Aπό όπου κι αν προσπαθήσεις να προσεγγίσεις τη νέα ταινία του Τζωρτζ Σι Γουλφ είναι μία ωδή στους Αφροαμερικανούς. Μπορεί εδώ στην Ευρώπη αρκετούς να μας έχει κουράσει η συγκεκριμένη θεματική ενότητα, ωστόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες οι στυγνές δολοφονίες τους δε λένε να σταματήσουν ακόμα και μετά την αλλαγή στην Προεδρία. “Ο Τραμπ μπορεί να έφυγε, ο τραμπισμός όμως είναι εδώ και το διατρανώνει σε κάθε ευκαιρία καθημερινά”. Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο θεατρικό του Όγκαστ Ουίλσον. Συνδετικός κρίκος με το Fences (2016) ο Ντένζελ Ουάσινγκτον στην παραγωγή (αυτή την φορά δεν είναι και πρωταγωνιστής). Χρυσή Σφαίρα για τον α΄ανδρικό ρόλο στην κατηγορία δράμα και πέντε υποψηφιότητες για τα OSCARs.
Γράφει ο Μίλτος Τόσκας
Μεταφερόμαστε στο 1927 στην πολιτεία Τζώρτζια. Περίπου έναν αιώνα πριν για να συνειδητοποιήσουμε τα δεδομένα. Τα γεγονότα δεν μοιάζουν όμως τόσο μακρινά. Mα Ρέινυ (Viola Davis), “η μητέρα της Μπλουζ”. Παρακολουθούμε ένα μέρος ενός διαλείμματος από τις συνεχείς περιοδείες της, ώστε να ηχογραφήσει τον καινούριο της δίσκο. Μία αληθινή ντίβα, μία σταρ που θέτει τους όρους και προχωρά όπως η ίδια το έχει σχεδιάσει σε απόλυτο βαθμό. Πλάι της οι μουσικοί Κάρτερ, Τολίντο, Ντραγκ και φυσικά ο έτερος μεγάλος πρωταγωνιστής, ο εξαιρετικά φιλόδοξος Λέβι (Chadwick Boseman). Ένα τέρας της φύσης που παλεύει να ζήσει κάθε στιγμή κυριολεκτικά και μεταφορικά. Θα μπορούσαμε να γράψουμε ένα κείμενο μόνο γι’ αυτόν και θα συμβεί με αφορμή το ντοκιμαντέρ “C.Boseman, Portrait of an Artist”.
Πρόκειται για ένα κομμάτι της ιστορίας του ίδιου του “έθνους” που καλείται να επιβιώσει πολλές φορές κάτω από αντίξοες συνθήκες διαχρονικά. Το αρχειακό υλικό στην αρχή και το τέλος δημιουργεί ένα άτυπο σχήμα του κύκλου. Η παράδοση, το αίσθημα ευθύνης, η μουσική (τζαζ και μπλουζ ήρθαν ουσιαστικά απ΄αυτούς τους ανθρώπους και καθιερώθηκαν στις συνειδήσεις όλων μας). Το έργο αποφασίζει να βάλει το μαχαίρι στο κόκκαλο και να αποφύγει εύκολες απαντήσεις και συνήθη μοτίβα. Εμβαθύνει στα μυστικά της αφρο-κοινότητας της εποχής. “Η Νέα Υόρκη έχει το Χάρλεμ”. Μία ξεκάθαρη αναφορά στον James Baldwin. Σαν ένας από τους αναχρονισμούς του Ομήρου.
Σκληρός ανταγωνισμός. Αφιλόξενο περιβάλλον για ένα αστέρι που γεννιέται όπως ο νεαρός Λέβι. Η δικαίωση για τον ίδιο θα αργήσει πολύ. Παρουσιάζει πραγματικά κάτι καινοτόμο, ικανό να ταράξει τα νερά, ωστόσο εκείνη τη στιγμή η γραμμή είναι να θεωρηθεί πως ο κόσμος επιθυμεί κάτι άλλο (“δεν είναι τα σωστά τραγούδια”). Πασχίζει να ακουστεί. Φλερτάρει με την απόλυση. Eίναι αποφασισμένος να βρεθεί απέναντι σε όσους θέλουν μονάχα την καλοπέραση. Ονειρεύεται τη δική του μπάντα. Ο ρόλος του Boseman ξεχειλίζει από παρορμητισμό. Ο ίδιος γνώριζε καλύτερα από τον καθένα μας πως αυτός θα ήταν ο τελευταίος του. Έγινε ο πρώτος Αφροαμερικανός που κέρδισε Χρυσή Σφαίρα μετά θάνατον, ενώ είναι υποψήφιος και για το Χρυσό Αγαλματίδιο.
Ο δρόμος για τη γη της Επαγγελίας δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Στην πραγματικότητα ποτέ δεν ήταν. Για να καταφέρεις να ολοκληρώσεις τη διαδρομή πρέπει να είσαι ευέλικτος και να συμβιβάζεσαι. Διαφορετικά είσαι μάλλον καταδικασμένος. “Σας αρκεί το κόκκαλο, ενώ αυτοί τρώνε όλο το γουρούνι”. Ένα παραλήρημα, ένας οσκαρικός μονόλογος ως το ψυχογράφημα μίας τραυματισμένης ύπαρξης, ενός εφήβου. Η μουσική έρχεται να κρατήσει τις ισορροπίες όσο αντέχει κι αυτή. Η σφραγίδα του Μπράντφορντ Μαρσάλις είναι ενδεικτική σε αυτό το κομμάτι της επιτυχίας. Η θεατρικότητα δίνει μία αξιοσημείωτη αμεσότητα και ζωντάνια. Mπορεί η Βαϊόλα να πάρει ένα ακόμα OSCAR, όπως έκανε με το Fences, τότε για τον β’ γυναικείο ρόλο;
Δεδομένα δεν είναι η καλύτερη ταινία της χρονιάς. Αποτελεί όμως μία από τις ναυαρχίδες του Νetflix μαζί με το “Mank” και το “The Trial of the Chicago Seven” εν όψει της τελετής της 26ης Απριλίου. Θα επαναλάβω πως εμάς μπορεί να μας φαίνεται παρωχημένο και κουραστικό αυτό το πολύ λεπτό ζήτημα, για την Αμερική όμως είναι αναγκαίο. Μακάρι να το παρακολουθήσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι κι αντίστοιχα να ευαισθητοποιηθούν. Όπως και να΄χει θα μείνει στην ιστορία για περισσότερους από έναν λόγους. Καλή αντάμωση Chadwick…