σκοπό την επαναφορά της χώρας στην κατάσταση που βρισκόταν πριν την οικονομική κατάρρευση και –κυρίως- την κρίση αξιών, δικαιοσύνης, θεσμών και δημοκρατίας.
Σκοπός του κειμένου δεν είναι να πει για την πολιτική που ο Γιώργος Παπανδρέου ακολούθησε από τη στιγμή που ανέλαβε την εξουσία το 2009.
Δεν θα μιλήσω, λοιπόν, για την απόφαση του Γιώργου Παπανδρέου να χρησιμοποιήσει το γνωστό σύνθημα «λεφτά υπάρχουν», το οποίο πρώτες πρόβαλαν με τεράστια προθυμία στα πρωτοσέλιδα τους όλες οι εφημερίδες της εποχής γράφοντας τίτλους για τις παροχές που το ΠΑΣΟΚ υποσχόταν την προεκλογική περίοδο σε ό,τι πετούσε, περπατούσε, κολυμπούσε και σερνόταν.
Δεν θα μιλήσω για της καταγεγραμμένες παραδοχές των συνομιλιών του Γιώργου Παπανδρέου με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο του Ντομινίκ Στρος Καν, την περίοδο κατά την οποία ο ίδιος χαρακτήριζε σε ομιλίες και συνεντεύξεις του ως το μεγαλύτερο κακό που μπορούσε να συμβεί στη χώρα, τονίζοντας την αναγκαιότητα να μείνουμε όσο το δυνατόν πιο μακριά του no matter what, που λένε και στο χωριό του.
Δεν θα μιλήσω για τα μπλουζάκια με στάμπες που έλεγαν ότι η ΕΥΑΘ δεν πουλιέται, και τον αγώνα του, ως αντιπολίτευση, κατά της επέκτασης της COSCO στο λιμάνι του Πειραιά.
Δεν θα μιλήσω για τη δημιουργία στρατοπέδων συγκέντρωσης μεταναστών, τη διαπόμπευση αδύναμων και απροστάτευτων κοινωνικών ομάδων, την ποινικοποίηση της διαφορετικότητας και την ενοχοποίηση της διαμαρτυρίας.
Δεν θα μιλήσω για την ανακοίνωση της ένταξης της χώρας σε έναν εφιάλτη ο οποίος έφερε την απώλεια του 25% του πλούτου των πολιτών σε τέσσερα χρόνια, την εκτόξευση της επίσημης ανεργίας από το 9% στο 29%, τη μετανάστευση περισσότερων από 200.000 ανθρώπων -ως επί το πλείστον νέων πτυχιούχων-, την οδήγηση του ενός έκτου του εγχώριου πληθυσμού στα όρια της φτώχειας –ή κάτω από αυτά-, την εξαφάνιση της λεγόμενης μεσαίας τάξης, την κατάργηση όλων των εργασιακών δικαιωμάτων που κερδήθηκαν με αίμα τους δύο τελευταίους αιώνες, τις εκατοντάδες αυτοκτονίες απελπισμένων.
Δεν θα μιλήσω για την ταπείνωση σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση από τις Κάννες, που οδήγησε στον διορισμό ενός τραπεζίτη στο ανώτατο κυβερνητικό αξίωμα της χώρας.
Δεν θα μιλήσω για την πιο χυδαία και τραγική παράπλευρη δημοκρατική απώλεια που έφερε η νομιμοποίηση του ναζισμού και το άνοιγμα της βουλής στη χρυσή αυγή και τους φασίστες, μετά την συγκυβέρνησή του με το λεγόμενο «σοβαρό» τους παράρτημα· τον Γιώργο Καρατζαφέρη και τους σημερινούς αυλικούς του Αντώνη Σαμαρά.
Θα μιλήσω για τις 28 και 29 Ιούνη του 2011. Τις δύο μέρες στις οποίες ο Γιώργος Παπανδρέου προσπάθησε να με δολοφονήσει. Εμένα, και δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους οι οποίοι βρέθηκαν στο κέντρο της Αθήνας και βίωσαν τη μαζικότερη και πιο βίαιη επίθεση των δυνάμεων καταστολής που είδε η πόλη στη νεότερη ιστορία της.
Τις μέρες στις οποίες έπεσαν στο οδόστρωμα, το μετρό, τα μαγαζιά, τα ξενοδοχεία και τα πρόχειρα ιατρεία της πλατείας Συντάγματος περισσότερα από 5.000 κάνιστρα χημικών ουσιών. Ληγμένων και «φρέσκων».
Ήταν οι ώρες όπου τα ατομικά δικαιώματα δεν είχαν καμία αξία και ο κόσμος έπεσε θύμα ενός από τα πιο αρρωστημένα πειράματα καταστολής που είδε η πρωτεύουσα.
Ναι, τα λέω έτσι τραγικά γιατί με αυτόν τον τρόπο τα έζησα εκείνες τις ώρες.
Όταν βρέθηκα στο ιατρείο του μετρό στο Σύνταγμα ανάμεσα σε ανθρώπους οι οποίοι ήταν λουσμένοι στο αίμα ή ξέρναγαν τα σωθικά τους από τα χημικά που μπήκαν στα πνευμόνια τους.
Όταν είδα τις γιαγιάδες που καθόντουσαν σε μια γωνιά και μοιράζονταν μια μάσκα με οξυγόνο για να συνέλθουν, τους τρομοκρατημένους γονείς που έψαχναν τα παιδιά τους, τους επιβάτες του τρένου που μας είπαν να μην πάμε στον επόμενο σταθμό γιατί είναι γεμάτος χημικά, τις δυνάμεις να αποκλείουν για ώρες τις εξόδους κινδύνου αφήνοντας εκατοντάδες ανθρώπους κάτω από τη γη να περιμένουν την επόμενη χημική επίθεση, τις εκατοντάδες προσαγωγές και συλλήψεις ανθρώπων οι οποίοι βρέθηκαν από τη μία στιγμή στην άλλη να βαρύνονται με ασύλληπτες κατηγορίες, τα βασανιστήρια απεργών και αλληλέγγυων σε όλους τους δρόμους της πόλης, το μηχανάκι του αστυνομικού που έπεφτε με φόρα πάνω στο πλήθος -για να αποδειχθεί μετά από μερικούς μήνες στο δικαστήριο ότι ο άνθρωπος που βρέθηκε μπροστά του έπεσε θύμα τροχαίου- τα αστυνομικά δίκυκλα που λίγο πριν επιτεθούν με μανία στο πλήθος στεκόντουσαν για αρκετή ώρα μπροστά από το άγαλμα του Βενιζέλου στη λεωφόρο Αμαλίας κορνάροντας και μαρσάροντας με μανία – σαν ντοπαρισμένα κτήνη που μετά από λίγο ξεχύνονταν στους γύρω δρόμους και τα στενά αδειάζοντας τα κάνιστρα που έφεραν στις ζώνες τους και πετώντας πέτρες και άλλα βαριά αντικείμενα στους διαδηλωτές.
Όταν είδα πολλά ακόμη σαν αυτά που έγραψα με τέτοια σύγχυση χωρίς να θέλω να διορθώσω λέξη, ούτε να τα κάνω πιο ποιητικά με επικότερες εικόνες κι άλλες τέτοιες σάλτσες που βάζουμε για να διανθίσουμε τα κείμενά μας.
Ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν ο επικεφαλής των ανθρώπων που εκείνες τις 48 ώρες προσπάθησαν να με δολοφονήσουν. Εμένα και χιλιάδες ακόμη ανθρώπους.
Ο Γιώργος Παπανδρέου δεν είναι αυτό που λέμε ηθικός αυτουργός μιας διήμερης αβυσσαλέας επίθεσης ενάντια σε περισσότερους από 100.000 ανθρώπους. Είναι ο άνθρωπος που φέρει την πρώτη και κυριότερη ευθύνη των αμέτρητων θηριωδιών που διεπράχθησαν εκείνες τις ώρες. Θηριωδίες οι οποίες προβλήθηκαν -κατά πολύ παράξενο τρόπο- από όλα τα μέσα ενημέρωσης, ιδιωτικά και δημόσια.
Αυτός ο άνθρωπος προσπαθεί και πάλι να δείξει το αγαστό του πρόσωπο, εκμεταλλευόμενος το προφίλ του αφελούς φαλακρού με τις υγιεινές συνήθειες, το κανό, και την αλλαγή της αλυσίδας εν κινήσει, που τόσο ευχάριστα αποδέχτηκε τα πέντε τελευταία χρόνια.
Ο άνθρωπος αυτός δεν είναι ούτε χαζός, ούτε αφελής. Παρά το αντίθετο του επικοινωνιακού του σχεδιασμού.
Αυτός ο άνθρωπος προσπάθησε να δολοφονήσει ανθρώπους.
Προσπάθησε να δολοφονήσει κι εμένα.
Αυτό δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Όσο κι αν η υπερ-προβολή της ηλιθιότητάς του, στοχεύει το αντίθετο.
(Κι εγώ αντιμετώπισα με χιούμορ την απόφαση του Γιώργου Παπανδρέου να ιδρύσει του κόμμα της σοσιαλιστικής του αμνησίας, και το θράσος του να παρουσιάζεται και πάλι ως ένας νέος εθνικός σωτήρας. Μπορεί το μπλογκ αυτό να χρησιμοποιεί πολλές φορές το χιούμορ και τον σαρκασμό για να περιγράψει μέσω της υπερβολής την πραγματικότητα -με απόλυτα υποκειμενική ματιά- όμως η κοροϊδία έχει κάποια όρια. Όπως και η υπομονή)