Η Ελλάδα έχει σημειώσει πρόοδο και το οικονομικό πρόγραμμα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση ανέφερε σε δηλώσεις της η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), Κριστίν Λαγκάρντ, μετά τη χθεσινή απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου να εγκρίνει την εκταμίευση 3,24 δισεκατομμυρίων ευρώ προς την Ελλάδα.
Παράλληλα, η κα Λαγκάρντ τόνισε ότι ακόμη απομένουν να γίνουν πολλά, τονίζοντας ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να υλοποιήσει τα σχέδιά της για ιδιωτικοποιήσεις.
Επίσης, η επικεφαλής του ΔΝΤ εκτιμά ότι οι προσπάθειες πρέπει να συνεχιστούν για την αναδιάρθρωση και την ενίσχυση του τραπεζικού συστήματος. Με την οριστικοποίηση του πλαισίου ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών -τόνισε χαρακτηριστικά-, είναι ζωτικής σημασίας να ενεργοποιηθεί το νέο ελεγκτικό και εποπτικό πλαίσιο για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος και για την πρόληψη κρατικών παρεμβολών στη διαχείριση.
Ακόμη, ανέφερε ότι πρόσθετη χρηματοδότηση από χώρες μέλη της ευρωζώνης, η οποία θα επιτρέψει στην Ελλάδα να εξαγοράσει ομόλογα του Δημοσίου από τις τράπεζες, θα μπορούσε να στηρίξει τη ρευστότητα και τη δημιουργία πίστωσης.
Η κα Λαγκάρντ, τόνισε πως “η Ελλάδα χρειάζεται να αναμορφώσει ριζικά την φορολογική διοίκηση της, να ενισχύσει τις εισπράξεις φόρων, να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή και να συρρικνώσει τον διογκωμένο δημόσιο τομέα, ιδιαίτερα με στοχευόμενες μειώσεις προσωπικού”,
Επίσης, η επικεφαλής του ΔΤΤ επισήμανε ότι καταβάλλονται προσπάθειες για να τεθεί το χρέος της Ελλάδας σε έναν πιο βιώσιμο δρόμο και πως στο πλαίσιο αυτό οι Ευρωπαίοι εταίροι της παράτειναν τις περιόδους αποπληρωμής των δανείων τους, δίνοντας διασφαλίσεις ότι θα εξετάσουν την περίπτωση λήψης πρόσθετων μέτρων υπό όρους και την παροχή πρόσθετης βοήθειας για τη μείωση του χρέους πολύ πιο κάτω από το 110% του ΑΕΠ μέχρι το 2022.
Τέλος, η κα Λαγκάρντ δήλωσε ότι “οι χώρες μέλη της Ευρωζώνης δεσμεύτηκαν να συνεργαστούν με τις ελληνικές Αρχές και το ΔΝΤ για να διασφαλιστεί η επιτυχία του προγράμματος, επαναβεβαίωσαν το καθεστώς του ΔΝΤ ως προτιμησιακού πιστωτή, και δεσμεύτηκαν να παράσχουν επαρκή στήριξη στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του προγράμματος και μετά, με την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να συνεργάζεται στενά με το ΔΝΤ για την εφαρμογή κατάλληλων ρυθμιστικών πολιτικών. Αυτό θα διευκόλυνε την επιστροφή στη βιωσιμότητα του χρέους και τις έγκαιρες αποπληρωμές στο Ταμείο”.