Όπως είναι γνωστό, στη διάρκεια της πανδημίας εκδίδονται συνεχώς κοινές υπουργικές αποφάσεις («Έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού Covid-19 στο σύνολο της Επικράτειας» τιτλοφορούνται), με τις οποίες αναστέλλεται η λειτουργία συγκεκριμένων δραστηριοτήτων (π.χ. εστιατόρια, κινηματογράφοι, θέατρα, μουσεία, κατασκηνώσεις κ.λπ.) και ρυθμίζεται o τρόπος λειτουργίας άλλων (δημόσιες υπηρεσίες, ιδιωτικές επιχειρήσεις, νοσοκομεία, λιανεμπόριο, καταστήματα τροφίμων, λαϊκές αγορές, μέσα μαζικής μεταφοράς κ.λπ. και βέβαια δικαστήρια).
Η γενική ρύθμιση για τη λειτουργία των δικαστηρίων είναι ότι αναστέλλονται όλες οι δίκες στα διοικητικά, πολιτικά και ποινικά δικαστήρια.
Εξαιρούνται (σε γενικές γραμμές) οι δίκες, στις οποίες δεν εξετάζονται μάρτυρες.
Εξαιρείται επίσης, -αναφέρουν όλες οι Κ.Υ.Α.,- «η εκδίκαση των αγωγών του άρθρου 22 του ν. 1264/1982».
Μια ασήμαντη φρασούλα σ’ ένα κείμενο δεκάδων σελίδων.
Ποιες είναι οι δίκες αυτές, που εξαιρούνται από την αναστολή και μπορούν να γίνουν στη διάρκεια της πανδημίας;
Είναι κυρίως οι δίκες που αφορούν τη νομιμότητα ή όχι μιας απεργίας.
Στις δίκες όμως αυτές εξετάζονται πάντοτε μάρτυρες και συνήθως συγκεντρώνεται πολύς κόσμος: οι απεργοί εργαζόμενοι που νοιάζονται για την τύχη της απεργίας και των διεκδικήσεών τους.
Δεν πειράζει. Ο κορωνοϊός στην περίπτωση αυτή δεν μεταδίδεται. Φτάνει να γίνει η δουλειά. Να ξεκαθαρίσει γρήγορα το ζήτημα και μάλιστα με τις fast track διαδικασίες που προβλέπει ο νόμος. Και να ξεκαθαρίσει βέβαια σε βάρος των απεργών, να σταματήσει η απεργία, αφού οι απεργίες κρίνονται από τα δικαστήρια στο συντριπτικό ποσοστό τους παράνομες,
Οι κυβερνώντες λοιπόν και όσοι τους υπαγόρευσαν τη συγκεκριμένη ρύθμιση δεν αρκούνται στο ότι στη διάρκεια της πανδημίας απαγορεύονται οι συναθροίσεις (και άρα δεν μπορεί να γίνει συνέλευση σωματείου, για να αποφασίσει απεργία) ή στο ότι ο φόβος από τον κορωνοϊό έχει παραλύσει σχεδόν κάθε συλλογική δραστηριότητα και διεκδίκηση. Θέλουν να αποκλείσουν κάθε τυχόν απρόβλεπτη εξέλιξη.
Κι επειδή δεν μπορούν να απαγορεύσουν γενικά το δικαίωμα της απεργίας (ε διάβολε, δεν μπορούν να καταλύσουν τόσο φανερά το Σύνταγμα!), προσπαθούν με κάθε τρόπο να το περιορίσουν.
Θέλουν σε κάθε περίπτωση να «έχουν τον γάιδαρό τους δεμένο», μη τυχόν και σκάσει μύτη καμιά απεργία και δυσκολέψει τους βιομήχανους και τους μεγαλοεργοδότες.
Γι’ αυτό και παίρνουν τα μέτρα τους. Προνοητικά και αποφασιστικά.
Όπως και για κάθε ζήτημα, που θίγει τα συμφέροντα που εκπροσωπούν.