Ό,τι και να πει κανείς για το έργο του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, που έφυγε τόσο άδικα από τη ζωή, θεωρώ πως είναι λίγο. Ο σπουδαίος Έλληνας σκηνοθέτης που κατέκτησε τον Χρυσό Φοίνικα των Καννών το 1998 με το “Eternity and a Day” σημάδεψε με τις ταινίες ανεξίτηλα τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο. Νωρίτερα απολαύσαμε μία μεγάλη διαδρομή από την “αναπαράσταση” στον “θίασο”, στο “ταξίδι στα Κύθηρα” και στο “βλέμμα του Οδυσσέα” (1995) που κέρδισε το Βραβείο FIPRESCI μαζί με τον Κεν Λόουτς για το “Land of Freedom”. Βαθιά υπαρξιακό, στοχαστικό θα μπορούσε να πει κανείς για την μακάβρια πάλη του ανθρώπου με τον χρόνο, όταν αντιλαμβάνεται πως η κλεψύδρα αδειάζει.
Γράφει ο Μίλτος Τόσκας
“Τι είναι ο χρόνος; Ένα παιδί που παίζει πεντόβολα στην άκρη της θάλασσας”. Τρία παιδιά, τρία νεαρά αγόρια τρέχουν με μία πρωτοφανή αίσθηση ελευθερίας και βουτούν. Ο Αλέξανδρος είναι ένας πετυχημένος συγγραφέας. Έχει αποφασίσει να ασχοληθεί με το σπουδαίο έργο του Διονυσίου Σολωμού, “Ελεύθεροι Πολιορκημένοι”. Μέσα απ΄αυτό έμμεσα έχουμε έναν φόρο τιμής στο μεγαλείο, στον πλούτο της ελληνικής γλώσσας. “Φεύγω αύριο ταξίδι, δεν έχω πολύ χρόνο”. Μία ημέρα για το ύστατο χαίρε στα πρόσωπα που σημάδεψαν τη ζωή του. Ανοίγει το σεντούκι των αναμνήσεων, ο επιβεβλημένος απολογισμός λίγο πριν το τέλος του δρόμου.
Ξαφνικά όμως ένα από τα παιδιά των φαναριών αλλάζει τις ισορροπίες. Κομφούζιο, ταραχή, συνεχή κορναρίσματα σε ένα μελαγχολικό φόντο. Μία κλούβα των ματ στη οδό Τσιμισκή ξεχύνεται και συλλαμβάνει ανήλικα αγόρια που καθαρίζουν τζάμια αυτοκινήτων. Ο πρωταγωνιστής μας δίνει σανίδα σωτηρίας σε ένα απ’ αυτά. Λίγη ώρα αργότερα περίεργοι τύποι αρπάζουν, απαγάγουν ανήλικα και τα οδηγούν σε “σκλαβοπάζαρο”. Ακολουθεί πεισματικά τη διαδρομή τους. Χρέος μας να μείνουμε άνθρωποι μέχρι την τελευταία στιγμή, πιστοί σε αξίες κι ιδανικά. Χτίζεται μία σχέση βαθιάς κατανόησης και φιλίας. “Σε βλέπω να χαμογελάς, αλλά είσαι λυπημένος”. Αφήνει παρακαταθήκη στην επόμενη γενιά στοιχεία της σοφίας του. Γεια, Υγεία, ειρωνεία…
Γυρισμένο σε μεγάλο βαθμό στην παραλία της Θεσσαλονίκης γίνεται τόσο οικείο που ταράζει τον θεατή. Ο Μπρούνο Γκανζ ή Γκαντς αποτελεί τον συνδετικό κρίκο του σινεμά του Αγγελόπουλου με αυτό του Βιμ Βέντερς. Από τα “Φτερά του Έρωτα” στο “Μία Αιωνιότητα και μία Ημέρα. Η Τέχνη είναι διάλογος. Ταξίδι στην ματαιότητα, πολύ υψηλού επιπέδου κινηματογράφος. Κάθε σκηνή και μία αλληγορία και τόσες διαφορετικές αναγνώσεις και αλλεπάλληλα μηνύματα. Μία συγκλονιστική περιπλάνηση που ακροβατεί συνεχώς μεταξύ του σώματος και του πνεύματος. Κι εκεί που πηγαίνεις να χαθείς, έρχεται η μουσική της Καραίνδρου σαν πυξίδα να σε επαναφέρει στην τάξη. “Πες μου πόσο κρατάει το αύριο; Tι είναι άραγε το αύριο”;
Τελευταία εκκρεμότητα η εξασφάλιση του πιο πιστού συνοδοιπόρου. Θα μείνει στα σίγουρα χέρια της Ουρανίας (Ελένης Γερασιμίδου). Το βιβλίο έχει φύγει από το μυαλό του Αλέξανδρου. Προσπαθεί να ζήσει κάθε στιγμή. Η σκηνή που το είδωλό του φαίνεται στον καθρέφτη αποτελεί την τελευταία ματιά στον εαυτό του. Δε μένει χρόνος παρά μονάχα για ένα Βαλς που οφείλει στη Άννα. Επιστρέφει στη θάλασσα, στο υγρό στοιχείο, εκεί απ΄όπου ξεκινάει ο άνθρωπος. Ζητούμενο η σωτηρία της ψυχής. Αφήνει τον εαυτό του ελεύθερο και χορεύει. “Γιατί δε ξέραμε πως να αγαπήσουμε(;) Ρητορική ερώτηση ή κατάφαση; Αποφασίζει να αναβάλει το ταξίδι, είναι στο χέρι του;
Με ποίηση, με λυρισμό, με μοναδικές εικόνες δημιουργείται ένα ντελίριο αισθήσεων. Κάθε σκηνή και γρίφος, κάθε νότα και συναίσθημα. Γκρεμίζει τα “σύνορα” εθνικά και ταξικά. Και μια κόκκινη σημαία στα χέρια ενός κουρασμένου νέου στο λεωφορείο να δίνει την ελπίδα, που δεν πρέπει ποτέ να αφήσουμε, όπως και τους καλλιτέχνες του δρόμου, δηλαδή τους αφανείς ήρωες του Πολιτισμού μας. Μένουν τρεις λέξεις τελευταίες (κορφούλα, ξενίτης, αργαδινή). Το πλήρωμα του χρόνου για το πέρασμα στην άλλη όχθη έχει φτάσει. Ο Πάβελ Παβλικόφσκι ακριβώς σε αυτή την ιδέα χτίζει το αριστούργημά του, “Cold War”. O Θ. Aγγελόπουλος συνώνυμο του σύγχρονου ελληνικού κι ευρωπαϊκού σινεμά θα είναι για πάντα κοντά μας …