Στην ανταλλαγή επιχειρημάτων και θέσεων σχετικά με την έννοια του πανεπιστημιακού ασύλου πολύ συχνά από όσους το μάχονται ακούγονται απόψεις που το παρουσιάζουν ως αναχρονιστικό και μη λειτουργικό ή αντιπαραγωγικό. Αυτές οι απόψεις εμπλουτίζονται συνήθως από ανακριβείς αναφορές που μιλάνε για το άσυλο ως «ελληνική ιδιαιτερότητα» που μας απομονώνει από τις δυτικές κοινωνίες και απατούν το τέλος του.
Σε αυτή τη ρητορική μπορεί να διακρίνει κάποιος μια στρατηγική στρέβλωσης της αλήθειας όπου στοιχίζονται και απόψεις που το συνδέουν με παραβατικές συμπεριφορές και ποινικά μοτίβα που συνδέονται με το άσυλο. Με το τρόπο αυτό τα παραβατικά μοτίβα αρχικά αποσυνδέεται από τα κοινωνικά και χωρικά πλαίσια στα οποία εμφανίζονται και τις κοινωνικές αιτίες που τα προκαλούν. Στη συνέχεια η ρητορική ενάντια στον άσυλο καταλήγει εσφαλμένα πως ακόμη και για αυτά τα φαινόμενα φταίει το άσυλο, αθωώνοντας τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που τα γεννούν.
Αν θέλουμε να δομήσουμε μια συνηγορία του ασύλου έναντι αυτής της ανιστόρητης, στρεβλωτικής και κυρίως ελλιπούς κριτικής θα πρέπει να θυμηθούμε και να υπογραμμίσουμε εκ νέου τις ιστορικές καταβολές του ασύλου, τους λόγους της θέσμισης του, τις αντοχές του στο χρόνο, της χωρικής/γεωγραφικής του αναφοράς και της σχέση του με το νόμο και το δίκαιο.
Πρώτα από όλα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε πως το πανεπιστημιακό άσυλο δεν είναι αυτοσκοπός ούτε αποτελεί μια εξαιρεσιακή νησίδα προνομίων έναντι του νόμου. Το άσυλο από την απαρχή τους έως και σήμερα αποτελεί ένα «αυτονόητο» εργαλείο προστασίας «της ακαδημαϊκής ελευθερίας και της ελευθερίας έκφρασης και διακίνησης ιδεών» που στις περισσότερες των περιπτώσεων ανά τον κόσμο αποδίδεται εθιμικώ δικαίω και χαίρει της συντριπτικής αναγνώρισης και σεβασμού στο βάθος του χρόνου. Για αυτό το λόγο περιπτώσεις όπως της Τουρκίας ή στιγμές όπως το Πολυτεχνείο του 73 αποτελούν εξαιρέσεις.
Το πανεπιστημιακό ή ακαδημαϊκό άσυλο δεν μπορεί να εξετάζεται ποτέ απομονωμένο από τις ανάγκες προάσπισης της ακαδημαϊκής ελευθερίας και της ελευθερίας στην έκφραση και τη διακίνηση των ιδεών. Ως εργαλείο που εξυπηρετεί αυτόν το σκοπό συνδέθηκε με την εμφάνιση των πανεπιστημίων στην δυτική Ευρώπη. Ήδη από την ίδρυση το 1155 του πρώτου πανεπιστημίου στην Μπολόνια είχαμε την κατοχύρωση της ασυλίας των φοιτητών και δασκάλων του το 1188 καθώς υπήρχε η ανάγκη για προστασία από το ηγεμονικό καθεστώς αλήθειας της χριστιανικής πίστης. Οι επίσκοποι και ο Πάπας εκείνη την εποχή διέβλεπαν στην αναβίωση των Αριστοτελικών μελετών και των επιστημών την αμφισβήτηση των αγίων κειμένων και την πιθανή απόδειξη της μη ύπαρξης του θεού.
Οι επιστημονικές ιδέες (επαν)εισάγονται στις κοινωνίες της Ευρωπαϊκής Δύσης στο διάστημα από τον 6ο ως το 9ο μ.χ. αιώνα από μορφωμένους αραβόφωνους μελετητές εβραϊκής καταγωγής που ζουν στην Ιβηρική χερσόνησο και προσηλυτίζονται από τον χριστιανισμό. Οι κοσμικές (αρχαιοελληνικές) τέχνες και οι επιστήμες ως εκείνη τη στιγμή διασώζονται είτε στο Βυζάντιο στα αρχαία ελληνικά, είτε μεταφρασμένες στα αραβικά. Αυτές οι αραβικές μεταφράσεις αποτελούν το έδαφος στο οποίο θα δημιουργηθούν οι λατινικές μεταφράσεις στη δυτική Ευρώπη και θα οδηγήσουν στα πρώτα πανεπιστήμια που λειτουργούν στο πλαίσιο της καθολικής εκκλησίας. Το παράδειγμα της ίδρυσης του πανεπιστημίου της Μπολόνια θα ακολουθήσουν το Τολέδο, η Οξφόρδη, το Παρίσι και άλλες πολλές πόλεις της δυτικής Ευρώπης.
Όπως αναφέραμε ο φόβος των επισκοπικών αρχών που εκτελούν εκτός από θρησκευτικά και διοικητικά χρέη στις πόλεις όπου λειτουργούν εδράζεται στην υποψία ότι πιθανά η γνώση που πηγάζει από τη μελέτη των επιστημών και κυρίως των Αριστοτελικών μελετών να οδηγήσει στην αμφισβήτηση του ίδιου του θεού και σε μια γενικευμένη απαξίωση της αξίας των ιερών γραφών. Για το λόγο αυτό θεσπίζεται εθιμικά η ασυλία των φοιτητών και των δασκάλων αυτών των σχολών, αυτή η προστασία αποδίδεται συνήθως στα πρόσωπα που επιτελούν την ακαδημαϊκή έρευνα και όχι στο χώρο όπου αυτή η διαδικασία επιτελείται.
Ειδικά διαμορφωμένοι πανεπιστημιακοί χώροι μακριά από μοναστήρια διαμορφώνονται σε μεταγενέστερες στιγμές της δυτικό-ευρωπαϊκής ιστορίας. Η εξαιρετικά κομβική θέση που ενέχουν τα πανεπιστήμια αυτή την περίοδο αποδίδεται στην πίστη του Καρλομάγνου πως μέσα από την επιστημονική γνώση θα απελευθερωθούν και θα προκόψουν οι κοινωνίες της επικράτειας του. Αναγνωρίζει τον κομβικό ρόλο της εκκλησίας και της αποδίδει το ρόλο του ρυθμιστή της εκπαίδευσης για να μη την θέσει απέναντι του.
Για αιώνες η ιδέα της ασυλίας για τους ακαδημαϊκούς φοιτητές και δασκάλους επιβιώνει εθιμικά και περνά και στη διαφωτισμένη Ευρώπη όπου το ηγεμονικό καθεστώς αλήθειας δεν το κατέχουν πια οι επίσκοποι και ο Πάπας αλλά τα εθνικά κράτη, οι αυτοκράτορες και οι αστοί. Το πανεπιστήμιο αλλάζει μορφή, η ακαδημαϊκή έρευνα εξαπλώνεται και ενισχύεται, ο κόσμος γίνεται αντικείμενο αλλαγών. Η εθιμικώ δικαίω προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας και έκφρασης παραμένει σταθερή πηγή προστασίας κάθε ιδέας που αμφισβητεί και διεκδικεί να εμπλουτίσει ή να ανατρέψει το καθεστώς αλήθειας που υπηρετούν οι αρχές.
Με τα παραπάνω γίνεται σαφές λοιπόν πως το άσυλο δεν αποτελεί μια υπόθεση καθαρά ελληνική που αφορά τη μεταπολίτευση αλλά αποτελεί ένα πυρηνικό χαρακτηριστικό που εγγυάται την ελευθερία της έκφρασης των ιδεών και της έρευνας από τις απαρχές του δυτικού πολιτισμού και ως τέτοιο μεταφέρθηκε σε άλλες περιοχές του πλανήτη όπως τα Βαλκάνια και η Αμερικανική ήπειρος. Η ανάγκη που οδήγησε στη θέσμιση του ασύλου παραμένει το ίδιο επίκαιρη όσο υπάρχουν ηγεμονικές αλήθειες που κατέχουν τη δύναμη να επιβάλουν το νόμο και εναλλακτικές αλήθειες που αμφισβητούν το κάθε ηγεμονικό καθεστώς αλήθειας συνολικά ή επιμέρους κομμάτια του.
Είναι αλήθεια όμως πως τα πράγματα στο ελληνικό πλαίσιο έχουν ένα μεγαλύτερο βαθμό πολυπλοκότητας καθώς στο σύνταγμα το άσυλο δεν αναφέρεται αυτολεξεί αλλά θεωρείται αυτονόητο συμπλήρωμα της ακαδημαϊκής ελευθερίας η προστασία της οποίας αναφέρεται στο σύνταγμα. Η πολυπλοκότητα αυξάνεται και εξαιτίας του ότι από το 1982 και μετά είχαμε τέσσερις νομοθετικές στιγμές που κατέστησαν το άσυλο αντικείμενο νομοθετικών ρυθμίσεων και το απομάκρυναν από το εθιμικό δίκαιο.
Το 1982, το 2007, το 2011 και το 2017 οι Έλληνες νομοθέτες ασχολήθηκαν με το πανεπιστημιακό άσυλο. Το 1982 το νεοεκλεγέν ΠΑΣΟΚ κατοχυρώνει για πρώτη φορά νομικά το άσυλο καθιστώντας το, από εθιμική παράδοση εννιά αιώνων, αντικείμενο νομοθετικής διευθέτησης. Σε αυτή τη διευθέτηση το άσυλο αφορά το «χώρο του πανεπιστημίου» όπου διακινείται η ακαδημαϊκή γνώση και οι ιδέες και όχι στου φορείς αυτών των ιδεών. Σε αυτή την θεσμική διευθέτηση προβλέπεται μια τριμερής επιτροπή που είναι ικανή να αποφασίσει την άρση του ασύλου στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι των φοιτητών.
Το 2007 το άσυλο παραμένει συνδεδεμένο με την ακαδημαϊκή ελευθερία και το δικαίωμα άρσης του ανατίθεται στις πρυτανικές αρχές χωρίς να έχουν κάποιο λόγο οι φοιτητές. Με αυτό το τρόπο χαράσσεται μια διχοτομική γραμμή στην ακαδημαϊκή κοινότητα με ιεραρχικό πρόσημο. Η κοινότητα διαιρείται σε αυτούς που δικαιούνται να άρουν το άσυλο και να προσκαλέσουν τις αστυνομικές δυνάμεις και στους φοιτητές που δεν έχουν κανένα λόγο ως προς το άσυλο. Το ίδιο διχοτομικό και ιεραρχικό πνεύμα αυτής της μεταβολή θα αναπαραχθεί και στις νομοθετικές αλλαγές του 2011 και 2017 όπου προστίθεται και η αυτεπάγγελτη παρέμβαση των εισαγγελικών και αστυνομικών αρχών σε περιπτώσεις ποινικών αδικημάτων ή φθορών. Το αποτέλεσμα αυτών των αλλαγών στο πνεύμα και τη φιλοσοφία των αλλαγών διαπιστώνουμε στα γεγονότα της 22ας Φεβρουαρίου και της 11ης Μαρτίου 2021. Όπου η παρέμβαση υποστηρίζεται πως υπήρξε αυτεπάγγελτη.
Εν κατακλείδι θα μπορούσα να θέσω εφτά θέσεις για τη συνηγορία του ασύλου:
1. το άσυλο ως ασπίδα προστασίας της ελευθερίας της επιστημονικής έρευνας, της διακίνησης και της έκφρασης ιδεών έχει μια πορεία εννιά αιώνων και αποτελεί κομμάτι που πυρήνα του δυτικού πολιτισμού. Ξεκίνησε ως προστασία των φοιτητών και των δασκάλων από τις επισκοπικές και παπικές επιθέσεις και συνεχίστηκε έως ασπίδα έναντι των εθνικών κρατών και των αυτοκρατόρων. Προστατεύει τα εναλλακτικά καθεστώτα επιστημονικής και κοινωνικής αλήθειας που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο τα ηγεμονικά καθεστώτα αλήθειας.
2. Στη Ελλάδα από τότε που υπάρχουν πανεπιστήμια το άσυλο υπήρξε εθιμικώ δικαίω και μόνο μετά το 1982 αποτέλεσε αντικείμενο νομοθετικών ρυθμίσεων που διχοτόμησαν την πανεπιστημιακή κοινότητα. Απέκτησε δε χωρική διάσταση καθώς συνδέθηκε με τους χώρους του πανεπιστημίου και όχι τις ιδιότητες των λειτουργούν του.
3. Δεν συνδέεται με την παραβατικότητα καθώς τα ποινικά αδικήματα δεν αποτέλεσαν ούτε στο παρελθόν ούτε στις μέρες μας αντικείμενο της προστασίας που παρέχει το άσυλο. Οι αστυνομικές αρχές μπορούσαν και μπορούν να επέμβουν αυτεπάγγελτα για ποινικά αδικήματα και χωρίς την έγκριση του νέου νόμου.
4. Ο σεβασμός και η προστασία του ασύλου ενδιαφέρει όλους όσοι συμφωνούν σήμερα με μειοψηφικές φωνές που αμφισβητούν την αντίληψη εκτεταμένης «οικονομικοποίησης» της επιστημονικής γνώσης.
5. Η κυριάρχη οικονομική πρόσληψη του πανεπιστημίου θέτει άμεσα ή έμμεσα εμπόδια στην πρόσβαση στη μόρφωση, τη γνώση και την πανεπιστημιακή κοινότητα.
6. Το ελληνικό πανεπιστήμιο αποτέλεσε το μεγαλύτερο όχημα κοινωνικής κινητικότητας και άλλαξε τη μοίρα εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων που μέσα από το δημόσιο και συμπεριληπτικό του χαρακτήρα είχαν την ευκαιρία να σπουδάσουν και να αλλάξουν τη μοίρα, τη κοινωνική τους θέση και την ελληνική κοινωνία εν γένει.
7. Δεν είναι δίκαιο ούτε ηθικό να αφαιρέσουμε από τις επόμενες γενιές ένα δικαίωμα που εμείς απολαύσαμε και να τις αποκλείσουμε από τη μόρφωση. Η ανώτατη εκπαίδευση θα πρέπει να παραμείνει κοινωνικό και δημόσια αγαθό και δεν θα έπρεπε να επιτρέψουμε να καταστεί εμπορικό προϊόν.
Πηγές:
Κών. Σπηλιακόπουλος, Η ανάπτυξη του πανεπιστημιακού ασύλου ως θεσμού – Η νομοθετική κατοχύρωση https://www.syntagmawatch.gr/trending-issues/i-anaptyxi-tou-panepistimiakou-asylou-os-thesmou-i-nomothetiki-katochyrosi/
David C. Lindberg, Οι απαρχές της Δυτικής Επιστήμης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π., Αθήνα 1997
Fernard Braudel, Γραμματική των Πολιτισμών, εκδόσεις ΜΙΕΤ, Αθήνα 2003
Nicholas David, Η εξέλιξη του Μεσαιωνικού κόσμου, εκδόσεις ΜΙΕΤ, Αθήνα 2000
* Ο Θωμάς Σιώμος είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής και διδάσκων 407 στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ
*Η φωτoγραφία είναι από δια ζώσης αντιμάθημα από τον σύλλογο μεταπτυχιακών & υπ. διδακτόρων πολιτικών επιστημών του ΑΠΘ, credit: @Giannis Arshakyan