”Το ερώτημα δεν είναι αν υπάρχει αστυνομική βία, το ερώτημα είναι, αν είναι νόμιμη η αστυνομική βία’’(….) σε μια απόπειρα κατάλυσης του κράτους”.
Με αυτά τα λόγια ο Δένδιας, αντέστρεψε την ερώτηση που αφορούσε την ακραία αστυνομική βία που έχουν υποστεί οι κάτοικοι των Σκουριών της Χαλκιδικής στη εκπομπή του Ν. Χατζηνικολάου την προηγούμενη εβδομάδα. Η αίσθηση της παντοδυναμίας του Δένδια έστω και σημειολογικά, κορυφώθηκε γύρω από την έννοια του κράτους. ”Εμείς σαν κράτος” ανέφερε δύο φορές στη συζήτηση ενώ επικαλέστηκε ακόμη και τον Μαξ Βέμπερ,τον Γερμανό κοινωνιολόγο, για να ενισχύσει την επιχειρηματολογία του.
Το μονοπώλιο της βίας αποτελεί τη βάση της νομιμοποίησης του κράτους και τον βασικό όρο αναπαραγωγής της κυριαρχίας του. Ο Βέμπερ ήταν ένας από τους πρώτους που έδωσε έναν ορισμό για το κράτος ως φορέα της νόμιμης αξίωσης στο κρατικό μονοπώλιο της βίας περιγράφοντας έτσι τη μετάβαση στο νεωτερικό κράτος- από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό.
Το μονοπώλιο της βίας αποτελεί το πιο θεμελιακό κατηγόρημα του κράτους και τον σκληρό του πυρήνα στην άσκηση πολιτικού, διοικητικού και κοινωνικού ελέγχου. Δεν ήταν καθόλου τυχαία η αναφορά αυτή του κύριου υπουργού. Είχε ακολουθήσει προηγουμένως μία συζήτηση για την τρομοκρατία ενώ ήταν και η μέρα που ο Κώστας Σακκάς είχε αναρτήσει την επιστολή του στο indymedia καλώντας σε
αντίσταση. Επίσης στην Αθήνα και σε διάφορες πόλεις της χώρας είχαν πραγματοποιήθεί διαμαρτυρίες για το κλείσιμο των πολυϊατρείων του ΕΟΠΠΥ.
Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο. ”Εμείς σαν κράτος” θα διαφυλάξουμε το μονοπώλιο της βίας σαν κόρη οφθαλμού. Ταυτόχρονα η κοινωνία οφείλει να υφίσταται τη βία των μνημονίων, της ανεργίας και της εξαθλίωσης. Ενώ κάθε φορά που θα διεκδικεί κάτι που χάνει, θα έρχεται αντιμέτωπη με τη βίαιη αστυνομική βαρβαρότητα των ΜΑΤ, των ομάδων Δέλτα και Δίας αλλά και με το σύνολο του ποινικού οπλοστασίου.
Θα μπορούσε ο Δένδιας, να έπαιρνε εκείνο το κομμάτι, από τον Ηγεμόνα του Μακιαβέλι που λέει ότι ”όταν ο λαός αρχίζει να χάνει την εμπιστοσύνη του σε αυτόν που αρχεί, τότε εκείνος θα πρέπει να την διατηρήσει με την βία”. Το κράτος επομένως είναι αυτό που θέτει τα όρια της βίας και το πετυχαίνει μέσα από την έννοια του δικαίου επιβάλλοντας και επικυρώνοντας την εξουσία του.
Το δίκαιο χρειάζεται το μονοπώλιο της βίας, επειδή με αυτό τον τρόπο ουσιαστικά επιβάλλει εαυτόν και επιπρόσθετα, συντηρείται. . Με αυτό τον τρόπο αναδύεται η νομιμότητα ως το αποτέλεσμα των πρακτικών του κράτους και ορίζεται το πεδίο της έννομης δράσης. Οποιαδήποτε άλλη μορφή βίας η οποία αντιτίθεται στο κράτος ή στους κανόνες δικαίου, αδυνατεί να προσεταιριστεί τη νομιμότητα, μπαίνοντας έτσι στη σφαίρα του παρανόμου ή του ανόμου.
Και κάπου εδώ φτάνουμε στο δόγμα της μηδενικής ανοχής που επαναπροσδιορίζει έννοιες σε μία διάσταση που μοιάζει περισσότερο με κάποιο είδους καθαριστικό. Έτσι το κράτος ”σκουπίζει” τους δρόμους, τις πλατείες, τις γειτονιές από τους μετανάστες, τους χρήστες ναρκωτικών, τους επαίτες και τους άστεγους. Βαπτίζει μορφές αντίστασης και διαμαρτυρίας που εναντιώνονται, ως τρομοκρατικές, σε μέτρα που υποβαθμίζουν τη ζωή και εξισώνει τη βία της ακροδεξιάς με μορφές ανυπακοής των πολιτών απέναντι στις επιταγές του κράτους. Αλλωστε όπως το θέτει και ο πολιτικός επιστήμονας Rüdiger Voight: το κρατικό μονοπώλιο της βίας είναι ουσιαστικά ένα εσωκρατικό πεδίο (…), ένα πολύτιμο αγαθό, που δεν ‘δωρίζεται’.
* Βαγγέλης Γκαγκέλης, μεταπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Κοινωνιολογίας της Κρήτης