Η Λαϊκή Ενότητα Θεσσαλονίκης εξέδωσε ανακοίνωση για το εργατικό δυστύχημα στο λιμάνι της πόλης και επισημαίνει ότι πρέπει να διενεργηθεί κάθε προβλεπόμενος έλεγχος σε βάθος, ώστε να αποκαλυφθούν οι πιθανές παραλείψεις στην οργάνωση της δουλειάς και να μην επαναληφθούν, για να μη θρηνήσουμε και άλλα θύματα.
Παράλληλα κάνει λόγο για ξεπούλημα του δημόσιου τομέα και παραχώρηση κομβικών δραστηριοτήτων του στο ιδιωτικό κεφάλαιο, που έχουν σαν συνέπεια την καταπάτηση των εργασιακών δικαιωμάτων, των μέτρων προστασίας και υγείας των εργαζομένων, στο βωμό της αύξησης των κερδών των ιδιωτών.
Αναλυτικά η ανακοίνωση της ΛΑΕ:
«Λίγες ώρες μετά την ψήφιση του αντεργατικού νομοσχέδιου Ν.Δ.-Χατζηδάκη ένα σοβαρό εργατικό ατύχημα, που είχε ως συνέπεια το θάνατο του εργαζόμενου-συνδικαλιστή στο Λιμάνι της Θεσσαλονίκης, ήρθε για να επιβεβαιώσει, με τον πιο τραγικό τρόπο, ότι οι εργαζόμενοι δεν είναι σιδερένια ρομπότ, ότι το ξεχείλωμα του οκτάωρου σε δεκάωρο και παραπάνω, σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση του ΣΕΠΕ θα πολλαπλασιάζει τις πιθανότητες εργατικών ατυχημάτων, ότι τα βαρέα και ανθυγιεινά που –μετά από τους εργατικούς αγώνες- είχαν κατοχυρωθεί και έχουν μπει στο στόχαστρο για κατάργηση δεν είναι κενό γράμμα, αλλά ουσία, με σημαντικές συνέπειες στη ζωή των εργαζομένων, που η υγεία και η σωματική τους ακεραιότητα τίθενται καθημερινά σε κίνδυνο.
Ότι το ξεπούλημα του δημόσιου τομέα και η παραχώρηση κομβικών δραστηριοτήτων του στο ιδιωτικό κεφάλαιο έχουν σαν συνέπεια την καταπάτηση των εργασιακών δικαιωμάτων, των μέτρων προστασίας και υγείας των εργαζομένων, στο βωμό της αύξησης των κερδών των ιδιωτών.
Ο 59χρονος Δημήτρης Θηρίου, ο οποίος σε τρεις μήνες θα έβγαινε στη σύνταξη, είχε επιλέξει από τα πρώτα χρόνια της εργασίας του στον ΟΛΘ, ότι με συνέπεια και εντιμότητα θα υπερασπιζότανε τα εργασιακά δικαιώματά του και των συναδέλφων του, γι αυτό και ήταν ενεργός συνδικαλιστής, και είχε διατελέσει Πρόεδρος του Σωματείου των Λιμενεργατών, καθώς και εκπρόσωπος των εργαζομένων στο Δ.Σ. του ΟΛΘ.
Η Λαϊκή Ενότητα απευθύνει τα θερμά της συλλυπητήρια στην οικογένειά του και στους συναδέλφους του, που έχασαν έναν έντιμο συναγωνιστή.
Θεωρεί αυτονόητο ότι πρέπει να διενεργηθεί κάθε προβλεπόμενος έλεγχος σε βάθος, ώστε να αποκαλυφθούν οι πιθανές παραλείψεις στην οργάνωση της δουλειάς και να μην επαναληφθούν, για να μη θρηνήσουμε και άλλα θύματα.
Οι συλλογικοί αγώνες των εργαζομένων μπορούν και πρέπει να καταργήσουν στην πράξη αντεργατικούς νόμους όπως αυτός που ψηφίστηκε πρόσφατα, καθώς και κάθε εργοδοτική αυθαιρεσία».