Η γενική αποδοχή που γνωρίζει από τους Θεσσαλονικείς η κινηματογραφική λέσχη της ΕΡΤ-3 καθορίζει και το βαθμό έλλειψης μέχρι τώρα ενός φορέα που θα προσφέρει διαχρονικά, ψυχαγωγικά αριστουργήματα, συζητήσεις επιπέδου κινηματογραφικών σεμιναρίων και ευκαιρίες στους θεατές που εκφράζουν τις απόψεις τους.
Μετά το ρεκόρ των θεατών που είχε η κινηματογραφική λέσχη των τριών ραδιοφώνων της ΕΡΤ-3 (102 FM, 9, 58, βραχέα) με το τελευταίο φιλμ το 2013 το συγκλονιστικό Διψασμένος για ηδονή, οι προβολές συνεχίζονται και το 2014, συγκεντρώνοντας σινεφίλ όλων των ηλικιών και των τάξεων.
Έτσι, σε ημερομηνία που θα καθοριστεί σύντομα, στον Αλέξανδρο πάντα με δωρεάν είσοδο, τη συμπαράσταση του ΚΕΜΕΣ και την ευγενική παραχώρηση της αίθουσας από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας- Κέντρο Πολιτισμού παρουσιάζεται ενταγμένη στο αφιέρωμα Στις ομίχλες του νουάρ η έξοχη δημιουργία του Τζορτζ Μάρσαλ Η γαλάζια ντάλια (The blue dahlia, 1946, ασπρόμαυρο, ΗΠΑ) με τους Άλαν Λαντ, Βερόνικα Λέικ. Αξίζει να σημειωθεί πως το σενάριο έγραψε ο Ρέιμοντ Τσάντλερ.
Την ταινία θα προλογίσει ο Αλέξης Ν. Δερμεντζόγλου, του οποίου απόσπασμα ανάλυσής του θα διανεμηθεί στους θεατές. Μετά το τέλος της προβολής θα ακολουθήσει μακρά συζήτηση με το κοινό.
Η ιστορία αναφέρεται στον Τζόνι που γυρίζει από τον πόλεμο και διαπιστώνει πως η γυναίκα του έχει εραστή και είναι αλκοολική. Όταν εκείνη βρίσκεται νεκρή, η αστυνομία τον κατηγορεί ως ένοχο. Του συμπαραστέκεται η ωραία σύζυγος ενός ιδιοκτήτη νάιτ κλαμπ.
Εκπληκτική φωτογραφία, υπερρεαλιστική ατμόσφαιρα, στιλ, κορυφαίοι ρόλοι και μια κοινωνιολογική έρευνα πάνω στην μεταπολεμική Αμερική.
Το απόσπασμα της κριτικής που θα διανεμηθεί είναι το ακόλουθο:
«Σ’ αυτήν την εφιαλτική ίντριγκα, στο λερωμένο κόσμο της συνεχούς απάτης, διαυγάζει η ευφορία για μια ΝΕΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ της αμερικανικής κοινωνίας. Υπάρχει ένα ορμητικό ποτάμι-σύνορο, το τεράστιο ρήγμα, ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Υπάρχουν οι Αμερικανοί που πολέμησαν εκεί, μεταξύ των οποίων και ο Τζόνι, που επιστρέφει στην πατρίδα από το ναυτικό με την παρέα του. Φυσικά, υπάρχουν και τα τραύματα, τόσο των μαχών όσο και της δύσκολης επανένταξης στην κοινωνία και την οικογένεια.
Οι Αμερικανίδες, δουλεύοντας πυρετωδώς στα εργοστάσια, όχι μόνο χειραφετήθηκαν, αλλά έμαθαν και να ζουν μόνες, απέκτησαν εραστές, ξέχασαν τους άνδρες τους που πολεμούσαν στην Ευρώπη και τον Ειρηνικό. Αυτό είναι και ένα έμμονο μοτίβο του νουάρ, που το εξέτρεψε κάποιες φορές προς ένα μισογυνισμό. Ο Τζόνι, λοιπόν, ξαναβρίσκει τη γυναίκα του, που έχει οργανώσει πάρτι στο σπίτι τους με εραστή, ενώ έχει γίνει και αλκοολική. Όλο το φιλμ κινείται σαν ένα σκοτεινό όχημα,
ένα ταξίδι στη νύχτα, ενώ η αυγή ροδίζει. Όλα ερεθισμένα, παράδοξα, ελαφρά υπερρεαλιστικά, σχεδόν υπνωτισμένα. Ο δρόμος, η νύχτα, η μοίρα και η άλλη γυναίκα (Βερόνικα Λέικ).Η σύμπτωση, η ανατροπή η ίντριγκα,το νέο βλέμμα.
Η Γαλάζια ντάλια είναι ένα φιλμ βουτηγμένο στην αμαρτία, που ταυτόχρονα την απενοχοποιεί. Αυτό το φοβερό ζευγάρι, ο Άλαν Λαντ και η Βερόνικα Λέικ, όχι μόνο δεν καταλάβαιναν τίποτα, αλλά πέθαναν και αλκοολικοί στα 50 τους…
Μια ιστορία βιωματική (;),ένα κρυφό χάπενινγκ και μια νέα πρόταση: Οι κινήσεις της κάμερα είναι βελούδινες, οι γωνίες λήψης περίτεχνες και διακρίνεται ο σκηνοθετικός σεβασμός του Μάρσαλ προς το υλικό του: Δείχνει πως όχι μόνον πιστεύει αυτή τη μυθοπλασία, αλλά μερακλώνει
μαζί της, ταξιδεύει με τους ήρωές του. Είναι μια ιστορία που αυτή τη φορά θα καταλήξει καλά ως την… άλλη φορά! Σπάνια νουάρ επέδειξε τέτοια γοητεία, τέτοια οργάνωση σκηνών και τέτοια προσοχή στις λεπτομέρειες. Σπάνια ταινία έπαιξε τόσο έξυπνα με την παραίσθηση, με όρους πραγματικότητας. Μ’ αυτήν τη ματιά είναι μια αλκοολούχος δημιουργία, σαν τους Λαντ και Λέικ.
Τι γίνεται, λοιπόν, όταν την παραίσθηση και την περιστασιακή ευφορία που κομίζει τις ορίσεις ως ζωή; Ποιες είναι οι ηδονιστικές ουσίες που οργανώνουν αυτή την κατάσταση;
Ο Μάρσαλ, που δεν ήταν ούτε σκηνοθέτης των νουάρ ούτε νουάρ ο ίδιος (ως χαρακτήρας),προτείνει την οδό του έρωτα και των μυθοπλασιών του σινεμά, αυτά τα ατελείωτα παραμύθια για τα μεγάλα ταξίδια.
Η Γαλάζια ντάλια είναι ένα φιλμ που σε όλη τη διάρκειά του έχει πολύ υψηλό πυρετό, καταγράφοντας έτσι το μετά μιας ταραγμένης (από τον πόλεμο) εποχής. POST WAR FILM, λοιπόν, αλλά με μια σειρά υποσχέσεων. Παρά την ανατρεπτικότητα του είδους, αυτή η ταινία αναφέρεται σε μια κάθαρση από κάθε είδους αμαρτωλούς και έκλυτους και δείχνει το δρόμο και τον τρόπο που η μεταπολεμική αμερικανική κοινωνία μπορεί να επανενωθεί μετά από το ραντεβού (ανά δύο) κάποιων ραγισμένων καρδιών. Όπως καταλαβαίνετε, το φιλμ παίζει με το συντηρητισμό και βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού. Τελικά, χάρη στη μοναδική οπτική δύναμή του τον υπερβαίνει, αφήνοντας τα ματωμένα ίχνη της ελπίδας και της νέας συμφωνίας, άσχετα αν από πίσω τους το αλκοόλ ρέει άφθονο.