in

“Κάτω από την ίδια στέγη” Της Αλίκης Κοσυφολόγου

“Κάτω από την ίδια στέγη” Της Αλίκης Κοσυφολόγου

Η κοινωνική κρίση, που προκλήθηκε ως αποτέλεσμα της εφαρμογής προγραμμάτων δημοσιονομικής λιτότητας σε χώρες του νότου,  έγινε, μεταξύ άλλων, το εφαλτήριο για την ανάπτυξη  ενός πλατιού και πολύμορφου κινήματος αλληλεγγύης προσανατολισμένου στην ανίχνευση συλλογικών λύσεων σε κοινά προβλήματα. Αυτή η πρωτόγνωρη συλλογική εμπειρία περιλαμβάνει νέες ή και μετασχηματιζόμενες μορφές οργάνωσης της αλληλεγγύης, νέες πρακτικές καθώς και μια νέα πολιτική κουλτούρα που παράγεται μέσα από αυτές. Από την κάλυψη των καθημερινών αναγκών σίτισης φτωχοποιούμενων κοινωνικών κατηγοριών, την στέγη μέχρι την απώλεια θέσεων εργασίας και την αυξανόμενη ανεργία αλλά και την ένταση των κοινωνικών αποκλεισμών και των διακρίσεων, η ατζέντα των προς επίλυση θεμάτων είναι διευρυμένη, ενώ οι πρακτικές ισορροπούν μεταξύ της ανάγκης της πρωτοβάθμιας αντιμετώπισης των συνεπειών της αυταρχικής λιτότητας  μέχρι νέο παράδειγμα που το κάθε εγχείρημα αλληλεγγύης συγκροτεί.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η πορεία των εκατοντάδων χιλιάδων πολιτικών και οικονομικών προσφύγων από την Συρία αλλά και από το Αφγανιστάν, το Ιραν και από αλλού προς την Ευρώπη διασταυρώθηκε με τις όψεις μιας αναδυούμενης κοινωνικής εμπειρίας αυτοοργάνωσης – η οποία αν και πρωτόλεια στις μορφές της, αποδείχτηκε ιδιαίτερα σημαντική στην δημιουργία ενός θετικού  κλίματος και την αποτροπή του κοινωνικού  πανικού και των ρατσιστικών εκδηλώσεων του.  Η μέχρις ώρας εμπειρία από ορισμένους “τόπους υποδοχής” προσφυγών – για παράδειγμα ελληνικά νησιά, πειραιάς, Βικτώρια, σύνορα και αλλού- παρά τις οποίες επιμέρους εσωτερικές αντιφάσεις της, έχει ενεργοποιήσει με θετικό τρόπο μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας. Η ανταπόκριση στα καλέσματα για την συλλογή ειδών πρώτης ανάγκης, η εθελοντική προσφορά μιας σειράς υπηρεσιών  – ιατρικών, κοινωνικής φροντίδας κα.- αλλά και η ενεργή συμμετοχή σε δομές αλληλεγγύης που δημιουργούνται για την αντιμετώπιση των πολλαπλών αναγκών που προκύπτουν, αναδεικνύουν μια πρωτοφανή μαζικότητα εμπλοκής της κοινωνίας στην οργάνωση της αλληλεγγύης.

Τηρουμένων των αναλογιών όμως, όπως συνέβη νωρίτερα με το ελληνικό δημοψήφισμα* και στην περίπτωση του προσφυγικού αναπόφευκτα ο χρόνος διακρίνεται μεταξύ του “πριν” και του “μετά” της υπογραφής της συμφωνίας, εν προκειμένω της συμφωνίας που έφερε το προσωρινό – αοριστού χρόνου κλείσιμο των συνόρων. Μέχρις ώρας, η επίγνωση αυτής της νέας πραγματικότητας των ερμητικά κλειστών συνόρων φαίνεται πως παράγει και μετατοπίσεις και αναφορικά με τα ζητήματα του ασύλου αυξάνοντας σταδιακά την υποβολή των αιτημάτων από την πλευρά των προσφύγων.

Πέραν όμως των σοβαρών ευθυνών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για την υπογραφή μιας συμφωνίας* -το σκεπτικό της οποίας παραβιάζει θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και εν τέλει τιμωρεί τους ίδιους τους/τις πρόσφυγες- καθώς και για την εφαρμογή μιας πολιτικής για το προσφυγικό που αρχίζει να προσιδιάζει σε κλειστού τύπου (για παράδειγμα με την λειτουργία κέντρων υποδοχής εκτός αστικού ιστού, λειτουργία κέντρων κράτησης), μέσα σε αυτές τις συνθήκες διαμόρφωνονται επίσης εκ νέου το πλαίσιο και οι στόχοι του κινήματος αλληλεγγύης.

Αυτός ο νέος ρόλος  διακρίνεται σαφώς από αυτόν των θεσμικών δομών αλλά και του επιμερισμού των κοινοτικών πόρων για το προσφυγικό σε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις. Ορίζεται από τις νέες ανάγκες που δημιουργούνται, άμεσες και πιο μακροπρόθεσμες, οι οποίες θα λειτουργήσουν ως αιχμή για νέες διεκδικήσεις. Αυτό σημαίνει τουλάχιστον για την ατζέντα των αιτημάτων που απευθύνονται προς την κυβέρνηση και άλλους θεσμικούς φορείς  πως εκτός από καλύτερες συνθήκες διαβίωσης για τους πρόσφυγες, αναδύεται και το ζήτημα του πολιτικού προσανατολισμού της θεσμικής πολιτικής για το προσφυγικό, ήτοι της διεκδίκηση της οργάνωσης μιας πολιτικής με γνώμονα την κοινωνική ένταξη και την αναγνώριση ενός ισότιμου κοινωνικού ρόλου.

Αντίστοιχα, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, μέσα από τις πρακτικές της αλληλεγγύης θα αναδύονται δειλά ίσως – νέα παραδείγματα με μετασχηματιστική προοπτική. Αν και η πρακτική της κατάληψης στέγης για κοινωνικούς σκόπους βρίσκει τις ρίζες στην μακρινή πλέον δεκαετία του εβδομήντα σε ορισμένες χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης – χώρες στις οποίες το στεγαστικό ζήτημα είχε αναδυθεί με μεγάλη έμφαση εκείνες τις περιόδους-, η αλήθεια είναι πως η εμπειρία στην Ελλάδα είναι περιορισμένη. Παρ όλα αυτά, η έλευση – παραμονή των προσφύγων στην Ελλάδα φαίνεται πως γίνεται το εφαλτήριο για την οικοδόμηση μιας νέας εμπειρίας.

Η κατάληψη στέγης του City plaza που έχει στεγάσει μέχρις ώρας περίπου 150 άτομα, μεταξύ των οποίων περισσότερα από 50 ανήλικα παιδιά αποτελεί ένα τέτοιο δυναμικό παράδειγμα με μετασχηματιστική προοπτική. Γιατί ένα επταόροφο ξενοδοχείο σε καλή κατάσταση στο κέντρο της πόλης να παραμένει σφραγισμένο την ίδια ώρα που ανήλικα παιδιά κοιμούνται στο δρόμο έχοντας προηγουμένως γλυτώσει από ένα πόλεμο ή ένα ενδεχόμενα θανατηφόρο θαλάσσσιο πέρασμα από την Τουρκία προς κάποιο ελληνικό νησί; Η υπεράσπιση της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας δε μπορεί παρά να είναι το πιο ισχυρό τεκμήριο της κοινωνικής χρησιμότητας μιας πρακτικής, παρά τα όποια μικρά ή μεγαλύτερα επιμέρους προβλήματα που ανακύπτουν. Αντίστοιχα, βεβαίως ισχύει και για την κατάληψη στέγης της οδού Νοταρα που έχει συμπληρώσει περισσότερους από έξι μήνες λειτουργίας και η οποία έχει συνεισφέρει σημαντικά στην αντιμετώπιση του οξυμμένου στεγαστικού ζητήματος των προσφύγων, αλλά και για άλλα μικρότερα εγχειρήματα στεγαστικού χαρακτήρα που ξεκίνησαν με αφορμή το προσφυγικό ζήτημα και την ανάγκη οργάνωσης νέων μορφών αλληλεγγύης.

Εύλογα, πέρα από το ζήτημα της αντιμετώπισης της πιο άμεσης ανάγκης των προσφύγων  προκύπτουν και μία σειρά από άλλα θέματα είτε αναφορικά με την άμεση διαχείριση και λειτουργία μιας αλληλέγγυας – αυτοδιαχειριζόμενης δομής στέγασης, είτε σε σχέση με τον πολιτικό προσανατολισμό του. Για παράδειγμα, για να κερδηθεί το στοίχημα της κατά το δυνατό περισσότερο οριζόντιας λειτουργίας αλλά κι ενός ισότιμου καταμερισμού ρόλων και έργων μεταξύ προσφύγων και αλληλέγγυων προϋποτίθεται  η δημιουργία των προυποθέσεων για την μεγαλύτερη συμμετοχή όλων στην οργάνωση της καθημερινότητας της ζωής στο εσωτερικό της υπό διαμόρφωση μικρής ή μεγαλύτερης κοινότητας ανθρώπων. Η αξιοποίηση των γνώσεων, ειδικών δεξιοτήτων, ενδιαφερόντων αλλά και της επαγγελματικής εμπειρίας όλων – προσφύγων και αλληλέγγυων- μπορεί να είναι μια αφετηρία (εισάγοντας μορφές συμμετοχικού σχεδιασμού για την λειτουργία του χώρου). Επιπλέον, ο δημοκρατικός χαρακτήρας μιας τέτοιας συγκατοίκησης κρίνεται και από τον βαθμό στον οποίο οι πρακτικές που ακολουθούνται  δοκιμάζουν τις έμφυλες και τις άλλες ιεραρχίες και τον έμφυλο καταμερισμό των ρόλων. Για παράδειγμα, η λειτουργία ενός παιδότοπου μπορεί να υπηρετήσει τόσο την ανάγκη της δημιουργικής απασχόλησης των νηπίων, όσο και αυτής της διευκόλυνσης της καθημερινότητας των μητέρων αφήνοντας κάποιο χρόνο για να οργάνωσουν τις υποχρεώσεις τους, να βγουν από το χώρο ή να ξεκουραστούν. Αντίστοιχα, το μαγείρεμα, η καθαριότητα των κοινόχρηστων χώρων είναι δραστηριότητες ο καταμερισμός των οποίων θα έχει κρίσιμο ρόλο στην διαμόρφωση του χαρακτήρα του εγχειρήματος. Ταυτόχρονα, η διατήρηση κι ενίσχυση του “ανοιχτού προς τα έξω” συμβάλλει στην δημιουργία δεσμών με την γειτονιά και την κοινωνία.

Αναμφίβολα, οι δυσκολίες δε θα είναι λίγες τόσο σε σχέση με τις πρακτικές ανάγκες της καθημερινότητας, όσο και με την πολιτική λειτουργία. Όπως αντίστοιχα, η καλόπιστη κι ενδεχόμενα προωθητική κριτική θα συνυπάρχει με χυδαίες εκδηλώσεις συκοφάντησης των εγχειρημάτων και των ανθρώπων που συμμετέχουν σε αυτά.

Όπως γράφει η Farhat Hashmi “αλληλεγγύη σημαίνει να στεκόμαστε ο ένας στο πλευρό του άλλου”(ελεύθερη απόδοση από το ποίημα: Αλληλεγγύη σημαίνει). Δηλαδή όπως ακριβώς έκαναν οι τεως εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες του City plaza, οι οποίοι/ες στάθηκαν στο πλευρό των δοκιμαζόμενων προσφυγών, την ίδια στιγμή που δίνουν μια μάχη για “την ικανοποίηση των δικαίων αιτημάτων, αναγκών και δικαιωμάτων τους” όπως αναφέρουν και στην ανακοίνωση που εξέδωσαν.

Με άλλα λόγια, παρά τα υλικά και άλλα εμπόδια, την κούραση – σωματική ή ψυχολογική- και τις όποιες δυσκολίες  που τέτοια δυναμικά εγχειρήματα συναντούν στην υλοποιήση τους, η επιτυχία τους κρίνεται από το βαθμό στον οποίο αυτά συνεχίζουν να οργανώνονται με γνώμονα τις ανάγκες των ανθρώπων, – εν προκειμένω προσφύγων και αλληλέγγυων-, αλλά και την  δημιουργία των προυποθέσεων για μια χαρούμενη κοινή ζωή – #θα ζήσουμε μαζί-   σε ένα  πλουραλιστικό περιβάλλον.

πηγή: k-lab

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Μόδα: Ρούχα για το «ρευστό φύλο». Της Αναστασίας Γιάμαλη

OFFSIDE Festival: Το ποδόσφαιρο δεν είναι μόνο ένα άθλημα