in

Νικήσαμε! Πρώτες σκέψεις εν θερμώ. Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου

πηγή: Mediapart

Όταν έχεις ξεμάθει να χαίρεσαι, ακόμα και τη στιγμή της μεγάλης χαράς, κάτι σε σταματάει. Μπορούμε να χαιρόμαστε ακόμα Ιούλιο μήνα, στη χώρα που μάθαμε με τον δύσκολο τρόπο το «Κυριακή χαρά, Δευτέρα λύπη»; Βλέπω και ξαναβλέπω τη μαύρη γυναίκα δίπλα στον Μελανσόν να κλαίει ανακουφισμένη: κλαίει από χαρά. Όσοι και όσες καταλαβαίνουμε γιατί, αν συναισθανόμαστε το φόβο αυτών που είχαν λόγους να φοβούνται αν νικούσαν οι φασίστες, νομίζω δεν έχουμε δικαίωμα να μη χαιρόμαστε. Τίποτα δεν ήταν αυτονόητο: Οι άνθρωποί μας το κέρδισαν με κόπο – δεν το πίστευαν ούτε αυτοί, και η εμβέλεια της νίκης τους δεν εξαντλείται στο εσωτερικό της Γαλλίας.

Μια μεγάλη ευχάριστη έκπληξη

Το «αυτονόητο» ήταν να χάσουμε – κι όχι μόνο για λόγους κεκτημένης …ηττοπάθειας.

* Καταρχάς ήταν τα αποτελέσματα στον πρώτο γύρο: πολλοί περισσότεροι ήταν οι ακροδεξιοί υποψήφιοι με ποσοστά από 40% μέχρι 50% (142, έναντι μόλις 55 της Αριστεράς). Αντίστοιχα, πολύ περισσότεροι ήταν αυτοί με επιδόσεις μεταξύ 30% και 40% (186 ακροδεξιοί, 122 από την Αριστερά).

* Έπειτα, το κλίμα στο δρόμο: ο δρόμος ήταν της Αριστεράς (αν και στο δρόμο, με τον τρόπο τους, ήταν και οι φασίστες). Όμως, ενώ οι αντιφασιστικές κινητοποιήσεις ήταν θαυμάσιες, ήταν και αισθητά μικρότερες σε σχέση με αυτές του 2002.

* Τρίτον, η άθλια γραμμή του Κέντρου – πρωτοστατούντος του θλιβερού πρώην πρωθυπουργού Εντουάρ Φιλίπ: διμέτωπος κατά των «άκρων», δεκάδες μη αποσύρσεις κεντρώων υποψηφίων που είχαν βγει τρίτοι στον πρώτο γύρο, απολύτως συνειδητή διακινδύνευση να διασπαρούν ψήφοι, με κερδισμένη την Ακροδεξιά, αναγόρευση της Αριστεράς σε κίνδυνο για το έθνος και …woke (ακριβώς με τους όρους της Ακροδεξιάς).

* Τέταρτον, η γραμμή των ΜΜΕ: θεωρητικά ίσες αποστάσεις απέναντι στα «άκρα», στην πράξη ανοιχτή εχθρότητα κατά της Αριστεράς.

* Πέμπτο, οι δημοσκοπήσεις: δεν υπήρχε ούτε μία στο δεύτερο γύρο να μη βγάζει πρώτον τον Μπαρντελά. Όλες, πέρα από σκοπιμότητες, κάπου στηρίζονταν – αλλά διαψεύστηκαν. Και μαζί τους διαψευστήκαμε όσοι θεωρούσαμε πολύ δύσκολη την ανατροπή στο δεύτερο γύρο. Ευτυχώς, κάναμε λάθος!

* Έκτο και τελευταίο: η κατάσταση στο εσωτερικό του Νέου Λαϊκού Μετώπου. Πόσο δύσκολη είναι εκεί η συγκατοίκηση, το έδειξαν αποχωρήσεις ή διαγραφές, ακόμα και από την Ανυπότακτη Γαλλία, δημοφιλών στελεχών (ο επανεκλεγείς Φρανσουά Ρουφέν ή η Κλεμαντίν Οτέν είναι από τους γνωστότερους).

Μεγάλη συμμετοχή, απόρριψη και επιλογή

Πώς εξηγείται, όμως, αυτή η ανατροπή; Όσες και όσοι ζουν στη Γαλλία είναι μάλλον καταλληλότεροι να το πουν. Διακινδυνεύω, παρόλα αυτά, μια σκέψη: Η τεράστια συμμετοχή και στους δύο γύρους ήταν συμμετοχή με αίτημα την άμεση πολιτική αλλαγή: να φύγει ο εγκληματικός και ηττημένος θίασος του Μακρόν. Με βάση το αίτημα αυτό, στον πρώτο γύρο επιλέχθηκε το κόμμα που φαινόταν ικανότερο να το πετύχει.

Η συνεργασία Αριστεράς και Οικολόγων (NUPES), το 2022, είχε αποτύχει να το κάνει, έστω για λίγο – γι’ αυτό και την περασμένη Κυριακή δεν ήταν η πρώτη επιλογή, έστω για λίγο κι εδώ. Τερματίζοντας την περασμένη Κυριακή δεύτερη, πίσω από την Ακροδεξιά, η Αριστερά έγινε πια ο ασφαλέστερος τρόπος να φύγουν οι μακρονιστές, που δοκιμάστηκαν, και αποδοκιμάζονται με βίαιες διαδηλώσεις εδώ και χρόνια.

Στον πρώτο γύρο υπερίσχυσε η λογική της απόρριψης της κυβέρνησης: η λογική της τιμωρίας. Ο δεύτερος ήταν ο γύρος της επιλογής – και η Ακροδεξιά, τερματίζοντας τρίτη πια, αποδείχτηκε ότι δεν ήταν κόμμα καθαρής, αλλά τιμωρητικής επιλογής. Από την άλλη, δεν έγιναν όλοι αριστεροί μέσα σε μια εβδομάδα. Η ισχύς της Αριστεράς στον πρώτο γύρο κινητοποίησε, και η κινητοποίηση πολλαπλασίασε την ισχύ.

Η τακτική των αποχωρήσεων των υποψηφίων που τερμάτισαν τρίτοι, προς όφελος του ισχυρότερου αντιπάλου της Ακροδεξιάς, απέδωσε τα μέγιστα για την Αριστερά: συνολικά, τουλάχιστον 224 υποψήφιοι/ες, που τερμάτισαν τρίτοι στον πρώτο γύρο, αποχώρησαν από τον δεύτερο προς όφελος των ισχυρότερων αντιπάλων των ακροδεξιών. Στη συνείδηση των Γάλλων απορρίφθηκαν οι φασίζουσες φανφάρες περί «εξτρεμισμού», που εξαπέλυσαν ΜΜΕ, μακρονιστές και λεπενικοί κατά της Αριστεράς. Κάνοντας περισσότερες αποχωρήσεις από το Κέντρο, η Αριστερά αναδείχθηκε η συνεπέστερη αντιφασιστική δύναμη. Την ίδια στιγμή, απορρίφθηκαν επίσης τα πολύ «πούρα και ντούρα» αριστερά «όλοι το ίδιο είναι».

Οι μακρονικοί ήταν φρικαλέοι για πολλούς λόγους, τόσο πριν, όσο και μετά τον δεύτερο γύρο: ο αυτοεξευτελισμός τους έφτασε στο σημείο να κατηγορούν την Αριστερά όχι μόνο ως «κίνδυνο για το έθνος» (βλ. υπ. Οικονομικών Λεμέρ), αλλά και ως …woke, μιλώντας δηλαδή όπως η Ακροδεξιά. Αλλά αρκετοί υποψήφιοί τους (έστω: πολύ  λιγότεροι από τους αριστερούς) αποχώρησαν στον δεύτερο γύρο χάριν της Αριστεράς, όπως και αρκετοί ψηφοφόροι τους ψήφισαν Αριστερά, για να μην κερδίσει η Ακροδεξιά. Τα περί «ενιαίου κόμματος Άκρας Αριστεράς, Σοσιαλιστών και Κέντρου», που παπαγάλιζαν ηττημένοι λεπενιστές, μετά τις 8 το βράδυ δεν αφορούσαν κανέναν – και μένει να δούμε τι θα γίνει με τις διερευνητικές εντολές, για να διαπιστώσουμε τη (μη) σοβαρότητά τους.

Όσοι και όσες είχαν λόγους να φοβούνται αν χτες κέρδιζε το κόμμα των Λεπέν-Μπαρντελά, ξέρουν πως τίποτα δεν είναι ίδιο με τίποτα. Το ξέρουν πρώτα απ’ όλα στις περιοχές που ζουν μετανάστες εργάτες –εκεί που ψηφίστηκε η Αριστερά. Όπως το ξέρουν και οι υποψήφιοι που δέχτηκαν επιθέσεις από φασίστες. Η Γαλλία παραμένει ένα εργαστήρι πολιτικής για όλη την Ευρώπη – και ένας λόγος γι’ αυτό, πέρα απ’ όσα έγιναν στο δρόμο, είναι ότι αριστεριστές όπως ο Πουτού έκαναν καμπάνια με Σοσιαλιστές όπως ο Φωρ, για να αποτραπεί ό,τι  η γαλλική κοινωνία αναγνωρίζει ακόμα ως υπαρξιακό κίνδυνο. Ενεπλάκησαν. «Μετά βλέπουμε», θάλεγε ο σοφός καραφλός Ρώσος.

Συμπεράσματα;

Τα συμπεράσματα μπορούν να είναι μόνο προσωρινά:

* Η συντριβή των ιδιωτικών ΜΜΕ. Αρχίζω από τα ανώδυνα. Χτες θυμηθήκαμε ότι τα ΜΜΕ δεν είναι «παντοδύναμα» – ακόμα κι αν ανήκουν σε ακροδεξιούς μεγιστάνες, όπως ο Βανσέν Μπολορέ, ακόμα κι αν είναι το tik-tok, όπου ο «αυτοδημιούργητος» γαμπρός της Λεπέν (στον Μπαρντελά αναφέρομαι) τα πάει περίφημα. Το ηθικό δίδαγμα δεν αφορά μόνο τα γαλλικά Μέσα, που εξόργισαν τον κόσμο. Υπάρχει και μια ελληνική διάσταση: πριν βγουν καν τα έξιτ πολ στη Γαλλία, τα ελληνικά ΜΜΕ, έντυπα και ηλεκτρονικά, προξεφλούσαν «επέλαση», «θρίαμβο» και «πρωτιά της Λεπέν με 200 έδρες». Τα γραπτά μένουν: πρόκειται περί απόλυτης γελοιοποίησης.

* Υλοποίηση κυβερνητικού προγράμματος ή κυβέρνηση πάση θυσία; Πηγαίνω στα δυσκολότερα: δεν ήμουν ποτέ …θαυμαστής του Μελανσόν, αλλά πέρα από συγκίνηση, μου προκάλεσε μεγάλη ανακούφιση η χτεσινή πρώτη δήλωσή του: «Δεν θα εφαρμόσουμε τίποτα άλλο από το πρόγραμμα – ολόκληρο το πρόγραμμα». Δεδομένου ότι δεν υπάρχει απόλυτη πλειοψηφία γι’ αυτό, είναι ανακουφιστικό να μην ακούς τον νικητή μιας ιστορικής μάχης να λέει «Χριστέ μου, πρέπει να γλιτώσουμε την ακυβερνησία με κάθε κόστος! Τι να κάνω; Θα θυσιαστώ! Θα συμμαχήσω και με το διάβολο, για να μην αφήσω το Έθνος απροστάτευτο μπροστά σε μια τέτοια ολέθρια απειλή!».

Σε ένα κλίμα γενικής απόρριψης των μακρονιστών, το Νέο Λαϊκό Μέτωπο κέρδισε τις εκλογές χάρη σε ένα μετριοπαθές αριστερό πρόγραμμα: ακύρωση της μακρονικής μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού, αντιμετώπιση της φτώχειας και των διακρίσεων, αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Έχει ακόμα καμιά σημασία να φτιάχνονται προγράμματα; Η αθέτηση αυτού του προγράμματος, στο όνομα του «να κυβερνήσουμε, κι όπως νάναι», δεν θα αναδείξει τους φασίστες ως αντισυστημικούς; Μπορούμε να κάνουμε προγράμματα μόνο για ένα βράδυ;

* «Κάντο όπως η Γαλλία;» Καταλήγω με το δυσκολότερο: «η Γαλλία», διαβάζω, «έδειξε το δρόμο». Που πάει να πει: «γιατί δεν κάνουμε Νέο Λαϊκό Μέτωπο και εδώ; Πρέπει άραγε να περιμένουμε τα χειρότερα για να συμβεί;».

Υπάρχουν πολλοί λόγοι που η εμπειρία της Γαλλίας δεν μπορεί να μεταφερθεί σα φωτοτυπία και εδώ: άλλο εκλογικό σύστημα, άλλη πολιτική παράδοση, άλλη κατάσταση στην Αριστερά, άλλο διακύβευμα σε σχέση με την Ακροδεξιά. Στην Ελλάδα δεν έχουμε «Ανυπότακτους», το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ δεν συγκρίνονται με τα γαλλικά αδελφά κόμματα, η άκρα Αριστερά δεν έχει σχέση με το πλειοψηφικό Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα του Πουτού, και η συνεργασία του τελευταίου με επαγγελματίες της πολιτικής όπως ο Ολάντ δεν είναι μια τακτική που μπορεί κανείς να χρησιμοποιεί οποιαδήποτε ώρα, ανεξαρτήτως του τι κρίνεται.

Αυτό που, από την άλλη, μου φαίνεται στενάχωρο –ιδίως μετά τα σαρωτικά αποτελέσματα των Ευρωεκλογών– είναι ότι δεν υπάρχει ένας χώρος, δεν καταφέραμε να φτιάξουμε έναν χώρο, για να συζητάμε σήμερα ένα πρόγραμμα σαν το γαλλικό, αλλά δικό μας: με βάση τις δικές μας ανάγκες. Ένας χώρος διαλόγου, φτιαγμένος από πολλούς χώρους: ομάδες, κόμματα, κινήματα, διανοούμενους. Παρεμπιπτόντως, χρειάζεται άραγε να πούμε για το ρόλο της σπουδαίας Αννί Ερνώ, όπως και άλλων, αμέσως μετά τις Ευρωεκλογές, στην έκκληση να δημιουργηθεί ένα Νέο Λαϊκό Μέτωπο;

Να κάτι χρήσιμο, που ακόμα, παραδόξως (;), φαίνεται πολύ μακρινό: Ένας χώρος διαλόγου, για ένα μετωπικό πρόγραμμα, στη χώρα της εξαήμερης εργασίας, ενός συστήματος υγείας ανύπαρκτου, και μιας Ακροδεξιάς που πλησιάζει το 20%. Αλλιώς μπορούμε πάντα να χαιρόμαστε με τις χαρές των άλλων – όπως οι ηδονοβλεψίες. Δεν είναι δα και εξαήμερη η εργασία: πέντε συν μία είναι.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Μισώ τους φασίστες. Είναι ωραίο να το λες αυτό. Της Louisa Yousfi 

Για τη ΜΠΕ της «αξιοποίησης» της Μαρίνας Αρετσούς: Ένα real estate σχέδιο ενάντια στους δημόσιους χώρους