Τη σημαντική αποδυνάμωση του υγειονομικού προσωπικού του δημόσιου τομέα στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της οικονομική κρίσης, πριν και κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αναδεικνύει έκθεση του Κέντρου Έρευνας και Εκπαίδευσης στη Δημόσια Υγεία, την Πολιτική Υγείας και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΚΕΠΥ) η οποία αναφέρει παράλληλα τα υπαρκτά μεθοδολογικά προβλήματα στην καταγραφή του ανθρώπινου δυναμικού. Τονίζει δηλαδή ότι υπάρχουν αποκλίσεις στα στοιχεία μεταξύ των καταγραφών της ΕΛΣΤΑΤ και του ΥΠΥΓ που οφείλονται είτε σε διπλοεγγραφές (από την ΕΛΣΤΑΤ) ή και σε ελλιπή καταχώρηση των στοιχείων από τις διοικήσεις στη βάση δεδομένων του ΥΠΥΓ.
Στην έκθεση που επιμελείται μια μεγάλη ερευνητική ομάδα από την Ιατρική Σχολή του ΑΠΘ με συντονιστές τον Ηλία Κονδύλη (αναπληρωτή καθηγητή Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας-Πολιτικής Υγείας) και τον Αλέξη Μπένο (ομότιμο καθηγητή Υγιεινής, Κοινωνικής Ιατρικής και Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας) αποτυπώνεται η ανεπάρκεια του υγειονομικού προσωπικού στα δημόσια νοσοκομεία καθώς και η ανισοκατανομή του μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα υγείας. Επιπλέον καταγράφονται οι συνέπειες της κρίσης αλλά και των πολιτικών που ακολουθήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας στο δημόσιο σύστημα υγείας.
Ενδεικτικά, σύμφωνα με την μελέτη «τα νοσοκομεία του ΕΣΥ τη χρονική περίοδο 2009-15 απώλεσαν το 20% του ανθρώπινου δυναμικού τους (απώλεια σχεδόν 19.000 θέσεων εργασίας, το 50% των οποίων αφορούσε σε θέσεις κλινικού προσωπικού), με την όποια μερική ανάταξη την περίοδο 2015-19 (αποκατάσταση 5.500 περίπου θέσεων εργασίας) να επιχειρείται κύρια μέσω της πρόσληψης επικουρικού προσωπικού». Τα τραύματα της οικονομικής κρίσης και της δημοσιονομικής προσαρμογής στο υγειονομικό προσωπικό του δημόσιου τομέα υγείας (ελλείψεις προσωπικού, μισθολογική υποβάθμιση, εντατικοποίησης της εργασίας) οδήγησαν, σύμφωνα με την έρευνα, την περίοδο 2009-19 πάνω από 3.100 εκπαιδευμένους στην Ελλάδα ιατρούς (και άγνωστο αριθμό νοσηλευτριών/των) σε αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό, μία φυγή εγκεφάλων με ανυπολόγιστες συνέπειες για το μέλλον του συστήματος υγείας στη χώρα.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές-τριες, «κατά την πανδημία τα τραυματισμένα, από την περίοδο της οικονομικής κρίσης και λιτότητας, νοσοκομεία του ΕΣΥ κλήθηκαν να σηκώσουν κατά αποκλειστικότητα το βάρος της φροντίδας και νοσηλείας των ασθενών με COVID-19.20 Η παρούσα μελέτη αναδεικνύει την πλημμελή και με βραχυπρόθεσμο ορίζοντα στήριξη των νοσοκομείων του ΕΣΥ με ανθρώπινο δυναμικό ακόμη και την περίοδο της ύστατης ανάγκης, την περίοδο δηλαδή της πανδημίας».
Η μελέτη του ΚΕΠΥ αναφέρει συγκεκριμένα:
-Ενδεικτικά τη τριετία 2019-22 το προσωπικό των νοσοκομείων του ΕΣΥ αυξήθηκε κατά 9,4% (αποκατάσταση 7.223 περίπου θέσεων εργασίας, προερχόμενη σχεδόν αποκλειστικά από την αύξηση του επικουρικού ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού και των ειδικευόμενων ιατρών μόνο κατά το 3ο έτος της πανδημίας). Κατά τη ίδια χρονική περίοδο το μόνιμο προσωπικό του ΕΣΥ παρέμεινε στάσιμο.
-Ενδεικτικό επίσης της πλημμελούς στελέχωσης των νοσοκομείων του ΕΣΥ κατά τη διάρκεια της πανδημίας, είναι το γεγονός ότι βάσει των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ το 2009 εργάζονταν στα νοσοκομεία του ΕΣΥ 92.946 εργαζόμενοι, ενώ τον Δεκέμβριο του 2022 σύμφωνα με τα στοιχεία του ΥΠΥΓ εργάζονταν 84.320 εργαζόμενοι.[1] Με άλλα λόγια το Δεκέμβριο του 2022 οι εργαζόμενοι στα δημόσια νοσοκομεία της χώρας ήταν κατά 8.626 λιγότεροι σε σχέση με τα προ οικονομικής κρίσης επίπεδα.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας αν δε υπολογίσει κανείς την πρόβλεψη του προσωπικού των νοσοκομείων του ΕΣΥ βάσει των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, το Δεκέμβριο του 2022 οι εργαζόμενοι στα δημόσια νοσοκομεία της χώρας ήταν κατά 14.349 λιγότεροι σε σχέση με αναμενόμενο αριθμό τους βάσει των ρυθμών αύξησης του τη δεκαετία προ οικονομικής κρίσης.
Τα ευρήματα τέλος της παρούσας μελέτης παρουσιάζουν σημαντικότατες αποκλίσεις σε σχέση με τις δηλώσεις του ΥΠΥΓ αναφορικά με τις προσλήψεις προσωπικού στο ΕΣΥ κατά τη διάρκεια της πανδημίας. «Το Φεβρουάριο του 2022 για παράδειγμα, το ΥΠΥΓ δήλωνε ότι κατά τα δύο πρώτα έτη της πανδημίας προχώρησε στην πρόσληψη συνολικά σχεδόν 20.000 εργαζομένων στο ΕΣΥ, αριθμός ο οποίος δεν μεταφράστηκε σε αντίστοιχη αύξηση της δυναμικότητας των δημόσιων νοσοκομείων σε υγειονομικό προσωπικό.
Δείτε ολόκληρη την έκθεση του ΚΕΠΥ εδώ