Η «υπόθεση Χαϊκάλη» έκλεισε δικαστικά με μια απόφαση η οποία επικροτήθηκε από τα κυρίαρχα μίντια με ανακούφιση, η οποία, με ευσύνοπτο τρόπο διατυπώθηκε με την φράση του σχολιαστή Γιάννη Πρετεντέρη «…να πάμε παρακάτω. Να πάμε γρήγορα παρακάτω».
Από την περασμένη Παρασκευή όταν έγινε γνωστή η ιστορία, ο αγώνας που δόθηκε στα ΜΜΕ, ήταν η επιτομή της επιστημονικής αποδόμησης του καταγγέλοντος. Τηρουμένων των αναλογιών, η αντίδραση, θύμιζε το θρυλικό επιχείρημα των βιαστών οι οποίοι καταγγέλουν τις γυναίκες θύματα ότι «φορούσαν μίνι» ή ότι τους προκαλούσαν οι γόβες τους. Οπότε, στη δική μας ιστορία, εντέχνως, φιλοτεχνήθηκε το επιχείρημα ότι «ο Χαϊκάλης τά’ θελε».
Το επιχείρημα του εισαγγελέα ότι τον παρακολουθούσε και ο καταγγελόμενος Αποστολόπουλος και ότι το υλικό είναι παράνομο, προσκρούει σε νομικά και λογικά δεδομένα. Γι αυτό, το «κλείσιμο» της υπόθεσης εγείρει επιπλέον ερωτηματικά από όσα επιχειρεί να απαντήσει.
Νομικά, οι ποινικολόγοι έχουν μείνει με το στόμα ανοιχτό, γιατί υπάρχει δεδικασμένο αποδοχής από το δικαστήριο, υλικού αποκτηθέντος με παράνομο τρόπο, στην υπόθεση «παγκάρι των Τεμπών». Κι ακόμη, ο Άρειος Πάγος, δέχεται ότι η βαρύτητα της υπόθεσης συνεκτιμάται και καθορίζει αν το δικαστήριο θα δεχθεί προϊόν παρακολούθησης, πολύ δε περισσότερο αν συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος. Αν η περίπτωση απόπειρας εξαγοράς βουλευτή δεν περικλείει τα ανωτέρω, τότε, η νομική επιστήμη και η δικαστική εξουσία θα πρέπει να επανακαθορίσουν την ίδια τους την υπόσταση.
Σε ότι αφορά την λογική, τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα. Ας μείνουμε στα πολύ απλά. Ο εισαγγελέας, δέχθηκε το επιχείρημα του καταγγελόμενου, ότι κι αυτός θα έκανε καταγγελία αλλά τον πρόλαβε ο Χαϊκάλης! Ο οποίος, ανάμεσα στις επαγγελματικές του ενασχολήσεις, αφού παίζει και σε σίριαλ, τις βουλευτικές και κομματικές του υποχρεώσεις, είχε περισσότερο χρόνο να πάει πρώτος στην ασφάλεια και την εισαγγελία, από τον Αποστολόπουλο, ο οποίος, δεν έχει άλλη δουλειά από το να ζυγίζει το ηθικό έρμα βουλευτών των Ανεξάρτητων Ελλήνων. Επιπλέον, λέει ο εισαγγελέας, ο Αποστολόπουλος βιντεοσκοπούσε κι αυτός. Αυτό κι αν είναι επιχείρημα! Η υπόθεση να ισχύει η καταγγελία Χαϊκάλη και ο ενδιάμεσος να βιντεοσκοπούσε για να ενημερώσει για τα καθέκαστα αυτούς που θα βάζανε τα λεφτά, διότι κι αυτοί θα θέλανε να γνωρίζουν όσα επακριβώς θα διαμείβονταν στις συναντήσεις, δεν υπήρξε καν στη σκέψη του εισαγγελέα. Κι ακόμη, αν ο Χαϊκάλης κάλεσε για τεχνική υποστήριξη τον συνάδελφό του Λαζόπουλο, που του έδωσε ένα απλό ρολόι μαγνητόφωνο, κι έβαλε δυό ηθοποιούς που έγραψαν -όχι τόσο επιτυχημένα- τη συνάντηση, ο Αποστολόπουλος, ποιούς κάλεσε και καλωδίωσαν ολόκληρο το πατάρι της καφετέριας; Γνωρίζουμε για παράδειγμα ότι πλήρωσε κάποιο ντετέκτιβ να το κάνει με επαγγελματικά μέσα; Η υποδομή που απαιτείται για τέτοιες ενέργειες, χώρια που παραπέμπει σε άλλες… υπηρεσίες, έχει κι άλλα ερωτήματα. Η ιδιοκτησία της καφετέριας είχε γνώση ότι το πατάρι τους είχε καλωδιωθεί; Είχε δώσει την συναίνεση για κάτι τέτοιο; Αν ναι γιατί; Αν όχι και πάλι γιατί; Θα μπορούσα να συνεχίσω επί μακρόν τα σχετικά ερτήματα τα οποία υποθέτω ότι θα πέρασαν από το μυαλό τόσων διαπρεπών σχολιαστών, που είναι τέτοιοι, διότι μπορούν να θέτουν τέτοια στοιχειώδη και προφανή ερωτήματα. Αλλά, τίποτα από αυτά δεν ακούστηκε στον αέρα. Ούτε καν μια απλή αναρώτηση, γιατί δεν διατάχθηκε άρση τηλεφωνικού απορρήτου όπως επιμόνως ζητούσε η πλευρά Χαϊκάλη.
Όπως αναφέρουν τα ρεπορτάζ στο σκεπτικό του κλεισίματος της υπόθεσης «… πιθανολογείται σφόδρα οτι η μη προσέλευση του κ. Αποστολόπουλου δεν είναι διαρροή για τον απλούστατο λόγο ότι μέχρι τις 18.15 δεν γνώριζε κανείς τα στοιχεία της ταυτότητας του ατόμου που θα εμφανίζονταν. Η μη προσέλευση στην οικία οφείλεται προδήλως στο οτι ο φερόμενος ως δράστης δεν προσήλθε στη συνάντηση επειδή ουδέποτε είχε αληθή και σπουδαία πρόθεση εμφάνισης σε αυτή και προσφοράς του χρηματικού ποσού». Πιθανολογεί δηλαδή η εισαγγελική αρχή χωρίς να διαθέτει στοιχεία παρά δεχόμενη τις αιτίασεις Αποστόπουλου ενώ δεν πιθανολογεί τίποτα από τα πολύ απλά που προαναφέρθηκαν. Κάνει δηλαδή μια υπόθεση επιβεβαίωση της οποίας είναι το συμπέρασμα που βασίζεται στην υπόθεση. Ας δεχθούμε, παρά ταύτα, ότι η εισαγγελική αρχή έχει δίκιο: γιατί λοιπόν η εισαγγελική αρχή δεν έκανε όλες τις ενέργειες που θα αποδείκνυαν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι, πράγματι, και ο Χαϊκάλης και ο Αποστολόπουλος αναστάτωσαν την χώρα επειδή είναι γελοία πρόσωπα οπότε, θα τους καταλογιζόταν και η γελοιότητα αιωνίως αλλά και το ποινικό τίμημα που θα έπρεπε να πληρώσουν;
Συμπυκνώνω τα νοήματα. Στην «υπόθεση Χαϊκάλη» η Πολιτική και η Ηθική παρακολουθούσε η μία την άλλη με τα ίδια μέσα και για τους ίδιους αγαθούς σκοπούς. Η Ωραία και το Τέρας σε εκδοχή αστυνομικοπολιτικού μυθιστορήματος. Η Φενάκη με την Ουτοπία στις ίδιες γραμμές. Η Παράνοια του συνωμοσιολόγου με την Λογική του ορθολογιστή σε τρυφερό ενσταντανέ. Όλα ομογενοποιημένα, άνευ ουσίας και νοήματος, σχετικοποιημένα, χυλός, βοθρολύμματα.
Και από τους τηλεοπτικούς δέκτες να ακούγεται η παραίνεση «να πάμε γρήγορα παρακάτω», αυτή η βάρβαρη κοινοτοπία που πυροδοτείται στα μυαλιά των πολιτών, με τούτον τον πληθυντικό ευγενείας, σαν να απευθύνεται σαδιστής μαρκήσιος στο υπηρετικό του προσωπικό.
Πράγματι, πάμε πολύ γρήγορα, παρακάτω. Στο άπατο.
* Ο δημοσιογράφος του ρ/σ “Στο Κόκκινο 93,4” Απόστολος Λυκεσάς αρθρογραφεί καθημερινά στο alterthess.gr. Ακούστε ζωντανά στο “Κόκκινο 93,4” την εκπομπή “Ορθά- Κοφτά” με τον Απόστολο Λυκεσά Δευτέρα- Παρασκευή 11:00- 12:00.
