Σε πρόσφατη εκδήλωση χαρακτήρισα την πολιτική πρόταση μερίδων της αριστεράς φλυαρίες. Ο σύντροφος Χρήστος Λάσκος απάντησε και διατύπωσε την άποψη ότι το επιχείρημά μου είχε πρωτόλεια μορφή. Θεωρώ ότι ο σύντροφος πιθανόν δεν αντιλήφθηκε το τι ακριβώς ισχυριζόμουν και για το λόγο αυτό έρχομαι εδώ να δώσω τις οφειλόμενες εξηγήσεις.
Η εκδήλωση αφορούσε το λαϊκισμό. Περιγράφοντας λοιπόν το φαινόμενο διατύπωσα την άποψη ότι η έννοια λαϊκισμός στερείται περιεχομένου. Έχει όμως την ικανότητα να επιστρατεύει άλλες, να τους αποδίδει νόημα κατά το δοκούν και έτσι να συγκροτεί οιονεί συνεκτικά συμφραζόμενα ή συγκείμενα. Για παράδειγμα συναρθρώνοντας έννοιες όπως φαυλότητα, παραποίηση και καιροσκοπισμός, ο όρος λαϊκισμός χρησιμοποιείται ως μέσον με το οποίο η κυρίαρχη ελίτ αντιπαρατίθεται σε κάθε τι υποτίθεται μη εκσυγχρονιστικό, προάγοντας την ιδέα της κοινωνικής αριστείας.
Στην ίδια εκδήλωση εκφράστηκε και η άποψη –την οποία και συμμερίζομαι- ότι εκτός από αρνητικό, ο όρος λαϊκισμός μπορεί υπό διαφορετική συνάρθρωση να λάβει θετικό πρόσημο και να εκφράσει αιτήματα και διεκδικήσεις των από-τα-κάτω. Για να συμβεί όμως αυτό και να αποκτήσει ό όρος πολιτική αποτελεσματικότητα, το θεωρητικό συμφραζόμενο οφείλει να αποκτήσει εμπειρικό περιεχόμενο και να αντιστοιχηθεί στον κόσμο της εμπειρίας εκεί έξω.
Υποστήριξα ότι αυτό είναι ένα δύσκολο εγχείρημα που εξελίσσεται βήμα το βήμα. Για να δείξω το πώς αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί κατέφυγα σε ένα επιστημολογικό εργαλείο και επέλεξα να το δείξω στην περίπτωση της έννοιας της αλληλεγγύης. Συγκεκριμένα, σε ένα πρώτο βήμα ο κόσμος της αλληλεγγύης οφείλει να εξειδικευτεί. Για το σκοπό αυτό επεξεργαζόμαστε ένα θεωρητικό σχήμα που βασίζεται για παράδειγμα στην αναγνώριση αλλά και το σεβασμό της ιδιαιτερότητας του άλλου και έτσι αντιδιαστέλουμε απολύτως τον κόσμο της αριστερής αλληλεγγύης από τον κόσμο της φιλανθρωπίας που προτείνει για παράδειγμα η εκκλησία. Σε ένα επόμενο βήμα οφείλουμε να προσθέσουμε στη θεωρία στοιχεία με εμπειρικό περιεχόμενο. Ειδικότερα, θα πρέπει να περιγράψουμε επαρκώς την ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου άλλου ώστε να καταστρώσουμε έναν κατάλογο με εκείνα που οφείλουμε να κάνουμε και εκείνα που πρέπει να αποφεύγονται. Ζυγώνοντας περισσότερο τον εμπειρικό κόσμο θα αυξήσουμε τη δόση της κατασκευής μας σε εμπειρικό περιεχόμενο εις βάρος της θεωρίας. Θα αποφασίσουμε π.χ. για το είδος του προσωπικού που θα εμπλακεί, τα καθήκοντα του καθενός κ.λπ. Τέλος, ολοκληρωτικά πια εντός της εμπειρίας θα πάρουμε τις αποφάσεις που αφορούν πρακτικά μέτρα όπως προμήθειες, σίτιση, περίθαλψη κ.λπ.
Εδώ περιέγραψα μια βαθμιαία μετάβαση από τη θεωρία στην εμπειρία όπου η θεωρία όπως και η εμπειρία είναι πάντα παρούσες αν και σε διαφορετικό βαθμό και που θεωρώ ότι καθιστά αποτελεσματική την πολιτική πράξη. Η αντίστροφη πορεία, και πάλι βήμα το βήμα από τον κόσμο της εμπειρίας, στον κόσμο της θεωρίας είναι διαδικασία αξιολόγησης και αναστοχασμού που προσδίδει πολιτικό ρεαλισμό στο όλο εγχείρημα. Όπως ελπίζω αντιλαμβάνεται ο σύντροφος Χρήστος, μπορεί κανείς να διαφωνεί όσο θέλει με το επιστημολογικό μοντέλο ή με το συμπέρασμά μου, όμως το επιχείρημα μόνο ως πρωτόλειο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, το αντίθετο.
Με βάση όσα γράφω παραπάνω θεώρησα ότι η συνήθης πρακτική της συντηρητικής αριστεράς που θεωρεί ότι η απόσταση από τη θεωρία στην πράξη απαιτεί ένα μονάχα βήμα, ενώ στερείται και αξιόπιστης μεθόδου αξιολόγησης και αναστοχασμού καθιστά το λόγο σχημάτων όπως η ΛΑΕ και η Ανταρσία (για τον χαρακτηρισμό των οποίων ως αριστερών διατηρώ ισχυρότατες επιφυλάξεις) πολιτικά αφελή, αναποτελεσματικό, ο οποίος και εκφυλίζεται τελικά σε πολιτική φλυαρία.
Σε ότι αφορά συντρόφους με αυθεντικό αριστερό λόγο, ισχυρίζομαι ότι η σφοδρή τους επιθυμία να μιλούν στο επίπεδο της κεντρικής πολιτικής σκηνής για πράγματα τα οποία αδυνατούν να κάνουν πράξη -λόγω ίσως αριθμητικού μεγέθους- και άρα να τους προσδώσουν το αναγκαίο εμπειρικό περιεχόμενο, αδυνατίζει το επιχείρημα και το κάνει να μοιάζει με φλυαρία. Να σημειώσω ωστόσο ότι δεν αμφισβητώ τη θεωρητική αξία των επιχειρημάτων, αλλά ως εδώ. Από την άλλη, όταν ασχολούνται μα εμπειρικές καταστάσεις, όπως για παράδειγμα το κοινωνικό ιατρείο, η προσπάθεια παραμένει αποσπασματική και δεν εντάσσεται σε μια στρατηγική. Θα κλείσω επαναλαμβάνοντας ότι χωρίς να απαξιώνω ούτε τη θεωρητική συνεισφορά αλλά ούτε και το βολονταρισμό εκείνων των συντρόφων θεωρώ ότι η προσπάθειά τους μένει λειψή. Πάντως με όλους αυτούς είχαμε βρεθεί στο παρελθόν, σε κάποια στιγμή οι δρόμοι μας χώρισαν, αργότερα βρεθήκαμε ξανά για να χωρίσουμε και πάλι. Στο μέλλον θα ξαναβρεθούμε, γι’ αυτό είμαι βέβαιος.
Φωτογραφία: Mark Rothko`s painting