Δεν είχα την τύχη να γνωρίσω από κοντά τον Νίκο Παπάζογλου, αλλά πολλοί φίλοι και γνωστοί μουσικοί και τραγουδιστές έχουν μοιραστεί μαζί μου ιστορίες. Μιλούν πάντα με συγκίνηση για τον Νίκο «το καρντάσι» όπως τον αποκαλούν και με θαυμασμό για τα πολλά του ταλέντα και το ποιόν του.
Ο Νίκος Παπάζογλου αποτελεί ένα πρόσωπο που συμπυκνώνει την ουσία της Θεσσαλονίκης κατ’ εμέ. Τι είναι η πόλη μας; Είναι μια πόλη μεγάλη αλλά ταυτόχρονα επαρχιακή. Έχει μέγεθος και ζεστασιά. Σμίγει σε αυτήν η Δύση με την Ανατολή. Ζει χαλαρά την ημέρα και έντονα τη νύχτα. Είναι πόλη στεκιών, προσώπων, καλλιτεχνών, διαδρομών, με γαλάζιο χρώμα και ανοιχτωσιά και στενά που μυρίζουν τσίπουρο με μεζέ. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον διέπρεψε καλλιτεχνικά ο Νίκος Παπάζογλου.
Μεγάλωσε στην περιοχή ανάμεσα στην Κολόμβου και το Διοικητήριο και έπαιζε μπάλα στην Πλατεία Αριστοτέλους. Ο πατέρας του ώθησε να μάθει τις τέχνες της μαστοριάς κι έτσι εξελίχθηκε σε μέγα μάστορα που έφτιαξε μόνος του το ιστορικό στούντιο «Αγροτικόν» στην Τούμπα, όπου ηχογραφήθηκαν αριστουργήματα της σαλονικιώτικης δισκογραφίας. Έγινε και ο ίδιος γνωστός στο ευρύ κοινό με τα έργα των Ξυδάκη-Ρασούλη Η εκδίκηση της γυφτιάς και Τα δήθεν. Οι δύο αυτές δισκογραφικές δουλειές που έγιναν την περίοδο 1978-79, η πρώτη σε παραγωγή του Διονύση Σαββόπουλου, προκάλεσαν μια τομή στο ελληνικό τραγούδι της εποχής, καθώς συνδύαζαν τους παλιούς λαϊκούς δρόμους και τον ήχο που είχε ξεχαστεί με την ανάγκη συνέχισης του λαϊκού τραγουδιού και της πολυπληθούς, τότε, φοιτητιώσας νεολαίας να διασκεδάσει.
Το ξεκίνημα του Νίκου ή Παπάζη, όπως τον φώναζαν στη Θεσσαλονίκη, έγινε βέβαια με ένα τελείως διαφορετικό είδος μουσικής. Αρχικά με τους Golden boys, στη συνέχεια με τους HitsHickers, τους Fratelli και τους διάσημους Olympians, όπου κλήθηκε να αντικαταστήσει τον Πασχάλη, τραγουδώντας ξένο στίχο σε ποπ, ροκ και r’n’b μελωδίες. Οι φωνητικές του δυνατότητες ήταν τέτοιες που -έχω ακούσει ηχογράφηση-πρόβα της εποχής- φαίνεται απίστευτο ότι ακούγεται ο τραγουδιστής που χουμε ταυτίσει με τον χαρακτηριστικό λυγμό. Ωστόσο και ο ίδιος αναγνώριζε ότι τραγουδάει ανατολίτικα και ο λυγμός του είναι η «μητρική του γλώσσα».
Ο Διονύσης Σαββόπουλος τον ξεχώρισε από το συγκρότημα «Μακεδονομάχοι» και τον συμπεριέλαβε στη χορωδία στους Αχαρνείς του. Αυτή η συνεργασία ενέπνευσε τον Νίκο να δημιουργήσει το Αγροτικόν και να δώσει τη δυνατότητα, μετά και τη δικιά του επιτυχία, σε νέους καλλιτέχνες όπως ο Ορφέας Περίδης να ηχογραφήσουν τις δουλειές τους και να μην περιμένουν πότε θα τους δοθεί η ευκαιρία από τις εταιρείες. Στο στούντιο του βρήκαν καταφύγιο πολλοί νέοι τότε καλλιτέχνες, όπως η Μελίνα Κανά, ο Σωκράτης Μάλαμας, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου κι έτσι γεννήθηκε η περίφημη «σχολή της Θεσσαλονίκης».
Ταυτισμένος με τη Θεσσαλονίκη ο Νίκος Παπάζογλου με αισθητή την απουσία του από όταν μας άφησε στις 17 Απριλίου του 2011, λίγες βδομάδες μετά το θάνατο του φίλου του, Μανώλη Ρασούλη. Η φωνή του είναι λες και σαν να φυσάει ο Βαρδάρης, θα ’ναι για πάντα εδώ όσο υπάρχει αυτό το μέρος και θα ακούγεται. Όπως όταν ήταν μικρός και πήγαινε κάτω από το Πύργο του Τριγωνίου καθόταν στην άκρη και τραγουδούσε στη φωτισμένη πόλη.
* Ο Βασίλης Στόλης είναι μουσικός και δημοσιογράφος