Κείμενο-Φωτογραφία: Άγγελος Καλοδούκας
Η αγάπη μου για τη νύχτα και τη νυχτερινή φωτογράφιση χάνεται βαθιά στο παρελθόν μου. Και όπως όλες οι αγάπες είναι και αυτή συνδυασμός έλλογων αλλά και άλογων συνειρμών και συναισθημάτων.
Αν όμως κάτι έπαιξε καθοριστικό ρόλο ήταν το νουάρ (το λεγόμενο «μαύρο μυθιστόρημα»), τόσο στη λογοτεχνία όσο και στον κινηματογράφο. Λάτρεψα τόσο την κινηματογραφική του μεταφορά ώστε αυτό έπαιξε τον πρωταρχικό λόγο για να ασχοληθώ με τη φωτογραφία. Στο νουάρ, τα θέλγητρα της νύχτας εκτοπίζουν πάντα τα θέλγητρα της ημέρας, οι ήρωες του (για την ακρίβεια οι αντιήρωες του) κινούνται ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι.
Το νουάρ ήταν το αποτέλεσμα του συνδυασμού δυο παραγόντων.
Ο πρώτος ήταν η οικονομική κρίση στα τέλη της δεκαετίας του 1920. Η κρίση οδήγησε στην αμφισβήτηση του «αμερικανικού ονείρου» μιας και η οικονομική καταστροφή δεν αφορούσε μόνο την εργατική τάξη αλλά και τα μεσαία στρώματα που καταστράφηκαν μαζικά.
Στο νουάρ περιγράφονται τα υπόγεια ρεύματα του καπιταλισμού στο επίπεδο της προσωπικής ζωής των πολιτών: στον καπιταλισμό η εργασία (ή οι «τίμιες επιχειρηματικές δραστηριότητες») βγαίνουν πάντα ζημιωμένες μπροστά στις κομπίνες της διαφθοράς και της κερδοσκοπικής ανηθικότητας. Ο πλούσιος καπιταλιστής και ο αετονύχης γκάνγκστερ εξουσιάζουν την οικονομία του χρήματος.
Η ανατροπή των λογοτεχνικών και κινηματογραφικών συμβάσεων από τους δημιουργούς του νουάρ είναι ισοπεδωτική. Το «καλό», η «ομορφιά», η «τιμή» υπόκεινται στην αποσταθεροποίηση μιας αμφιθυμίας: το καλό και το κακό συνυπάρχουν μέχρι του σημείου να μην ξεχωρίζουν, οι κλασικοί «ήρωες» και «ηρωίδες» παραγκωνίζονται από πρωταγωνιστές που βουλιάζουν στο βούρκο της εξαχρείωσης. Η διήγηση των γεγονότων στο νουάρ γίνεται αποσπασματική, οδηγώντας στο χάος και τη σύγχυση. Ο μεγάλος συγγραφέας του είδους ο Ρέιμοντ Τσάντλερ απαντούσε σε κάποιον που τον ρωτούσε για τον αριθμό των φόνων που είχαν διαπραχθεί σε κάποιο βιβλίο του: «Ανάθεμά με και αν ξέρω!». Το αποτέλεσμα είναι το κοινό να βιώνει το νουάρ, ειδικά στην κινηματογραφική εκδοχή του, ως αγωνία και ανασφάλεια, ένα είδος φόβου.
Ο δεύτερος καθοριστικός παράγοντας που καθόρισε το νουάρ ήταν ο γερμανικός εξπρεσιονισμός με τους δραματικούς φωτισμούς του (έντονη αντίθεση μαύρου-άσπρου, φωτός και σκοταδιού). Μεγάλοι μάστορες-σκηνοθέτες του γερμανικού εξπρεσιονισμού βρέθηκαν στην Αμερική τη δεκαετία του 1930 μεταφέροντας το είδος:
Φριτς Λανγκ (Fritz Lang), Ότο Πρέμινγκερ (Otto Preminger), Μπίλι Γουάιλντερ (Billy Wilder), Ανατόλ Λίτβακ (Anatole Litvak) και ο Μαξ Στάινερ (Max Sreiner).
Ο γερμανικός εξπρεσιονισμός στον αμερικάνικο κινηματογράφο «παντρεύτηκε» το σκληρό αφηγηματικό ύφος του Ντάσιελ Χάμετ (Dashiell Hammett). «Το γεράκι της Μάλτας», ταινία του 1941από το ομώνυμο βιβλίο του Χάμετ (το οποίο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1930), είναι, κατά γενική ομολογία, η πρώτη εμφάνιση του φιλμ νουάρ.
Ο πεσιμισμός και η απογοήτευση είναι το σήμα κατατεθέν του νουάρ. Ο Ρέιμοντ Τσάντλερ (Raymond Chandler) σημείωνε το 1950:
«Έχουμε ακόμη όνειρα, μόνο που γνωρίζουμε ότι τα περισσότερα απ’ αυτά θα ναυαγήσουν. Όπως γνωρίζουμε επίσης, ευτυχώς, ότι αυτό δεν έχει καμία σημασία».
Δύο χρόνια πριν από το θάνατό του, ο Τσάντλερ έγραφε στο δικηγόρο του στο Λονδίνο:
«Έζησα τη ζωή μου χωρίς να με αγγίξει τίποτε».
Κλείνοντας σας παρουσιάζω τις καλύτερες ταινίες νουάρ που έχω δει (εντελώς προσωπική ταξινόμηση):
1) The Big Sleep (1946)
Ο Μεγάλος Ύπνος
Αμερικανική ταινία, σκηνοθεσία Χάουαρντ Χοκς με τους: Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, Λορίν Μπακόλ, Μάρθα Βίκερς.
2) Touch of Evil (1958)
Το άγγιγμα του κακού
Σκηνοθεσία:Orson Welles
Σενάριο:Orson Welles, Whit Masterson (βασισμένο στη νουβέλα “Badge Of Evil”)
Παίζουν: Charlton Heston, Orson Welles, Janet Leigh.
3) The Third Man (1949)
Ο τρίτος Άνθρωπος
Αγγλική ταινία, σκηνοθεσία Κάρολ Ριντ με τους: Όρσον Γουέλς, Τζόζεφ Κότεν, Αλίντα Βάλι, Τρέβορ Χάουαρντ.
4) Chinatown (1973)
Αμερικανική ταινία, σκηνοθεσία Ρομάν Πολάνσκι με τους: Φέι Νταναγουέι, Τζακ Νίκολσον.
5) Blood Simple (1985)
Μόνο αίμα
Αμερικανική ταινία, σκηνοθεσία Τζόελ Κοέν με τους: Τζον Γκετζ, Φράνσις Μακ Ντόρμαντ, Νταν Χεντάγια, Έμετ Γουόλς.

πηγή: left.gr
