Στο μνημόσυνο του Νίκου Μαρκούλη, το Σάββατο 19 Νοεμβρίου, στο νεκροταφείο του χωριού Παρθένι Θεσσαλονίκης, δεν ήταν παρών ο κ. Δήμαρχος. Ούτε ο κ. Περιφερειάρχης. Ούτε οι βουλευτές του νομού. Ούτε βέβαια οι στρατιωτικές και αστυνομικές αρχές του τόπου. Γενικά δηλαδή απουσίαζαν όλοι αυτοί που αποκαλούνται «επίσημοι» και κοσμούν με την παρουσία τους τις δημόσιες τελετές και εκδηλώσεις.
Ήταν όμως παρόντες ο Αδάμ Δράγας, ο Κώστας Γεωργιάδης, η Καίτη Τσαρουχά, ο Χρήστος Ζαφείρης, ο Τριαντάφυλλος Μηταφίδης, ο Γιάννης Βασιλακάκης, η Καίτη Σακέτα, ο Δανιήλ Σπαρτιάτης και άλλοι και άλλες. Κι αν τα ονόματα αυτά στους περισσότερους (ακόμη και σε πολλούς της Αριστεράς) δεν λένε κάτι σήμερα, ας θυμίσουμε (γιατί η δική τους σεμνότητα τούς εμποδίζει να μιλήσουν) ότι στη διάρκεια της χούντας άλλος πιάστηκε με βόμβες στα χέρια κι άλλη με προκηρύξεις, άλλος βασανίστηκε και άλλη φυλακίστηκε, άλλος εξορίστηκε κι άλλη είχε διαρκώς έναν ασφαλίτη πίσω της.
Οι αγωνιστές και οι αγωνίστριες του αντιδικτατορικού αγώνα, η οικογένεια και οι συγχωριανοί του Νίκου Μαρκούλη, η Εταιρεία Φίλων του Χώρου Μνήμης της Αντιδικτατορικής Αντίστασης στη Θεσσαλονίκη και ο Σύνδεσμος Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών (1967-1974) τίμησαν το περασμένο Σάββατο το 23χρονο παλικάρι από το Παρθένι, που δολοφονήθηκε εν ψυχρώ το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου 1973, την ώρα που στρατός και αστυνομία διέλυαν με κτηνώδη βία τις λαϊκές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις γύρω από το Πολυτεχνείο. Ο Νίκος Μαρκούλης, ένας νέος άνθρωπος που εκείνο τον καιρό εργαζόταν στην Αθήνα, τραυματίστηκε βαριά στην πλατεία Βάθης από πυροβόλο όπλο υπαξιωματικού του στρατού, την ώρα που προσπαθούσε να σώσει έναν άλλο τραυματία. Μεταφέρθηκε στο Κρατικό Νοσοκομείο Αθηνών με σοβαρά τραύματα στην κοιλιά και πέθανε ύστερα από τρεις μέρες. Ήταν παντρεμένος και η γυναίκα του ήταν έγκυος στην κόρη τους, που γεννήθηκε μετά τον θάνατο του πατέρα της και πήρε το όνομά του (με ποια συναισθήματα άραγε άκουγε για χρόνια αυτή η κοπέλα κάποιους να αμφισβητούν τους νεκρούς του Πολυτεχνείου;). Οι συγγενείς του τον μετέφεραν στο Παρθένι και τον έθαψαν στο νεκροταφείο του χωριού.
Ο θάνατος του Νίκου Μαρκούλη τον Νοέμβρη του ’73 και το μνημόσυνό του σαράντα εννέα χρόνια μετά φανερώνουν ότι:
– Στο Πολυτεχνείο υπήρχαν νεκροί. Δεν έχει σημασία αν ήταν μέσα ή έξω από το κτίριο και τον περίβολό του. Ήταν δολοφονημένοι από τη χούντα στα «γεγονότα του Πολυτεχνείου», πέθαναν ως αγωνιστές. Ο Νίκος Μαρκούλης μάλιστα τη στιγμή μιας πράξης ανθρωπιάς και ύψιστης αυτοθυσίας: προσπαθώντας να βοηθήσει έναν τραυματισμένο συνάνθρωπό του, την ώρα που ο ίδιος βρισκόταν σε κίνδυνο.
– Το Πολυτεχνείο δεν ήταν απλά μια φοιτητική κινητοποίηση. Ήταν μια γνήσια λαϊκή εξέγερση. Ήταν ο λαός, που μαζί με τους φοιτητές φώναζε «ψωμί, παιδεία, ελευθερία» και διεκδικούσε δημοκρατία. Η παρουσία του φτωχού εργάτη Νίκου Μαρκούλη μέσα στο πλήθος που διαδήλωνε και καταδιωκόταν το επιβεβαιώνει.
– Η επέτειος του Πολυτεχνείου, παρά τις επίμονες προσπάθειες να αποκτήσει μουσειακό χαρακτήρα και να γίνει μια τυπική σχολική γιορτή σαν όλες τις άλλες, εξακολουθεί, πενήντα σχεδόν χρόνια μετά, να συγκινεί, να εμπνέει και να τιμάται στους δρόμους, με τη συμμετοχή του λαού. Η παρουσία στο μνημόσυνο του Νίκου Μαρκούλη αγωνιστών του αντιδικτατορικού αγώνα, συγγενών, φίλων και συγχωριανών, απλών δηλαδή ανθρώπων του λαού, και η απουσία «επισήμων» αυτό μαρτυρεί.
– Ο λαϊκός χαρακτήρας της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και του γιορτασμού της επετείου είναι αυτός που φοβίζει τη Δεξιά. Γι’ αυτό και τόσο μίσος για το Πολυτεχνείο, γι’ αυτό και τόσα χυδαία ψέματα, γι’ αυτό και η παραχάραξη της ιστορίας ακόμη και φέτος από την «Ομάδα Αλήθειας» της Νέας Δημοκρατίας.
Αν «ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη», όπως γράφει ο Μίλαν Κούντερα, τότε το να θυμόμαστε και να τιμούμε τους νεκρούς της εξέγερσης του Πολυτεχνείου του 1973 και τους αγωνιστές της αντιδικτατορικής αντίστασης είναι ασφαλώς και ένας αγώνας ενάντια στη σημερινή εξουσία του αντιδημοκρατικού καθεστώτος των υποκλοπών και των παρακολουθήσεων.