Ο Μενέλαος Λουντέμης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και πέθανε στην Αθήνα στις 22 Ιανουαρίου 1977, ενώ οδηγούσε, από καρδιακή προσβολή. Το πραγματικό του όνομα ήταν Δημήτρης Βαλασιάδης και προερχόταν από εύπορη οικογένεια της Πόλης που χρεοκόπησε μετά από την εγκατάστασή της στο ελληνικό κράτος. Σε παιδική ηλικία έζησε για λίγο στο κρατικό οικοτροφείο της Έδεσσας, σύντομα όμως μπήκε στη βιοπάλη (γραμματοδιδάσκαλος, ψάλτης, εργάτης στα τεχνικά έργα του Γαλλικού ποταμού).
Πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και εντάχθηκε στο ΕΑΜ, όπου διετέλεσε και γραμματέας της οργάνωσης διανοουμένων. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου εξορίστηκε στη Μακρόνησο και τον Άη Στράτη. Το 1956 τον μετέφεραν στην Αθήνα από τον τόπο εξορίας του για να δικαστεί, επειδή, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, στο βιβλίο του «Βουρκωμένες μέρες» αναφέρονται «….προπαρασκευαστικές πράξεις εσχάτης προδοσίας….». Στη δίκη που έγινε με τον εμφυλιοπολεμικό νόμο 509/47, οι μάρτυρες υποστήριξαν ότι το βιβλίο του «προπαγανδίζει τας πολιτικάς του ιδέας, θίγει την έννοια του κράτους, κλονίζει την εμπιστοσύνη του λαού στη Δικαιοσύνη, καλλιεργεί το μίσος».
Επιφανείς πνευματικές προσωπικότητες έσπευσαν να τον υπερασπιστούν (Άγις Θέρος, Γιώργος Θεοτοκάς, Κώστας Βάρναλης, Στράτης Δούκας, Ασημάκης Πανσέληνος, Κώστας Κοτζιάς), υποστηρίζοντας ότι το βιβλίο του «είναι ένα εξαιρετικό έργο, γεμάτο αγάπη για τον άνθρωπο και πίστη στην πορεία του προς το μέλλον». Απολογούμενος, ο Λουντέμης δέχτηκε παρέμβαση του προέδρου, ο οποίος του είπε πως «αν πράγματι νιώθεις στοργή για το παιδί και τη γυναίκα σου, θα ‘πρεπε να ‘χεις κάνει δήλωση αποκήρυξης του ΚΚΕ». Και η απάντηση του Λουντέμη: «Χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια για να γίνουν τα τέσσερα πόδια δύο. Δεν θα τα κάνω πάλι τέσσερα εγώ».
Την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία πραγματοποίησε γύρω στο 1930 με δημοσιεύσεις ποιημάτων και διηγημάτων στο περιοδικό Νέα Εστία. Το 1938 εξέδωσε τη συλλογή διηγημάτων Τα πλοία δεν άραξαν, για την οποία τιμήθηκε με το Μέγα Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας. Τιμήθηκε επίσης με το βραβείο της Χρυσής Δάφνης Πανευρώπης ( Παρίσι, 1951).
Το σύνολο του έργου του καλύπτει όλα σχεδόν τα είδη του γραπτού λόγου (πεζογραφία, ποίηση, δοκίμιο, θέατρο, παιδική λογοτεχνία, μετάφραση κ.α.). Ο Μενέλαος Λουντέμης ανήκει στους έλληνες λογοτέχνες του μεσοπολέμου που στράφηκαν προς τον κοινωνικό ρεαλισμό. Η ιδιοτυπία του έργου του έγκειται στον ερασιτεχνικό τρόπο γραφής, τον οποίο υπηρέτησε εν πλήρει συνειδήσει, καθώς ο ίδιος υποστήριζε πως δε τον ενδιαφέρει η Τέχνη αλλά η καταγραφή της πραγματικότητας και η κατάδειξη της κοινωνικής ανισότητας. Παρόλα αυτά στο σύνολο του έργου του δεσπόζει η τάση του να στρέφεται εξ’ ολοκλήρου γύρω από ένα κεντρικό πρόσωπο-αφηγητή (που συνήθως παραπέμπει στον ίδιο το συγγραφέα), που ανήκει στους περιθωριακούς τύπους των καταπιεσμένων κοινωνικά στρωμάτων και το οποίο μας δίνει την προσωπική του οπτική της μοναξιάς, του ανεκπλήρωτου του έρωτα και της δυστυχίας του κόσμου.
Το έργο του είναι έντονα επηρεασμένο από την ευρωπαϊκή λογοτεχνία του ρεύματος του σοσιαλιστικού ρεαλισμού (Κνουτ Χάμσουν, Μαξίμ Γκόρκι, Παναΐτ Ιστράτι κ.α.): ρεαλιστική απεικόνιση τοπίων και προσώπων με έντονη αισθηματολογία που αγγίζει κάποτε το μελοδραματισμό, βιωματική γραφή, ηθογραφικά και συμβολικά στοιχεία. Σε έργα του όπως το Συννεφιάζει και το Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα αξιοσημείωτη είναι η ψυχογραφική τεχνική του που δημιουργεί ολοκληρωμένους, ζωντανούς χαρακτήρες, οι οποίοι συναπαρτίζουν μια ολόκληρη μικρή κοινωνία, και η αφηγηματική δύναμη.
Πηγές: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ., sansimera.gr