in

Ο Τσίπρας και ο χρόνος. Του Χρήστου Λάσκου

Ο Τσίπρας και ο χρόνος. Του Χρήστου Λάσκου

Νομίζω πως χάσαμε χρόνο. Στο τέλος μας τελείωσαν τα χρήματα και οι δυνάμεις. Αν το ήξερα αυτό θα είχα πάρει γενναίες αποφάσεις από την αρχή.

Αλέξης Τσίπρας

Το παράθεμα που προηγείται είναι από συνέντευξη, που έδωσε ο πρωθυπουργός στον Πολ Μέισον, τον γνωστό δημοσιογράφο του Γκάρντιαν, στο πλαίσιο ενός ντοκυμαντέρ με τίτλο “#ThisIsACoup”.

Ειλικρινά, δεν ξέρω τι καταλαβαίνει ο ίδιος όταν λέει πράγματα σαν τα παραπάνω.

Είμαι, ωστόσο, σχεδόν βέβαιος ως προς το τι νιώθει ο απλός πολίτης που διαβάζει κάτι τέτοιο. Απελπισία νιώθει. Και δικαίως.

Γιατί, για όποιον είχε στοιχειώδη αίσθηση της κατάστασης, το γεγονός πως «χάναμε χρόνο» ήταν εντελώς προφανές. Όπως πασίδηλο ήταν πως «τελείωναν τα χρήματα και οι δυνάμεις» και πως αυτή ακριβώς ήταν η τακτική των «εταίρων» μας, ώστε να εξασφαλίσουν μια ολοκληρωτική νίκη σε βάρος μας.

Το γεγονός, λοιπόν, πως ο ίδιος –και άλλοι, όμως, διαμορφωτές (sic) της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, να μην πούμε ονόματα- δεν το έβλεπε αυτό το πασίδηλο είναι πολύ ενδεικτικό της εγρήγορσης, αλλά και του έρματος μιας ορισμένης ομάδας ανθρώπων που αποφάσισαν, έτσι χωρίς πρόγραμμα τελικά, να διαχειριστούν τις τύχες μας. Καλύτερα, όχι χωρίς πρόγραμμα, αλλά αντίθετα στο πρόγραμμα, που είχε συλλογικά συναποφασιστεί κι εμπλουτιστεί καμιά πενηνταριά φορές.

Δεν έλειπε, ωστόσο, σε όλους μας η αίσθηση αυτού που ήταν πασίδηλο. Κάθε άλλο. Η συζήτηση αυτή γινόταν στο διάστημα «από την ελπίδα μέχρι την καταστροφή» συνεχώς, εναγωνίως και αδιαλλείπτως.   Η ιδέα πως «ο χρόνος είναι κρίμα» έμπαινε και ξαναέμπαινε σε κάθε συνεδρίαση της ΚΕ, αλλά και σε σειρά δημοσιευμάτων στις εφημερίδες και τα σάιτ της αριστεράς[1]. Απλώς, αυτοί που έχασαν τον χρόνο, όπως «νομίζει» σήμερα ο πρωθυπουργός πως έγινε, όχι μόνο αδιαφορούσαν ολοκληρωτικά (η λέξη είναι ακριβώς η κατάλληλη), αλλά έδιναν πρωτοφανή σχεδόν μαθήματα εξευτελισμού τις εσωκομματικής δημοκρατίας.

Ήταν βέβαιοι πως ήξεραν αυτοί. Το γεγονός πως, με ομολογία του ίδιου, επιβεβαιώνεται πως ήξεραν τον κακό τους τον φλάρο, είναι μια δικαίωση, που όσοι τη νιώθουν, πολύ θα ήθελαν να μην την ένιωθαν ποτέ.  

Στην πραγματικότητα, βέβαια, αυτό που ήξεραν ήταν αυτό που έβλεπαν στα ευρωπαϊκά διαβούλια, όπου συμμετείχαν, για πολύ καιρό κορδακίζοντας για την μεγάλη τιμή. Είναι φανερό πως εκεί οι «εταίροι» τους κορόιδευαν, διαβεβαιώνοντάς τους πως θα προκύψει  πολιτικά διαχειρίσιμη (sic) συμφωνία. Αυτή, ντε, που από μέρα σε μέρα και επί μήνες μας διαβεβαίωναν, ιδίως ο Βαρουφάκης και ο Σταθάκης, πως έρχονταν.

Και αυτό είναι το χειρότερο: επέλεξαν, χωρίς δεύτερη σκέψη, να εμπιστευτούν τους ευρωπαίους «συνομιλητές» τους από τους βάσιμα ανήσυχους συντρόφους τους. Και, ένεκα αυτού, εξευτέλισαν τους πάντες και τα πάντα. Ανθρώπους, λειτουργίες, διαδικασίες. Έκαναν σκληρή διαπραγμάτευση, βλέπετε.

Στα λόγια του πρωθυπουργού, όμως, υπάρχει και κάτι ακόμα αποκαλυπτικό. Προσέξτε: «…χάσαμε χρόνο. Στο τέλος μας τελείωσαν τα χρήματα και οι δυνάμεις». Δεν εννοώ ως αποκαλυπτικό το ό,τι «στο τέλος… μας τελείωσαν». Αλλά τη συνέχεια, όπου υπάρχει η ειλικρινής διαβεβαίωση: «Αν το ήξερα αυτό, θα είχα πάρει γενναίες αποφάσεις από την αρχή».

Ποια είναι η αποκάλυψη; Αυτή που γίνεται με τη μετάβαση από το πρώτο πληθυντικό («χάσαμε») στο πρώτο ενικό πρόσωπο («θα είχα πάρει»). Αυτό είναι που εξηγεί καλύτερα από κάθε τι άλλο το μέγα φιάσκο, που εξελίχτηκε σε τερατώδη εφιάλτη. Η εντελώς αναιτιολόγητη αυτοπεποίθηση ενός ανθρώπου μπροστά σε μια κατάσταση, όπου μόνο η αρραγής συλλογικότητα στη λήψη και στην υλοποίηση των αποφάσεων  αποτελούσε κάποιο εχέγγυο για τη σύγκρουση, που έρχονταν. Και, μάλιστα, η διαβεβαίωση πως αυτός –που έκανε λάθος σχετικά με τον χρόνο, τα χρήματα και τις δυνάμεις, όπως λέει- και μόνο αυτός θα έλυνε το πρόβλημά μας, με τις «γενναίες αποφάσεις» του.

Λοιπόν, να το πω ξανά, ισχυρίζομαι πως αυτός ο κραυγαλέος αρχηγισμός εξηγεί, περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο, την πορεία των πραγμάτων προς το βάραθρο.

***

Τι να δείχνει, άραγε, αυτή η στάση του Αλέξη; Οίηση; Χαμηλό επίπεδο συναισθηματικής νοημοσύνης; Ή χάσαμε τη μπάλα, γενικώς;

Μπορεί κάποια από αυτά. Μπορεί και όλα μαζί. Ό,τι κι αν απαντούσαμε, όμως, θα παραμέναμε στο επίπεδο της ψυχολογίας.

Ενώ το παιχνίδι παίχτηκε στο πεδίο της πολιτικής. Όπου πολλοί –π.χ. οι αλήστου μνήμης «53»- από νωρίς επισήμαιναν τα ζητήματα αυτά και καλούσαν το κόμμα σε εγρήγορση. Μόνο που όταν ήρθε η κρίσιμη ώρα, ένα μεγάλο μέρος τους έδειξε μηδενική εγρήγορση. Αυτή η ευθύνη είναι μεγαλύτερη και από της αρχηγικής ομάδας.

Γιατί, επιμένω, τίποτε από όσα συνέβησαν, δεν ήταν νομοτελειακό.

Όλα θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά. Όλα. Και να μην χάναμε ούτε χρόνο, ούτε χρήματα, ούτε δυνάμεις.

Γινόταν. Μόνο η δημοκρατία έλειψε!

ΥΓ. Δεν μου αρέσει καθόλου να οικειοποιούμαι από την εμπειρία, ό,τι βολεύει την άποψή μου. Και δεν μου αρέσει, ένα παραπάνω, γιατί αυτό υπήρξε πάγια τακτική όσων οδήγησαν τα πράγματα εδώ.

Δεν μπορώ, όμως, να μην σχολιάσω τα αποτελέσματα των εκλογών στους εκπαιδευτικούς πριν από δύο μέρες. Γιατί πολύ μας κούνησαν το «χαρτί» του «κοινωνικού ΣΥΡΙΖΑ» κάποιοι, προκειμένου να εκμαιεύσουν νομιμοποίηση για ασύγγνωστα πραξικοπήματα.

Στην Θεσσαλονίκη, λοιπόν, λόγω έλλειψης χρόνου έγινε δυνατόν να διαμορφωθούν ψηφοδέλτια των αποχωρησάντων από το ΣΥΡΙΖΑ σε δύο μόνο από τις πέντε ΕΛΜΕ. Παρόλα συγκέντρωσαν τον ίδιο αριθμό ψήφων με των συνολικών των ΣΥΝΕΚ στο νομό. Χαρακτηριστικά, στην Δ΄ ΕΛΜΕ, οι «διασπαστές» του «αντικοινωνικού» ΣΥΡΙΖΑ πήραν 43%!

Αλλά σε αυτά θα δοθούν πολλές ευκαιρίες να επανέλθουμε.     



[1] Πέτρος Σταύρου, Χρήστος Λάσκος, Ο ΣΥΡΙΖΑ και η διαπραγμάτευση ως ναρκοπέδιο, Εποχή, 10 Μαΐου 2015 –Χρήστος Λάσκος, Ο χρόνος είναι κρίμα, Alterthess, 20 Ιουνίου 2015, μεταξύ πολλών άλλων. 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Κάποια κράτη μέλη, λέμε, έχουν πρόβλημα με τη ΒΙΟΜΕ. Του Θεόφιλου Σιχλετίδη

«Mall» στο Θέατρο Αυλαία