Με το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης στη χώρα μας, η ριζοσπαστική Αριστερά, με προεξάρχοντα τον τότε ΣΥΡΙΖΑ, διαμόρφωσε μια ανάλυση και τις συναφείς προγνώσεις, οι οποίες αποδείχτηκαν επιτυχείς πέραν του αναμενομένου.
Αυτά συγκεφαλαιώνονταν, στην πραγματικότητα, στην πεποίθηση πως το κεφάλαιο θα επιδιώξει να αξιοποιήσει την παγκόσμια κρίση υπερσυσσώρευσης, με τις ειδικές μορφές εκδήλωσής της σε κάθε χώρα, σε βάρος της εργασίας. Όχι μόνο, για να ρίξει αποκλειστικά στις πλάτες του κόσμου της εργασίας το κόστος της κρίσης, αλλά και για να επιτύχει διαρκή αποτελέσματα μέσω μιας κοινωνικής αντεπανάστασης, που θα αναιρούσε τα περισσότερα από όσα είχαν θεωρηθεί στη διάρκεια του 20ου αι. αναντίστρεπτες κατακτήσεις, μέρος ενός πολιτισμού, που δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί στα σοβαρά.
Με αυτό δεδομένο, στην περίπτωσή μας μετά το 2010, η ριζοσπαστική πολιτική παρέμβαση αξονίστηκε γύρω από δύο ουσιώδεις ιδέες:
1. Τα μνημόνια ήταν «φάρμακα χειρότερα από την αρρώστια»
2. Οι διακηρυγμένοι στόχοι της κυρίαρχης πολιτικής ήταν «για τα μάτια του κόσμου», στο μέτρο που οι επιδιωκόμενοι σκοποί ήταν πολύ διαφορετικοί
Αυτό το νόημα είχε η τότε διατύπωση του Τσίπρα περί «δράκου του χρέους». Επρόκειτο για την ορθή ιδέα πως τα συμπτώματα της κρίσης, σε δημοσιονομικό και ευρύτερα οικονομικό επίπεδο, περισσότερο από πρόβλημα αντιμετωπίζονταν ως ευκαιρία. Έτσι, το σύστημα δεν θα ορρωδούσε προ ουδενός προκειμένου να επιτύχει την πραγματική του επιδίωξη, που δεν ήταν άλλη από τη δραστική αλλαγή του συσχετισμού των δυνάμεων υπέρ του κεφαλαίου. Και ακραία ύφεση θα προκαλούσε και αύξηση του δημόσιου χρέους θα αποδέχονταν και όλα τα «παράδοξα» θα επέλεγε, αν ήταν να κάνει αυτό που ο Γουόρεν Μπάφετ είχε τόσο καλά διατυπώσει: «Η ταξική πάλη υπάρχει και, ευτυχώς, είναι η δική μου τάξη που κερδίζει».
Η μεγάλη επιτυχία του ελληνικού κεφαλαίου υπήρξε, χωρίς αμφιβολία, στο πεδίο της κύριας επιδίωξής του. Και ήταν πραγματικά εντυπωσιακή. Ο κόσμος της εργασίας κυριολεκτικά ισοπεδώθηκε. Η εργασιακή νομοθεσία επέστρεψε στην περίοδο πριν από το 1911, οι αμοιβές της εργασίας έπεσαν σε ασύλληπτα βάθη, ενώ το έτσι διαμορφωμένο πλαίσιο μετέθεσε τη δυνατότητα μαζικής διεκδίκησης στο χώρο του ηρωισμού. Η ανεργία έκανε παγκόσμιο και ιστορικό ρεκόρ, παρόλο που εκατοντάδες χιλιάδες έφυγαν από την χώρα, η μερική απασχόληση, που είναι όμως περισσότερο από πλήρης πολλές φορές στην πράξη, εκτοξεύτηκε, το εισόδημα των μισθωτών μειώθηκε κατά 40% περίπου, πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι, από ένα συνολικό εργασιακό πληθυσμό 2.2 εκατομμυρίων, όλο κι όλο, πληρώνονται όποτε και όπως θέλουν τα αφεντικά τους, το 40% εργάζεται με μισθό κάτω από τον κατώτατο, ένας στους τρεις εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα καλείται να ζήσει με 383 ευρώ μικτά (!), οι εργαζόμενοι κάτω των 25 πληρώνονται κατά μέσο όρο 381 ευρώ το μήνα…
Ναι, αλλά πετύχαμε τη δημοσιονομική προσαρμογή, θα πουν όλοι όσοι μας κυβέρνησαν και μας κυβερνούν. Πράγματι, έχουμε πλέον πρωτογενή πλεονάσματα. Η κυβέρνηση, μάλιστα, δεσμεύεται μέσω του μεσοπρόθεσμου, που μόλις ψηφίστηκε, πως θα τα φτάσει, όχι στο 3.5% που προβλέπεται από τις συμφωνίες της με τους «εταίρους», αλλά ακόμη και στο 5.2%! Γκραν σουξέ! Μόνο που ο στόχος της μείωσης του χρέους δεν προβλέπεται να επιτευχθεί, όπως εξηγεί το «ταμείο». Γιατί η κυβέρνηση, μ’ όλο που τα έδωσε όλα μα όλα, δεν κατάφερε ούτε QE να πάρει, ούτε διαγραφή (sic), που παρόλο, που έγινε «αναδιάρθρωση» και μετά «ελάφρυνση», δεν προκύπτει κιόλας. Ό,τι υπάρχει στο τραπέζι σήμερα είναι «ευκολίες πληρωμής», που καθόλου δεν «ελαφραίνουν» το δημόσιο χρέος. Το αντίθετο, το κάνουν διαχρονικά περισσότερο δυσβάσταχτο (βλ. την άποψη του καθόλου αριστεριστή Μανόλη Δρεττάκη, από την καθόλου μαξιμαλιστική ΕφΣυν.: Η ελάφρυνση του χρέους βάρος στις επόμενες γενιές). Χαρακτηριστικό είναι πως, στην «ελαφρυμένη» περίοδο 2019-2030 το ελληνικό κράτος έχει να πληρώσει περίπου 90 δισεκατομμύρια ευρώ, που, με όλα τα σενάρια, θα πληρωθούν κατά 70% από τα τεράστια πρωτογενή πλεονάσματα, δηλαδή την θηριώδη στο διηνεκές λιτότητα σε βάρος της κοινωνικής πλειοψηφίας, η οποία είναι και η μόνη που πληρώνει φόρους, άλλωστε. Ενώ στη βεβαρυμένη, από την «επιμήκυνση» και αργότερη ωρίμανση, περίοδο 2050-2056, όταν οι σημερινοί εικοσάρηδες θα είναι πενηντάρηδες μόλις, η ετήσια επιβάρυνση θα είναι ακριβώς διπλάσια σε απόλυτους αριθμούς. Και αυτό δεν είναι το χειρότερο: Δεδομένου ότι «βγαίνουμε από τα μνημόνια» και θα δανειζόμαστε από «τις αγορές», με την υπόθεση του καλού σεναρίου της μη αύξησης του χρέους και με επιτόκια περίπου τα σημερινά, ακόμη και ο διαχρονικά υποστηρικτής της «βιωσιμότητας του χρέους», γνωστός και μη εξαιρετέος Γκίκας Χαρδούβελης (sic), θυμίζει πως μόνο οι τόκοι θα είναι 16 δις. ευρώ, όταν το συνολικό κονδύλι για μισθούς και συντάξεις του δημοσίου είναι 12!! Ο Βαρουφάκης το λέει «χρεοδουλοπαροικία», εγώ προτιμώ το «καπιταλισμός της διαρκούς πρωταρχικής συσσώρευσης». Όπως κι αν το πούμε, όμως, παραμένει πως η εργατική τάξη της χώρας μας θα είναι δεμένη χειροπόδαρα για έναν αιώνα. Ακόμα και αυτή η γελοία «ελάφρυνση» θα είναι όπλο στα χέρια της τρόικας για πιέσεις μέχρι τον 22ο αιώνα.
Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση περιμένει την Ανάπτυξη! Περιμένει, δηλαδή, πως με αυτά τα πρωτογενή πλεονάσματα και την πλήρη έλλειψη χρηματοδότησης, την ολοκληρωτική συρρίκνωση των δημόσιων επενδύσεων και την εν γένει πιστωτική ασφυξία θα έχουμε ανάπτυξη. Ο, υπεράνω υποψίας για μπρούτο αντικυβερνητισμό, Τάσος Παπάς μίλησε πρόσφατα για «Σύνδρομο της Στοκχόλμης». Νομίζω σφάλλει. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση έχει προσχωρήσει συνειδητά. Δεν διατυπώνει κανένα δικό της σχέδιο, κάνει ό,τι της λένε απλώς, σε βαθμό που να εκπλήσσει και τους σκληρότερους των εταίρων, περιμένει από την καλοσύνη -και τη σοφία τους, όμως. Όποιος διαβάσει το «ολιστικό» αναπτυξιακό της σχέδιο(;), εύκολα θα διαπιστώσει πως, αν αφαιρέσουμε τα ανέξοδα «ιδεολογίζοντα φληναφήματα», επι της ουσίας, η «παραγωγική ανασυγκρότηση», σε ό,τι αφορά τους τομείς της οικονομίας, συνοψίζεται επαναλαμβάνοντας τη μελέτη της Εταιρίας Συμβούλων McKinsey «Greece 10 Years Ahead» (2010) περί «προνομιακότητας», χωρίς ιδιαίτερη εμβάθυνση, της μεταποίησης, της ελαφράς βιομηχανίας, του αγροτοδιατροφικού τομέα, του φάρμακου, των logistics, των υποδομών, της ενέργειας και, βεβαίως, του τουρισμού. Σε ό,τι, δε, αφορά τα «αναπτυξιακά εργαλεία», ας είναι καλά η εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, για τη «διευκόλυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας». That’s all!
Εν τέλει, η Ανάπτυξη θα έρθει, γιατί «όλα έγιναν όπως έπρεπε». Τώρα θα φροντίσει η «Αγορά»! Το «Βήμα» εκφράζει καλύτερα από τον καθένα αυτήν την άποψη, που έχει, πρακτικά, ενστερνιστεί απολύτως η κυβέρνηση. Διαβάστε:
«Κοινή είναι η πεποίθηση σε τραπεζικούς, επιχειρηματικούς και πολιτικούς κύκλους, ότι οι αλλαγές, νομοθετικές και διαρθρωτικές, που επήλθαν στο σώμα της οικονομίας όλα αυτά τα χρόνια είναι μοναδικές. Άλλαξαν τα συναλλακτικά ήθη, η τεχνολογία εισέβαλλε δυναμικά στις συναλλαγές και στην οργάνωση των οικονομικών μονάδων, επεβλήθησαν αρχές ελεγχόμενου κόστους, μετεβλήθησαν οι επιχειρηματικές και συνδικαλιστικές πρακτικές, ακόμη και οι συνειδήσεις των εργαζομένων και εν γένει των πολιτών επηρεάστηκαν. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η υπερανάπτυξη των συμβουλευτικών εταιριών […] Είναι κι αυτή από μόνη της ξεχωριστή διαρθρωτική αλλαγή.
Υπό το βάρος των παραπάνω, η χώρα άλλαξε επίπεδο, κατήλθε στα κυβικά της […] μαζί με τις πολλές καταστροφές, δημιούργησε και ευκαιρίες, τις οποίες σπεύδουν πλέον, Έλληνες και ξένοι, να εκμεταλλευτούν». Όπως λέει και ένας επιφανής λογιστής, «δεν υπάρχει κατεστραμμένη χώρα, μόνο κατεστραμμένα πρόσωπα».
[…]
Η χώρα είναι πλέον φθηνότερη, οι υποδομές της ισχυρές, οι νέες τεχνολογίες έχουν απορροφηθεί, το κόστος έχει ελεγχθεί, η ανταγωνιστικότητα έχει αποκατασταθεί, […]». Tout va bien!
Να, λοιπόν, τι είναι το «μετά» την επόμενη μέρα. Ένα τοπίο ολοκληρωτικά ευνοϊκό για το κεφάλαιο, για το οποίο το διαχρονικό Μαύρο Μέτωπο του 2010-2018 έκανε τα πάντα , προκειμένου να διαμορφωθεί.
Το θέμα, τώρα, είναι τι κάνουν οι «απέναντι» -ο καθείς χωριστά κι όλοι μαζί ενωμένοι.
Το θέμα είναι τι κάνει η ανταγωνιστική Αριστερά. Τα «καθήκοντα» είναι δεδομένα και, νομίζω, η ευρύτατη ενότητα, η δύσκολη δημιουργία κρίσιμης αντιστασιακής μάζας, η από κοινού αντεπίθεση είναι το πρώτο απ’ όλα.
Το πράγμα βοά.
* O τίτλος είναι εμπνευσμένος από την γνωστή ταινία επιστημονικής φαντασίας της ύστερης ψυχροπολεμικής περιόδου, που εκτυλίσσεται «μετά» την ολοκληρωτική πυρηνική καταστροφή.
Το παραπάνω άρθρο, γραμμένο στις 15 Ιουνίου, αποτελεί αναδημοσίευση από το ΔΕΛΤΙΟ ΘΥΕΛΛΗΣ του Ιουνίου 2018, που κυκλοφορεί.