Για νέες δυναμικές κινητοποιήσεις ετοιμάζεται το κίνημα NO PONTE, στο οποίο συμμετέχουν πολλές περιβαλλοντικές οργανώσεις, επιτροπές κατοίκων, κινήματα πόλης, κοινωνικά κέντρα, και άλλοι, ενάντια στην σχεδιαζόμενη κρεμαστή γέφυρα που θα ενώνει την ηπειρωτική Ιταλία με την Σικελία. Η πρώτη φορά που έγινε η πρόταση για την κατασκευή της ήταν το 1990, αλλά κάτω από τις μεγάλες αντιδράσεις που υπήρξαν το έργο ακυρώθηκε το 2006 από την κυβέρνηση Πρόντι. Στην συνέχεια, το 2009, ο Μπερλουσκόνι ανακοίνωσε ξανά την κατασκευή της γέφυρας, αλλά το 2013 το έργο ακυρώθηκε πάλι μετά από τις μεγάλες κινητοποιήσεις που έγιναν, τις διαμαρτυρίες τις WWF, τις αντιδράσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εξαιτίας παραβίασης των περιβαλλοντικών οδηγιών της ΕΕ, και των προβλημάτων που υπήρξαν στον προϋπολογισμό λόγω της οικονομικής κρίσης. Και τον Μάρτιο του 2023 ήρθε η Μελόνι, με διάταγμα της αρχικά και με ψήφιση στη βουλή στην συνέχεια, να εγκρίνει την κατασκευή της γέφυρας, που θα είναι η μεγαλύτερη και ψηλότερη κρεμαστή γέφυρα του κόσμου με μήκος 3.300 μέτρα.
Σύμφωνα με όσα έχουν ανακοινωθεί το έργο θα κοστίσει 14,6 δισεκατομμύρια ευρώ, και απέναντι στις πολιτικές της κερδοσκοπίας και στην συνέχιση ενός αναπτυξιακού μοντέλου που ζει μέσα από το σκυρόδεμα, οι επικριτές του μιλούν για τις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων στην Κάτω Ιταλία και ζητούν ουσιαστική ενίσχυση των δημόσιων υποδομών, του συστήματος υγείας, της σχολικής στέγης, των λιμενικών εγκαταστάσεων, της κοινωνικής στέγης, κλπ. Εκφράζουν επίσης ανησυχίες σχετικά με την αντοχή της γέφυρας στους σεισμούς, σε μια περιοχή που είναι μια από τις πιο σεισμογενείς στην κεντρική Μεσόγειο, και μιλούν ακόμα για το γεγονός ότι η γέφυρα θα κατασκευαστεί σε μια προστατευόμενη περιοχή για πτηνά που κινδυνεύουν με εξαφάνιση, για την αύξηση της διαφθοράς και για ύποπτες διασυνδέσεις με κυκλώματα της μαφίας, για την κατάσχεση ιδιωτικών εκτάσεων γης, για την στρατιωτικοποίηση και την αυξημένη αστυνομική παρουσία στην περιοχή προκειμένου να κατασταλούν οι κοινωνικές αντιδράσεις και να τρομοκρατηθεί ο κόσμος.
Ακτιβιστές του κινήματος NO PONTE θεωρούν ότι το έργο είναι εντελώς άχρηστο, και αναφέρουν ότι και οι δύο περιοχές, Σικελία και Καλαβρία, πρέπει να επενδύσουν στις υπάρχουσες και συχνά ημιτελείς υποδομές μεταφορών, όπως σε δρόμους, αυτοκινητόδρομους, και σιδηρόδρομους. Αυτές οι υποδομές, προσθέτουν, είναι θεμελιώδεις για την κινητικότητα εντός των περιφερειών και για τη διευκόλυνση των συνδέσεων με τις περιοχές της κεντρικής και βόρειας Ιταλίας. Παράλληλα, αντικρούοντας την κυνική δήλωση του Σαλβίνι ότι το έργο θα είναι «το πιο πράσινο στον κόσμο» (σημ: ο ακροδεξιός γραμματέας της Λέγκας του Βορά ως υπουργός Υποδομών και Μεταφορών έχει την εποπτεία του έργου), επισημαίνουν τις σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, όπως την αύξηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, την απώλεια της βιοποικιλότητας, την αισθητική υποβάθμιση, την ηχορύπανση, τη διάβρωση του εδάφους, την αποψίλωση και την απώλεια βλάστησης, και την μεγάλης κλίμακας διαταραχή των υδροηλεκτρικών και γεωλογικών συστημάτων. Να σημειωθεί, ότι μέχρι σήμερα η ιταλική κυβέρνηση δεν έχει δώσει μια ολοκληρωμένη εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ενώ σύμφωνα με ανακοίνωση της Legambiente, μια από τις σημαντικότερες περιβαλλοντικές οργανώσεις στην Ιταλία, η κατασκευή της γέφυρας έρχεται σε αντίθεση με τους στόχους των μηδενικών εκπομπών της Πράσινης Νέας Συμφωνίας (σημ: πολλοί θεωρούν ότι αυτός είναι και ο λόγος που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αρνείται να δώσει το πράσινο φως για τη χρηματοδότηση).
Το προηγούμενο Σάββατο, σε μια τεράστια διαδήλωση χιλιάδων ανθρώπων που έγινε στην Μεσσίνα, η κατακραυγή ενάντια στην κατασκευή της γέφυρας δεν ήταν μόνο από τον τοπικό πληθυσμό, αλλά ήταν μια φωνή οργής που ακούστηκε από όλη την Ιταλία απέναντι στα μεγάλα έργα, τις συνέπειες τους, και την ιδεολογία τους, και είχε μια ενιαία συμβολική έννοια. Ότι από το Νo Tav μέχρι το No Base of Coltano, και από το No Muos μέχρι το No Grandi Navi, υπάρχει ένα κοινό νήμα που ενώνει όλα αυτά τα κινήματα, ένα σύμβολο μιας καθημερινής αντικαπιταλιστικής αντίστασης για την υπεράσπιση των εδαφών, και του μέλλοντος για τους πληθυσμούς που τα κατοικούν.